Θεωρούμενος ως ένας από τους κορυφαίους στρατηγούς του Β’ Παγκοσμίου και σίγουρα το μεγαλύτερο στρατιωτικό μυαλό της Γερμανίας, ο στρατάρχης φον Μάνσταϊν οδήγησε τα στρατεύματά του σε μεγαλοπρεπείς νίκες, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην καλοκουρδισμένη ναζιστική μηχανή.
Κάτω από τις διαταγές και τους περιβόητους τακτικισμούς του, οι Γερμανοί έφυγαν θριαμβευτές από τη Σεβαστούπολη και από άλλα φημισμένα θέατρα μαχών της Ρωσίας, καθώς κατά γενική ομολογία ο στρατάρχης ήταν από τα μεγάλα μυαλά του πολέμου, ιδιαίτερα σε επίπεδο πολέμου ελιγμών και σφοδρών αντεπιθέσεων.
Μαέστρος στη χάραξη στρατηγικής αλλά και τις πολεμικές επιχειρήσεις, ο φον Μάνσταϊν άφησε γερή παρακαταθήκη με την τακτικίστικη τόλμη του, την ίδια ώρα που το μεταπολεμικό του πόνημα «Χαμένες Νίκες» θεωρείται κλασικό πια στην πολεμική λογοτεχνία.
Ο πολεμιστής του Χίτλερ σχεδίασε και οργάνωσε την επίθεση που θα έπιανε εξαπίνης τη Δυτική Ευρώπη το 1940, αποκατέστησε το γερμανικό μέτωπο μετά την πανωλεθρία του Στάλινγκραντ και διεξήγε έναν αριστουργηματικό 10μηνο πόλεμο κατά υπέρτερων συμμαχικών δυνάμεων στην Ουκρανία το 1943-44, ως άρχων του πολέμου ελιγμών, τον οποίο ανήγαγε σε υψηλή τέχνη συνδυάζοντας αρμονικά επιχειρησιακή ιδιοφυία, εξαιρετική τακτική αντίληψη και αξιοθαύμαστη αναλυτική ικανότητα.
Το πλούσιο στρατιωτικό βιογραφικό του μιλάει εξάλλου καλύτερα για το πόσο βοήθησε ο εξέχων αυτός ηγήτορας τον στρατό ξηράς της Γερμανίας κατά τον Β’ Παγκόσμιο: εμπνευστής του σχεδίου εισβολής στη Γαλλία την άνοιξη του 1940, κατακτητής της Κριμαίας, σωτήρας της νότιας πτέρυγας του Ανατολικού Μετώπου μετά τον καταστροφικό χειμώνα του 1942-1943, πορθητής του Χαρκόβου την άνοιξη του 1943 κ.λπ.
Κάτω από τον λαμπρό στρατιωτικό μύθο όμως κρυβόταν μια ζοφερή αλήθεια, καθώς ο Μάνχαϊμ μπλέχτηκε στις γενοκτονικές φιλοδοξίες του Χίτλερ και τη μαζική εξόντωση λαών, αν και οι συνεχείς διαφωνίες του με τον Φύρερ θα τον οδηγούσαν τελικά σε πρόωρη αποστρατεία τον Μάρτιο του 1944, καθώς ο Αδόλφος δεν άντεχε την ισχυρή του προσωπικότητα. Πόσο συνεργός όμως ήταν στο έγκλημα των εγκλημάτων;
Σαφώς μεγαλύτερος στρατιωτικός από άνθρωπος, ο φον Μάνχαϊμ θεωρήθηκε από την αρχή συνεργός στην Τελική Λύση, καθώς στο ηθικό τέλμα του Ανατολικού Μετώπου η Βέρμαχτ του βυθίστηκε πρόθυμα στη ναζιστική εγκληματικότητα.
Ο στρατάρχης των ναζί αγνόησε επιδεικτικά τα εγκλήματα που γίνονταν πίσω από την πρώτη γραμμή, καθώς η αρμοδιότητά του ήταν αποκλειστικά η εμπροσθοφυλακή, την οποία θεωρούσε κάτι σαν αυτόνομη περιοχή. Ιδιαιτέρως πολύπλοκη προσωπικότητα, η συμμετοχή του στη γενοκτονία δεν μπορεί να περάσει στα «ψιλά» του άψογου στρατιωτικού του μητρώου.
