Το υπουργείο Οικονομικών και ο επικεφαλής του, ο Κωστής Χατζηδάκης παρουσίασαν φέτος ένα πολύ αφήγημα με βάση το οποίο πέτυχαν να αποταμιεύσουν ένα πρωτογενές πλεόνασμα στον κρατικό προϋπολογισμό μεγαλύτερο σε σχέση με πέρσι κατά 1 δισ. ευρώ.

">

Συγκεκριμένα, αφού αντί για 4,9 δισ. ευρώ που είχε προϋπολογίσει (2,1% του ΑΕΠ), ισχυρίζονται ότι έφτασε στα 6,02 δισ. ευρώ (2,5% του ΑΕΠ).

Προβλέπει, ο κύριος υπουργός ότι του χρόνου θα συγκεντρωθεί το ίδιο περίπου πλεόνασμα, 5,9 δισ (2,4% του ΑΕΠ).

Πρωτογενές πλεόνασμα υπολογίζεται ως η διαφορά μεταξύ εσόδων και εξόδων του κράτους προτού πληρωθούν οι τόκοι για τα δάνειά του.

Έτσι λέει ο ορισμός.

Υπό κάποιες συνθήκες το πλεόνασμα είναι κάτι θεμιτό αλλά όταν αυτό γίνεται ιδιαίτερα «φουσκωμένο»  σημαίνει ότι προκύπτει μετά από «πολύ ξύλο, αίμα και ιδρώτα» και συνήθως σε αυτά εμπλέκονται τα μέλη της κοινωνίας που βρίσκονται στα χαμηλά στρώματα και όχι στην ελίτ.

Ο σκοπός είναι να εξασφαλίσει η κυβέρνηση ότι τα δάνεια που πήρε η Ελλάδα από την τρόικα θα αποπληρώνονται κανονικά και επειδή γνωρίζει πως ελληνική οικονομία δεν υπάρχει και απλώς ο ένας προσφέρει υπηρεσίες στον άλλον και αντιστρόφως, φροντίζουν μονίμως να παίρνουν τα χρήματα αυτά από τους Έλληνες πολίτες με τρόπους που να μην τους καταλαβαίνουν και να θεωρούν πως η ανέχεια τους οφείλεται στην γενική παγκόσμια οικονομική κατάσταση.

Με λίγα λόγια ασκούνται μνημονιακές πολιτικές ενώ υποτίθεται ότι η χώρα έχει βγει από τα Μνημόνια εδώ και χρόνια.

Το 2024 η Ελλάδα πλήρωσε 6,98 δισ. ευρώ για τόκους η 3% του ΑΕΠ, ενώ το 2025 η σχετική δαπάνη προβλέπεται να μειωθεί οριακά στα 6,9 δισ. ευρώ, ήτοι 2,8% του ΑΕΠ.

Το πρωτογενές πλεόνασμα των 6,02 δισ. ευρώ του 2024 και των 5,9 δισ. ευρώ του 2025, σημαίνει ότι τα χρήματα αυτά εξοικονομούνται χάρη στους αυξημένους φόρους που εισπράττει το ελληνικό Δημόσιο από ΕΝΦΙΑ και τον αυξημένο ΦΠΑ (που αποφασίστηκαν επί μνημονίων, το 2014 και το 2010 αντίστοιχα) αλλά και εξαιτίας των μειωμένων κρατικών δαπανών

Συγκεκριμένα, πρόκειται για τις αποδοχές των δημοσίων υπαλλήλων και την κατάργηση των επιδομάτων αδείας και εορτών, τις περικοπές των συντάξεων αλλά και τις ειδικές έκτακτες εισφορές που επιβλήθηκαν το 2010, το 2012 και το 2016.

Εάν αυτά πάψουν να γίνονται η χώρα δεν θα μπορεί να αποπληρώσει τίποτα.

Με λίγα λόγια ασκούνται οι ίδιες μνημονιακές πολιτικές οι οποίες απλά μονιμοποιήθηκαν και νομιμοποιήθηκαν και επειδή οι Έλληνες τις είχαν συνηθίσει δεν το έχουν καταλάβει.

Ακόμα και όταν ο προϋπολογισμός εκτελείται καλύτερα δεν σημαίνει ότι τα χρήματα που περισσεύουν θα αποδοθούν με κάποιους τρόπους στην ελληνική κοινωνία.

