Με απόφαση «βόμβα» του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ Ολομ. 992/2023) οι ανώτατοι δικαστές «φρενάρουν» την έκδοση οικοδομικών αδειών και την ανέγερση αγροτικών κτιρίων, κατά παρέκκλιση, βάσει Προεδρικού Διατάγματος του 1985 και προκαλούν «βραχυκύκλωμα» στην δόμηση σε εκτός σχεδίου περιοχές.
Ειδικότερα, έκαναν δεκτή αίτηση ακυρώσεως κατά απόφασης της Περιφέρειας Στερεάς Ελλάδας, με την οποία εγκρίθηκε παρέκκλιση από τις ισχύουσες πολεοδομικές διατάξεις περί εκτός σχεδίου δόμησης για την κατασκευή αγροτικής αποθήκης, σε μη άρτιο γήπεδο στην Νότια Εύβοια.
Δεδικασμένο
Από τη νέα απόφαση παράγεται δεδικασμένο που έρχεται να προστεθεί στην απόφαση 176/2023 του ΣτΕ, με την οποία το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο είχε βάλει τέλος στις οικοδομικές άδειες σε εκτός σχεδίου περιοχές της Πάτμου επειδή δεν είχαν «πρόσωπο» σε αναγνωρισμένη οδό.
Μάλιστα, στην περίληψη της πρόσφατης απόφασης που δημοσίευσε το ΣτΕ αναφέρεται ότι «η δίκη διατηρεί το αντικείμενό της, ως προς την έγκριση της παρέκκλισης, η οποία δεν εξαντλείται σε μία εφαρμογή, αλλά μπορεί να εφαρμοσθεί και στο μέλλον».
Σημειώνεται επίσης ότι οι παρεκκλίσεις από τους πάγιους όρους δόμησης μιας περιοχής, και όταν ακόμη αναφέρονται σε ορισμένα ακίνητα, πρέπει να εντάσσονται στην κατηγορία με την οποία συνδέονται χωρικά και έχουν κανονιστικό χαρακτήρα.
Οι συγκεκριμένες αρχές ισχύουν και για τους όρους δόμησης των περιοχών εκτός σχεδίου, οι οποίοι, κατά την πάγια νομολογία του Συμβουλίου της Επικρατείας, δεν επιτρέπεται να είναι ευνοϊκότεροι των όρων εντός σχεδίου, ούτε να οδηγούν σε αλλοίωση του χαρακτήρα των εκτός σχεδίου περιοχών.
Το Προεδρικό Διάταγμα
Όσον αφορά στις διατάξεις του ΠΔ της 24-31.5.1985 που προβλέπουν την έγκριση παρέκκλισης από τους κατά τον κανόνα όρους της εκτός σχεδίου δόμησης, στην απόφαση αναφέρεται χαρακτηριστικά ότι «δεν προβλέπουν νόμιμα κριτήρια για την έγκριση της παρέκκλισης».
Ειδικότερα, οι ανώτατοι δικαστές επισημαίνουν ότι, δεν προκύπτει ο λόγος δημοσίου συμφέροντος που εξυπηρετείται με την παρέκκλιση, δεν προσδιορίζονται με σαφήνεια οι υποκειμενικές και αντικειμενικές προϋποθέσεις για την έγκρισή της, ιδίως ως προς τον καθορισμό των δικαιούχων και τα ελάχιστα όρια εμβαδού, προσώπου και βάθους του γηπέδου για την έγκριση της παρέκκλισης, ενώ και όπου καθορίζονται ανώτατα ή κατώτατα όρια, το εύρος της απόκλισης είναι ανεπίτρεπτα μεγάλο.
Αγροτεμάχια
«Έτσι ευνοείται η δόμηση μειονεκτικών αγροτεμαχίων, η κατάτμηση των αγροτικών κλήρων και η ενδεχόμενη οικοπεδοποίησή τους. Τέλος δεν προβλέπεται κλιμάκωση των όρων δόμησης ανάλογα με τον τυχόν ιδιαίτερο χαρακτήρα της περιοχής, αλλά όλες οι περιοχές αντιμετωπίζονται ομοιόμορφα», αναφέρουν οι δικαστές του ΣτΕ, υπογραμμίζοντας ότι αυτό προφανώς οφείλεται και στο ότι οι κρίσιμες διατάξεις αναπαράγουν κατ’ ουσίαν τις ρυθμίσεις παλαιότερου ΠΔ της 6-17.10.1978, το οποίο θεσπίσθηκε πριν την αναμόρφωση της νομοθεσίας περί χωροταξίας, περιβάλλοντος και αρχαιοτήτων και δεν συντονίζεται με αυτήν.
Οι πλημμέλειες του ΠΔ του 1985 «δεν θεραπεύονται κατά την αντιμετώπιση κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης, διότι τα κριτήρια για την έγκριση της παρέκκλισης πρέπει να ορίζονται εκ των προτέρων στον νόμο και όχι να τίθενται επ’ ευκαιρία της εκάστοτε εφαρμογής του», σημειώνεται στην απόφαση. Ελλείψει δε σαφούς κανονιστικού πλαισίου και νόμιμων κριτηρίων, η έγκριση της παρέκκλισης, όπως υπογραμμίζεται, «δεν αποτελεί εφαρμογή του νόμου με την έκδοση ατομικής διοικητικής πράξης, αλλά, κατ’ ουσίαν, κανονιστικό καθορισμό όρων δόμησης για κάθε συγκεκριμένο γήπεδο από το αποφασίζον όργανο, κατ’ ενάσκηση ανεπίτρεπτα ευρείας διακριτικής ευχέρειας».
Η νέα απόφαση της Ολομέλειας του ΣτΕ ανατρέπει τα δεδομένα και στην κατά παρέκκλιση δόμηση αγροτικών κτιρίων σε εκτός σχεδίου περιοχές, οι οποίες εκδίδουν οικοδομικές άδειες με βάση το ΠΔ του 1985.
Άλλωστε πάγια θέση του Ανώτατου Ακυρωτικού Δικαστηρίου είναι ότι η δόμηση δεν αποτελεί την κατά προορισμό χρήση των περιοχών εκτός σχεδίου, αλλά εξυπηρετεί τη γεωργική, κτηνοτροφική και δασοπονική εκμετάλλευση καθώς και την αναψυχή.