Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, Σία Αναγνωστοπούλου τόνισε ότι: «Η Συμφωνία των Πρεσπών συγκροτεί ένα δημοκρατικό μέτωπο, γιατί για πρώτη φορά, δημοκρατικά, μετά από πάρα πολλές δεκαετίες, συζητείται ένα εθνικό ζήτημα στην Βουλή. Παίρνουμε θέση – και δεν εκχωρούμε κανένα εθνικό ζήτημα – απέναντι στις δυνάμεις που με συνθηματολογία περί προδοσίας προσπαθούν να εκφοβίσουν τον κόσμο»
Επισήμανε ότι η Επιτροπή δεσμεύεται σήμερα, ότι δεν πρόκειται να αφήσει τις αντιδημοκρατικές και αντικοινοβουλευτικές δυνάμεις, που δεν επιθυμούν να γίνει συζήτηση για ένα τόσο σοβαρό θέμα, να πετύχουν.
«Η συζήτηση ξεκινάει, είναι θέμα δημοκρατίας και δεσμευόμαστε απέναντι στον ελληνικό λαό» είπε η κ. Αναγνωστοπούλου και προσέθεσε ότι «καμία κυβέρνηση δημοκρατικά εκλεγμένη δεν πρόδωσε ή δεν εκχώρησε ποτέ εθνικό έδαφος, εθνική ιστορία ή οτιδήποτε τέτοιο». Αυτό το έκαναν φασιστικές αυταρχικές δυνάμεις που πήραν δια της βίας την εξουσία, ή σε περιόδους ανωμαλίας. Η κυπριακή και μικρασιατική καταστροφή οφείλονται σε αυτές τις δυνάμεις» υπογράμμισε.
Η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, σημείωσε ότι όταν οι συντηρητικές δυνάμεις, αφήνουν λόγω αδράνειας, λόγω φόβου, λόγω πολιτικού κόστους, ή για οποιανδήποτε άλλο λόγο, εθνικά θέματα να σέρνονται για δεκαετίες και επιτρέπουν σε εθνικιστικές δυνάμεις και μέσα στον χώρο τους, να ανασυντάσσονται και να διαμορφώνουν εθνική πολιτική, τότε η χώρα μπορεί να τεθεί σε κίνδυνο.
Επί της ουσίας, για την Συμφωνία των Πρεσπών, η κ. Αναγνωστοπούλου τόνισε ότι έχουμε μία συμφωνία, η οποία είναι πολύ καλύτερη από ό,τι θα μπορούσε να διανοηθεί η χώρα μέχρι σήμερα, και είναι πολύ καλύτερη γιατί καταρχάς πατάει πάνω σε μια συνέχεια από προηγούμενες περιόδους – από την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995, από ό,τι έχει γίνει από το 2007 και μετά – και επεκτείνει πολύ περισσότερο αυτό που οι δημοκρατικές δυνάμεις αυτής της χώρας ξεκίνησαν από το 1995.
Όπως σημείωσε, πρώτον και κυριότερον, λύνεται ένας ιστορικός κόμπος που είχε διαμορφωθεί κι έτεινε να γίνει τεράστια παγίδα η οποία υπονόμευε το μέλλον και την ειρήνη της περιοχής, να αναπτύσσονται δηλαδή στην ΠΓΔΜ εθνικιστικές δυνάμεις, οι οποίες μονοπωλούσαν, όχι μόνο το όνομα «Μακεδονία», αλλά και την χρονικότητα αυτού του όρου – από την αρχαία εποχή μέχρι σήμερα – αφήνοντας σε αδράνεια το πρόβλημα και διάφορες χώρες (οι μεγαλύτερες του πλανήτη) να αναγνωρίζουν, χωρίς να υπάρχει καμία διεθνής δέσμευση, ένα θέμα αλυτρωτικό, ιστορικό, δύσκολο, που αποκτούσε διαστάσεις και έπαιρνε και διεθνή νομιμοποίηση.
Η κ. Αναγνωστοπούλου σημείωσε επίσης ότι η Συμφωνία των Πρεσπών (άρθρο 17) κατοχυρώνει άπαξ δια παντός την ιστορική κληρονομιά και τον πολιτισμό της ελληνικής Μακεδονίας. «Δεν αμφισβητείται πια και λύνει οριστικά με τους εθνικισμούς και τον εθνικισμό της άλλης πλευράς. Λύνει οριστικά το ονοματολογικό» είπε, και απευθυνόμενη προς το Σώμα, ανέφερε πως η ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 αλλά και το 2007 με υπουργό την κ. Μπακογιάννη και πρωθυπουργό τον κ. Καραμανλή, τον κ. Αβραμόπουλο υπουργό της κυβέρνησης Σαμαρά και τον κ. Βενιζέλο αντιπρόεδρο, είχαν αποδεχθεί την σύνθεση ονομασία.
