Κανένα πρόβλημα δεν πρόκειται να υπάρξει στην επισιτιστική ασφάλεια της Ελλάδας ούτε στην εφοδιαστική της αλυσίδα, εξαιτίας της επέμβασης της Ρωσίας στην Ουκρανία, δύο χώρες που αποτελούν τους σημαντικότερους εξαγωγείς δημητριακών παγκοσμίως, όπως διαβεβαιώνουν στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων από το υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων αλλά και από την αγορά.
Η αύξηση στην τιμή των δημητριακών από την αρχή του πολέμου «σπάει» το ένα ρεκόρ μετά το άλλο, με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Γιώργο Γεωργαντά να δηλώνει στο ΑΠΕ-ΜΠΕ ότι «το ζήτημα της επισιτιστικής επάρκειας προέκυψε παγκοσμίως λόγω τριών παραγόντων: της ενεργειακής κρίσης, της εισβολής της Ρωσίας στην Ουκρανία και των επιπτώσεων της κλιματικής κρίσης», παράγοντες που όπως είπε, δημιουργούν σημαντικό πρόβλημα στις διεθνείς αγορές και σε συνδυασμό με τον φόβο επισιτιστικού προβλήματος, δημιουργούν αυξήσεις στις τιμές.
Υπογράμμισε ότι «πρόβλημα επισιτιστικής επάρκειας στην Ελλάδα δεν υφίσταται ούτε αυτή τη στιγμή, ούτε στο άμεσο μέλλον, ούτε έχει δημιουργηθεί κάποιο πρόβλημα στην εφοδιαστική αλυσίδα τόσο στην Ελλάδα όσο και στις χώρες της ΕΕ» και συμπλήρωσε ότι η χώρα μας, σε συνεργασία με τους Έλληνες εισαγωγείς «έχει ανοίξει διαύλους για αναπλήρωση, από άλλες χώρες – της ΕΕ αλλά και τρίτες χώρες- των ποσοτήτων που κάναμε εισαγωγή σε μαλακό σιτάρι και αραβόσιτο, από τις εμπόλεμες χώρες».
Την ίδια άποψη εξέφρασε και ο πρόεδρος του Συνδέσμου Ελλήνων Εμπόρων Δημητριακών και Υποπροϊόντων και Ζωοτροφών (ΣΕΕΔΥΖ), Σπύρος Γρηγοράτος, ο οποίος σε δήλωσή του στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων τόνισε πως ο πόλεμος της Ρωσίας με την Ουκρανία δεν θα προκαλέσει καμία επισιτιστική κρίση στη χώρα μας.
Αύξηση στις τιμές και εναλλακτικοί προμηθευτές
Η Ελλάδα το 2021 εισήγαγε από τη Ρωσία και την Ουκρανία μαλακό σίτο, αραβόσιτο και κριθάρι που αντιπροσώπευαν το 30% των συνολικών εισαγωγών μας. Με το ξέσπασμα του πολέμου η χώρα μας σύμφωνα με στελέχη του ΥΠΑΑΤ έπρεπε να βρει εναλλακτικούς προμηθευτές για την εισαγωγή δημητριακών.
«Η χώρα μας έχει την τύχη να γειτονεύει με τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία από όπου υπάρχει ομαλή εισαγωγή με πλοία και φορτηγά αυτοκίνητα. Εισαγωγές σιτηρών έχουμε επίσης και από τη Σερβία και σποραδικά από τη Ρωσία και το Καζακστάν» είπε ο κ. Γρηγοράτος προσθέτοντας ότι «με την επερχόμενη οσονούπω νέα σοδειά οι εισαγωγές θα συνεχίσουν ομαλά».
Οι ετήσιες συνολικές εισαγωγές ανέρχονται σε 1,5 εκατ. τόνους σιτηρών (μαλακό σιτάρι, αραβόσιτο, κριθάρι) και οι εξαγωγές σε 500 χιλιάδες τόνους σκληρό σιτάρι, «του οποίου η τιμή είχε αυξηθεί το 2021 πάνω από 100% λόγω πολύ μειωμένης παραγωγής κυρίως στον Καναδά εξαιτίας της κλιματικής αλλαγής», όπως δηλώνει.
Ένα επίσης μεγάλο πρόβλημα που έχει δημιουργηθεί είναι η «σημαντική αύξηση των τιμών των σιτηρών (36-70% ανάλογα με το προϊόν) και των ναύλων των πλοίων».
Μια ασφαλής πρόβλεψη για το πού θα φτάσουν οι τιμές των δημητριακών στο σύντομο μέλλον είναι «παρακινδυνευμενη» σύμφωνα με τον πρόεδρο του ΣΕΕΔΥΖ τόσο λόγω της μεγάλης μεταβλητότητας της κατάστασης στην Ουκρανία, εάν θα ανοίξουν τα ουκρανικά λιμάνια όπου παραμένουν αποθηκευμένοι περίπου 20 εκατ. τόνοι σιτηρών, όσο και λόγω των καιρικών συνθηκών που θα επικρατήσουν.
Γεωργαντάς: «Η κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις»
Όπως είπε στο Αθηναϊκό – Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο κ. Γεωργαντάς, τρεις είναι οι τρόποι για να αντιμετωπιστούν οι προκλήσεις που έχουν προκύψει: «Πρώτον, να διευκολύνουμε τις εισαγωγές από άλλες χώρες προϊόντων που έχουμε ανάγκη και δεν υπάρχει επαρκής εγχώρια παραγωγή. Δεύτερον, να δώσουμε κίνητρα στους αγρότες μας για να αυξήσουμε την παραγωγή μας και τρίτον, να στηρίξουμε τους παραγωγούς μας απέναντι στο αδιαμφισβήτητα αυξημένο κόστος παραγωγής».
Όπως επισήμανε ο αρμόδιος υπουργός η κυβέρνηση έχει λάβει μέτρα για να αμβλυνθούν οι επιπτώσεις που έχει δημιουργήσει η αύξηση του κόστους παραγωγής αλλά και «για να προτρέψουμε τους αγρότες μας να προχωρήσουν σε αυξημένη παραγωγή με στόχο να έχουμε λιγότερη εξάρτηση από τις εισαγωγές».
Μιλώντας για ορισμένα από τα μέτρα που έχουν ληφθεί για θα βοηθήσουν στην αύξηση της παραγωγής είναι σύμφωνα με τον κ. Γεωργαντά, η ένταξη στο καθεστώς των συνδεδεμένων ενισχύσεων του μαλακού σίτου και του αραβόσιτου, η δυνατότητα καλλιέργειας αγρών που έχουν ενταχθεί στο καθεστώς αγρανάπαυσης, χωρίς να απολέσουν οι δικαιούχοι τα οφέλη του προγράμματος, η συστηματική καταγραφή ανά πενθήμερο, των αποθεμάτων που διαθέτουμε, αποτρέποντας με τον τρόπο αυτό και περιπτώσεις αισχροκέρδειας καθώς και η συνεχής λήψη μέτρων για τη μείωση του κόστους παραγωγής.
Τέλος, όπως δηλώνει ο υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων στο ΑΠΕ-ΜΠΕ «το υπουργείο και στο σύνολό της η κυβέρνηση, παρακολουθεί την εξέλιξη του προβλήματος και αξιοποιώντας μέτρα της ΕΕ αλλά και με στοχευμένες εθνικές αποφάσεις, φροντίζουμε για την καλή λειτουργία της εφοδιαστικής αλυσίδας, με στόχο την ενίσχυση της επισιτιστικής επάρκειας».