Κατά βάση όλα τα τεστ εγκυμοσύνης έχουν σχεδιαστεί ώστε να εντοπίζουν ίχνη της ανθρώπινης χοριακής γοναδοτροπίνης (HCG), μιας ορμόνης που παράγεται κατά τη διάρκεια της εγκυμοσύνης.
Η HCG παράγεται συγκεκριμένα από κύτταρα του πλακούντα ώστε να συμβάλει στην ανάπτυξη του γονιμοποιημένου ωαρίου αφού αυτό προσκολληθεί στο τοίχωμα της μήτρας.
Όπως όλες οι ορμόνες, έτσι και η HCG παίζει πολλαπλούς ρόλους στον οργανισμό. Για παράδειγμα, προωθεί την παραγωγή προγεστερόνης και αποτρέπει την επίθεση του ανοσοποιητικού στο αναπτυσσόμενο έμβρυο.
Εάν γίνει σύμφωνα με τις οδηγίες του κατασκευαστή, το τεστ εγκυμοσύνης αποδίδει έως και κατά 99% ακριβές αποτέλεσμα. Ωστόσο, το ανθρώπινο λάθος αλλά και ορισμένοι άλλοι παράγοντες μπορεί να οδηγήσουν σε λανθασμένο αποτέλεσμα.
1. Καρκίνος
Όλοι οι καρκινικοί όγκοι παράγουν ορμόνες και ορισμένες μορφές καρκίνου, όπως αυτός των ωοθηκών, μπορεί να προκαλέσουν αύξηση των επιπέδων της HCG, οδηγώντας σε ψευδώς θετικό αποτέλεσμα του τεστ εγκυμοσύνης.
2. Λάθος ώρα μέτρησης
Σε περίπτωση εγκυμοσύνης, τα επίπεδα της HCG στα ούρα είναι υψηλότερα τις πρωινές ώρες και ιδιαίτερα κατά την πρώτη επίσκεψη στην τουαλέτα αμέσως μετά το πρωινό ξύπνημα. Έτσι, αν το τεστ γίνει το βράδυ μπορεί να οδηγήσει σε ψευδώς αρνητικό αποτέλεσμα.
3. Χημική εγκυμοσύνη
Χημική ονομάζεται η εγκυμοσύνη όταν το γονιμοποιημένο ωάριο εμφυτεύεται μεν στη μήτρα, επομένως έχει αρχίσει να παράγεται η HCG, όμως στη συνέχεια η εγκυμοσύνη δεν είναι βιώσιμη. Πρόκειται στην ουσία για μια πολύ πρώιμη αποβολή.
4. Φαρμακευτική αγωγή
Ορισμένα συνταγογραφούμενα φάρμακα ενδέχεται να επηρεάσουν τα αποτελέσματα του τεστ εγκυμοσύνης. Για παράδειγμα, ψευδώς θετικό αποτέλεσμα μπορεί να προκύψει αν μια γυναίκα κάνει το τεστ λίγη ώρα αφού λάβει φάρμακα ενίσχυσης της γονιμότητας ή κάνει ένεση HCG.
Αν μια γυναίκα έχει αμφιβολίες για το αποτέλεσμα του τεστ εγκυμοσύνης, θα πρέπει να απευθυνθεί στον γυναικολόγο της ώστε να γίνουν οι απαραίτητες εξετάσεις και να προκύψει αξιόπιστο αποτέλεσμα.