Ο κορυφαίος στρατηγός του Χίτλερ καταδικάστηκε μεταπολεμικά από το συμμαχικό στρατοδικείο, αν και έλαβε χάρη και διετέλεσε αργότερα σύμβουλος του δυτικογερμανού καγκελαρίου. Ποιος ήταν όμως πράγματι ο άνθρωπος που μετατράπηκε σε φόβητρο των Συμμάχων καθ’ όλη τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου;
Πρώτα χρόνια
Ο Φριτς Έριχ φον Λεβίνσκι γεννιέται στις 24 Νοεμβρίου 1887 στο Βερολίνο ως το δέκατο παιδί του αριστοκρατικής καταγωγής πρώσου στρατηγού Έντουαρντ φον Λεβίνσκι, αν και ήταν κανονισμένο ήδη από τη σύλληψή του να δοθεί για υιοθεσία στην άκληρη οικογένεια της θείας του, η οποία ήταν παντρεμένη με τον εξίσου περίφημο υποστράτηγο Γκέοργκ φον Μάνσταϊν.
Μόλις γεννήθηκε ο Έριχ, ο πατέρας του έστειλε το χαρμόσυνο τηλεγράφημα στον υποστράτηγο Μάνσταϊν: «Σήμερα απέκτησες ένα υγιές αγόρι. Μητέρα και παιδί είναι καλά. Συγχαρητήρια». Οι διαδικασίες της επίσημης υιοθεσίας διεκπεραιώθηκαν το 1896, με τον θάνατο του φυσικού του πατέρα φον Λεβίνσκι.
Τόσο από τους φυσικούς του γονείς όσο και από τη θετή του οικογένεια λοιπόν, ο φον Μάνσταϊν κληρονόμησε τη στρατιωτική καριέρα από τα γεννοφάσκια του, καθώς πέρα από τον βιολογικό και τον θετό του πατέρα, δυο από τους παππούδες του ήταν επίσης πρώσοι στρατηγοί, όπως εξάλλου και ο αδελφός της μητέρας του (κανείς άλλος από τον στρατάρχη και πρόεδρο κατόπιν της Γερμανίας, Πάουλ φον Χίντενμπουργκ!). Δεν θα μπορούσε λοιπόν ο νεαρός Έριχ να ακολουθήσει άλλη σταδιοδρομία στη ζωή, μαθαίνοντας από μικρός τις αρετές της πειθαρχίας και της υπακοής.
Κι έτσι μόλις τέλειωσε το σχολείο στο Στρασβούργο το 1899, φοίτησε ως δόκιμος στη Σχολή Ευελπίδων (1900-1906) και τη στρατιωτική ακαδημία αργότερα, όταν και τοποθετήθηκε στο 3ο Σύνταγμα Πεζών Εθνοφρουράς ως σημαιοφόρος. Τον Οκτώβριο του 1913 θα γίνει δεκτός στην Πρωσική Στρατιωτική Ακαδημία στο Βερολίνο, απ’ όπου θα αποφοιτήσει την επόμενη χρονιά με τον βαθμό του ανθυπολοχαγού…
Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος και Μεσοπόλεμος
Το άστρο του υπολοχαγού Μάνσταϊν θα λάμψει στον Μεγάλο Πόλεμο του 1914, όταν θα πολεμήσει και στα δύο μέτωπα. Αφού στάλθηκε στο Ανατολικό Μέτωπο με το ξέσπασμα του πολέμου και τραυματίστηκε σοβαρά σε πολωνικό έδαφος το 1914, επανήλθε στην ενεργό δράση το 1915 ως λοχαγός και πλέον υπηρετούσε στο Γενικό Επιτελείο. Ως επιτελικός τώρα, μετατέθηκε στο Δυτικό Μέτωπο και πήρε μέρος σε αναρίθμητες μάχες στη Γαλλία και το Βέλγιο, παίρνοντας τα πρώτα του παράσημα.
Στην εύθραυστη ειρήνη του Μεσοπολέμου, ο Μάνσταϊν ήταν στην ηγετική ομάδα του Ράιχσβερ, του στρατεύματος που είχε επιτραπεί δηλαδή να διατηρεί η Γερμανία, και μετατράπηκε στον κύριο μοχλό αναδιοργάνωσης του σώματος των 100.000 αντρών. Στις αρχές της επόμενης δεκαετίας (1920), παντρεύτηκε την κόρη ενός πλούσιου γαιοκτήμονα, με την οποία θα αποκτούσε τρία παιδιά, και συνέχισε να ανεβαίνει γοργά τα σκαλιά της στρατιωτικής ιεραρχίας, ως διοικητής λόγων, ταγμάτων και συντάγματος τελικά.
