Για την καμπάνια ενημέρωσης «Μένουμε Σπίτι» και τα χρήματα που δόθηκαν σε Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης μίλησε ο υπουργός Επικρατείας, Γιώργος Γεραπετρίτης, κατά τη διάρκεια συνέντευξης του σε ραδιόφωνο.
Ξεκινώντας από το πρωτοσέλιδο της εφημερίδας «Παραπολιτικά», ο υπουργός Επικρατείας ανέφερε πως «οτιδήποτε έχει να κάνει με ζητήματα διαφάνειας και λογοδοσίας στον δημόσιο βίο θα πρέπει να εξαντλείται στην έρευνά του μέχρι τελευταίου στοιχείου. Ο Τύπος έπραξε εκείνο που όφειλε, ανέδειξε το ζήτημα με επαρκή στοιχεία, απομένει πλέον στις αρμόδιες κρατικές λειτουργίες και ιδίως την Εισαγγελία να προχωρήσει την έρευνα». Με την επιπλέον επισήμανση ότι «σε συνέχεια με όσα συμβαίνουν στην προανακριτική, είναι η πρώτη φορά στη Μεταπολίτευση όπου έχουμε την περίπτωση απανωτών γεγονότων, τα οποία δεν στοιχειοθετούν ζητήματα διασπάθισης δημόσιου χρήματος αλλά πλέον μπαίνουν μέσα στον πυρήνα της Δημοκρατίας, δηλαδή τη δημιουργία παράλληλων δομών εξουσίας. Είναι κάτι που για το πολίτευμα έχει πολύ μεγάλο βάρος, είναι ένα ζήτημα πολιτειακής αιχμής, θα πρέπει να υπάρχει εξαντλητική διερεύνηση όλων των ζητημάτων».
Κληθείς να σχολιάσει την πρόταση του βουλευτή του Κινήματος Αλλαγής, Ανδρέα Λοβέρδου, για σύσταση εξεταστικής επιτροπής, απάντησε ως εξής: «Το πρώτο επίπεδο έρευνας θα πρέπει να ανήκει στη δικαιοσύνη, από την άλλη πλευρά είναι προφανές ότι θα πρέπει να υπάρξει και περαιτέρω διερεύνηση σε πολιτικό επίπεδο. Δεν είναι μία απλή περίπτωση, αφορά παράκεντρα εξουσίας, είναι πολύ κοντά στον πυρήνα της διακυβέρνησης και ενέχει βαριά πολιτικά στοιχεία. Θα πρέπει να περιμένουμε να ολοκληρωθεί μία προκαταρκτική διερεύνηση των πραγμάτων και στη συνέχεια θα υπάρχει αξιολόγηση αν θα πρέπει να προχωρήσει δικαστικά, πολιτικά ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο».
Σε αυτό το σημείο, ο κ. Γεραπετρίτης θύμισε ότι «σύμφωνα με το νέο Σύνταγμα και με πρωτοβουλία της παρούσας διακυβέρνησης, το δικαίωμα σύστασης εξεταστικών επιτροπών ανήκει πλέον και στην ίδια την αντιπολίτευση. Μπορεί η αντιπολίτευση, εφόσον το επιθυμεί -και θα ήταν μία πράξη γενναιότητας εκ μέρους της- να ζητήσει η ίδια τη διερεύνηση των ζητημάτων. Εικάζω, ότι στο πλαίσιο της δημοκρατικής λειτουργίας και η ίδια η αντιπολίτευση θα θέλει να διαλευκανθεί αυτή η υπόθεση, έτσι ώστε να μη μείνει καμία πτυχή σε γκρίζα ζώνη».
Τέλος, για τις πρωτοβουλίες που πρέπει να πάρει η ΕΛΑΣ σημείωσε ότι «υπάρχει ένα σύστημα εσωτερικού ελέγχου της Ελληνικής Αστυνομίας, θα πρέπει η ίδια να προβεί στην αναγκαία αυτοκάθαρση, θα γίνουν πλήρεις έλεγχοι και εφόσον αποδειχθεί πως υπάρχουν στίγματα, τα οποία αφορούν μεμονωμένες περιπτώσεις, η ελληνική κυβέρνηση θα πάρει τα πιο ριζικά μέτρα».
