O πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην πρόσφατη συνέντευξή του στη γερμανική Bild, τοποθετήθηκε για το πρόγραμμα της απολιγνιτοποίησης της κυβέρνησης λέγοντας πως η κυβέρνηση κλείνοντας τα ανθρακωρυχεία στη Βόρεια Ελλάδα ωφελεί τις γερμανικές εταιρίες, ενώ οι κάτοικοι «θα πρέπει να βρουν κάτι άλλο να κάνουν».
Συγκεκριμένα δήλωσε ο πρωθυπουργός:
«Με ρωτήσατε πού θα διοχετευτούν τα χρήματα. Ένα άλλο παράδειγμα είναι ότι κλείνουμε όλα τα ανθρακωρυχεία μας στη βόρεια Ελλάδα, νωρίτερα από τη Γερμανία. Συνεπώς, μέρος των χρημάτων θα διατεθεί για τη στήριξη της πράσινης μετάβασης σε μια ολόκληρη περιφέρεια της Ελλάδας, η οποία εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τον άνθρακα και θα πρέπει πλέον οι κάτοικοί της να βρουν κάτι άλλο να κάνουν.
Και, βεβαίως, θα επωφεληθούν και γερμανικές εταιρείες.
Η RWE σύναψε συμφωνία με τη ΔΕΗ για την εγκατάσταση ενός πολύ μεγάλου φωτοβολταϊκού πάρκου στη θέση όπου υπήρχε μια παλιά λιγνιτική μονάδα. Συνεπώς είναι και προς το συμφέρον γερμανικών εταιρειών, επειδή θέλω να αλλάξω το αφήγημα. Δεν είναι πλέον θέμα αποπληρωμής χρέους προς την ΕΕ, αλλά επενδυτικών ευκαιριών που θα είναι επωφελείς για ελληνικές εταιρείες, θα δημιουργήσουν θέσεις εργασίας, αλλά ταυτόχρονα θα ωφελήσουν και γερμανικές εταιρείες».
Το πρόγραμμα απολιγνιτοποίησης έχει προκαλέσει αντιδράσεις σε όλη την Ελλάδα, καθώς στο όνομα της προστασίας του περιβάλλοντος, αντικαθίσταται μία σταθερή και φθηνή πηγή ενέργειας για την Ελλάδα (λιγνίτης) με αιολικά πάρκα και φωτοβολταϊκά, τα οποία δεν καλύπτουν τις ίδιες θέσεις εργασίας αλλά ούτε έχουν και την ίδια απόδοση ενεργειακά.
Η «μετάβαση» αυτή η οποία θα κοστίσει πολλά δισεκατομμύρια στο ελληνικό κράτος και την οποία δεν είναι σίγουρο κατά πόσο θα καλύψουν τα ευρωπαϊκά κονδύλια, θα αναλάβουν ξένες πολυεθνικές εταιρίες πολλές εκ των οποίων γερμανικές (όπως η RWE).
Βέβαια όλα αυτά ξεκινούν από τα εξωφρενικά πρόστιμα που βάζει η γερμανοκρατούμενη Ευρωπαϊκή Ένωση στις λιγνιτικές μονάδες.
Συγκεκριμένα, όπως έχει δηλώσει ο υπουργός Ενέργειας Κωστής Χατζηδάκης, λόγω των προστίμων, η ΔΕΗ είχε το 2018 ζημίες 200 εκ. Euro, το 2019 300 εκ. Euro, ενώ προέβλεψε ότι το 2020 οι ζημιές θα ανέλθουν σε μεγαλύτερο ποσό.