Ακόμα και 20 χρόνια μετά τον θάνατό του στο Λαγονήσι, ο «Σάσα ο Μακεδόνας» συνεχίζει να λογίζεται ως ο κορυφαίος εκτελεστής της ρωσικής μαφίας.
Πρώην μέλος του Κόκκινου Στρατού, ο ψυχρόαιμος Σολόνικ έγινε φίρμα των συμβολαίων θανάτων από τον παγερό τρόπο που εξόντωνε τα θύματά του αδιαφορώντας παντελώς για τις συνέπειες. Όπως, ας πούμε, όταν σκότωνε τους στόχους του μέσα σε κατάμεστα κέντρα διασκέδασης.
Η ιστορία του οφείλει ωστόσο να ειπωθεί από το τέλος προς την αρχή, μιας και πρόκειται για παζλ που δεν φαίνεται καθόλου εύκολο να συμπληρωθεί. Το ημερολόγιο έγραφε Φεβρουάριος του 1997 όταν ο πλέον καταζητούμενος επαγγελματίας δολοφόνος της Ευρώπης εντοπίζεται στη χώρα μας. Όχι όμως ζωντανός.
Ο «Μέγας Αλέξανδρος» του υποκόσμου είναι νεκρός, όπως και η σύντροφός του Μις Ρωσία. Η Ασφάλεια ανοίγει αμέσως τον «Φάκελο Σολόνικ», ο οποίος θα μείνει ωστόσο ημιτελής.
Για τις ελληνικές αρχές ο Σολόνικ είναι ένας μυστηριώδης ρώσος αρχιμαφιόζος, ο οποίος κατάφερε μάλιστα να αποδράσει από φυλακές υψίστης ασφαλείας της Μόσχας πριν γίνει φόβος και τρόμος του οργανωμένου εγκλήματος και κατέβει τελικά στην Ελλάδα. Η υπόθεση της στυγερής δολοφονίας του δεν εξιχνιάστηκε ποτέ. Μόνο η πολυτελής του βίλα στο Λαγονήσι βρέθηκε, πλάι στην πλούσια συλλογή με τα υπερσύγχρονα όπλα του εκτελεστή, αλλά και ένα ενεργό συμβόλαιο θανάτου κατά ιταλού επιχειρηματία.
Η Ελληνική Αστυνομία αναρωτήθηκε αμέσως για τον αριθμό των συμβολαίων θανάτου που εκτέλεσε ο ακριβοπληρωμένος Σολόνικ στη χώρα μας, μιας και το ψευδώνυμο του ομογενούς με το οποίο κυκλοφορούσε στην Αθήνα και νοίκιαζε πολυτελείς εξοχικές κατοικίες (Βλαδίμηρος Κεσσόβ) το είχαν ξανασυναντήσει οι Αρχές δύο χρόνια πρωτύτερα. Ήταν το ίδιο επίθετο με αυτό που είχαν στις ταυτότητές τους τα μέλη της ρωσικής μαφίας που το 1995 είχαν προκαλέσει το μακελειό έξω από νυχτερινό κέντρο στο Μενίδι.
Την ώρα που οι ελληνικές διωκτικές αρχές συνειδητοποιούσαν έντρομες ότι η χώρα μας είχε γίνει παιχνιδότοπος για ντόπιους και ξένους εγκληματικούς θιάσους, με συνδικάτα επαγγελματιών εκτελεστών να σουλατσάρουν ανενόχλητα ανά την επικράτεια, έβρισκαν τη σορό της πανέμορφης 19χρονης Σβετλάνα Κότοβα, γνωστού μοντέλου της Ρωσίας που είχε αναδειχτεί «Μις Ρωσία».
