Η κυβέρνηση Μητσοτάκη έχει εφεύρει ένα αφήγημα περί επενδύσεων στην χώρα το οποίο το διατηρεί σχεδόν στο σύνολο της πενταετίας που βρίσκεται στην εξουσία.
Είναι όμως έτσι; Σαφέστατα δεν είναι. Γιατί η αγορά γης και ακινήτων από τους ξένους δεν είναι επένδυση αντίθετα αντικατοπτρίζει το «δράμα» της ελληνικής οικονομίας, η οποία δεν παράγει τίποτε και περιμένει τους… τουρίστες για να βγάλει την χρονιά.
Και αν δεν έρθουν οι τουρίστες; Τότε πολύ απλά όλοι μαζί πνιγόμαστε στο… πέλαγος.
Η «χρυσή βίζα», με βάση την οποία χιλιάδες αλλοδαποί που έχουν χρήματα από όλα τα μέρη της γης και επί της ουσίας ελληνοποιούνται καθώς αγοράζουν ακίνητα στην Ελλάδα, ήταν ένα εισπρακτικό μετρό που επέβαλαν οι δανειστές.
Φυσικά εννοούμε τους δανειστές των μνημονίων γιατί κάποιοι τα έχουν ξεχάσει κι ας περάσαμε μία εφιαλτική δεκαετία.
Οι δανειστές θέλουν να πάρουν τα λεφτά τους πίσω και γνωρίζοντας ότι η Ελλάδα μία χώρα που δεν παράγει τίποτα, φτωχοποίησαν τους Έλληνες σε υπερθετικό βαθμό, τους επέβαλαν τρομακτικούς φόρους στην ακίνητη περιουσία και εν συνεχεία τους ανάγκασαν να πουλήσουν τουλάχιστον μέρος αυτής σε ξένους.
Παρεμπιπτόντως τα μνημόνια δεν έχουν τελειώσει θα τα έχουμε μαζί μας για πάρα πολλά χρόνια και θα πρέπει να υπενθυμιστεί ότι από το 2032 η Ελλάδα θα πρέπει να αρχίσει πάλι να αποπληρώνει δώσεις και τοκοχρεολύσια.
Στην κυβέρνηση λοιπόν έχουν «βαφτίσει» ως επένδυση την πώληση γης και ακινήτων όπως και των επιχειρήσεων.
Μάλιστα τις περισσότερες επιχειρήσεις τις αγοράζουν τα γνωστά μας funds, τα οποία είναι στην πραγματικότητα κερδοσκοπικά κεφάλαια και δεν επενδύουν τίποτε σε αυτές, απλά εισπράττουν τα έσοδα από τους κύκλους εργασιών και όταν η κερδοφορία τους το επιτρέψει τις πουλάνε σε ακόμα μεγαλύτερη τιμή από ότι της αγόρασαν και βγάζουν ένα επιπλέον «τυχοδιωκτικό» κέρδος.
Όλα αυτά δεν είναι επενδύσεις καθώς πρόκειται για αγοραπωλησίες που δεν δημιουργούν θέσεις εργασίας και δεν παράγουν πλούτο παρά μόνο για αυτούς που τις κάνουν.
Επενδύσεις για την χώρα θα εννοούνταν χρηματοδοτούμενες προσπάθειες από το εξωτερικό για την δημιουργία εργοστασίων, εφοδιαστικών αλυσίδων, στρατηγικών υποδομών και γενικότερα αντικειμένων τα οποία παράγουν πλούτο, θέσεις εργασίας και αποτελούν πηγή εσόδων για το ελληνικό κράτος.
Η Ελλάδα είναι 21η στην ΕΕ αναφορικά με την πραγματική ανάπτυξη και τελευταία στις ιδιωτικές επενδύσεις, δεύτερη από το τέλος στην αγοραστική δύναμη αλλά δεύτερη από την κορυφή στους έμμεσους φόρους!
Είναι εικόνα χώρας που δέχεται επενδύσεις;
Πάντως αξίζει να σημειωθεί ότι ακόμα και σ’ αυτές τις «βαφτισμένες» επενδύσεις, που είναι η αγορά γης, ακινήτων και υποδομών υπάρχει πλέον αισθητή μείωση.
Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΤτΕ, οι περιβόητες «άμεσες επενδύσεις» το 2023 ανήλθαν σε 4,48 δισ. ευρώ και ήταν μειωμένες κατά 40% σε σχέση με το 2022.
Τα μεγέθη δείχνουν ότι επέστρεψαν στα επίπεδα του 2019, όπου είχαν ανέλθει σε 4,47 δισ. ευρώ.
Με απλά λόγια αυτό που έγινε είναι ότι και τα εισπρακτικά μέτρα πλέον δεν αποδίδουν τίποτε και έκαναν τον κύκλο τους.
Ποια είναι η προοπτική λοιπόν για την ελληνική οικονομία από εδώ και στο εξής; Απολύτως καμία.
Η χώρα θα συνεχίσει να κάνει αυτό που κάνει τα τελευταία χρόνια, δηλαδή θα ελπίζει ότι το παγκόσμιο γεωπολιτικό κλίμα θα είναι καλό (που δεν είναι) και θα σώζεται από τον τουρισμό.
Αν υπάρξει όμως μία παγκόσμια κρίση ο τουρισμός καταβαραθρώνεται και η χώρα μείνει «ξεκρέμαστη» καθώς δεν παράγει πλούτο, δηλαδή δεν έχει καμία προοπτική να είναι εξαγωγική δύναμη.
Αν γινόντουσαν πραγματικές επενδύσεις θα παράγαμε πλούτο και έσοδα από εξαγωγικές δραστηριότητες.