Η Frankfurter Allgemeine Zeitung παρατηρεί ότι η αλλαγή κυβέρνησης από πέρυσι «αποφέρει καρπούς» κι αυτό φαίνεται και στην αντιμετώπιση της πανδημίας.
«Η πλειοψηφία των Ελλήνων το 2019 είχε χορτάσει από τη γλώσσα των λαϊκιστών κι επέλεξε έτσι τον νηφάλιο, φιλελεύθερο μεταρρυθμιστή Κυριάκο Μητσοτάκη, ο οποίος είχε ήδη κερδίσει την ηγεσία του κόμματος ως αουτσάιντερ. Τότε ο Μητσοτάκης είχε επικρατήσει από την πρώτη φάση απέναντι στο κατεστημένο των ημετέρων στο κόμμα, το οποίο είχε οδηγήσει την Ελλάδα το 2009 στο χείλος της αβύσσου». Μερικά από τα στοιχεία που οδήγησαν, σύμφωνα με την FAZ, στη δημιουργία θετικού κλίματος ήδη από το φθινόπωρο του 2019, και μάλιστα ενώ το κλίμα βρισκόταν σε καθίζηση σε χώρες όπως η Ιταλία ή η Γερμανία, ήταν: «η καλή προετοιμασία, η δυναμική εκκίνηση του νέου υπουργικού συμβουλίου λίγες μόνο μέρες μετά την εκλογική νίκη, οι γρήγορες συμβολικές αλλαγές, μια πρώτη μείωση του τεράστιου φόρου ακίνητης περιουσίας για τη μεσαία τάξη (…)»
Αλλά και στο πεδίο της αντιμετώπισης της πανδημίας η FAZ παρατηρεί ότι «οι Έλληνες για πρώτη φορά δεν είναι οι τελευταίοι της Ευρώπης, αλλά μάλλον αποτελούν πρότυπο. Χάρη στην προσεκτική κυβέρνηση και ένα έγκαιρο lockdown η Ελλάδα είχε μέχρι στιγμής 36000 κρούσματα και λιγότερους από 200 νεκρούς. Στη Βαυαρία, η οποία έχει τον ίδιο πληθυσμό με την Ελλάδα, οι αριθμοί ήταν 13 φορές υψηλότεροι.» Το άρθρο σημειώνει βέβαια ότι ο τουρισμός επιφυλάσσει κινδύνους φέτος, ωστόσο για την ώρα οι Έλληνες δεν αποθαρρύνονται και «η κυβέρνηση εμμένει στη μεταρρυθμιστική της πορεία».
Σε άλλο σημείο το δημοσίευμα σημειώνει πάντως ότι «απαιτούνται πολλές ακόμη μεταρρυθμίσεις για να γυρίσει τροχιά η Ελλάδα, όπως έχει υποσχεθεί η κυβέρνηση. Το φθινόπωρο θα φανεί αν η αντοχή της κυβέρνησης είναι επαρκής και η τάση θετική. Σε κάθε περίπτωση ο πρωθυπουργός εξακολουθεί να είναι αισιόδοξος». Τέλος το άρθρο κλείνει παρατηρώντας: «Οι πρώτες επιτυχίες του Μητσοτάκη δείχνουν ότι στην Ελλάδα κάνει καλό, όταν επιτέλους προχωρά σε αλλαγές. Ήρθε επιτέλους ο καιρός να μπει τέλος στον μύθο ότι η Ελλάδα είναι το φτωχό θύμα λανθασμένων μεταρρυθμιστικών αιτημάτων των πιστωτών. Η Ελλάδα δεν χρειάζεται οίκτο, αλλά υποστήριξη για τις νέες προσπάθειες. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει μια ιστορία επιτυχίας».