Εξαιρετικά ενδιαφέροντα στοιχεία σχετικά με το τι συνέβαινε στο Γ’ Ράιχ όσον αφορά στη χρήση ναρκωτικών- και συγκεκριμένα μεταμφεταμίνης- αποκαλύπτει ο Γερμανός συγγραφέας Νόρμαν Όλερ, τα οποία μπορούν να επηρεάσουν σημαντικά την εικόνα που έχουμε σχετικά με τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
Ο Όλερ παρουσιάζει τα στοιχεία αυτά στο βιβλίο του, «Der totale Rausch» το οποίο στην αγγλική έκδοσή του φέρει τον τίτλο «Blitzed». Όπως αναφέρεται σε δημοσίευμα του Guardian, σύμφωνα με τον Γερμανό συγγραφέα, ήταν μεγάλος ο ρόλος που έπαιξαν η κοκαΐνη, η ηρωΐνη, η μορφίνη και οι μεταμφεταμίνες, όχι μόνο στις τελευταίες ημέρες του Χίτλερ (ο οποίος, σύμφωνα με τον Όλερ, ήταν εντελώς ναρκομανής, με τσακισμένες φλέβες, όταν πήγε στο τελευταίο του καταφύγιο) αλλά και στην εισβολή στη Γαλλία το 1940.
Το βιβλίο εκδόθηκε στη Γερμανία πέρυσι, έγινε μπεστ σέλερ και έχει μεταφραστεί σε 18 γλώσσες. Αν και δεν είναι ιστορικός, έχει λάβει πολύ καλές κριτικές, με τον Ίαν Κέρσο, Βρετανό ιστορικό που θεωρείται ο μεγαλύτερος ειδικός του κόσμου στη ναζιστική Γερμανία και τον Χίτλερ, να εκφράζεται ιδιαίτερα θετικά.
Όπως αναφέρει ο Όλερ, η όλη υπόθεση άρχισε στις ημέρες της Δημοκρατίας της Βαϋμάρης, όταν η γερμανική φαρμακευτική βιομηχανία ανθούσε, με τη χώρα να εξάγει σημαντικές ποσότητες οπιοειδών και κοκαΐνης, οπότε τα ναρκωτικά ήταν διαθέσιμα παντού. Κατά την περίοδο αυτή ο εσώτερος κύκλος του Χίτλερ δημιούργησε την εικόνα ενός άτρωτου αρχηγού, ο οποίος εργαζόταν ασταμάτητα για το καλό της χώρας του και δεν επέτρεπε τοξίνες- ούτε καν καφέ- στο σώμα του.
Ως εκ τούτου, όταν οι Ναζί ανέβηκαν στην εξουσία το 1933, τα «αποπλανητικά δηλητήρια» τέθηκαν εκτός νόμου, και οι χρήστες ναρκωτικών χαρακτηρίστηκαν «εγκληματικά παρανοϊκοί». Άλλοι εκτελούνταν με θανατηφόρες ενέσεις και άλλοι στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Επίσης, η χρήση ναρκωτικών συνδέθηκε και με τους Εβραίους.
Ωστόσο, κάποια ναρκωτικά ήταν χρήσιμα, ειδικά σε μια κοινωνία που ήταν αποφασισμένη να ακολουθήσει τον απίστευτα δραστήριο «Φύρερ». Στην εταιρεία Temmler στο Βερολίνο, ο Φριτς χημικός Χάουσιλντ, εμπνευσμένος από την επιτυχή χρήση της βενζενδρίνης (αμφεταμίνη) από τους Αμερικανούς στους Ολυμπιακούς του 1936, άρχισε να αναπτύσσει το δικό του «θαυματουργό φάρμακο», και έναν χρόνο αργότερα κατοχύρωσε την πρώτη γερμανική μεθυλαμφεταμίνη (μεταμφεταμίνη), το Pervitin.
Σύντομα η χρήση του εξαπλώθηκε παντού, σε κάθε στρώμα της κοινωνίας (από γραμματείς και νοικοκυρές μέχρι οδηγούς τρένων) ως φάρμακο που τόνωνε την αυτοπεποίθηση και βελτίωνε τις επιδόσεις. Παράλληλα, βοηθούσε στην απώλεια βάρους. Ο Όλερ την περιγράφει ως «ο εθνικοσοσιαλισμός σε χάπι».
Γρήγορα πέρασε και στους στρατιώτες, και μάλιστα ο Όττο Ράνκε, διευθυντής του Ινστιτούτου Γενικής και Αμυντικής Φυσιολογίας είχε αναλάβει την προστασία των στρατιωτών από τη φθορά, και κατέληξε στο συμπέρασμα πως το Pervitin ήταν ιδανικό για τους εξαντλημένους στρατιώτες, μειώνοντας σημαντικά την ανάγκη για ύπνο και τις αναστολές.
Το 1940, εν όψει της εισβολής στη Γαλλία, εστάλη διάταγμα στους στρατιωτικούς γιατρούς στις οποίες συστηνόταν οι στρατιώτες να παίρνουν μια ταμπλέτα την ημέρα, δύο το βράδυ σε μικρό χρονικό διάστημα και άλλη μία ή δύο ταμπλέτες ανά δύο ή τρεις ώρες αν χρειαζόταν. Έγινε παραγγελία 35 εκατομμυρίων ταμπλετών για τον στρατό (Wehrmacht) και την πολεμική αεροπορία (Luftwaffe).
