Όπως πηγαίνουμε από Θήβα προς Δελφούς συναντάμε τη γενέτειρα του Πλουτάρχου τη Χαιρώνεια. Ακριβώς δίπλα βρίσκεται ο Άγιος Βλάσιος Λειβαδιάς.
Η αρχαία μυκηναϊκή πόλη «Πανοπεύς», με τα κυκλώπεια τείχη, μια από τις σημαντικότερες πόλεις του «Κοινού των Φωκαέων».
Λέγεται πως η πόλη πήρε το όνομά της από τον πατέρα του Επειού, τον Πανοπέα. Οι κάτοικοι του Πανοπέα σύμφωνα με τον Παυσανία δεν ήταν Φωκαείς, αλλά Φλεγύες, που διέφυγαν στην Φωκίδα, από τον Ορχομενό
Γιος του Πανοπέα, από την πόλη Πανοπεύς που βρίσκεται στη σημερινή διαδρομή από Θήβα προς Δελφούς.
Ο Επειός είχε μια πανέμορφη αδελφή την Αίγλη που σύμφωνα με τον Ησίοδο την ερωτεύτηκε ένα όμορφο βασιλόπουλο ο Αιγίμιος, αλλά την παντρεύτηκε τελικά ο Θησέας που για χάρη της εγκατέλειψε την Αριάδνη στη Νάξο.
Ο Επειός πήρε μέρος στον Τρωικό πόλεμο μαζί με τους συντρόφους του, τον Σχεδίο και τον Επίστροφο προσφέροντας στην εκστρατεία τριάντα φωκικά πλοία. Στους νεκρικούς αγώνες προς τιμήν του Πατρόκλου, από τον Αχιλλέα, κέρδισε πολλές διακρίσεις ως σπουδαίος πυγμάχος.
Η παράδοση λέει πως η καταγραφή αυτών των αγώνων αποτελεί και την πρώτη αθλητική περιγραφή αγώνων σε γραπτή μορφή. Συντάκτης φυσικά ήταν ο Όμηρος. Ο Επειός εκτός από σπουδαίος πυγμάχος είχε εξαιρετικές τεχνικές γνώσεις.
Γι αυτό και στην ιστορία δεν έμεινε ως αθλητής, αλλά ως αρχιτέκτονας που κατασκεύασε μια από τις πιο σπάνιες προκλήσεις της ιστορίας. Τον Δούρειο Ίππο.
Η Αθηνά συμβούλευσε τον Οδυσσέα, να κατασκευάσει ο Επειός ένα μεγάλο ξύλινο άλογο. Πράγματι ο Επειός ανταποκρίθηκε. Δημιούργησε ένα ξύλινο άλογο με κρυφά ανοίγματα στις δυο πλευρές, το οποίο μπορούσε να χωρέσει πάνω από 2000 Αχαιούς.
Η θεά τους είχε καθοδηγήσει να χαράξουν τη φράση: «Έλληνες Αθηνά χαριστήριον». Στα «σπλάχνα» του αλόγου μπήκαν οι πιο γενναίοι, ανάμεσά τους ο Οδυσσέας, ο Διομήδης, ο Μενέλαος, ο Αίας, ο Νεοπτόλεμος και κατασκευαστής Επειός, που ήξερε να ανοίγει τις κρύπτες.
Μπορεί το σχέδιο να ήταν καλά οργανωμένο ωστόσο σε περίπτωση που οι Τρώες τους ανακάλυπταν θα είχαν στα χέρια τους τα καλύτερα παλικάρια των Αχαιών. Οι υπόλοιποι Αχαιοί αποχώρησαν.
Οι Τρώες ενώ προσπαθούσαν να ερμηνεύσουν την ξαφνική φυγή των Αχαιών είδαν τοΔούρειο Ίππο. Αν και υπήρχαν ενστάσεις και δισταγμοί αποφασίζουν να μεταφέρουν το ξύλινο δώρο της θεάς μέσα στην πόλη.
Οι Αχαιοί άφησαν επίτηδες πίσω το Σίνωνα ώστε να πιαστεί αιχμάλωτος και να πει στους Τρώες αυτά που έπρεπε να ακούσουν. Έτσι τους είπε μια ψεύτικη ιστορία για το άλογο: Η βοήθεια της Αθηνάς στους Αχαιούς έπαψε υποτίθεται να υπάρχει όταν ο Οδυσσέας και ο Διομήδης άγγιξαν το Παλλάδιο με χέρια που είχαν διαπράξει φόνους.
Το Παλλάδιο ήταν το μικρό ιερό, ξύλινο ειδώλιο της Αθηνάς, που προστάτευε την πόλη από τις πολιορκίες. Το είχε όμως κλέψει ο πανούργος Οδυσσέας. Ο Κάλχας, ο μάντης του στρατοπέδου των Αχαιών τους είπε πως η πράξη αυτή εξόργισε την Αθηνά η οποία δεν ήταν πια με το μέρος τους.
Έπρεπε λοιπόν να φύγουν όσο γρηγορότερα γινόταν και να σταματήσουν άμεσα την πολιορκία. Γι αυτό έφτιαξαν το τεράστιο ξύλινο άλογο για να την εξευμενίσουν.
Οι Τρώες χάρηκαν με τη φυγή των Αχαιών και πίστεψαν τα λόγια του Σίνωνα τον οποίο και άφησαν ελεύθερο. Έτσι έβαλαν στην πόλη το ξύλινο άλογο της θεάς γκρεμίζοντας και ένα τμήμα απ τις Σκαιές Πύλες για να χωρέσει.
Η Κασσάνδρα τους προειδοποίησε αλλά μάταια. Η Τροία μέτραγε λίγες ώρες ζωής και η τραγωδία ερχόταν. Ο Επειός ήταν ο αφανής ήρωας και η ιστορία του είναι γνωστή στους περισσότερους.
Όταν πήρε το δρόμο της επιστροφής μαζί με τους συντρόφους του έφτασε στην Κάτω Ιταλία και όπως συνηθιζόταν τότε ίδρυσε το Μεταπόντιο και ανήγειρε ναό προς τιμήν της θεάς Αθηνάς στον οποίο αφιέρωσε τα εργαλεία με τα οποία έφτιαξε το Δούρειο Ίππο.