«Έληξε πλέον οποιαδήποτε γκρίζα ζώνη που μπορούσε να δημιουργήσει ο όρος ‘Μακεδονία’ και τα παράγωγά του, και ξεδιαλύνεται εντελώς το όνομα αυτής της υπόθεσης» προσέθεσε.
Ακόμη, η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, τόνισε ότι με την Συμφωνία των Πρεσπών, εξαλείφεται αποφασιστικά και σε διεθνές επίπεδο υπό την αιγίδα του ΟΗΕ, οποιοσδήποτε αλυτρωτισμός που βασίζεται σε ύπαρξη μειονότητας. «Η Ενδιάμεση Συμφωνία, έλεγε πως δεν τίθεται κανένα θέμα αλλαγής του Συντάγματος, και αν προκύψουν θέματα και εξηγήσει η γείτονα ότι δεν υπάρχει πρόβλημα δεν υπάρχει πρόβλημα» σημείωσε η κ. Αναγνωστοπούλου για να αντιπαραβάλει την Ενδιάμεση Συμφωνία του 1995 στην σημερινή:
«Είναι ιστορική η συμφωνία. Κυρίως όμως είναι μια συμφωνία μη αναστρέψιμη, είναι καταλυτική και δεν έχει περιθώρια καμίας αλλαγής, είναι οριστική και αμετάκλητη» εξήγησε.
Η κ. Αναγνωστοπούλου αναφέρθηκε στο θέμα της εθνότητας και της γλώσσας, λέγοντας πως ποτέ δεν τέθηκε στην εθνική γραμμή θέμα γλώσσας και εθνότητας, γιατί αυτό είχε λυθεί – κατά την γνώμη των διαφόρων κυβερνήσεων – με διάφορους τρόπους. Μακεδονική γλώσσα είχε αναγνωριστεί με τον πλέον επίσημο τρόπο το 1977, γι’ αυτό στην Συμφωνία των Πρεσπών γίνεται αναφορά σε αυτή την αναγνώριση. Αν αυτό δεν ίσχυε σε διεθνές επίπεδο, δεν θα μπορούσε να μπει σε διεθνή συμφωνία, υπογράμμισε.
Για το θέμα της εθνότητας, η εισηγήτρια του ΣΥΡΙΖΑ, είπε πως είναι απολύτως υποκριτικό, «εμείς με την ιστορία που κουβαλάμε» να μην ξέρουμε την διαφορά ανάμεσα σε ιθαγένεια και υποκοότητα, και την διαφορά ανάμεσα σε εθνότητα και εθνική συνείδηση και έθνος.
«Ένας Ρωμιός Έλληνας της Κωνσταντινούπολης, το διαβατήριό του γράφει τουρκική ιθαγένεια, τον ονομάζετε Τούρκο ως προς την εθνική συνείδηση; Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει κυπριακά διαβατήρια για τους πάντες, υπάρχει Κυπριακό έθνος; Απαντήστε σε αυτά τα ερωτήματα», κάλεσε την Επιτροπή.
Εξάλλου, επισήμανε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών είναι το πιο ευρωπαϊκό κείμενο που αποθεώνει αυτό που ονομάζεται «Ευρώπη του Διαφωτισμού», σε μια Ευρώπη που κάνει ακροδεξιά στροφή, έρχεται και διατρανώνει την φιλία και την ειρηνική συνύπαρξη, την ανάπτυξη των λαών. «Και χάρη σε αυτό το δικό μας έθνος είναι ισχυρό στην περιοχή» προσέθεσε.
«Αυτή η συμφωνία είναι αντιιμπεριαλιστική, γιατί όταν γίνεται μια συμφωνία που δημιουργεί ρωγμές σε αυτό που θέλουν οι μεγάλες και περιφερειακές δυνάμεις στους ανταγωνισμούς τους, εκεί δημιουργείται μία νησίδα φιλίας και συνανάπτυξης» είπε επίσης.
«Εμάς δεν μας ενδιαφέρει αν η ΠΓΔΜ θέλει να ενταχθεί στο ΝΑΤΟ. Εμάς μας ενδιαφέρει, είτε ενταχθεί, είτε δεν ενταχθεί, να μην αισθανθεί ότι εμείς είμαστε εχθρικοί στην επιβίωσή της όπως και να την βλέπει. Είναι λάθος ιστορικά ότι ο ιμπερτιαλισμός νικιέται όταν σε έναν γείτονα βγάζουμε εχθρική συμπεριφορά» εξήγησε η κ. Αναγνωστοπούλου.