Ερωτηθείς για το αν ο «κεραυνοβόλος πόλεμος» (Blitzkrieg) ήταν αποτέλεσμα της χρήσης μεταμφεταμίνης, ο Όλερ θεωρεί ότι υπάρχει σύνδεση. «Η εισβολή της Γαλλίας κατέστη δυνατή λόγω των ναρκωτικών. Χωρίς ναρκωτικά δεν υπήρχε εισβολή. Όταν ο Χίτλερ άκουσε για το σχέδιο εισβολής μέσω των Αρδεννών, το λάτρεψε.
Ωστόσο η ανώτατη διοίκηση του είπε ότι δεν ήταν δυνατόν, τη νύχτα οι στρατιώτες θα έπρεπε να ξεκουραστούν, οι συμμαχικές δυνάμεις θα υποχωρούσαν και τα γερμανικά στρατεύματα θα κολλούσαν στα βουνά.
Αλλά μετά εστάλη το προαναφερθέν διάταγμα, που επέτρεψε στους στρατιώτες να μείνουν ξύπνιοι για τρία μερόνυχτα. Ο Ρόμμελ (τότε διοικητής τεθωρακισμένης μεραρχίας) και όλοι οι διοικητές τεθωρακισμένων ήταν υπό την επήρεια- και χωρίς τα άρματα μάχης, σίγουρα δεν θα είχαν νικήσει».
Οπότε, τα ναρκωτικά θεωρήθηκαν αποτελεσματικό όπλο από την ανώτατη διοίκηση. Το 1944-1945, όταν είχε φανεί πως η ήττα ήταν σχεδόν αναπόφευκτη, το γερμανικό ναυτικό ανέπτυξε μια σειρά μονοθέσιων υποβρυχίων, που θα μπορούσαν να φτάσουν και να ανεβούν τον Τάμεση.
Ωστόσο, αυτό προϋπέθετε ότι οι άνδρες θα έπρεπε να μένουν άγρυπνοι για ημέρες. Ο Γκέρχαρντ Ορτσεχόφσκι, επικεφαλής φαρμακολόγος της ανώτατης ναυτικής διοίκησης στη Βαλτική άρχισε την ανάπτυξη ενός νέου υπερ-φαρμάκου: Μιας τσίχλας κοκαΐνης που θα ήταν το πιο σκληρό ναρκωτικό που είχαν πάρει ποτέ Γερμανοί στρατιώτες.
Δοκιμάστηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης στο Σαχσενχάουσεν: Οι αιχμάλωτοι εξαναγκάστηκαν να περπατούν μέχρι να πέσουν κάτω. Ωστόσο, οι άνδρες που χειρίζονταν τα υποβρύχια δεν βοηθήθηκαν, καθώς προκαλούνταν ψυχωτικά επεισόδια, οπότε η δυνατότητα να παραμένουν ξύπνιοι για επτά ημέρες δεν βοηθούσε σε κάτι.
Από πλευράς του, ο Χίτλερ ήταν στον δικό του κόσμο, με τη βοήθεια του προσωπικού του γιατρού, δόκτορος Μορέλ, που είχε κάνει φήμη χάρη στις ενέσεις βιταμινών που έδινε στους ασθενείς του. Μετά την ασθένεια του «Φύρερ» το 1941, άρχισε να χρησιμοποιεί όλο και πιο σκληρά φάρμακα, όπως ορμόνες ζώων και ένα «θαυματουργό φάρμακο», το Eukodal, «ξάδελφο» της ηρωίνης, που προκαλούσε αίσθημα ευφορίας στον χρήστη (οξυκωδόνη).
Σύντομα ο Χίτλερ ήταν εξαρτημένος, χρησιμοποιώντας το μαζί με κοκαΐνη, που είχε αρχίσει να παίρνει μετά από την απόπειρα δολοφονίας του με βόμβα, για πρόβλημα στα αυτιά. Ο Όλερ θεωρεί ότι ο Μορέλ επεδίωξε εσκεμμένα να τον κάνει ναρκομανή. Σημειώνεται πως ο Μορέλ από ένα σημείο και μετά είχε αναλάβει και τον Μουσολίνι.
Ωστόσο, η καταστροφή των εργοστασίων παραγωγής Eukodal και Pervitin προκάλεσε προβλήματα, με τον Χίτλερ να αρχίζει τον Φεβρουάριο του 1945 να παρουσιάζει σύνδρομο στέρησης. «’Ολοι μιλούν για την κακή του υγεία τις τελευταίες ημέρες, αλλά δεν υπήρχε ξεκάθαρη εξήγηση. Έχουν πει ότι ήταν Πάρκινσον. Για μένα είναι προφανές ότι επρόκειτο για σύνδρομο στέρησης. Πρέπει να ήταν πολύ δύσκολο. Έχανε έναν παγκόσμιο πόλεμο, και έμενε χωρίς ναρκωτικά».