Καμπάνια ενημέρωσης και σποτ ΣΥΡΙΖΑ
Για τα θέματα που «ακουμπούν» στα ΜΜΕ (κυβερνητική καμπάνια ενημέρωσης – spot ΣΥΡΙΖΑ), ο υπουργός Επικρατείας είπε πως «δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι ήταν μία αναγκαία πράξη ευθύνης εκ μέρους της ελληνικής Πολιτείας, με τα γνωστά αποτελέσματα. Το γεγονός ότι υπήρξε αυτή η κοινωνική εγρήγορση οφείλεται εν πολλοίς και στο ότι υπήρξε πολύ μεγάλη διάχυση των μηνυμάτων, τουλάχιστον να το αναγνωρίσουμε αυτό. Δεν είναι ίδια η περίπτωση σήμερα σε μία παγκόσμια υγειονομική κρίση σε σχέση με έναν ουδέτερο χρόνο, κατά το παρελθόν, εκεί όπου το κράτος άμεσα και έμμεσα ενίσχυε -άνευ λόγου- Μέσα που είτε ήταν ασήμαντα είτε ήταν στην περιφέρεια, τουλάχιστον, της δημοκρατικής λογοδοσίας».
Εξήγησε, δε, ότι «η ελληνική κυβέρνηση δεν θέλησε να αναλάβει η ίδια τον καταμερισμό αυτών των χρημάτων για την προβολή των μηνυμάτων. Για τον λόγο αυτό ανέθεσε σε έναν ανεξάρτητο οίκο να φτιάξει τον κατάλογο και τα ποσά που θα έπρεπε να δοθούν στα Μέσα, αναλόγως με συγκεκριμένες ιδιαιτερότητες, υπάρχει ένας συγκεκριμένος αντικειμενικός αλγόριθμος. Υπάρχουν ειδικοί που αξιολογούν -βάσει κριτηρίων- πού πρέπει να δοθούν τα χρήματα αυτά. Εμείς δεν παρεκκλίναμε».
Στο ερώτημα πότε θα δοθεί στη δημοσιότητα η λίστα με τα ποσά που πήραν τα ΜΜΕ, ο κ. Γεραπετρίτης απάντησε: «Αυτήν τη στιγμή βρισκόμαστε στο στάδιο, στο οποίο το υπουργείο Οικονομικών θα πρέπει να πραγματοποιήσει όλες τις πληρωμές. Ο έλεγχος αυτός παίρνει έναν χρόνο, όταν ολοκληρωθεί θα υπάρξει σχετική διάχυση της πληροφορίας, δεν πρόκειται να υπάρξει καμία αλλοίωση». Ενώ, στην παρατήρηση ότι ο ΣΥΡΙΖΑ απειλεί με ποινικές ευθύνες, σε υψηλούς τόνους ο υπουργός ανέφερε: «Αυτού του τύπου οι απειλές δεν προσιδιάζουν στη Δημοκρατία και τουλάχιστον δεν ταιριάζουν σε ένα σοβαρό κόμμα αξιωματικής αντιπολίτευσης. Το να εκτοξεύονται απειλές κατά της νομιμοποιημένης κυβέρνησης ανατρέχουν σε καθεστώτα που καθόλου δεν ταιριάζουν με τη Δημοκρατία. Καλό είναι να μην είμαστε αμετροεπείς».
Εν τέλει, η λίστα θα δημοσιοποιηθεί «σε ένα σχετικώς σύντομο χρόνο, δεν μπορεί να δίνεται τμηματικά» και ο χρόνος δημοσιοποίησής της είναι «κάτι που αφορά το υπουργείο Οικονομικών, θα πρέπει να υπάρξει όσο το δυνατόν ταχύτερη διεκπεραίωση της υπόθεσης για να μην επικρέμαται πάνω στην πολιτική σκηνή», σύμφωνα με τον ίδιο.
