Σε ορισμένα αγωνίσματα των Ολυμπιακών αγώνων κάποιοι αθλητές τραυματίζονταν βαριά, έμεναν ανάπηροι ή ακόμη πέθαιναν.
Κι ενώ στην καθημερινή ζωή των αρχαίων Ελλήνων υπήρχαν βαρύτατες τιμωρίες για κάθε περίπτωση άσκηση βίας, τραυματισμού ή θανάτωσης ατόμων, στους Ολυμπιακούς Αγώνες πολλές φορές, όχι μόνο δεν τιμωρούνταν αυτός που τραυμάτιζε ή και σκότωνε τον αντίπαλό του, αλλά αντίθετα σε αρκετές περιπτώσεις επιβραβεύονταν.
Αναφερόμαστε κυρίως σε τρία βαρέα αθλήματα, όπως οι ίδιοι οι αρχαίοι συγγραφείς ονομάζουν την πάλη, την πυγμαχία και το παγκράτιο, τα οποία ήταν ιδιαίτερα βίαια, καθώς ουσιαστικά δεν υπήρχαν κανονισμοί για την προφύλαξη της ακεραιότητας των αθλητών.
Μάλιστα στην περίπτωση που κάποιος φόνευε στη διάρκεια του αγώνα τον αντίπαλό του είχε νομοθετική κάλυψη. Ο μεγάλος ρήτορας της αρχαιότητας Δημοσθένης υπογραμμίζει ότι ο νομοθέτης θεωρεί ουσιαστικά αθώο τον αθλητή που φονεύει έναν συναθλητή του στη διάρκεια ενός αγώνα, καθώς η ευθύνη δεν βαραίνει τον δράστη, αλλά το θύμα το οποίο δεν είχε την κατάλληλη φυσική κατάσταση ώστε να υπομείνει π.χ. τα χτυπήματα στην πάλη, την πυγμαχία ή το παγκράτιο.
Παραμορφωμένα πρόσωπα, κατάγματα, συντριβή οστών, τυφλώσεις, στραγγαλισμοί και θάνατοι ήταν τα αποτελέσματα πολλών αγώνων και μάλιστα με την ανοχή των ελλανοδικών και των θεατών.
Πάλη
Στην πάλη, που ήταν ένα από τα πιο αγαπημένα αγωνίσματα στην αρχαία Ελλάδα, δεν επιτρέπονταν οι λαβές στα γεννητικά όργανα, το δάγκωμα, καθώς και να χώνουν οι αθλητές τα δάχτυλα στα μάτια του αντιπάλου. Έτσι καθώς δεν υπήρχαν περιοριστικές διατάξεις για την προστασία της ζωής και της αρτιμέλειας των αθλητών, επιτρέπονταν το στραμπούληγμα των δακτύλων, το σφίξιμο του αντιπάλου, η λαβή στη μέση και στο λαιμό με τα δύο χέρια, η οποία κάποιες φορές κατέληγε στο στραγγαλισμό του αντιπάλου.
Σύμφωνα με τη μυθολογία, το αγώνισμα της πυγμαχίας έχει θεϊκή προέλευση. Εμπνευστής του αγωνίσματος θεωρείται ο Απόλλων, ο οποίος σε αγώνα πυγμαχίας φόνευσε τον Φόρβαντα, που ήταν βασιλόπουλο και άριστος πυγμάχος, γιατί είχε την αλαζονεία να αντιμετωπίσει τον θεό. Ο Λήμνιος σοφιστής Φιλόστρατος περιγράφει τον εξοπλισμό των πυγμάχων: «Χρησιμοποιούν δέρμα από καλοθρεμμένα βόδια και φτιάχνουν πυγμαχικούς ιμάντες που καλύπτουν όλη τη γροθιά και καταφέρνουν δυνατά χτυπήματα στον αντίπαλό».
Βεβαίως δεν αναφερόμαστε στους αγώνες των ρωμαϊκών χρόνων, στη διάρκεια των οποίων οι πυγμάχοι αντί για ιμάντες χρησιμοποιούν γάντια ενισχυμένα με μεταλλικά σφαιρίδια από σίδερο και μολύβι. Αν ένας αγώνας καθυστερούσε να λήξει, τότε οι ελλανοδίκες επέβαλλαν την ανταλλαγή χτυπημάτων, να χτυπάει δηλαδή μία φορά ο ένας αθλητής και μια φορά ο άλλος, χωρίς κανένας από τους δυο να αμύνεται.
Η βιαιότητα των χτυπημάτων παραμόρφωνε τα πρόσωπα των δύο αθλητών, ενώ συχνά ήταν τα βαριά κατάγματα, η εξόρυξη των ματιών, η θραύση του κρανίου και ενίοτε ο θάνατος. Σ’ ένα επίγραμμα του ο Λουκίλιος ο Ρωμαίος, σατιρικός ποιητής που έζησε τον 20 αιώνα π.Χ. και που ήταν γνώστης της ελληνικής γλώσσας και λογοτεχνίας, αναφερόμενος σ’έναν πυγμάχο γράφει: «Είχε μύτη, σαγόνι, φρύδια, βλέφαρα και στην πυγμαχία τα έχασε όλα».
Παγκράτιο
Το παγκράτιο, το οποίο σύμφωνα με το Φιλόστρατο ήταν πρώτο στις προτιμήσεις των θεατών, ήταν συνδυασμός πυγμαχίας και πάλης και ονομαζόταν «παμμαχία» δηλαδή σύγκρουση με όλα τα μέσα. Κι εδώ επιτρέπονταν όλα τα χτυπήματα, τα οποία ενθαρρύνονταν και από τους θεατές. Δεν ήταν λίγες οι φορές που κάποιος αθλητής στραγγαλίστηκε ή στην καλύτερη περίπτωση έμεινε ανάπηρος από τις συντριπτικές λαβές.
Σύμφωνα με το Φιλόστρατο, απαγορευόταν το δάγκωμα και το «ξέσκισμα με τα νύχια», επιτρέπονταν όμως το «πήδημα πάνω στον αντίπαλο» η εξάρθρωση των χεριών και τον ποδιών του αντιπάλου, το «χτύπημα με κεφάλια». Ο αθλητής είχε το δικαίωμα να ρίχνει κάτω τον αντίπαλο του, να κάθεται πάνω του, να του εφαρμόζει λαβή στο λαιμό και τελικά να τον πνίγει.
Στα παραπάνω αγωνίσματα δεν συμμετείχαν μόνον οι άνδρες, αλλά και τα παιδιά και οι έφηβοι. Στην 37η Ολυμπιάδα (635 π.Χ. εισήχθη η πάλη παίδων, στην 41η η πυγμή παίδων (πυγμαχία) και στην 145η Ολυμπιάδα 9200 π.Χ.) το παγκράτιο παίδων.