Η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα της ΕΕ χωρίς πραγματική ανάπτυξη σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσιάζει η εξαμηνιαία έκθεση του ΟΟΣΑ.
Προβλέπει ανάπτυξη 2,2% φέτος, χαμηλότερα από το 2,3% που είναι η επίσημη πρόβλεψη για την ελληνική οικονομία και 1,9% το 2024, ένα ποσοστό το οποίο είναι αμελητέο εάν συνυπολογίσει κάποιος τον πακτωλό χρημάτων που προσφέρει η ΕΕ στην Ελλάδα μέσω του Ταμείου Ανάκαμψης, αλλά και την πρόβλεψη για πληθωρισμό της τάξεως του 3,9%!
Δηλαδή στην ουσία μιλάμε για… υποανάπτυξη που ξεπερνάει κατά πολύ το -1% και κάποιος θα διερωτηθεί ευλόγως «εάν δεν υπήρχε το Ταμείο Ανάκαμψης τι θα γινόταν»;
Η ελληνική οικονομία θα ήταν κυριολεκτικά «σκόνη και θρύψαλα».
Έτσι λοιπόν η… «ανάπτυξη» για το 2023 θα προέλθει κυρίως από τις επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, οι οποίες αναμένεται να αυξηθούν κατά 8,9% καθώς αυξάνεται ο ρυθμός υλοποίησης τους στο πλαίσιο του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.
Η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να επιβραδυνθεί στο 1,7% από 8% το 2022 λόγω της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών που προκαλεί ο πληθωρισμός.
Αυτό από μόνο του δείχνει την… ανάπτυξη που θα δει η ελληνική κοινωνία.
Εντύπωση προκαλεί η πρόβλεψη του Οργανισμού για μείωση των εξαγωγών αγαθών και υπηρεσιών φέτος κατά 0,2% έναντι αύξησης 4,5% πέρυσι και αύξηση των εισαγωγών κατά 6,7% έναντι 10,2% πέρυσι, με αποτέλεσμα η συμβολή του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ να είναι αρνητική.
Σημειώνεται ότι η Κομισιόν έχει απαίτηση από την χώρα να παρουσιάζει πλεονάσματα τάξης άνω του… 2% τα επόμενα χρόνια.
Με βάση το Πρόγραμμα Σταθερότητας η Αθήνα εμφανίζεται να έχει προεξοφλήσει το μέγεθος της προσαρμογής αναθεωρώντας τον στόχο για το πρωτογενές πλεόνασμα του 2023 στο 1,1% του ΑΕΠ έναντι αρχικής εκτίμησης στον προϋπολογισμό για 0,7% του ΑΕΠ.
Για τα επόμενα έτη ανεβαίνει ακόμη πιο ψηλά στο 2,1% του ΑΕΠ το 2024, στο 2,3% του ΑΕΠ το 2025 και στο 2,5% του ΑΕΠ το 2026, με τη λιτότητα το τελευταίο έτος να ξεπερνά σε ύψος τα 6 δισ. ευρώ.
Λέμε λιτότητα διότι αυτό είναι το άλλο όνομα για τα πλεονάσματα.
Τα νέα πλεονάσματα αλλά και οι οροφές στις πρωτογενείς δαπάνες που μπαίνουν στο νέο Σύμφωνο Σταθερότητας καθιστούν δύσκολο το πρόγραμμα παροχών της νέας κυβέρνησης, καθώς μόνο με ανατροπές μέτρων και με αλλαγές στο μείγμα των φόρων θα υπάρχει αυτή η δυνατότητα.
Ανάκαμψη των εξαγωγών κατά 4,2% προβλέπει ο ΟΟΣΑ για το 2024, η οποία σε συνδυασμό με τη μικρότερη αύξηση των εισαγωγών κατά 3,4% θα οδηγήσει σε μικρή θετική συμβολή του εξωτερικού τομέα στο ΑΕΠ.
Το 2024, η ιδιωτική κατανάλωση προβλέπεται να συνεχίσει τη χαμηλή πτήση της (αύξηση 1,6%) και η αύξηση των επενδύσεων να επιβραδυνθεί στο 4,4%, με λίγα λόγια η ελληνική κοινωνία θα ζήσει ξανά εποχές μνημονίων.
Στο τελευταίο τρίμηνο του 2022 και στις αρχές του 2023, η πραγματική κατανάλωση συνέχισε να αυξάνεται, αντανακλώντας την ισχυρή αύξηση της απασχόλησης, ενώ η αύξηση της απασχόλησης επιβραδύνθηκε το 2023 λόγω περιορισμών στην παραγωγική δυναμικότητα. Για την ανεργία προβλέπει ότι θα μειωθεί από 12,4% πέρυσι στο 11,2% φέτος και περαιτέρω στο 10,4% το 2024.
Για τον εναρμονισμένο πληθωρισμό (με βάση τον δείκτη τιμών της Eurostat), ο ΟΟΣΑ σημειώνει ότι μειώνεται από τον Σεπτέμβριο του 2022 και τον Απρίλιο ανερχόταν στο 4,5% αλλά έχει αποκτήσει ευρύτερη βάση, με τον δομικό πληθωρισμό να έχει φθάσει το 6,1% τον ίδιο μήνα.
Προβλέπει ότι θα μειωθεί από το 9,3% πέρυσι στο 3,9% φέτος και περαιτέρω στο 3,2% το 2024, αλλά για τον δομικό πληθωρισμό – που δεν περιλαμβάνει τις τιμές της ενέργειας, των τροφίμων, του αλκοόλ και του καπνού – προβλέπει ότι θα αυξηθεί από 4,6% πέρυσι στο 5,5% το 2023 για να μειωθεί στο 3,3% το 2024.
Σημειώνεται ότι ο πληθωρισμός από μόνος του είναι… υποανάπτυξη καθώς ξεπερνάει κατά πολύ τα όποια ποσοστά ανάπτυξης προβλέπει η έκθεση.
Οι συνεχιζόμενες ελλείψεις σε εργατικό δυναμικό συμβάλλουν στην αύξηση των μισθών, σημειώνει ο ΟΟΣΑ, προσθέτοντας ότι ο ρυθμός αύξησης των μισθών έχει επιταχυνθεί και τον Απρίλιο ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε 9,4% μετά από αυξήσεις περίπου 10% στο πρώτο εξάμηνο του 2022.