Παράλληλα, έκανε τη διάκριση, «από τη μία πλευρά έχουμε την ελληνική Πολιτεία που για τη διαχείριση της υγειονομικής κρίσης, πράγματι, αξιοποίησε χρήματα του ελληνικού λαού με φειδώ, λογοδοτώντας και με μέτρο, και από την άλλη έχουμε, κατά την άποψή μου, τη χυδαία εκμετάλλευση εκ μέρους της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Η οποία πέρα από το γεγονός ότι ισοπεδώνει όλη τη δημοσιογραφία, θεωρώντας ότι οι δημοσιογράφοι είναι επαίτες κρατικού χρήματος, συνιστά και έναν αμετροεπή πατερναλισμό απέναντι στους πολίτες. Αυτό που μας λέει η αξιωματική αντιπολίτευση είναι ότι εξαγοράσθηκε η γνώμη των πολιτών μέσω των χρημάτων αυτών. Οι πολίτες έχουν πολύ μεγαλύτερη γνώση και κρίση από ό,τι θεωρεί η αξιωματική αντιπολίτευση».
Για ανασχηματισμό και Αντ. Σαμαρά
Επόμενο ερώτημα ο ανασχηματισμός και αν έπαιξε κάποιο ρόλο ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς στην αναβολή του: «Ουδέποτε υπήρξε προαναγγελία ανασχηματισμού», τόνισε ο υπουργός Επικρατείας, εξειδικεύοντας στη συνέχεια: «Εκείνο το οποίο υπήρξε ήταν ότι πρώτον, ο ανασχηματισμός θα γίνει σε ουδέτερο χρόνο, δηλαδή από τον Ιούλιο και εντεύθεν, και ουδέτερος είναι ο χρόνος που δεν βρίσκεται εν μέσω κρίσης είτε υγειονομικής είτε οικονομικής. Και το δεύτερο, ότι ο ανασχηματισμός αυτός θα έχει έναν χαρακτήρα διορθωτικό, άρα δεν θα πρόκειται για μία ριζική ανατροπή των υφιστάμενων κυβερνητικών δομών. Αυτά ειπώθηκαν κι από μένα, στη συνέχεια τοποθετήθηκε και ο πρωθυπουργός. Ουδέποτε προαναγγέλθηκε αυτού του τύπου ο ανασχηματισμός, παρά μόνο εξαγγέλθηκαν οι βασικοί άξονες και τοποθετήθηκε αργότερα στον χρόνο. Καλό είναι να είμαστε ιδιαιτέρως ακριβείς όταν λέγονται τέτοια ζητήματα».
Για τα σενάρια εμπλοκής του κ, Σαμαρά, δήλωσε: «Ο πρωθυπουργός έχει μια συγκεκριμένη ιδιοσυγκρασία. Όποιος αναφέρεται στο ότι εκβιάζεται ή εξωθείται σε αποφάσεις είτε από τον πρώην πρωθυπουργό -τον οποίον ιδιαίτερα σέβομαι, όπως και όλη η παράταξη και έχει προσφέρει τα μέγιστα- είτε από οποιονδήποτε άλλο, απλώς δεν γνωρίζει τον άνθρωπο. Ο πρωθυπουργός, ακόμη και όταν ήταν σε θέση αδυναμίας, είχε το θάρρος της γνώμης του να βγει αντίθετα στο ρεύμα, αντίθετα στη σκληρή κομματική γραμμή σε θέματα μείζονος πολιτικής, όπως για παράδειγμα στο ζήτημα της επιλογής του προσώπου του Προέδρου της Δημοκρατίας».
«Θα ήταν δυνατόν ο πρωθυπουργός, με τα επίπεδα δημοφιλίας που έχει, αλλά ιδίως με το προσωπικό πολιτικό κεφάλαιο εμπιστοσύνης που έχει χτίσει με τους πολίτες, να άγεται και να φέρεται στις αποφάσεις του; Αυτό είναι απλώς αστείο. Ο πρωθυπουργός έχει μία πάρα πολύ συγκροτημένη θεώρηση, ακούει και τους συνεργάτες του και την κοινωνία, αλλά στο τέλος θα πάρει την ευθύνη. Δεν πρόκειται ποτέ να παρασυρθεί ούτε από τον Τύπο ούτε την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ούτε βεβαίως από οποιονδήποτε άλλον», πρόσθεσε.
