Η ολοκλήρωση της εκχώρησης της Μακεδονίας γίνεται στην τέταρτη επέτειο την κυβερνητικής εξουσίας του ΣΥΡΙΖΑ.
Το μεσημέρι της Παρασκευής 25 Ιανουαρίου 2019, ολοκληρώνεται στο ελληνικό Κοινοβούλιο η συζήτηση μιας Συμφωνίας με την οποία για πρώτη φορά στην Ιστορία η χώρα μας παραχωρεί επισήμως το όνομα «Μακεδονία», αλλά και τα παράγωγά του, στον γείτονα που αποκτήσαμε στα βόρεια σύνορά μας πριν από 30 χρόνια που διαλύθηκε η Γιουγκοσλαβία.
Με ονομαστική ψηφοφορία, τα 300 μέλη της Βουλής των Ελλήνων καλούνται να κυρώσουν μια Συμφωνία που αντιστρατεύεται τη λαϊκή βούληση των Ελλήνων πολιτών και ικανοποιεί τη θέληση ξένων παραγόντων που πίεσαν την κυβέρνηση Τσίπρα να αποδεχθεί, όπως καταγγέλλεται από όλες τις πτέρυγες της αντιπολίτευσης, ταπεινωτικούς όρους που καμιά άλλη ελληνική κυβέρνηση δεν είχε δεχθεί στο παρελθόν.
Οι 145 βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, με τους οποίους συντάσσεται και ένα συνονθύλευμα οκτώ «προθύμων» που προέρχονται από όλα τα σημεία του πολιτικού ορίζοντα -Κατερίνα Παπακώστα, Έλενα Κουντουρά, Βασίλης Κόκκαλης, Θανάσης Παπαχριστόπουλος, Σπύρος Δανέλλης, Σταύρος Θεοδωράκης, Γιώργος Μαυρωτάς και Σπύρος Λυκούδης- είναι έτοιμοι να συγκροτήσουν μια νέα πλειοψηφία – «κουρελού» για την έγκριση της αμφιλεγόμενης Συμφωνίας.
Στην αντίθετη πλευρά αναμένεται να συνταχθούν 147 βουλευτές από τη ΝΔ, το ΚΙΝΑΛ, τη Χρυσή Αυγή, το ΚΚΕ, τους ΑΝΕΛ, την Ένωση Κεντρώων και κάποιους ανεξάρτητους.
Από τη χθεσινή πολύωρη αντιπαράθεση των δύο «στρατοπέδων», που κορυφώθηκε με τις ομιλίες των πολιτικών αρχηγών, το ενδιαφέρον εστιάστηκε στο γεγονός ότι τρεις ηγέτες με εντελώς διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες και ιστορικές αναφορές, ο αρχηγός της ΝΔ Κυριάκος Μητσοτάκης, η πρόεδρος του Κινήματος Αλλαγής Φώφη Γεννηματά και ο γενικός γραμματέας του ΚΚΕ Δημήτρης Κουτσούμπας, αποδομώντας τη Συμφωνία του Αλέξη Τσίπρα με τον Ζόραν Ζάεφ, συνέκλιναν στην κριτική τους. Κοινή συνισταμένη των παρεμβάσεων τους ήταν οι επισημάνσεις ότι το κύριο πρόβλημα με τις «Πρέσπες» δεν είναι το ονοματολογικό της γειτονικής χώρας, αλλά οι απαράδεκτες παραχωρήσεις που έγιναν στη γλώσσα και στη εθνότητα, πίσω από τις οποίες δεν μπορούν να κρυφτούν οι αλυτρωτικές βλέψεις των γειτόνων μας, αλλά και η ανακίνηση μειονοτικών ζητημάτων.
Αντιθέτως, ο πρωθυπουργός Αλέξης Τσίπρας κατέβαλε, από την πλευρά του, φιλότιμες προσπάθειες για να αποδείξει ότι ο ίδιος και η κυβέρνησή του δεν έκαναν τίποτε περισσότερο από το να υλοποιήσουν την εθνική γραμμή που είχαν χαράξει οι προηγούμενες κυβερνήσεις, τις οποίες, κατά άλλα, κατηγορούσε για… ανικανότητα.
Ο ίδιος, χαρακτηρίζοντας «υποκριτική» τη στάση της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επέμενε ότι το κυρίαρχο ζήτημα ήταν πάντα το όνομα της γειτονικής χώρας και ότι τα υπόλοιπα που προβάλλονται τώρα από την αντιπολίτευση είναι για να μην… αναγνωριστεί η επιτυχία του που έγκεινται στο ότι θα αλλάξει το όνομα σε «Βόρεια Μακεδονία». Ταυτοχρόνως, ο κ. Τσίπρας δεν παρέλειψε να ενσπείρει «καινά δαιμόνια» στην αξιωματική αντιπολίτευση, επιχειρώντας αξιοποίηση της τοποθέτησης του πρώην πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά, σύμφωνα με την οποία «η Μακεδονία είναι μία και είναι ελληνική».