Ο ταγματάρχης φον Μάνσταϊν επισκέφθηκε το 1927 ως αξιωματικός του Επιτελείου Στρατού χώρες του εξωτερικού και είδε από πρώτο χέρι την οργάνωση των στρατών τους, αποκτώντες γνώσεις που θα αποδεικνύονταν πολύτιμες ιδιαιτέρως σύντομα. Κι έτσι όταν το 1933 οι ναζί ανέβηκαν στην εξουσία και άρχισαν την αναδιοργάνωση των ενόπλων δυνάμεων της Γερμανίας, καταπατώντας τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, ο Μάνσταϊν μετατράπηκε σε μοχλό της δημιουργίας της Βέρμαχτ.
Αφού κατάφερε μέσω των υψηλών διασυνδέσεων της οικογένειάς του να αποσιωπηθεί το θέμα της κατά το ήμισυ εβραϊκής καταγωγής του (η μητέρα του ήταν εβραία) και να περισώσει την καριέρα του στο στράτευμα, διορίζεται το 1935 επικεφαλής κλάδου στο Γενικό Επιτελείο Στρατού και αναδιοργανώνει εκ βάθρων την επιχειρησιακή δομή του ναζιστικού στρατεύματος.
Το 1936 θα τον βρει στον βαθμό του υποστρατήγου να υπηρετεί ως αναπληρωτής αρχηγός του επιτελείου και υπασπιστής του στρατηγού φον Λέεμπ, για χάρη του οποίου επέβλεψε την προσάρτηση της Σουδητίας, αν και διαφώνησε με την κίνηση, καθώς πίστευε ότι ο τσεχικός στρατός ήταν υπέρτερος σε όρους ετοιμότητας από τον γερμανικό.
Στις εκκαθαριστικές επιχειρήσεις του Χίτλερ στο στράτευμα το 1938, όταν τα κεφάλια των αντιφρονούντων ανωτέρων έπεφταν σωρηδόν, ο φον Μάνσταϊν άλλαξε στρατόπεδο και από υπέρμαχος της στρατιωτικής ουδετερότητας στα κελεύσματα του Ναζιστικού Κόμματος ισχυριζόταν τώρα ότι η Βέρμαχτ όφειλε να υπακούσει στους επεκτατικούς στόχους του Φύρερ.
Β’ Παγκόσμιος Πόλεμος
Παρά το γεγονός ότι ο φον Μάνσταϊν ελπίζει ότι θα γίνει αρχηγός του Επιτελείου όσο ο Β’ Παγκόσμιος κοντοζύγωνε, ο Χίτλερ τον αγνοεί επιδεικτικά και τον διορίζει διοικητή της 18ης Μεραρχίας Πεζικού στη Σιλεσία, προάγοντάς τον όμως σε αντιστράτηγο. Με το ξέσπασμα του πολέμου, αποσπάται από το Επιτελείο και τοποθετείται ανώτατος επιτελάρχης του Γκερντ φον Ρούντστεντ στις εκστρατείες της Βέρμαχτ σε Πολωνία και Γαλλία.
Στις δύο αυτές εναρκτήριες του Β’ Παγκοσμίου στρατιωτικές αποστολές, ο αντιστράτηγος Μάνσταϊν αποκτά φήμη για τον αρμονικό συντονισμό χερσαίων και εναέριων μέσων. Ιδιαίτερα στη Γαλλία, οι ελιγμοί του για την πλευροκόπηση των Γραμμών Μαζινό και η επίθεση μέσω Αρδεννών έδωσαν την εύκολη νίκη στη ναζιστική Γερμανία, προσυπογράφοντας την πτώση της Γαλλίας σε χρόνο-ρεκόρ. Μετά τη συνθηκολόγηση του Παρισιού, ο φον Μάνσταϊν προάγεται σε στρατάρχη και στις 19 Ιουνίου 1940 παρασημοφορείται για άλλη μια φορά.