Εξάλλου, «δεν ταιριάζει ούτε στο πρόσωπο του πρώην πρωθυπουργού, που έχει υψηλό επίπεδο ευθυκρισίας να διοχετεύει τέτοιου τύπου εντολές ή να προσπαθεί να περάσει τη γραμμή του στον σημερινό πρωθυπουργό. Ο ίδιος έχει κυβερνήσει τη χώρα και το έχει κάνει με επιτυχία, ουδέποτε θα έπραττε κάτι τέτοιο», επισήμανε.
Σε ερώτηση εάν έχει ολοκληρωθεί η αξιολόγηση των υπουργείων, ο υπουργός Επικρατείας διευκρίνισε πως «δεν πρόκειται για αξιολόγηση προσώπων. Για πρώτη φορά από συγκροτήσεως του ελληνικού κράτους έχουμε μία πολιτική από πάνω προς τα κάτω, έτσι ώστε να διασφαλίζεται το ενιαίο της πολιτικής και κυρίως να υπάρχει μία στόχευση στα πράγματα αντί να έχουμε μία πολιτική που παράγεται από τα κάτω, με αοριστίες, ασάφειες, κενά. Στο πλαίσιο του συντονισμού, ο πρωθυπουργός λαμβάνει καθημερινά δεδομένα για το πώς προχωράει το κυβερνητικό έργο είτε κατά υπουργείο είτε κατά δράση. Σε πραγματικό χρόνο έχει πλήρη ενημέρωση και εικόνα πού πηγαίνουν τα υπουργεία, όχι για τα πρόσωπα, αλλά για τις πολιτικές». «Βέβαια, αντανακλαστικά ο ίδιος μπορεί να έχει την προσωπική του εκτίμηση για την αξιολόγηση προσώπων», αναγνώρισε και έκλεισε τη σχετική απάντηση με την υπόμνηση, «βρισκόμαστε εδώ για να υπηρετούμε το δημόσιο συμφέρον αλλά μόνο εφήμερα. Είναι ο κανόνας της Δημοκρατίας».
Το ν/σ για τις πορείες
Τελευταίο θέμα, το νομοσχέδιο για τις πορείες. «Το νομοσχέδιο είναι έτοιμο. Το υπουργείο Προστασίας του Πολίτη έχει κάνει εξαιρετική δουλειά, έχει αναπτύξει όχι μόνο το νομοθέτημα που θα έρθει στη Βουλή, αλλά έχει έτοιμη ακόμη και τη δευτερογενή νομοθεσία έτσι ώστε και επιχειρησιακά, μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου, να μπορεί να εφαρμοσθεί», γνωστοποίησε ο υπουργός.
Για το πότε θα έρθει στη Βουλή προς ψήφιση, ο κ. Γεραπετρίτης εξήγησε πως δεν είναι η επιθυμία της κυβέρνησης «σε αυτήν τη φάση που η Βουλή λειτουργεί με το 1/5 του συνολικού αριθμού των βουλευτών να έρθει προς ψήφιση. Είναι μία θέση έντιμη». «Σταδιακώς η Βουλή θα ανακτήσει μια κρίσιμη μάζα βουλευτών (…) και με τη σταδιακή αύξηση -χωρίς να είναι αναγκαίο να φθάσουμε σε πλήρη σύνθεση της Βουλής- όταν θα είναι δυνατή μία ευρεία διαβούλευση, τότε θα έρθει στη Βουλή», υπογράμμισε. Το θέμα συναρτάται από τις υγειονομικές συνθήκες, αλλά «για εξαιρετικά κρίσιμα ζητήματα δεν μπορούμε να περιμένουμε επ’ αόριστον», διεμήνυσε κλείνοντας ο υπουργός Επικρατείας.