Ήταν η σύντροφος του «τσάρου της ρωσικής μαφίας Αλεξάντερ Σολόνικ», όπως έσπευσε να τον ονομάσει ο ελληνικός Τύπος της εποχής, η οποία βρέθηκε τεμαχισμένη και θαμμένη σε πρόχειρο τάφο σε απόσταση 300 μέτρων από τη βίλα του αρχιμαφιόζου στο Λαγονήσι: τα μέλη της είχαν τοποθετηθεί μέσα σε βαλίτσα και σακ-βουαγιάζ. Την επόμενη ημέρα (2 Φεβρουαρίου) βρέθηκε στραγγαλισμένος σε ερημική περιοχή της Βαρυμπόμπης ο μέγας εκτελεστής συμβολαίων θανάτου Σολόνικ.
Ο οποίος ήταν έτοιμος να ταξιδέψει στην Ιταλία για άλλο ένα συμβόλαιο θανάτου, όπως αποκάλυψε η ΕΛΑΣ. Ο Σολόνικ έπεσε θύμα του επαγγέλματός του, αν και πιθανότατα δεν θα μάθουμε ποτέ το γιατί και το ποιος. Τα συμβόλαια θανάτου δεν γράφονται εξάλλου με μελάνι για να μείνει, παρά με σφαίρες.
Το ειρωνικό με τον εκτελεστή της μαφιόζικης οργάνωσης Orekhovskaya που ήταν θρυλικός στους σκοτεινούς κύκλους για την ικανότητά του με τα όπλα ήταν πως στα μικράτα του ήθελε να γίνει αστυνομικός ώστε να απαλλάξει τους κακόφημους δρόμους της Μόσχας από το έγκλημα. Αντ’ αυτού, θα γινόταν βέβαια ένα από τα διαπρεπέστερα μέλη του ρωσικού υποκόσμου που ακόμα και σήμερα, δύο δεκαετίες μετά τη δολοφονία του, όλοι τον μνημονεύουν ως «υπερ-δολοφόνο»…
Πρώτα χρόνια
Ο Αλεξάντερ Βικτόροβιτς Σολόνικ γεννιέται στις 16 Οκτωβρίου 1960 στο Κουργκάν των Ουραλίων της Σοβιετικής Ένωσης και ήδη από τρυφερή ηλικία αγάπησε πολύ τις πολεμικές τέχνες. Κι έτσι μετά το σχολείο υπηρετεί με καμάρι τη στρατιωτική του θητεία στον Κόκκινο Στρατό, ως μέλος πληρώματος τανκ στις σοβιετικές δυνάμεις της Ανατολικής Γερμανίας.
Μετά τη θητεία του θέλησε να γίνει αστυνομικός και πέρασε πράγματι από τις τάξεις περιβόητης αστυνομικής ακαδημίας, αν και τον έδιωξαν κακήν κακώς έπειτα από έξι μήνες λόγω άσκησης υπερβολικής βίας στους δράστες.
Ο Αλεξάντερ επιστρέφει στο πατρικό του και πιάνει δουλειά στο τοπικό γραφείο κηδειών. Παντρεύεται, αποκτά μια κόρη και φαίνεται να βρίσκει τον δρόμο του στη ζωή. Αν και δεν έχει επιβεβαιωθεί, αυτή την περίοδο εμφανίζεται μέλος μιας απόρρητης ελίτ ομάδας σοβιετικών καταδρομέων και δεν αποκλείεται να λειτουργούσε και ως πράκτορας της KGB.
Τα συχνά πήγαινε-έλα στο Ανατολικό Βερολίνο μυρίζουν εξάλλου ύποπτα για ένα «κοράκι» γραφείου κηδειών. Τα πρώτα του αυτά χρόνια καλύπτονται από μυστήριο και κανείς δεν ξέρει με σιγουριά αν ήταν μέλος κάποιας παραστρατιωτικής οργάνωσης ή κρατικής ψυχροπολεμικής ομάδας καταστροφών.
