Το ΑΚΚΕΛ ανέμενε να υπάρξει κίνηση από την ηγεσία της Δικαιοσύνης για ακύρωση της απελευθέρωσης του Δημήτρη Λιγνάδη, καταδικασμένου σε 12 έτη κάθειρξη για βιασμό ανηλίκων, αλλά αν γίνει κάτι, θα γίνει … στο μέλλον, αν και υπήρξε στήριξη της αποφυλάκισης από συνδικαλιστικό φορέα δικαστικών!
Η απολύτως δικαιολογημένη οργή που έχει ξεσπάσει στην κοινωνία για την αποφυλάκισή του βασίζεται σε μεγάλο βαθμό και στη γνώση για τις σχέσεις του συγκεκριμένου προσώπου με την οικογένεια Μητσοτάκη και τον ίδιο τον Πρωθυπουργό Μητσοτάκη όπως επίσης με την Πρόεδρο της Δημοκρατίας η οποία είναι και δικαστικός, αλλά και με πολλούς άλλους επώνυμους πολιτικούς κλπ. Είναι πια κοινή πεποίθηση σε όλους ότι αν ήταν ένας απλός πολίτης σίγουρα δεν θα αποφυλακιζόταν.
Αυτή η διπλή αντιμετώπιση από την Δικαιοσύνη είναι που εξοργίζει, τη στιγμή που υπάρχουν τίμιοι και καθαροί άνθρωποι πού μπορεί να είναι στην φυλακή ακόμη και από χρέη που δημιούργησαν τα προδοτικά μνημόνια των πολιτικών συμμοριών ή για άλλους λόγους ασύγκριτα μικρότερης ηθικής και κοινωνικής απαξίας από ότι ο βιασμός ανηλίκων. Συνεπώς οι προσπάθειες δικαστικών να δικαιολογήσουν στον α’ ή β’ βαθμό χαρακτηρίζουν τους ίδιους τους δικαστικούς.
Τον Μάρτιο του 2021 το ΑΚΚΕΛ είχε ζητήσει επίσημα από την Κομισιόν να γίνει ανεξάρτητη έρευνα σε ΜΚΟ κλπ από την Κομισιόν για τα «μαθήματα θεάτρου» του Λιγνάδη σε προσφυγόπουλα, γεγονός που τονίζει το βάθος και έκταση της υπόθεσης Λιγνάδη. Ο συνδυασμός όλων των περιπτώσεων αυτών στο πρόσωπο του αποφυλακισθέντος υποχρεώνει κάθε καλόπιστο πολίτη (που σκέφτεται όμως) να θεωρήσει ότι η Δικαιοσύνη χρησιμοποιήθηκε με τρόπο που δεν μπορούμε να εκφράσουμε με “καλές λέξεις”.