Νομοσχέδιο του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη, εισάγει ένα νέο πλαίσιο σχετικά με τη χορήγηση τακτικών αδειών σε κατάδικους και τη διαδικασία εισαγωγής ασθενών σε θεραπευτικά καταστήματα κράτησης και νοσηλευτικά ιδρύματα.
Σύμφωνα με τις συνοδευτικές εκθέσεις «η αναμόρφωση του πλαισίου για τη χορήγηση αδειών κρατουμένων επιδιώκει να αντιμετωπίσει τα αυξανόμενα περιστατικά παραβίασης των όρων της άδειας» ενώ υπογραμμίζεται πως «από τη μη προσαρμογή του καθεστώτος χορήγησης των αδειών σε κρατούμενους, ωφελούνται εκείνοι που χρησιμοποιούν τις υφιστάμενες ρυθμίσεις καταχρηστικά».
Επίσης τίθενται νέες προϋποθέσεις για τη μεταγωγή καταδίκων στα Αγροτικά Καταστήματα Κράτησης και στην Κεντρική Αποθήκη Υλικού Φυλακών, καθώς παρατηρούνται απόπειρες απόδρασης κατά τη μετακίνηση κρατουμένων.
Πιο αναλυτικά, οι τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον:
«Άρθρο 1 παρ. 4 «1. (1) Ο κατάδικος:
α) εκτίει ποινή φυλάκισης μέχρι πέντε (5) έτη και έχει εκτίσει πραγματικά το ένα δέκατο (1/10) της ποινής του,
β) εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή μέχρι δέκα (10) έτη και έχει εκτίσει πραγματικά το ένα πέμπτο (1/5) της ποινής του,
γ) εκτίει στερητική της ελευθερίας ποινή άνω των δέκα (10) ετών και έχει εκτίσει πραγματικά τα δύο πέμπτα (2/5) της ποινής του,
δ) εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης και έχει εκτίσει πραγματικά τουλάχιστον δώδεκα (12) έτη.
Κατ’ εξαίρεση, σε αυτόν που καταδικάστηκε σε ποινή πρόσκαιρης κάθειρξης για παράβαση της παρ. 2 του άρθρου 380 του Ποινικού Κώδικα, τακτικές άδειες χορηγούνται εφόσον έχει εκτίσει πραγματικά τα δύο πέμπτα (2/5) της ποινής του και η κράτηση έχει διαρκέσει τουλάχιστον δύο έτη.
Αν στον κατάδικο έχουν επιβληθεί περισσότερες στερητικές της ελευθερίας ποινές και δεν έχει γίνει προσμέτρησή τους σε μία συνολική ποινή, κατά το άρθρο 94 του Ποινικού Κώδικα, για τον υπολογισμό της ποινής που εκτίεται κατά την έννοια της παρούσας διάταξης, λαμβάνεται υπόψη το άθροισμα των επί μέρους ποινών.
(2) Δεν εκκρεμεί κατά του καταδίκου ποινική διαδικασία για αξιόποινη πράξη σε βαθμό πλημμελήματος που ενέχει πράξεις βίας ή απειλής βίας κατά προσώπων και πραγμάτων ή κακουργήματος ή διαδικασία εκτέλεσης ευρωπαϊκού εντάλματος σύλληψης ή έκδοσης σε τρίτη χώρα.
(3) Εκτιμάται ότι δεν υπάρχει κίνδυνος τελέσεως, κατά τη διάρκεια της άδειας, νέων εγκλημάτων.
(4) Συντρέχουν λόγοι που δικαιολογούν την προσδοκία ότι δεν υπάρχει κίνδυνος φυγής και ότι ο κρατούμενος δεν θα κάνει κακή χρήση της αδείας του.
Για να διαπιστωθεί αν συντρέχει αυτή η προϋπόθεση εκτιμώνται ιδίως:
α) η προσωπικότητα του κατάδικου και η εν γένει συμπεριφορά του μετά την τέλεση της πράξης, κατά τη διάρκεια της κράτησης, σε συνδυασμό με την παρ. 2 του άρθρου 69 και κατά τη διάρκεια των αδειών, που ενδεχομένως του έχουν ήδη χορηγηθεί,
β) η ατομική, επαγγελματική και κοινωνική κατάσταση του ιδίου και της οικογένειάς του, καθώς και οι τυχόν οικογενειακές του υποχρεώσεις,
γ) η ωφέλεια, την οποία μπορεί να έχει για την προσωπικότητα του καταδίκου και τη μελλοντική του εξέλιξη η λήψη μέτρων για τη σταδιακή επάνοδό του σε καθεστώς πλήρους ελευθερίας.».
Άρθρο 1 παρ. 5 «1. Η τακτική άδεια διαρκεί από μία έως πέντε ημέρες, στις οποίες συνυπολογίζονται οι Κυριακές και οι αργίες. Εφόσον ο κατάδικος έχει ήδη εκτίσει με οποιονδήποτε τρόπο τα τρία πέμπτα (3/5) της ποινής του και σε περίπτωση ποινής ισόβιας κάθειρξης δεκατέσσερα έτη, η διάρκεια της άδειας μπορεί να αυξάνεται έως τις έξι (6) ημέρες, οι οποίες υπολογίζονται κατά τα οριζόμενα στο προηγούμενο εδάφιο.
Η συνολική διάρκεια των αδειών ενός καταδίκου δεν επιτρέπεται να υπερβαίνει τις σαράντα πέντε (45) ημέρες το έτος. Στους καταδίκους, οι οποίοι λαμβάνουν τακτική άδεια και δηλώνουν τόπο μετάβασης που απέχει από το κατάστημα κράτησής τους πέραν των τριακοσίων χιλιομέτρων ή κατοικούν σε νησιά που αντιμετωπίζουν συγκοινωνιακές δυσχέρειες, χορηγείται, με ειδικώς αιτιολογημένη απόφαση του διευθυντή της φυλακής, επιπλέον μία (1) ημέρα για τη μετάβαση και μία (1) ημέρα για την επιστροφή τους, οι οποίες δεν υπολογίζονται στη συνολική διάρκεια αδειών κάθε έτους».