Μέσα σε όλα, χωρίζει την πρώτη του σύζυγο, ξαναπαντρεύεται και αποκτά έναν γιο. Και τότε, το 1987, η σύζυγός του τον κατηγορεί για βιασμό και τον καταδικάζουν σε οχτώ μήνες φυλακή. Ο Σολόνικ ζήτησε μια τελευταία χάρη από τις διωκτικές αρχές, πέντε λεπτά με τη γυναίκα του για να αποχαιρετίσει τον γιο του. Μόνος στην αίθουσα του δευτέρου ορόφου του αστυνομικού τμήματος του Κουργκάν, πηδά έξω από το παράθυρο και γίνεται καπνός μέσα στην πυκνή βλάστηση της ρωσικής στέπας!
Τον πιάνουν όμως έπειτα από μπόλικους μήνες κυνηγητού στη Σιβηρία(!) και τον μεταφέρουν στις φυλακές υψίστης ασφαλείας της Μόσχας. Τον τσάκωσαν μάλιστα σε τατουατζίδικο έτοιμο να αφαιρέσει τα χαρακτηριστικά τατουάζ του σώματός του. Τώρα οι οχτώ μήνες μετατρέπονται σε μπόλικα χρονάκια.
Στη φυλακή η ζωή του «πρώην αστυνομικού» γίνεται κόλαση, εκείνος παλεύει καθημερινά με τους αιμοβόρους φυλακόβιους και έπειτα από δυο χρόνια αποφασίζει πως ήταν αρκετά: το σκάει και πάλι και πίσω δεν κοιτά…
Ο άνθρωπος που εκτελούσε στην εντέλεια τα συμβόλαια θανάτου
Από κείνη τη στιγμή, ο Σολόνικ άλλαξε εντελώς ρότα στη ζωή. Επιστρέφει στο Κουργκάν και γίνεται αμέσως μέλος της τοπικής μαφίας, πιάνοντας το όπλο ως πληρωμένος εκτελεστής. Μια από τις πρώτες δουλειές του ήταν ο «νονός» αντίπαλης συμμορίας και το θετικό αποτέλεσμα τον έχρισε αμέσως αρχιεκτελεστή του ρωσικού υποκόσμου.
Κατά τις ρωσικές αρχές, ο Σολόνικ έφαγε πολλά αφεντικά του οργανωμένου εγκλήματος και δεν δίσταζε να χτυπά ακόμα και σε δημόσιους χώρους γεμάτους με κόσμο. Τα συμβόλαια που εκτελούσε πια ο «βασιλιάς» του πληρωμένου θανάτου έφεραν βαριές υπογραφές και στρέφονταν αποκλειστικά κατά προβεβλημένων μαφιόζων.
Ταυτοχρόνως, αποτελούσε το Άγιο Δισκοπότηρο της μοσχοβίτικης αστυνομίας και όλοι ήθελαν να τον συλλάβουν. Και τον συλλαμβάνουν σε καλοσχεδιασμένη επιχείρηση σε μια παμπ, δεν τον ψάχνουν όμως καλά. Κι έτσι όταν τον βάζουν στο αστυνομικό τμήμα, βγάζει το μικρό αυτόματό του και γαζώνει μερικούς αστυνομικούς. Όπως είπαν μετά όσοι έζησαν, δεν μπορούσαν να πιστέψουν το σημάδι του!
Από τη συμπλοκή τραυματίστηκε σοβαρά ο μαφιόζος Σολόνικ, κατάφερε παρ’ όλα αυτά να διαφύγει. Τον πιάνουν λίγο αργότερα την ίδια μέρα και πριν οδηγηθεί και πάλι στη φυλακή, περνά από το νοσοκομείο για να του αφαιρέσουν τη σφαίρα που έχει καρφωθεί στο νεφρό. Παρά το γεγονός ότι μεταφέρθηκε εκ νέου στις θρυλικές φυλακές υψίστης ασφαλείας της Μόσχας «Κέντρο Κράτησης 1», το 1995 κατάφερε να αποδράσει και πάλι έπειτα από οχτώ μήνες στην απομόνωση, αν και τώρα πρέπει να είχε βοήθεια από μέσα. Ήταν παρόλα αυτά ο μόνος τρόφιμος που κατάφερε να δραπετεύσει από το συγκεκριμένο σωφρονιστικό κατάστημα.