Ο Χίτλερ του αναγνώρισε ότι η Γαλλία έπεσε με το «Σχέδιο Μάνσταϊν», το οποίο σκάρωσε ο δαιμόνιος στρατηγός στο περιθώριο του επίσημου σχεδιασμού, και τον ξαπέστειλε τον Φεβρουάριο του 1941 στο ρωσικό μέτωπο ως διοικητή του 56ου Σώματος Τεθωρακισμένων. Ο Μάνσταϊν θα πάρει μέρος στην «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» για την κατάκτηση της Σοβιετικής Ένωσης και θα ηγηθεί της αρχικής επιτυχημένης επίθεσης, προελαύνοντας σχεδόν ανενόχλητος στο σοβιετικό έδαφος. Τον Σεπτέμβριο θα του ανατεθεί η 11η Στρατιά, η κατάληψη της Σεβαστούπολης και η όλη εισβολή στην Κριμαία, όπου θα πιάσει αιχμαλώτους δεκάδες χιλιάδες σοβιετικούς στρατιώτες κατακτώντας τελικά τη Σεβαστούπολη στις αρχές Ιουλίου του 1942. Η πετυχημένη του εκστρατεία θα τον φέρει στον βαθμό του αρχιστρατήγου, καθώς ο Χίτλερ πέταξε στα ουράνια για την επιτυχία του Μάνσταϊν.
Ο στρατάρχης πλέον θα φύγει τον ίδιο μήνα για τα βόρεια, ώστε να υποστηρίξει την πολιορκία του Λένιγκραντ, όπου παρά το γεγονός ότι θα χάσει 60.000 άντρες, θα αποδείξει τη στρατιωτική του ανωτερότητα μέσω των φημισμένων ελιγμών των μικρών του μονάδων. Ο Μάνσταϊν δεν καταφέρνει να κυριεύσει την πόλη, αποκρούει ωστόσο τις σοβιετικές αντεπιθέσεις και τον Νοέμβριο του 1942 τίθεται επικεφαλής -με διαταγή του ίδιου του Φύρερ- της νεοσυσταθείσας Στρατιάς του Ντον, ενός σχηματισμού αποτελούμενου από αποδεκατισμένες γερμανικές και ρουμανικές μονάδες που αποστολή έχει την κατάληψη του Στάλινγκραντ.
Οι σφοδρές αντιπαραθέσεις τόσο με τον Χίτλερ όσο και τους στρατηγούς του θα ματαιώσουν ωστόσο την εκστρατεία, καθώς η αντίσταση των Ρώσων ήταν πετυχημένη. Ο στρατάρχης αναγκάζεται να αποσυρθεί στην Ουκρανία, αν και παρά την ήττα του, του αναγνωρίζεται ότι απέτρεψε την οριστική κατάρρευση του Ανατολικού Μετώπου μετά την πανωλεθρία στο Στάλινγκραντ. Ο Μάνσταϊν αναδιπλώθηκε ωστόσο, αναδιοργάνωσε τις δυνάμεις του (Στρατιά του Νότου) τον Φεβρουάριο του 1943 και επιτέθηκε εκ νέου στη Ρωσία προκαλώντας 23.000 απώλειες στους Σοβιετικούς και πιάνοντας άλλους 9.000 αιχμαλώτους πολέμου.
Τον Μάρτιο του 1943 ανακαταλαμβάνει το Χάρκοβο, παρασημοφορείται εκ νέου για μια από τις πλέον επιτυχημένες ναζιστικές επιθέσεις στο Ανατολικό Μέτωπο και αποσπά νέες δόξες, αν και τα σχέδιά του για τη συνέχιση της ρωσικής εισβολής ματαιώνονται από τον ίδιο τον Χίτλερ. Κι έτσι ο στρατάρχης καταφτάνει στο Κουρσκ με το διά χειρός Φύρερ σχέδιο (με το οποίο δεν συμφωνεί) και αντιμετωπίζει τον Γκεόργκι Ζούκοφ σε μια σειρά από τρανές μάχες με τεθωρακισμένα.
Παρά τη λυσσαλέα αντίσταση του Ζούκοφ, ο Μάνσταϊν σημειώνει επιτυχίες και τα βάζει με τον Χίτλερ όταν ο τελευταίος ματαιώσει την όλη εκστρατεία. Τώρα πιστεύει ακράδαντα ότι το Ανατολικό Μέτωπο είναι θέμα χρόνου να χαθεί για τη Γερμανία και αποσύρεται τελικά στον Δνείπερο, όχι βέβαια προτού προκαλέσει νέες σοβαρές απώλειες στους Σοβιετικούς.
