Mια απαραίτητη επικοινωνιακή κίνηση θεώρησε ο πρωθυπουργός Α.Τσίπρας την συμφωνία για την αναπαλαίωση των F-16 η οποία είναι κυρίως γεωπολιτικής σημασίας και βοηθάει στην διατήρηση των ισορροπιών!
Ο πρωθυπουργός υποστήριξε ότι αναγνωρίστηκε ο γεωπολιτικός ρόλος της χώρας και τόνισε τα εξής: «Πήραμε μια διαβεβαίωση πολύ σημαντική, ότι θα έχουμε την καλύτερη δυνατή, ίσως μια από τις συμφωνίες που η Ελλάδα δεν έχει πετύχει ξανά σε επίπεδο κόστους. Διότι στην ουσία πάνω από το μισό του κόστους δεν θα καταβληθεί από την ελληνική πλευρά. Αυτή είναι η συζήτηση, δεν έχουμε καταλήξει. Αυτό γίνεται απολύτως αντιληπτό από την αμερικανική πολιτική ηγεσία, ότι δεν είναι ένα οικονομικό ζήτημα, είναι ζήτημα ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας η διατήρηση των ισορροπιών».
Μόνο που δεν είναι έτσι καθώς με την κίνηση αυτή θα δοθούν πολλά χρήματα από το υστέρημα ενός ταλαιπωρημένου λαού τα οποία θα μπορούσαν να δοθούν στην αγορά ενός νέου μαχητικού. Είναι γνωστό ότι κανένα F-16 Viper δεν θα έχει καμία ελπίδα απέναντι στα τουρκικά F-35.
Προφανώς όμως οι ίδιοι οι Αμερικανοί ΔΕΝ ήθελαν να προσφέρουν στην Ελλάδα τα μέσα αντιμετώπισης της τουρκικής απειλής, η οποία θα είναι ορατή στο άμεσο μέλλον, καταστώντας έτσι την χώρα στρατηγικό όμηρο της Τουρκίας.
Προφανώς θεωρούν στην Ουάσιγκτον ότι ο Ρ.Τ.Ερντογάν δεν θα… ζει αιώνια ενώ τα συμφέροντά τους εξυπηρτούνται διαχρονικά από την Τουρκία.
Μιλώντας στους δημοσιογράφους από την αίθουσα συσκέψεων του Blair House, ο Έλληνας πρωθυπουργός ήταν πεπεισμένος ότι το ταξίδι του στις ΗΠΑ στέφθηκε με επιτυχία.
«Είμαστε εξαιρετικά ικανοποιημένοι από τα αποτελέσματα», είπε, «τόσο ως προς τα μηνύματα που εκπέμφθηκαν, δηλαδή επικοινωνιακά, αλλά και για την ουσία. Το ταξίδι πήγε εξαιρετικά καλά, οι βασικοί στόχοι επιτεύχθηκαν», υπογράμμισε.
Ο κ. Τσίπρας υποστήριξε ότι σε όλες τις συναντήσεις που είχε επί αμερικανικού εδάφους υπήρξε από τους συνομιλητές μια κοινή παραδοχή: «Η Ελλάδα επιστρέφει».
Πρόσθεσε ότι η χώρα βρίσκεται σε σημείο καμπής και στροφής που αποδεικνύεται από τις επιδόσεις της οικονομίας και από τις διαθέσεις που κατέγραψε μεταξύ των επενδυτών απέναντι στην Ελλάδα.
Ο πρωθυπουργός είχε την ευκαιρία να συναντηθεί με επιχειρηματίες και επενδυτές στην Ουάσιγκτον και το Σικάγο και έμεινε με την εντύπωση ότι το ενδιαφέρον είναι υψηλό. Προς την κατεύθυνση αυτή, είναι σημαντική η βοήθεια της αμερικανικής κυβέρνησης, που εκφράστηκε δημόσια και στην αμερικανική πρωτεύουσα, αλλά και συχνά με συνεντεύξεις και δηλώσεις του, από τον Αμερικανό πρέσβη στην Αθήνα, Τζέφρι Πάϊατ. Ο τελευταίος ήταν αυτός που σχεδίασε την πρωθυπουργική επίσκεψη.
Ο κ. Τσίπρας δήλωσε ότι οι στόχοι που ετέθησαν πριν φτάσει στην Αμερική έχουν επιτευχθεί και αναφέρθηκε στις υψηλού επιπέδου επαφές του με την αμερικανική κυβέρνηση, με την επιχειρηματική κοινότητα και την Ελληνική Ομογένεια.
Του έκανε εντύπωση, είπε, το γεγονός ότι άλλαξε η ατμόσφαιρα αλλά και η αντιμετώπιση της χώρας, ιδιαίτερα από τους επιχειρηματίες.