Τώρα όμως ήταν γνωστός και στους δύο πόλους του φάσματος της νομιμότητας και κρησφύγετο δεν υπήρχε γι’ αυτόν. Κι έτσι αποφάσισε να εγκαταλείψει τη Ρωσία και να αναζητήσει την τύχη του στην Ελλάδα. Από τη Ρωσία έφυγε ωστόσο ως ο πιο «επαγγελματίας» εκτελεστής, με τον υπόκοσμο να τον αποκαλεί τιμητικά «Μέγα Αλέξανδρο» αλλά και «Σάσα ο Μακεδόνας», καθώς στο ξεκαθάρισμα λογαριασμών έλεγαν πως ήταν τόσο πολυμήχανος όσο ο έλληνας στρατηλάτης στις μάχες…
Ελληνικές περιπέτειες και θάνατος
Μέσα σε μόλις λίγους μήνες δράσης στη χώρα μας, ο 37χρονος Σολόνικ δημιουργεί αποικία «ελληνοποιημένων» ρώσων εκτελεστών στους Θρακομακεδόνες και το Λαγονήσι. Κυκλοφορεί με πλαστή ταυτότητα ως ομογενής εκ Ρωσίας και οι εγκληματικές του διασυνδέσεις φτάνουν από τη Ρώμη μέχρι και την Αγία Πετρούπολη.
Λέγεται ότι μια από τις πρώτες δουλειές του στην Ελλάδα ήταν να υποβληθεί σε πλαστική εγχείριση στο πρόσωπο, αλλάζοντας άρδην τα χαρακτηριστικά του. Ο μαφιόζικος κύκλος του αριθμούσε, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ελληνικών αρχών, περισσότερα από 50 πρωτοπαλίκαρα.
Αυτός ζούσε στη χώρα μας ως κροίσος, νοικιάζοντας όχι λιγότερες από τρεις βίλες στην παραλιακή και ζώντας τη μεγάλη ζωή με πανάκριβα σπορ αυτοκίνητα αλλά και το μοντέλο σύντροφό του.
Οι τίτλοι τέλους της ζωής του έπεσαν όπως είπαμε την 2α Φεβρουαρίου 1997, όταν η ΕΛΑΣ βρήκε ένα πτώμα σε μια από τις επαύλεις του Σολόνικ (στο Λαγονήσι) και κατάφερε να το ταυτοποιήσει με τον περιβόητο μαφιόζο από τα δακτυλικά του αποτυπώματα. Στο χέρι του κρατούσε έναν σάκο γεμάτο Καλάσνικοφ, αλλά και περούκες, πλαστά χαρτιά και σφαίρες. Στον λαιμό του είχε περασμένο ένα καλώδιο, με το οποίο και στραγγαλίστηκε.
Πολλοί αμφισβήτησαν βέβαια πως το πτώμα ήταν πράγματι ο «Μέγας Αλέξανδρος» του ρωσικού συνδικάτου εγκλήματος, ο Νο 1 εκτελεστής της ρωσικής μαφίας. Ο ίδιος ομολόγησε τη δολοφονία τεσσάρων μεγαλοαφεντικών του ρωσικού εγκλήματος, αν και ο τελικός αριθμός των θυμάτων του παραμένει αντικείμενο έρευνας.
Χαρακτηριστικό είναι μάλιστα το γεγονός ότι όσο αγόραζε οικόπεδα και βίλες στην Αθήνα, παρέμενε στη λίστα με τους 10 πιο καταζητούμενους ρώσους κακοποιούς, αλλά και στην αντίστοιχη της Interpol. Η οποία ισχυρίστηκε κατόπιν πως η βάση δεδομένων της με τα αποτυπώματα του Σολόνικ (με την οποία έγινε η ταυτοποίηση) δεν ήταν ακριβής και μπορεί κάλλιστα να ήταν πλαστή!
Αν κάποιοι βιάστηκαν να τον χαρακτηρίσουν νεκρό, αυτό μέλλει να φανεί…