Με αφορμή της επέτειο γέννησης του κύριου σχεδιαστή του θρυλικού σοβιετικού άρματος μάχης T-34 Mikhail Koshkin, αξίζει να θυμηθούμε την ιστορία της ραχοκοκαλιάς των σοβιετικών τεθωρακισμένων δυνάμεων κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, που έφτασε να αποτελεί το 55% του συνολικού αιρθμού των αρμάτων μάχης του Κόκκινου Στρατού
Όταν, στις 22 Ιουνίου 1941, οι Γερμανοί επιτέθηκαν στην Σοβιετική Ένωση (Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα) αντιμετώπισαν, για πρώτη φορά ένα άρμα μάχης που υπερείχε των δικών τους σε όλους τους τομείς. Ήταν το Τ-34. Το άρμα άρχισε να σχεδιάζεται το 1939, βάσει της εμπειρίας που αποκόμισαν οι Σοβιετικοί στον Ισπανικό Εμφύλιο Πόλεμο και στην σύγκρουση κατά των Ιαπώνων, στο Χάλκιν Γκολ, το 1939.
Το άρμα άρχισε δοκιμές το 1940. Το πρώτο υπόδειγμα παραγωγής ήταν το Τ-34 Μ1940, από το οποίο παρήχθησαν μόνο 400 άρματα. Η βασική έκδοση παραγωγής, όμως, ήταν το Τ-34 Μ1941/42/43, ή Τ-34/76 όπως έμεινε γνωστό, από το διαμέτρημα του πυροβόλου των 76χλστ. που διέθετε. Το άρμα είχε βάρος μάχης 29,2 τόνους και διέθετε αρκετά πρωτοποριακά χαρακτηριστικά. Κατ’ αρχήν διέθετε επικλινή θωράκιση μέγιστου πάχους 81 χλστ. στις τελικές εκδόσεις.
Διέθετε κινητήρα ντίζελ, απόδοσης 500 ίππων, την ώρα που τα περισσότερα άρματα του κόσμου έφεραν βενζινοκινητήρες και φαρδιά ερπύστρια που του επέτρεπε να κινείται ακόμα και σε πεδία όπου τα γερμανικά άρματα κολλούσαν. Είχε πλήρωμα 4 ανδρών και ήταν οπλισμένο με πυροβόλο των 76 χλστ. και δύο πολυβόλα των 7,62 χλστ. Ένα ομοαξονικό με κύριο πυροβόλο και ένα στο δεξιό πλευρό του σκάφους.
Παρήχθησαν, συνολικά, 35.120 Τ-34/76, πριν αρχίσει η παραγωγή, από τις αρχές 1944, του πιο εξελιγμένου Τ-34/85, το οποίο παρήχθη, συνολικά, σε 48.950 μονάδες. Το Τ-34/85 είχε μεγαλύτερο πύργο, για να χωρά το βαρύτερο πυροβόλο των 85χλστ. και πλήρωμα 5 ανδρών. Το άρμα ανέπτυσσε μέγιστη ταχύτητα, σε οδό, της τάξης των 53 χιλιομέτρων την ώρα, ενώ η αυτονομία του έφτανε τα 400 χιλιόμετρα, περίπου.
Το Τ-34 είχε φυσικά τα προβλήματά του και αν και υπερείχε έναντι κάθε γερμανικού άρματος, μέχρι το 1942, δεν μπορούσε να αντιμετωπίσει τα γερμανικά μεγαθήρια Tiger I και αργότερα Tiger II, και Panther, επί ίσοις όροις. Παρόλα αυτά το άρμα έχαιρε της εκτίμησης των Γερμανών που το αντιμετώπισαν και το καλύτερο γερμανικό, μέσο, άρμα του πολέμου του Pz V Panther σχεδιάστηκε ειδικά με γνώμονα την αντιμετώπιση του Τ-34.
Οι Γερμανοί είχαν πολύ δυσάρεστες εμπειρίες στα αρχικά στάδια της επίθεσής τους κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Το γερμανικό πεζικό ένιωθε παντελώς ανίσχυρο απέναντί του, καθώς τα βλήματα του αντιαρματικού πυροβόλου των 37χλστ. που διέθετε, απλώς εποστρακίζονταν στην ισχυρή θωράκιση του άρματος. Ακόμα και τα αντιαρματικά των 50 χλστ. δεν μπροούσαν, εύκολα, να το καταστρέψουν. Μόνο τα ΡΑΚ 40 των 75 χλστ. Και τα περίφημα 88αρια, ήταν σε θέση να καταστρέψουν το Τ-34.
Απέναντι στα βαριά γερμανικά άρματα, αλλά και στο επανεξοπλισμένο με μακρύκαννο πυροβόλο των 75χλστ. Pz IV, τα T-34, είχαν πρόβλημα. Μπορούσαν να αντιμετωπίσουν επί ίσοις όροις τα Pz IV, με δυσμενέστερους όρους τα Panther, αλλά για να καταστρέψουν ένα Tiger I, ή ακόμα χειρότερα ένα Tiger II, έπρεπε να πλησιάσουν πολύ κοντά και να επιχειρήσουν να το πλήξουν από στο πλευρό ή στα νώτα, εκεί που η θωράκισή τους ήταν μικρότερη.
Στο μεταξύ τα γερμανικά άρματα ήταν σε θέση να τα καταστρέψουν από αποστάσεις μέχρι και 2 χιλιομέτρων. Το πρόβλημα για τους Γερμανούς ήταν πως, αν και διέθεταν ποιοτικά ανώτερα άρματα, αυτά ήταν σημαντικά λιγότερα των χαλύβδινων κυμάτων των Τ-34 που στέλνονταν εναντίον τους. Στην μεγαλύτερη αρματομαχία όλων των εποχών, στο Κουρσκ, το καλοκαίρι του 1943, χιλιάδες Τ-34 κατέκλυσαν, κυριολεκτικά, τις γερμανικές θέσεις.
Το άρμα πάντως συνέχισε να υπηρετεί και μετά τον πόλεμο. Έδρασε στην Κορέα, με τις τάξεις του Βορειοκορεατικού στρατού, αλλά και στις σοβιετικές επεμβάσεις σε Αν. Γερμανία και Ουγγαρία. Έδρασε επίσης, στην περίοδο 1945-52, στην Ουκρανία, κατά των αντισοβιετικών Ουκρανών ανταρτών. Επίσης συμμετείχε σε επιχειρήσεις κατά αντισοβιετικών ανταρτών στην Πολωνία και τη Ρουμανία, στην τελευταία μέχρι το 1970.
Μεγάλος αριθμός αρμάτων δόθηκε από τους Σοβιετικούς στους στρατούς των χωρών μελών του Συμφώνου της Βαρσοβίας και στους Άραβες συμμάχους τους, την περίοδο1945-1973. Άρματα Τ-34 πολέμησαν στους Αραβοϊσραηλινούς πολέμους του 1956, 1967 και 1973, ενταγμένα στις τάξεις του Αιγυπτιακού και του Συριακού στρατού.
Επίσης 32 Τ-34/85 είχε αγοράσει, το 1963, ο πρόεδρος της Κύπρου αρχιεπίσκοπος Μακάριος, τα οποία συγκρότησαν τη μοναδική, τότε, Επιλαρχία Αρμάτων της Εθνικής Φρουράς. Το 1974 όμως τα παλαιά Τ-34 δεν μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τις τουρκικές δυνάμεις. Άρματα του τύπου έδρασαν και στη Γιουγκοσλαβία, στη δεκαετία του 1990.