Εξήγησε ότι ενώ παλαιότερα οι επιχειρηματίες και οι πολιτικοί του μιλούσαν για τις μεταρρυθμίσεις και την ανάγκη υλοποίηση τους, τώρα η συζήτηση περιστρεφόταν στα χρόνια προβλήματα που αντιμετώπιζε η Ελλάδα και η οικονομία της πριν από την περίοδο των μνημονίων.
Αναφέρθηκε στα ζητήματα της αντιμετώπισης της γραφειοκρατίας, της επιτάχυνσης των δικαστικών αποφάσεων και της ορθότερης λειτουργίας του κρατικού μηχανισμού. Τα παραπάνω, όπως τόνισε, αποδεικνύουν ότι «θεωρείται πια δεδομένο πως σε μεγάλο βαθμό έχουν υλοποιηθεί οι μεταρρυθμίσεις και η χώρα βγαίνει από τα προγράμματα στήριξης».
Αναφερόμενος στις συναντήσεις με τον πρόεδρο και τον αντιπρόεδρο των ΗΠΑ, αλλά και με μέλη του Κογκρέσου, ο κ. Τσίπρας τόνισε ότι «υπήρξε η ευρύτατη δυνατή στήριξη και υποστήριξη της Ελλάδας τόσο στις δημόσιες δηλώσεις όσο και στις κατ’ ιδίαν συζητήσεις».
Πρόσθεσε ότι «ήταν εξαιρετικά υποστηρικτικές οι δηλώσεις του προέδρου Τραμπ για την ανάγκη στήριξης, για την έξοδο από την κρίση, για την επιστροφή της Ελλάδας και για τις πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχει κάνει και η προτροπή του προς τους επενδυτές να εμπιστευτούν την ελληνική οικονομία».
Ο πρωθυπουργός σημείωσε ότι σ’ αυτές τις επαφές «οι στόχοι μας επιτεύχθηκαν, όχι μόνο να δώσουμε την εικόνα, αλλά να πάρουμε και μια ανταπόκριση σε ό,τι αφορά το αίτημά μας για στήριξη των επενδύσεων στην Ελλάδα, αλλά και σε ό,τι αφορά το αίτημά μας για τη διατήρηση των ισορροπιών στην ευαίσθητη περιοχή, σε σχέση με την Τουρκία, και την αναβάθμιση της γεωπολιτικής αξίας και σημασίας της χώρας».
Ο κ. Τσίπρας αποκάλυψε ότι σχηματίστηκε μία κοινή ομάδα εργασίας των υπουργών των δύο χωρών, για να συνεχιστεί η συζήτηση και η παρακολούθηση όσων συζητήθηκαν και συμφωνήθηκαν στη διάρκεια των διήμερων συνομιλιών του στο Λευκό Οίκο. Το πιο σημαντικό στοιχείο είναι η υλοποίηση των συμφωνηθέντων και για το λόγο αυτό ο πρωθυπουργός δεσμεύθηκε ότι θα υπάρχει «follow-up».
Για τον κ. Τσίπρα η επόμενη Διεθνής Έκθεση Θεσσαλονίκης, κατά την οποία η Αμερική θα είναι η τιμώμενη χώρα, «είναι σημαντικός σταθμός, που επιβεβαιώνει αυτή την εμβάθυνση της συνεργασίας των δυο πλευρών».
Οι Αμερικανοί επιθυμούν να ξεπεράσουν σε ουσία και εντυπώσεις την παρουσία της Κίνας στη φετινή ΔΕΘ και αναμένεται ότι στα εγκαίνια θα παραβρεθούν σημαντικοί παράγοντες της αμερικανικής πολιτικής και επιχειρηματικής κοινότητας. Πιστεύεται ότι οι Αμερικανοί θα στείλουν σημαντικούς υπουργούς και παράγοντες.
Τον συντονισμό των ενεργειών ανέλαβαν ο Αμερικανός πρέσβης στην Αθήνα και ο υπουργός Ψηφιακής Πολιτικής, Νίκος Παππάς, οι οποίοι συνεργάστηκαν και για την πραγματοποίηση της επίσκεψης του κ. Τσίπρα στην Ουάσιγκτον.
Με τους υπουργούς Νίκο Κοτζιά και Δημήτρη Παπαδημητρίου μετά τη συνάντηση με τον Μάικ Πενς
Μετά την ομιλία του στο Ινστιτούτο Brookings, ενώπιον πολυπληθούς ακροατηρίου, ο Αλέξης Τσίπρας αποδέχθηκε τη συμμετοχή του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου μέχρι το τέλος του Ελληνικού Προγράμματος, τον Αύγουστο του 2018,αλλάζοντας μία γραμμή που ακολουθούσε, προεκλογικά και μετεκλογικά, και η οποία για μεγάλο χρονικό διάστημα ήταν απόλυτη και συνιστούσε στην εκδίωξη του ΔΝΤ από την Ελλάδα.
