Εξηγήσεις από την κυβέρνηση Μητσοτάκη για το σκάνδαλο των υποκλοπών ζήτησε η εκπρόσωπος του ΟΑΣΕ για την Ελευθερία των Μέσων Ενημέρωσης, Τερέζα Ριμπέιρο, η οποία έκανε αυτοψία στη χώρα μας.
Η ίδια εξέφρασε την ανησυχία της και ζήτησε ταχεία έρευνα για τις παρακολουθήσεις δημοσιογράφων.
Αίσθηση προκάλεσε το γεγονός ότι το Μέγαρο Μαξίμου δεν έκανε την παραμικρή αναφορά στην επίσκεψη της εκπροσώπου του ΟΑΣΕ, παρά το γεγονός ότι είχε συναντήσεις με κυβερνητικά στελέχη και πρόσωπα του Μαξίμου.
Συγκεκριμένα, η Τερέζα Ριμπέιρο με ανακοίνωσή της γνωστοποίησε ότι πραγματοποίησε επίσημη επίσκεψη στην Ελλάδα από τις 25 έως τις 26 Ιανουαρίου 2023.
Συναντήθηκε με αρκετούς ομολόγους της, όπως με τον Γενικό Γραμματέα Επικοινωνίας και Πληροφόρησης Δημήτρη Γαλαμάτη, με τον σύμβουλο του πρωθυπουργού Κωνσταντίνο Κούτρα, με τον βουλευτή της ΝΔ Δημήτρη Μαρκοπούλο, με την πρόεδρο της Ένωσης Συντακτών Ημερησίων Εφημερίδων Αθηνών (ΕΣΗΕΑ) Μαρία Αντωνιάδου, καθώς με δημοσιογράφους της της ΕΡΤ και εκπροσώπους της μιντιακής κοινότητας.
Ο ΟΑΣΕ αναφέρει ότι η Τερέζα Ριμπέιρο «και οι ομόλογοί της συζήτησαν τις τρέχουσες προκλήσεις για την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης στην Ελλάδα, και συγκεκριμένα το θέμα της παρακολούθησης δημοσιογράφων, όπως το spyware, το οποίο έχει αρνητικό αντίκτυπο στο έργο των μεμονωμένων δημοσιογράφων και στο συνολικό τοπίο των μέσων ενημέρωσης.
Η Ριμπέιρο τόνισε την απόφαση του Υπουργικού Συμβουλίου του ΟΑΣΕ του 2018 για την ασφάλεια των δημοσιογράφων, όπου τα συμμετέχοντα κράτη του ΟΑΣΕ δεσμεύτηκαν να αντιμετωπίσουν τον αντίκτυπο της παράνομης και αυθαίρετης παρακολούθησης δημοσιογράφων και την υπονόμευση του δικαιώματός τους στην ελευθερία της έκφρασης και του δικαιώματός τους να είναι απαλλαγμένοι από παράνομες και αυθαίρετες παρεμβάσεις την ιδιωτικότητά τους».
«Η χρήση λογισμικού υποκλοπών είναι πολύ ανησυχητική. Θέτει σε κίνδυνο την αρχή ότι οι δημοσιογράφοι πρέπει να μπορούν να εργάζονται χωρίς φόβο για τη δική τους ασφάλεια και για να προστατεύουν τις πηγές τους, ώστε να μπορούν να επιτελούν τη σημαντική δημοκρατική τους λειτουργία. Ενθάρρυνα τις αρχές να διασφαλίσουν μια ταχεία και ενδελεχή έρευνα για το θέμα της παρακολούθησης λογισμικού κατασκοπείας των εργαζομένων στα μέσα ενημέρωσης, καθώς αυτό συνιστά σημαντική παρέμβαση στα θεμελιώδη δικαιώματα», είπε η Ριμπέιρο.
Σε σχέση με την ασφάλεια των δημοσιογράφων, η εκπρόσωπος τόνισε την ανάγκη να σημειωθεί πρόοδος στη διερεύνηση της δολοφονίας του δημοσιογράφου, Γιώργου Καραϊβάζ, και να λογοδοτήσουν όλοι οι υπεύθυνοι.
Από την πλευρά τους τα στελέχη της κυβέρνησης έκαναν λόγο για βήματα προς τη βελτίωση της κατάστασης της ελευθερίας των μέσων ενημέρωσης στη χώρα.
Όπως είπαν, αυτά περιελάμβαναν τη δημιουργία μιας ειδικής ομάδας και τη δημιουργία ενός εκπαιδευτικού κέντρου για την ασφάλεια των δημοσιογράφων, την επιχορήγηση κόστους διανομής εντύπων και δημοσιογραφικού χαρτιού καθώς και την πρόσφατη τροποποίηση του άρθρου 191 του Ποινικού Κώδικα σχετικά με «ψευδείς ειδήσεις».
Υπενθυμίζεται ότι η συγκεκριμένη διάταξη είχε προκαλέσει κατακραυγή εντός και εκτός συνόρων, με την κυβέρνηση να αναγκάζεται να την αποσύρει.
Η εκπρόσωπος επανέλαβε την ετοιμότητα του Γραφείου της να συνεχίσει να παρέχει την απαραίτητη βοήθεια στις ελληνικές αρχές προκειμένου να προωθηθεί ένα περιβάλλον που ευνοεί την ελευθερία των μέσων ενημέρωσης και να είναι σύμφωνο με τα διεθνή πρότυπα και τις δεσμεύσεις του ΟΑΣΕ.