Υπό τον τίτλο «Η Ελλάδα σε καλύτερη θέση από την Ιταλία» η Frankfurter Allgemeine Zeitung επιχειρεί να εξηγήσει το φαινομενικό παράδοξο των τελευταίων μηνών, να είναι η απόδοση των ελληνικών ομολόγων χαμηλότερη από εκείνη των ιταλικών.
Σύμφωνα με την εφημερίδα οι λόγοι είναι τεχνικής αλλά και πολιτικής φύσης. «Μπορεί η Ελλάδα να έχει επίσημο χρέος 354 δις ευρώ. Ωστόσο από αυτά μόλις τα 49 δις ευρώ κυκλοφορούν στην αγορά ως τίτλοι μακράς διάρκειας ενώ άλλα 15 ως έντοκα γραμμάτια. Τα υπόλοιπα βρίσκονται στην κυριότητα των ευρωπαϊκών θεσμών και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Σε περίπτωση επιδείνωσης των οικονομικών και πολιτικών προοπτικών της Ελλάδας, η αντίδραση των αγορών θα επηρέαζε απλώς την αγορά των μακροπρόθεσμων τίτλων. Η δε ωρίμανση των ομολόγων μοιράζεται σε ένα μεγάλο διάστημα από το 2021 μέχρι το 2042».
Πολιτική σταθερότητα στην Ελλάδα
«Παράλληλα η κατάσταση στην Ελλάδα άλλαξε άρδην και με τις εκλογές το περασμένο καλοκαίρι. […] Πλέον κυβερνά ο φιλελεύθερος μεταρρυθμιστής Κυριάκος Μητσοτάκης ο οποίος ήδη λίγο μετά τις εκλογές ξεκίνησε να εφαρμόζει το πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και μείωσης της φορολογίας. Δεδομένου ότι διαθέτει μια σταθερή πλειοψηφία στο κοινοβούλιο, οι επενδυτές μπορούν να αναμένουν ένα σταθερό πλαίσιο στην Ελλάδα μέχρι το 2023. Στην παρούσα φάση αυτό οδηγεί στην εκτίναξη των δεικτών οικονομικού κλίματος αλλά και σε ιδιαίτερα καλές προοπτικές ανάπτυξης».
«Διαμετρικά αντίθετη είναι η κατάσταση στη Ιταλία. Τον Αύγουστο του 2019 κατέρρευσε μόλις μετά από 14 μήνες ο κυβερνητικός συνασπισμός ενώ και η νέα κυβέρνηση κλυδωνίζεται ήδη. Αυτό προκαλεί πολλαπλές ανησυχίες στους επενδυτές. Όλο και πιο συχνά η νέα κυβέρνηση δείχνει μειωμένη ικανότητα δράσης. Όταν δε λαμβάνονται αποφάσεις, πρόκειται συνήθως για βραχυπρόθεσμο ακτιβισμό που εξυπηρετεί προεκλογικούς στόχους […]. Και ενώ οι μακροπρόθεσμες μεταρρυθμίσεις αναβάλλονται, το χρέος αυξάνεται αργά αλλά σταθερά. […] Η τάση είναι ανοδική. Ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλεί σε επενδυτές ο κίνδυνος κατάρρευσης της νέας κυβέρνησης. Διότι στην περίπτωση αυτή θα γίνονταν πιθανότατα εκλογές που θα οδηγούσαν σε νίκη της ευρωσκεπτικιστικής δεξιάς συμμαχίας με τον αρχηγό της Λέγκα Σαλβίνι και το ακροδεξιό […] Fratelli d´Italia. Κάθε φορά που αποδυναμώνεται η κυβέρνηση, η προοπτική αυτή οδηγεί τα επιτόκια δανεισμού στα ύψη».
Γιατί δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλία η Μέρκελ στη Μέση Ανατολή;
Κυρίαρχο θέμα στα σχόλια του ευρωπαϊκού Τύπου παραμένει η έκρυθμη κατάσταση στη Μέση Ανατολή. Η ελβετική Neue Zürcher Zeitung:
«Η οργή των Ιρανών για την κατάρριψη του ουκρανικού Boeing ασκεί πιέσεις στο καθεστώς. Αντί να ελπίζουν σε μια λαϊκή εξέγερση οι ΗΠΑ θα έπρεπε να εκμεταλλευτούν την αδυναμία της ηγεσίας στην Τεχεράνη και να της κάνουν μια προσφορά: χαλάρωση των κυρώσεων έναντι παραχωρήσεων στο πυρηνικό πρόγραμμα και την εξωτερική πολιτική».
Στην πολιτική της Γερμανίδας καγκελαρίου Μέρκελ εστιάζει η Handelsblatt:
«Το ερώτημα που τίθεται είναι γιατί δεν αναλαμβάνει πρωτοβουλίες και ευθύνες η Μέρκελ. Για μεγάλο διάστημα της πολιτικής της καριέρας είχε δικαίως τον τίτλο της “καγκελαρίου των κρίσεων”. Αν εξαιρέσει κανείς την προσφυγική κρίση, οι Γερμανοί μπορούσαν να είναι πάντα ήσυχοι ότι η Μέρκελ έχει τα πάντα υπό έλεγχο. Τώρα όμως δεν αρκούν τα μικρά βήματα. Απαιτείται θάρρος και βαθιά σκέψη. Η Μέρκελ μπορεί, αλλά πρέπει να το προσπαθήσει ακόμη. Στο τέλος της θητείας της η καγκελάριος θα μπορούσε να προσθέσει στις επιτυχίες της άλλη μια. […] Ένα ευρωπαϊκό ειρηνευτικό σχέδιο για την Μέση Ανατολή θα μπορούσε να γίνει η παρακαταθήκη της Μέρκελ».