Μετά από ερώτηση «αν είναι καλύτερα το Ταμείο να είναι μέσα ή έξω» (από το Ελληνικό Πρόγραμμα) ο Αλέξης Τσίπρας απάντησε με τρόπο που ξάφνιασε τους παραβρισκόμενους. Ο πρωθυπουργός είπε ότι είναι καλύτερο για τη χώρα να ολοκληρώσει με επιτυχία το πρόγραμμα, με τη συμμετοχή του ΔΝΤ, δικαιολογώντας τη νέα θέση του με τη φράση αν αυτό σημαίνει ότι θα έχουμε καλύτερες αποφάσεις για το θέμα της ελάφρυνσης του χρέους.
Ο κ. Τσίπρας θεωρεί το ΔΝΤ ως τον μεγαλύτερο του σύμμαχο για το χρέος και το πρωτογενές πλεόνασμα, που είναι μειωμένο έναντι του στόχου που έθεσαν οι Ευρωπαίοι, αλλά την ίδια στιγμή είναι και «εχθρός» του, επειδή επιμένει στην υλοποίηση σκληρών μεταρρυθμίσεων.
Υποστήριξε ότι η Ελλάδα έχει ολοκληρώσει το 80% των μεταρρυθμίσεων, σημείωσε ότι ήταν δύσκολο για το λαό αυτό που συνέβη (εννοεί με την επιβολή του Μνημονίου) και τόνισε ότι δεν έχουμε να φοβόμαστε τίποτα επ’ αυτού. «Δεν υπάρχει χρόνος για καθυστερήσεις ούτε για συζητήσεις» υπογράμμισε.
Αναφέρθηκε στη συζήτηση που είχε με τη γενική διευθύντρια του ΔΝΤ Κριστίν Λαγκάρντ, η οποία του είπε ότι το Ταμείο δεν απαιτεί άλλα μέτρα, και πως σταθερή είναι η θέση της για την αναδιάρθρωση του χρέους. Η δήλωση της ήταν μουσική στα αυτιά μου, τόνισε ο κ. Τσίπρας, ο οποίος βρήκε την ευκαιρία για να τονίσει ακόμα μία φορά τα λάθη του ΔΝΤ και ειδικά τις λανθασμένες εκτιμήσεις που έκανε στη διάρκεια των Μνημονίων.
«Φυσικά», πρόσθεσε, «όλοι οι Έλληνες αλλά και όλοι εδώ επιθυμούμε να δούμε αυτή τη νέα κατάσταση να υλοποιείται (εννοεί την ελάφρυνση και τη μη λήψη μέτρων). Δεν θα πρέπει να συμβεί καμία καθυστέρηση κατά τη διάρκεια των διαπραγματεύσεων τη δεδομένη στιγμή».
Η ελληνική κυβέρνηση εκφράζει φόβους ότι σε περίπτωση καθυστερήσεων, ο στόχος της εξόδου από τα Μνημόνια δεν θα επιτευχθεί.
Ο κ. Τσίπρας δικαιολόγησε τις προηγούμενες καθυστερήσεις κατά τη δεύτερη αξιολόγηση στις διαφωνίες των δανειστών. Και μάλιστα εκμυστηρεύθηκε ότι πριν συναντηθεί με την κ. Λαγκάρντ φοβόταν ότι η χώρα εισερχόταν σε νέο γύρο καθυστερήσεων με ευθύνη των Θεσμών. «Ο χρόνος είναι προτεραιότητα για τη στρατηγική μας”, σημείωσε.
«Η Ελλάδα», συνέχισε, «μπαίνει σε μια καινούργια εποχή, βγαίνει από την κρίση διαψεύδοντας τους οπαδούς της λιτότητας. Τώρα είναι η ώρα να την εμπιστευτείτε» έκανε έκκληση ο πρωθυπουργός και πρόσθεσε ότι «πολλά έχουν αλλάξει από την προηγούμενη φορά που βρισκόμουν εδώ ως αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης πριν από τέσσερα χρόνια».
Τόνισε ότι η κρίση είχε σοβαρές επιπτώσεις στη διπλωματική και γεωστρατηγική θέση της Ελλάδας και σημείωσε ότι «σήμερα με περηφάνια λέω ότι η χώρα μας επέστρεψε και μπαίνει σε νέα περιοχή. Ως μια δυναμική αναπτυσσόμενη οικονομία αλλά και ως ένας πολλά υποσχόμενος επενδυτικός προορισμός».
Δικαιολογώντας ουσιαστικά την απόφασή του να προχωρήσει και αυτός σε Μνημόνιο, το καλοκαίρι του 2015, είπε ότι κάποια στιγμή να δούμε γιατί αυτά (εννοεί την πρόοδο που σημείωσε η κυβέρνησή του) δεν έγιναν πριν από 4,5 χρόνια, γιατί η Ελλάδα έμενε στα προγράμματα χωρίς αποτέλεσμα. Και έδωσε μόνος του την απάντηση: «Γιατί τα δυο προηγούμενα προγράμματα κατέρρευσαν», είπε.