Να πάρει ξεκάθαρη θέση απέναντι στο αντεργατικό νομοσχέδιο που προωθεί η κυβέρνηση Μητσοτάκη, καλούν με ερώτηση την Ευρωπαϊκή Επιτροπή οι ευρωβουλευτές του ΚΚΕ Κώστας Παπαδάκης και Λευτέρης Νικολάου – Αλαβάνος, αναδεικνύοντας τον δυσμενή για τους εργαζόμενους χαρακτήρα και των Οδηγιών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Όπως αναφέρουν οι δύο ευρωβουλευτές του, πυρήνας του νομοσχεδίου είναι η κατάργηση του 8ωρου και η εκτόξευση της απλήρωτης εργασίας, με εργαλείο τη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας», που θα επιβάλλεται με ατομικές «συμφωνίες», προϊόν των εργοδοτικών απειλών και εκβιασμών. Καθιέρωση περισσότερων και πιο φθηνών υπερωριών, κατάργηση της κυριακάτικης αργίας. Κατάργηση του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας και υποβάθμισή του σε δήθεν «ανεξάρτητη αρχή», με απόσυρση κάθε κρατικής ευθύνης.
Ακύρωση στην πράξη του απεργιακού δικαιώματος με επιβολή ασφυκτικών όρων και διώξεων. Σοβαρά πλήγματα στο συνδικαλιστικό κίνημα και στην αγωνιστική συνδικαλιστική δράση.
Το νομοσχέδιο κορυφώνει την αντεργατική λαίλαπα που εξαπολύθηκε από τις διαδοχικές κυβερνήσεις ΣΥΡΙΖΑ, Ν.Δ. – ΚΙΝ.ΑΛΛ./ΠΑΣΟΚ στα πλαίσια των «μνημονίων» που συνυπέγραψαν με την «τρόικα» – ΕΕ και ΔΝΤ.
Με βάση την Οδηγία 2003/88 η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν αναγνωρίζει το 8ωρο σαν ανώτατο όριο της εργάσιμης ημέρας. Η Ε.Ε. είναι η πρώτη που νομοθέτησε τη «διευθέτηση του χρόνου εργασίας», δίνοντας το «ελεύθερο» στις κυβερνήσεις για την κατάργηση του ημερήσιου σταθερού χρόνου εργασίας.
Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι η γενίκευση του απλήρωτου χρόνου δουλειάς, αφού ο εβδομαδιαίος χρόνος εργασίας μπορεί να υπολογίζεται σαν μέσος όρος στη διάρκεια 6 ακόμη και 12 μηνών, επιτρέποντας έτσι δουλειά μέχρι και 13 ώρες την ημέρα ακόμη και 78 ώρες την εβδομάδα, χωρίς πληρωμή υπερωριών.
Αξιοποιώντας τη νομοθεσία της Ε.Ε., η κυβέρνηση επικαλείται ότι το αντεργατικό νομοσχέδιό της εφαρμόζει το πλαίσιο των Οδηγιών της Ε.Ε. και «τις βέλτιστες ευρωπαϊκές πρακτικές», με βάση τις οποίες στο 54% των επιχειρήσεων στην Ε.Ε. η κατάργηση του 8ωρου και η απλήρωτη εργασία αποτελούν ήδη πραγματικότητα.
Επιβεβαιώνει ότι η επίθεση στα εργατικά δικαιώματα αποτελεί υλοποίηση των απαιτήσεων των επιχειρηματικών ομίλων από την Ε.Ε. και τις κυβερνήσεις των κρατών-μελών της για τη θωράκιση της ανταγωνιστικότητας και της κερδοφορίας του κεφαλαίου, προαπαιτούμενο για την έγκριση των «εθνικών σχεδίων ανάκαμψης» από την Επιτροπή, προκειμένου να απελευθερωθεί ο πακτωλός χρημάτων του Ταμείου Ανάκαμψης που θα διοχετευτεί στους επιχειρηματικούς ομίλους.
Με βάση τα παραπάνω οι ευρωβουλευτές του Κόμματος υπέβαλαν τα παρακάτω ερωτήματα:
«Πώς τοποθετείται η Επιτροπή στο γεγονός ότι:
Με τις προβλέψεις του εν λόγω νομοσχεδίου διαπιστωμένα αποδεικνύεται ότι οι Οδηγίες της Ε.Ε. (όπως οι 2003/88 και 2019/1158) οδηγούν στη γενίκευση του απλήρωτου χρόνου εργασίας, στην κατάργηση της κυριακάτικης αργίας, στη διάλυση των Συλλογικών Συμβάσεων, στο χτύπημα στη συνδικαλιστική δράση και το δικαίωμα στην απεργία των εργαζομένων;
Οι παραπάνω αντεργατικές ανατροπές, που επιβάλλουν οι κυβερνήσεις στην Ελλάδα και στα άλλα κράτη-μέλη της Ε.Ε., αποτελούν όρους των “εθνικών σχεδίων ανάκαμψης”, ως προαπαιτούμενα της εκταμίευσης των κονδυλίων του Ταμείου Ανάκαμψης για τη στήριξη των επενδύσεων και της κερδοφορίας των επιχειρηματικών ομίλων, καθώς και εφαρμογή των συστάσεων του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου και των εκθέσεων ενισχυμένης εποπτείας;
Η διάλυση της Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ) και η άρση κάθε στοιχειώδους κρατικής ευθύνης με περαιτέρω υποβάθμιση των ελεγκτικών μηχανισμών αποτελούν ευρωενωσιακές κατευθύνσεις στο πλαίσιο της λεγόμενης Ευρωπαϊκής Αρχής Εργασίας και απογειώνουν την εργοδοτική ασυδοσία και τρομοκρατία στους χώρους δουλειάς σε βάρος των εργαζομένων;».