Το Δημόσιο για το 2024 ξόδεψε 4,7 δισ. ευρώ λιγότερα από ότι είχε γράψει στον προϋπολογισμό (είχε προϋπολογιστεί δαπάνη 59,9 δισ. ευρώ αλλά ξοδεύτηκαν μόνο 55,1 δισ. ευρώ) αλλά αυτά τα χρήματα θα χρησιμοποιηθούν αποκλειστικά για αποπληρωμές χρεών και δανείων.

Η μη υλοποίηση κρατικών δαπανών σημαίνει ότι κρίσιμες υπηρεσίες, παροχές ή επενδύσεις θα υπολειτουργούν κάτι το οποίο το βιώνει ο Έλληνας πολίτης καθημερινά.

Οπότε το περιβόητο πλεόνασμα του 2024 επιτεύχθηκε επειδή το Δημόσιο μείωσε τις δαπάνες με τις οποίες συντηρεί τον κρατικό μηχανισμό, το κράτος πρόνοιας και τα δημόσια αγαθά και γιατί εισέπραξε αυξημένα έσοδα από τον υψηλό ΦΠΑ, τους ειδικούς φόρους κατανάλωσης, τον ΕΝΦΙΑ και τις άλλες φορολογίες.

Μάλιστα αν κάποιος δει τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος θα καταλάβει ότι εκεί μέσα κρύβεται μία τρίτη εφορία.

Οι άλλες δύο είναι η κανονική εφορία και τα ασφαλιστικά ταμεία.

Εδώ πρέπει να τονιστεί ότι η ακρίβεια παίζει μέγιστο ρόλο στην αύξηση των εσόδων. Με απλή λογική του μπακάλη και μαθηματικά δημοτικού κάποιος κατανοεί ότι όσο πιο υψηλές οι τιμές των προϊόντων και των καυσίμων τόσο πιο μεγάλα είναι τα έσοδα που αποδίδονται από τους φόρους στο κράτος.

Βέβαια κάποιος θα αναρωτηθεί πως παρουσιάζεται ανάπτυξη σε μία χώρα όπου δεν γίνονται δαπάνες και όλα υπολειτουργούν και οι πολίτες νιώθουν κάποιος «τους έχει κάτσει στο σβέρκο για τα επόμενα 100 χρόνια» (Γιατί για 100 χρόνια τουλάχιστον θα διαρκέσει σκλαβιά των Μνημονίων);

Οι μεγάλες εισροές των χρημάτων από το Ταμείο Ανάκαμψης, είναι αυτές που έκαναν το θαύμα τους και εύλογα δημιουργείται το ερώτημα τι πρόκειται να συμβεί όταν όλο αυτό σταματήσει το 2025.

Σημειώνεται ότι τα ίδια ακριβώς είχε κάνει και κυβέρνηση Τσίπρα η οποία με τις ίδιες τακτικές είχε δημιουργήσει το περιβόητο «μαξιλάρι» το οποίο αντί για τα περίπου 15 δισ. ευρώ που ήταν η μνημονιακή υποχρέωση έφτασε στα 35 δισ. ευρώ χάρη στην υπερφορολόγηση

Μόνο που εκείνη η κυβέρνηση δεν είχε στη διάθεση της Ταμείο Ανάκαμψης για να μοιράσει χρήμα και πλήρωσε το τίμημα στις εκλογές του 2019.

Το πρόβλημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση Μητσοτάκη είναι ότι για πολιτικούς λόγους εμφανίζεται μπροστά στους πολίτες να ισχυρίζεται πως προσπαθεί να πατάξει την ακρίβεια αλλά η αλήθεια είναι ότι η ακρίβεια την βολεύει και την συντηρεί για να πετυχαίνει χωρίς κόπο τους μνημονιακούς της στόχους.

Δεν μπορεί να κάνει καμιά ουσιαστική φοροελάφρυνση και δεν μπορεί να προχωρήσει σε ουσιαστικές δαπάνες που να διευκολύνουν τη ζωή των πολιτών γιατί αν το κάνει δεν θα είναι σε θέση να αποπληρώνει τα χρέη που φορτώθηκε η χώρα από τα Μνημόνια.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Το 2026 αναμένεται να είναι πολύ δύσκολο για την κυβέρνηση Μητσοτάκη γιατί δεν θα υπάρχουν πλέον οι πόροι για να «πείθεται» η ελληνική κοινωνία ότι όλα πάνε καλά…