Απευθυνόμενος στον αρχηγό της ΝΔ, εξάλλου, υποστήριξε ότι ο κ. Μητσοτάκης «κατανάλωσε» ένα μεγάλο μέρος της ομιλίας του στην αντιπαράθεση με τον Πάνο Καμμένο. «Αντιλαμβάνομαι την δυσκολία σας στην δεξιά πολυκατοικία. Υπάρχει μεγάλος συνωστισμός και δεν μπορείτε να χωρέσετε στο ποιος θα πάρει το καλύτερο διαμέρισμα. Σας εύχομαι καλή τύχη», σχολίασε.
Την ίδια ώρα, πάντως, ο κ Τσίπρας απέφευγε τις αναφορές και τα σχόλια στην κυβέρνηση Κώστα Καραμανλή, όπως έκανε συχνά στο παρελθόν, επειδή προφανώς στο Μέγαρο Μαξίμου δεν έγινε ευμενώς δεκτή η γραπτή δήλωση του πρώην πρωθυπουργού με την οποία άσκησε κριτική στην κυβέρνηση και χαρακτήρισε «ισχυρή και πλήρως τεκμηριωμένη» τη θέση της Νέας Δημοκρατίας.
Ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης στην ομιλία του υποστήριξε ότι η Συμφωνία των Πρεσπών δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε υπογραφεί και, βέβαια, δεν θα έπρεπε ποτέ να είχε φτάσει στη Βουλή των Ελλήνων προς κύρωση. «Γιατί αποτελεί εθνική ήττα, που έχει ήδη ακυρωθεί στη συνείδηση του λαού», είπε ο κ. Μητσοτάκης. «Και εθνικό λάθος, που προσβάλλει την αλήθεια και την Ιστορία της χώρας. Ο ΣΥΡΙΖΑ την ώρα που καταρρέει, επιμένει στην καταστροφική του αποστολή» συμπλήρωσε. Επιτιθέμενος στην κυβέρνηση, την κατηγόρησε ότι είναι «κατώτερη των περιστάσεων», υποστηρίζοντας ότι «κουρελιάζει την πολιτική ζωή με μεθοδεύσεις και παζάρια». Συνεχίζοντας στο πνεύμα τόνισε ότι «για μερικούς μήνες εξουσίας γυρνάτε τη χώρα πολλά χρόνια πίσω. Έχουμε μια κυβέρνηση όπου τη μια εβδομάδα ο κ. Τσίπρας χειροκροτείται από τον κ. Καμμένο και την άλλη από τον κ. Κοτζιά – οι οποίοι αλληλομηνύονται χωρίς να συγκινείται ένας εισαγγελέας από όσα ο ένας καταλογίζει στον άλλο», παρατήρησε.
Βέτο στην Ε.Ε. προανήγγειλε ο Μητσοτάκης
Ο πρόεδρος της Νέας Δημοκρατίας έθεσε όλους τους βουλευτές ενώπιον των ευθυνών τους. «Ονομαστική είναι η ψηφοφορία, μπροστά μας είναι όλα και μάλιστα με ονοματεπώνυμα. Όπως είναι πίσω μας οι χειρισμοί της κυβέρνησης γύρω από το Σκοπιανό που μας έφεραν ως εδώ. Χειρισμοί κρυφοί και βεβιασμένοι. Μυστικά και ερήμην Βουλής και κομμάτων διαπραγματεύτηκε ο κ. Κοτζιάς. Άρον άρον υπέγραψε στις Πρέσπες ο κ. Τσίπρας με την βοήθεια του κ. Καμμένου. Ναι, είναι ο ίδιος ο κ. Καμμένος που τώρα έχει φορέσει τη στολή του Μακεδονομάχου, όταν τον Ιούλιο μπορούσε να ρίξει την κυβέρνηση υπερψηφίζοντας την πρόταση δυσπιστίας μας», πρόσθεσε.
Αναφερόμενος στη στάση που θα τηρήσει η κυβέρνησή του, εφόσον τα Σκόπια συνεχίσουν την τωρινή τους τακτική, ο αρχηγός της ΝΔ προανήγγειλε ότι θα βάλει «βέτο» για την είσοδό τους στην Ευρωπαϊκή Ένωση: «Εφόσον οι Έλληνες πολίτες με εμπιστευθούν ως πρωθυπουργό, αρνούμαι κατηγορηματικά να ερμηνεύσω τη συμφωνία με αυτόν τον τρόπο. Η διαδικασία ένταξης των Σκοπίων στην ΕΕ δεν σχετίζεται με τη συμφωνία των Πρεσπών. Η Ελλάδα θα διατηρήσει στο ακέραιο όλα τα δικαιώματα που απορρέουν από την ιδιότητα του κράτους μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δηλαδή, το δικαίωμα να διαπραγματεύεται και να ανοίγει ή να κλείνει κάθε επιμέρους κεφάλαιο της προενταξιακής διαδικασίας, ανάλογα με τα εθνικά και τα κοινοτικά συμφέροντα. Με απλά λόγια, η Ελλάδα μπορεί ανά πασά στιγμή να βάλει βέτο στη διαδικασία ένταξης των Σκοπίων στην Ευρωπαϊκή οικογένεια. Και, αυτό το δικαίωμα της πατρίδας μας αρνούμαι να το απεμπολήσω κι ας το καταλάβουν όλοι από τώρα», προειδοποίησε.