«Η Ελλάδα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις στη Συρία και να προσπαθεί να αυξάνει τη γεωπολιτική της επιρροή, όπου και όπως μπορεί», τόνισε ο υπουργός Μετανάστευσης και Ασύλου, Νίκος Παναγιωτόπουλος.
Μιλώντας νωρίτερα στο Open, αναφερόμενος στη στάση της Τουρκίας με τις εξελίξεις στη Συρία, υποστήριξε ότι «η Τουρκία είναι δεδομένο και προφανές πλέον ότι προσπαθεί να αυξήσει την επιρροή της στην περιοχή, εκμεταλλευόμενη τη συγκυρία από πολλές πλευρές».
Παράλληλα, σημείωσε ότι «ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος Τραμπ αναλαμβάνει αρχές Ιανουαρίου, ενώ ο Μπάιντεν απέρχεται. Άρα, υπάρχει ένα σχετικό κενό αυτή τη στιγμή όσον αφορά την ταχύτητα στην εκτίμηση των δεδομένων και τη λήψη αποφάσεων».
«Η Ελλάδα πρέπει να παρακολουθεί στενά τις εξελίξεις και να προσπαθεί και αυτή να αυξάνει τη γεωπολιτική της επιρροή, όπου και όπως μπορεί», πρόσθεσε.
Σχετικά με τις ελληνοτουρκικές σχέσεις, τόνισε ότι «αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε, ασφαλώς, σε ένα καλύτερο σημείο όσον αφορά τις διμερείς σχέσεις. Οι δύο χώρες μιλάνε, έχουν αναπτύξει έναν διάλογο. Ο Πρωθυπουργός έχει δηλώσει – και φυσικά συντάσσομαι απόλυτα – ότι δεν είναι ανάγκη ο διάλογος να οδηγήσει σε συμφωνίες· θα συμφωνήσουμε ότι διαφωνούμε πάνω στα θέματα που συζητάμε».
Σχετικά με το πόσο οι εξελίξεις στη Συρία επηρεάζουν το μεταναστευτικό, είπε ότι «όπου προκύπτει πόλεμος, ασφαλώς και υπάρχει κίνδυνος έξαρσης προσφυγικών ροών, γιατί από τον πόλεμο φεύγει κανείς αν θέλει να γλιτώσει αυτός και η οικογένειά του. Δεν κάθεται να υποστεί τις συνέπειες μιας στρατιωτικής επέμβασης».
Σχετικά με το ενδεχόμενο επιστροφών Σύρων, σημείωσε: «Εδώ τίθεται καταρχάς ένα ερώτημα: Εντάξει, να γυρίσουν πίσω· πού να πάνε όμως, όταν το 1/3 των σπιτιών στη χώρα είναι κατεστραμμένα; Αυτά πρέπει να σταθμίσουν όλοι οι οργανισμοί που παρακολουθούν την εξέλιξη των προσφυγικών ροών.
Και φυσικά, για αυτό η Ελλάδα, μαζί με 14 άλλες ευρωπαϊκές χώρες, αποφάσισαν να περιμένουν μέχρι να έχουμε τα δεδομένα στο πεδίο και να μπορούμε να τα εκτιμήσουμε: σε τι κατάσταση βρίσκεται δηλαδή η χώρα, αν είναι ασφαλής. Πιθανολογούμε ότι δεν είναι κάθε περιοχή ασφαλής».