Να επιληφθεί όλων των «ανοιχτών» ζητημάτων μέχρι τις 27 Φεβρουαρίου θέλει η κυβέρνηση. Τότε θα δημοσιοποιηθεί από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή η έκθεση για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας.
Σε επισκόπηση των έως τώρα συζητήσεων και των εκκρεμοτήτων που υπάρχουν θα προχωρήσουν αύριο το οικονομικό επιτελείο και οι επικεφαλής των κλιμακίων των θεσμών, με την κυβέρνηση να επιζητεί να έχουν κλείσει όλα τα «μέτωπα» έως τις 27 Φεβρουαρίου.
Τη συγκεκριμένη ημερομηνία, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα δημοσιοποιήσει την έκθεσή της για την αξιολόγηση της ελληνικής οικονομίας στο πλαίσιο της μεταμνημονιακής παρακολούθησης και την υλοποίηση των 16 δράσεων, προκειμένου το Eurogroup της 11ης Μαρτίου να εγκρίνει την εκταμίευση των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα που διακρατούν η ΕΚΤ και οι εθνικές ευρωπαϊκές τράπεζες (ANFAs και SNPs).
Όπως ανέφερε κυβερνητικός αξιωματούχος στο περιθώριο των σημερινών επαφών με τα κλιμάκια των θεσμών (με αντικείμενο την ενέργεια, το Δημόσιο, τα «κόκκινα» δάνεια και τα δημοσιονομικά), το θέμα της αντιμετώπισης των «κόκκινων» δανείων δεν θα περιλαμβάνεται στην έκθεση της Κομισιόν. Ωστόσο, η κυβέρνηση θέλει να λάβει το συντομότερο δυνατόν την έγκριση της Γενικής Διεύθυνσης Ανταγωνισμού της Κομισιόν (DGcomp) για το σχέδιο με τις κρατικές εγγυήσεις και την επιδότηση των δόσεων.
Σύμφωνα, παράλληλα, με άλλες πληροφορίες του Αθηναϊκού Πρακτορείου Ειδήσεων, το σχέδιο για τις 120 δόσεις προς την εφορία (το οποίο έχει συζητηθεί σε επίπεδο τεχνικών κλιμακίων) θα ενταχθεί στο κυοφορούμενο γενικότερο εξωδικαστικό πλαίσιο για τα «κόκκινα» δάνεια και το διάδοχο σχήμα του «νόμου Κατσέλη» και εκ του λόγου αυτού δεν έχει τεθεί σε επίπεδο επικεφαλής. Ειδικά για το νέο σύστημα που θα αντικαταστήσει τον «νόμο Κατσέλη», η κυβέρνηση θα αποστείλει στους θεσμούς κείμενο με τους βασικούς άξονες της δικής της πρότασης, καθώς και ερωτήσεις- απαντήσεις.
«Για παράδειγμα», είπε ο συγκεκριμένος παράγοντας, «θα απαντούμε στο πώς θα αντιμετωπιστούν οι κακοπληρωτές που θα αξιοποιήσουν το νέο σύστημα και δεν θα θέλουν να πληρώσουν μέχρι να ενταχθούν στη νέα ρύθμιση;».
Σχετικά, τέλος, με την αύξηση του κατώτατου μισθού, ο κυβερνητικός παράγοντας ανέφερε πως η κυβερνητική θέση είναι ότι η συγκεκριμένη κίνηση θα έχει θετικές συνέπειες για την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, και όχι αρνητικές. Παραπέμποντας στο παράδειγμα της Πορτογαλίας και λέγοντας χαρακτηριστικά ότι «και στην Πορτογαλία οι θεσμοί έλεγαν τα ίδια, αλλά προχώρησαν οι Πορτογάλοι και είχαν δίκιο οι Πορτογάλοι».