Για την επικοινωνία ανάμεσα στον πρόεδρο των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν και τον πρωθυπουργό Κυριάκο Μητσοτάκη, καθώς και την πορεία της πανδημίας, μίλησε ο αν. υπουργός Εσωτερικών Στέλιος Πέτσας.
Αναφορικά με την τηλεφωνική επικοινωνία που είχαν Μητσοτάκης – Μπάιντεν, ο κ. Πέτσας σημείωσε ότι τα βασικά συμπεράσματα που μπορούν να εξαχθούν είναι δυο: «Το πρώτο σχετίζεται με το γεγονός οι ΗΠΑ θέλουν να συνεχίσουν με αυτή τη γραμμή της στενότερης συνεργασίας που έχει αρχίσει να οικοδομείται τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, κάτι που δείχνει ότι είμαστε ένας σταθερός εταίρος -όχι μόνο για την Ευρώπη, αλλά και για τις ΗΠΑ σε όλη τη ΝΑ Μεσόγειο. Και χτίζοντας πάνω σε αυτό το δεδομένο, έρχεται ένα βήμα πιο κοντά η πίεση που, ενδεχομένως, θα πρέπει να ασκηθεί το επόμενο διάστημα και από τις ΗΠΑ προς Τουρκία, προκειμένου να εγκαταλείψει οποιαδήποτε παραβατική συμπεριφορά έχει απέναντι στη χώρα μας αλλά και σε άλλες χώρες της περιοχής, ώστε να πάψει να αποτελεί παράγοντα αστάθειας» τόνισε ο αν. ΥΠΕΣ.
Σύμφωνα με τον κ. Πέτσα, «η παρέμβαση του Προέδρου Μπάιντεν στη χθεσινή Σύνοδο Κορυφής δείχνει -και αυτή με τη σειρά της- ότι οι ΗΠΑ θέλουν να έχουν έναν πιο ενεργό ρόλο από εκείνον που είχαμε συνηθίσει από τη διοίκηση του προηγούμενου Προέδρου και αυτός ο πιο ενεργός ρόλος έρχεται ακριβώς και συμπλέει με τα συμφέροντα της Ευρώπης και της Ελλάδας στην περιοχή. Είναι προφανές ότι όλοι θα θέλαμε να δούμε, το επόμενο διάστημα, απτά αποτελέσματα, να πάψει δηλαδή η Τουρκία να είναι ένας παράγοντας αποσταθεροποίησης, να μπορέσουμε να προχωρήσουμε στην περιοχή μας -που έχει πολλά προβλήματα- με γνώμονα, πάντα, το διεθνές δίκαιο και τους κανόνες καλής γειτονίας και να αφήσουμε πίσω μας μία ταραγμένη περίοδο».
Ελληνοτουρκικά και Σύνοδος Κορυφής
Στη συνέχεια, ο Στέλιος Πέτσας αναφέρθηκε στη στάση της Τουρκίας και τις ελληνοτουρκικές σχέσεις σημειώνοντας ότι «οι χώρες δεν μπορούν να λειτουργούν σαν μικρά παιδιά. Αυτό που έχει σημασία είναι η Τουρκία να συμπεριφέρεται σαν ώριμος εταίρος της Ευρώπης, να είναι ένας καλός γείτονας με τη χώρα μας και φυσικά να συμπεριφέρεται ομοίως και στο σκέλος που αφορά στο ΝΑΤΟ και στις σχέσεις μας με την Ευρωατλαντική Συμμαχία στο σύνολό της. Όλα αυτά πρέπει να διέπονται από μία ωριμότητα και όχι από παλιμπαιδισμούς».
Σε ό,τι αφορά τα αποτελέσματα της Συνόδου Κορυφής, ο αν. ΥΠΕΣ τόνισε ότι «δεδομένων των συνθηκών, η ελληνική πλευρά είναι απολύτως ικανοποιημένη από τα συμπεράσματα όπως αποτυπώθηκαν, χθες, στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο. Προσωπικά, ναι, ως Ευρωπαίος πολίτης θα ήθελα πιο γρήγορα βήματα και να μην μένουν μετέωρα για τόσο μεγάλο χρονικό διάστημα. Πράγματι, η Ευρώπη προχωρά αργά σε σχέση με τις απαιτήσεις των Ευρωπαίων πολιτών».
«Είμαι αισιόδοξος ότι το Πάσχα θα είναι καλύτερο από πέρυσι»
Για την πορεία της πανδημίας και το ενδεχόμενο άνοιγμα των κοινωνικών και οικονομικών δραστηριοτήτων, ο Στέλιος Πέτσας αρχικά υποστήριξε ότι «έχουμε τέσσερις εβδομάδες μέχρι τη Μεγάλη Εβδομάδα. Ας τις εκμεταλλευτούμε, είναι ικανό το χρονικό διάστημα, ώστε να έχουμε αποκλιμάκωση και των κρουσμάτων και της πίεσης στο σύστημα υγείας. Δεν μπορώ να βάλω έναν ποσοτικό στόχο, αυτή τη στιγμή. Αυτό που μπορώ να πω είναι ότι πρώτα θα αποκλιμακωθούν τα κρούσματα και μετά θα αποκλιμακωθεί η πίεση στο σύστημα υγείας. Αυτό που έχει όμως σημασία είναι ότι εάν δούμε αυτή τη σταθεροποίηση και βαθμιαία πτώση που οι Ειδικοί προβλέπουν για τις αρχές Απριλίου, τότε νομίζω ότι θα είμαστε σε πολύ καλύτερο στάδιο προς τα μέσα Απριλίου για να δούμε τι αποφάσεις μπορούν να παρθούν για το Πάσχα. Προσωπικά, είμαι αισιόδοξος ότι το Πάσχα θα είναι πολύ καλύτερο από ό,τι ήταν πέρυσι».