Από τον Οκτώβριο του 1943 ως τα μέσα Ιανουαρίου του 1944 κράτησε το Ανατολικό Μέτωπο από τις επιθέσεις του Κόκκινου Στρατού, αν και πλέον οι διαφωνίες του με τη στρατηγική του Χίτλερ είναι αγεφύρωτες. Κάτω και από τις συστάσεις των επιτελών του, ο Φύρερ τον ανακαλεί στο Βερολίνο στις 30 Μαρτίου 1944 και τον απαλλάσσει από τα καθήκοντά του, καθώς μέχρι τότε ο στρατάρχης είχε καταφερθεί δημόσια κατά της πολιτικής του Φύρερ, συγκεντρώνοντας τη μήνη του ισχυρού άντρα του Γ’ Ράιχ. Ο οποίος έσπευσε ωστόσο να τον τιμήσει για τις υπηρεσίες του στην πατρίδα με την τρίτη υψηλότερη τιμή στη ναζιστική Γερμανία…
Δίκη και τελευταία χρόνια
Τα πηγαδάκια στο Βερολίνο ισχυρίζονταν βέβαια ότι ο Χίτλερ δεν τον έπαψε γιατί τον θεωρούσε ηττοπαθή και ανάξιο, όπως ήθελε ο Γκέρινγκ, αλλά επειδή ακριβώς φοβούνταν τις ικανότητες και την ισχυρή του προσωπικότητα. Και μάλλον είχε άδικο, γιατί ο Μάνσταϊν είχε πληροφορηθεί για την απόπειρα της 20ής Ιουλίου κατά του Χίτλερ και αρνήθηκε να πάρει μέρος, λέγοντας αγέρωχα πως «οι Πρώσοι στρατάρχες δεν στασιάζουν».
Έχοντας αποσυρθεί πλέον επίσημα, ο φον Μάνσταϊν πήρε την οικογένειά του και κατέφυγε στη Βαυαρία της Γερμανίας, όπου και παραδόθηκε επισήμως τον Αύγουστο του 1945 στον βρετανό θριαμβευτή Μπέρναρντ Μοντγκόμερι. Αφού τέθηκε αρχικά σε κατ’ οίκον περιορισμό, φιλοξενήθηκε αργότερα σε στρατόπεδο αιχμαλώτων πολέμου και μεταφέρθηκε τελικά στη Νυρεμβέργη για να πάρει μέρος ως μάρτυρας υπεράσπισης κυρίως των γερμανών αξιωματικών που κατηγορούνταν για εγκλήματα κατά της ανθρωπότητας.
Τον Αύγουστο του 1949 κρίθηκε και ο ίδιος ένοχος για εγκλήματα πολέμου και καταδικάστηκε σε κάθειρξη 18 ετών, αν και οι Βρετανοί τον ήθελαν να πέφτει στα μαλακά (ο ίδιος ο Μοντγκόμερι πλήρωσε τον μεγαλοδικηγόρο του Μάνσταϊν), καθώς τον σέβονταν απεριόριστα. Κι έτσι όχι μόνο του συμπεριφέρθηκαν με το γάντι αλλά αρνήθηκαν και την έκδοσή του στη Ρωσία για να δικαστεί εκ νέου στο εκεί στρατοδικείο.
Οι νέες δικαστικές περιπέτειές του στο Αμβούργο το 1949 τον απάλλαξαν από πολλές κατηγορίες και σίγουρα από τις βαρύτερες, τον έκριναν ωστόσο ένοχο για δύο αδικήματα, μειώνοντας την ποινή του στα 12 χρόνια. Ο στρατάρχης Μάνσταϊν αποφυλακίστηκε πρόωρα στις 6 Μαΐου 1953, επικαλούμενος λόγους υγείας (προβλήματα στο μάτι), και έγινε μετά ένας από τους κύριους συμβούλους της δυτικογερμανικής κυβέρνησης του Αντενάουερ σε θέματα εθνικής άμυνας.
Το 1955 έγραψε το περίφημο σύγγραμμά του «Χαμένες Νίκες» (και το 1958 ένα δεύτερο, το «Από τη ζωή ενός στρατιώτη, 1887-1939 » ), στο οποίο ισχυρίστηκε ότι αν οι στρατηγοί έκαναν κουμάντο στο Ανατολικό Μέτωπο, τότε οι Γερμανοί θα κέρδιζαν τη μάχη της Ρωσίας. Παρά το γεγονός ότι ήταν εδώ και χρόνια σε αποστρατεία, στη Δυτική Γερμανία του καιρού θεωρούνταν ως άτυπος αρχηγός των Ενόπλων Δυνάμεών της.
Ο Έριχ φον Μάνσταϊν πέθανε στις 10 Ιουνίου 1973 στο Μόναχο, όπου ζούσε τα τελευταία του χρόνια, ως ο κορυφαίος στρατιωτικός εγκέφαλος της ναζιστικής Γερμανίας στα χρόνια του Β’ Παγκοσμίου.