Ο Γιώργος Τσίπρας έριξε τα «πυρά» του στον Στέφανο Κασσελάκη λίγες ώρες μετά την απόλυσή του από την Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ.
«Πιθανώς να ακολουθήσουν κι άλλοι, που δεν είναι απολύτως της γνώμης του προέδρου» είπε χαρακτηριστικά στη συνέντευξη που παραχώρησε στην ΕΡΤ και έσπευσε να σημειώσει ότι ο ίδιος δεν αιφνιδιάστηκε από την απόφαση του Στέφανου Κασσελάκη.
«Δεν νομίζω ότι υπάρχει ανάγκη να μπούμε σε λεπτομέρειες. Εχω κάνει μια σχετική δήλωση. Δηλαδή μετά από μια ραδιοφωνική συνέντευξη στην ΕΡΑ, ειδοποιήθηκα μετά από δέκα λεπτά, ότι λύεται σύμβαση εργασίας. Κυκλοφόρησε κάποια διαρροή από κύκλους της Κουμουνδούρου, στην οποία δεν θέλω να απαντήσω γιατί ακριβώς η Κουμουνδούρου δεν είχε κάποια επίσημη ανακοίνωση. Το μόνο που θέλω να πω είναι ότι είναι επτά προτάσεις, επτά ψέματα. Είναι αθλιότητες και μάλιστα παιδαριώδεις, δολοφονία χαρακτήρα», δήλωσε αρχικά στη συνέντευξη που παραχώρησε.
Συνέχισε μάλιστα εξηγώντας: «Μία από αυτές είναι ότι όταν ανακηρύχθηκα υποψήφιος, παύθηκα από τη θέση του διευθυντή της κοινοβουλευτικής ομάδας. Οι εκλογές έγιναν μέσα Απριλίου, εγώ παύθηκα μέσα Φεβρουαρίου, είναι 2 μήνες πριν. Αυτοδιαψεύδονται και οι ίδιοι. Αν τολμάνε ας κάνουν επίσημη ανακοίνωση». Αν τολμάνε ας κάνουν επίσημη ανακοίνωση».
Ο κ. Τσίπρας δήλωσε πως απέκτησε μια έμμισθη σχέση με το κόμμα, μετά την εκλογή Κασσελάκη και είπε πως δεν, «έπεσε από τα σύννεφα» με την σημερινή απόφαση, καθώς «μπορεί να υπήρχε η λίστα ήδη πριν τις εκλογές και μπορεί να ακολουθήσουν κι άλλοι». «Δηλαδή όποιος δεν είναι απολύτως της γνώμης του προέδρου. Οι λόγοι δεν έχουν να κάνουν ωστόσο, με αυτά τα οποία αναφέρονται», εξήγησε.
Αναφέρθηκε σε δήλωσή του όπου είπε πως, για να χτυπήσει το τηλέφωνο αμέσως, πρόκειται για μια σύμπτωση, σε συνέχεια άλλων συμπτώσεων: «Έχουν υπάρξει αρκετές συμπτώσεις όλο το προηγούμενο διάστημα σχετικά με ανθρώπους που δεν είναι ταυτισμένοι με οτιδήποτε που λέει ένας, δύο άνθρωποι».
Για την ανασύνθεση του προοδευτικού χώρου, ο κ. Τσίπρας τόνισε πως: «Υπάρχουν δύο ζητήματα που αφορούν όλες τις διεργασίες που θα ακολουθήσουν το επόμενο διάστημα και ήδη έχουν ξεκινήσει μετά τις ευρωεκλογές. Το ένα ζήτημα αν υπάρχει βούληση να στραφούμε προς αυτή την κατεύθυνση της ανασύνθεσης Κεντροαριστεράς. Και το δεύτερο ζήτημα είναι με ποια στρατηγική. Δηλαδή το πρώτο απ όλα είναι να υπάρχει βούληση. Δεν είναι το ζήτημα να λες ότι “αν προκύψουν καταστάσεις κλπ θα είμαστε παρόντες”. Το θέμα είναι ποια είναι δική μας γνώμη, τι πρέπει να γίνει. Εγώ από όλη μου την περιοδεία την προεκλογική, ένα πράγμα που εισέπραξα από τον κόσμο είναι ότι ένα πολύ μεγάλο ποσοστό, μια συντριπτική πλειοψηφία 70, 80, 90%, λένε ότι παιδιά κάτι πρέπει να κάνετε, εννοώντας όλον τον προοδευτικό χώρο».
Πρόσθεσε πως, «θα είναι πολύ δύσκολο. Ούτε είναι θέμα συγκολλήσεων, ούτε είναι θέμα συνάντησης κορυφής. Είναι πολλά πράγματα μαζί, αλλά το λέει όλος ο κόσμος. Άρα είναι αίτημα των καιρών».
Ο κ. Τσίπρας εξήγησε μάλιστα πως την προηγούμενη δεκαπενταετία φαινόταν δύσκολο να υπάρξει μια συνύπαρξη και ενότητα κάποιων δυνάμεων, κάτι που τελικά πρόκυψε. «Η ίδια η ζωή οδήγησε σε κάποιον τρόπο να γίνει και νομίζω βρισκόμαστε μπροστά σε μια τέτοια κατάσταση», είπε.
Παράλληλα, εξήγησε πως μπορεί να υπάρχει ατομικό πρόβλημα των ίδιων των κομμάτων στο ότι δεν μπορούν να βρουν μια κοινή «περπατησιά». «Αυτό ειπώθηκε μάλιστα χθες και από τον Αλέξη Τσίπρα στο Ινστιτούτο. Δηλαδή, προφανώς ένα μέρος της ευθύνης αφορά και εμάς. Αν μας θεωρούσε ο κόσμος εμάς ή το ΠΑΣΟΚ μια εναλλακτική προοπτική, θα ήταν και μικρότερη αποχή και θα υπήρχε μια υπερψήφιση. Είμαστε κι εμείς μέρος της αναξιοπιστίας του πολιτικού συστήματος, προφανώς πολύ λιγότερο από την κυβέρνηση».
Σχετικά με το ποιος μπορεί να «κερδίσει» τον Κ. Μητσοτάκη, ο κ. Τσίπρας είπε: «Χρειάζεται μια σοβαρή εναλλακτική πρόταση. Να πείσει τον ελληνικό λαό. Όταν δεν πείθεις έχεις πρόβλημα, δεν έχει ο ελληνικός λαός. Όταν συγκροτηθεί αυτή η πρόταση να υπάρχει θα μπορέσει να νικηθεί ο Μητσοτάκης ή όποιος διάδοχός του».
Όσο για το αν θα «παίξει» κάποιο ρόλο ο Αλ. Τσίπρας σε αυτή την διαδικασία ο κ. Τσίπρας εξήγησε πως, «δεν γνωρίζω αν το θέλει ο ίδιος και προφανώς πρέπει να ερωτηθεί. Αλλά δεν περισσεύει κανείς. Είναι άνθρωπος, μπορεί να προσφέρει ακόμα πολλά. Αναφέρεται σε αυτόν πολύς κόσμος».