Το αν θα επιτραπούν οι μετακινήσεις από νομό σε νομό το Πάσχα, προσέθεσε, «είναι κάτι που θα αποφασίσουν οι Ειδικοί. Όλοι θα θέλαμε να πάμε στα χωριά μας το Πάσχα, αλλά αυτό θα εξαρτηθεί από το κατά πόσο μπορεί αυτό να γίνει με ασφάλεια. Φυσικά, υπάρχει μεγάλη κόπωση, το βλέπουμε σε οποιαδήποτε κοινωνική δραστηριότητα στην καθημερινότητά μας, όμως η κόπωση είναι επικίνδυνη και σίγουρα δεν είναι καλός σύμβουλος. Σημασία έχει να εκμεταλλευτούμε όλοι το διάστημα των επόμενων εβδομάδων».
Κατά τον κ. Πέτσα, «θα υπάρξουν και άλλες “βαλβίδες αποσυμπίεσης”, όπως ήταν απαραίτητη η μερική χαλάρωση όσον αφορά στο άνοιγμα των κομμωτηρίων ή τις αθλητικές δραστηριότητες. Έχουμε ακούσει τις προηγούμενες ημέρες και για θέματα που σχετίζονται με το λιανεμπόριο -πάντοτε, φυσικά, με μέτρα ασφαλείας- αλλά και μία βούληση που υπάρχει να απελευθερωθούν το επόμενο χρονικό διάστημα πτυχές της εκπαιδευτικής διαδικασίας, αρκεί να το επιτρέπουν τα επιδημιολογικά δεδομένα. Βλέπω δηλαδή, το επόμενο χρονικό διάστημα, να ανοίγουν “βαλβίδες αποσυμπίεσης” σταδιακά. Επαναλαμβάνω, όμως, ότι είναι εξαιρετικά κρίσιμες οι επόμενες τέσσερις εβδομάδες, προκειμένου να τηρήσουμε τα μέτρα και να καταπολεμήσουμε την κόπωση. Μιλάμε, πάντα, για ένα σταδιακό άνοιγμα και προσωπικά, θεωρώ ορόσημο τα μέσα Απριλίου».
Τα self tests και η οικονομία
Σχετικά με τα self tests, ο Στέλιος Πέτσας επισήμανε ότι «η βασική ιδέα είναι ότι θέλουμε ο κόσμος να ξέρει με πιο γρήγορο τρόπο και πιο συχνά, εάν είναι φορέας του ιού. Αυτό θα βοηθήσει πάρα πολύ τον κόσμο της εργασίας, είτε μιλάμε για μεγαλύτερες βιομηχανικές μονάδες, είτε μιλάμε για μικρά καταστήματα στο λιανεμπόριο, θα προφυλάξει από τη διασπορά στην κοινότητα και είναι απαραίτητο στοιχείο, προκειμένου να μπορέσουμε να δούμε αυτές τις “βαλβίδες αποσυμπίεσης” πριν από ένα γενικό άνοιγμα».
Καταλήγοντας, ο αναπληρωτής υπουργός Εσωτερικών μίλησε για την οικονομία:
«Ο κόσμος της πραγματικής οικονομίας όταν έχει δει τα εισοδήματά του να καταρρέουν, έπειτα από 13 μήνες με διαφόρων τύπων lockdowns, είναι πολύ δύσκολο να παραμείνει ψύχραιμος, να ακολουθεί τις συστάσεις των Ειδικών και να αποφύγει σπασμωδικές κινήσεις, όπως άκαιρα λουκέτα ή ένας υπερβολικός ενθουσιασμός. Όταν θα ανοίξουμε, θα χρειαστεί χρόνος, για να επανέλθουμε σταδιακά σε ρυθμούς κανονικότητας για τη λειτουργία της πραγματικής οικονομίας. Αυτό συνδέεται και με την ανεργία, συνδέεται και με τον τουρισμό. Ας τηρήσουμε, λοιπόν, τα μέτρα αυτών των τελευταίων εβδομάδων για να μπορέσουμε να ανοίξουμε, γιατί αποτελεί ανάγκη για την πραγματική οικονομία. Τα δημόσια οικονομικά θα παραμείνουν σταθερά, όσο υπάρχει εμπιστοσύνη. Και ευτυχώς, οι πολίτες έχουν δείξει ωριμότητα και απολαμβάνουμε αυτής της εμπιστοσύνης από τις αγορές.
»Όταν βγούμε από αυτή την πρωτόγνωρη κατάσταση, οι πολίτες θα δουν ότι, τελικά, το μεταρρυθμιστικό σχέδιο της Κυβέρνησης δεν σταμάτησε ποτέ και προσωπικά πιστεύω ότι θα μιλάμε για μία δυναμική επανεκκίνηση της οικονομίας».