Στη δίνη του Β’ Παγκοσμίου πολέμου γεννήθηκαν στη χώρα μας πάνω από 4.000 παιδιά. Είναι τα παιδιά της Βέρμαχτ στην Ελλάδα, παιδιά με Ελληνίδες που άφησαν πίσω τους οι Γερμανοί αξιωματικοί…
Η μοναδική που μίλησε για αυτό το “ τίνος είναι βρε γυναίκα τα παιδιά;” είναι η ξανθή και γαλανομάτα η Μαρίζα Κώχ που ξεχώριζε σαν την μύγα μες στο γάλα «δεν πολυκαταλαβαίναμε η αδελφή μου και εγώ γιατί η μάνα μας ήθελε να λούσει τα μαλλιά μας με κυπαρισσόμηλα, για να σκουρύνουν…” λέει η τραγουδίστρια και θυμάται ότι…
…Τρεις μήνες αφότου είχαν μπει οι Γερμανοί στην Αθήνα, ο πατέρας της, ωραίος άντρας που μιλούσε αρχαία ελληνικά, ερωτεύτηκε κεραυνοβόλα τη Σαντορινιά Μαργαρίτα, κόρη παπά, όταν την αντίκρισε σε ένα φωτογραφείο της πλατείας Καρύτση. Έζησαν τέσσερα χρόνια μαζί και απέκτησαν δύο κόρες που υπεραγαπούσαν. Με την αποχώρηση των Γερμανών, τα ίχνη του χάθηκαν. Η Μαργαρίτα φόρεσε μαύρα και δεν τα ξαναέβγαλε ποτέ.
“Όταν τελείωσε ο πόλεμος, η μάνα μας είπε ότι ο πατέρας μας είχε σκοτωθεί….Μας λάτρευε. Αν ζούσε, ακόμα και με ένα πόδι θα μας είχε αναζητήσει και θα ήταν μαζί μας”.
«Κωχ; Τι όνομα είναι αυτό; Γιατί τόση ξενομανία;»
Αμέσως μετά την πτώση της χούντας, η Μαρίζα συμμετέχει στη συναυλία του Γ. Μαρκόπουλου στο γήπεδο του Παναθηναϊκού, παρών και ο σκηνοθέτης Νίκος Κούνδουρος που γυρίζει το γεγονός σε ντοκιμαντέρ, η Μαρίζα τον ακούει να λέει: «Κωχ; Τι όνομα είναι αυτό; γιατί τόση ξενομανία;».
«Θυμωμένη τον πήρα α λα μπρατσέτα. “Κωχ είναι το επίθετο του πατέρα μου, ήταν πολύ καλός άνθρωπος, το κράτησα για να τον τιμήσω”, πιάσαμε κουβέντα. Το τελευταίο μήνυμα που είχε στείλει στη μητέρα μου ήταν από το Πειραματικό Σχολείο, απέναντι από τον Άγιο Διονύσιο στο Κολωνάκι, που λειτουργούσε ως κρατητήριο, εκεί είχαν συγκεντρώσει όσους Γερμανούς είχαν κάνει οικογένειες στην Ελλάδα. Νεαροί ΕΠΟΝίτες είχαν ανέβει στο καμπαναριό και πυροβολούσαν και ο Κούνδουρος ήταν ένας από αυτούς που παρακολουθούσε το μακελειό, ο τελευταίος άνθρωπος που είχε δει ζωντανό τον πατέρα μου! “Αδελφή δεν έχω, θέλεις να γίνουμε αδέλφια;”… και γίναμε!
Στην δικτατορία συγκατοικούσε με τον Μάνο Λοίζο και την γυναίκα του στο Λονδίνο «βρήκα εκεί μια τρύπα, ένα καφέ-ρεστοράν και τραγουδούσα, έκλεβα τα μέλια και τα βούτυρα απ’ το μπρέκφαστ των Άγγλων, οι σερβιτόροι ήταν Κύπριοι και έκαναν τα στραβά μάτια, έτσι εξασφαλίζαμε οι τρείς μας τουλάχιστον ένα γεύμα.
Στο Λονδίνο υιοθέτησα το λουκ μου, άφησα πολύ μακριά τα μαλλιά μου και φόρεσα πολύχρωμα ινδοπρεπή ρούχα, ξυπόλυτη όλη μέρα στο Χάιντ Παρκ με ήξεραν όλοι, τα έχω κρατήσει όλα μου τα ρούχα, μόνο η Φλέρυ Νταντωνάκη είχε το δικαίωμα να ανοίγει την ντουλάπα μου και να φεύγει με όποιο φόρεμα της άρεσε!
Γυρίζει όλο τον κόσμο και κάνει γνωστή την Ελληνική παραδοσιακή μουσική τραγουδώντας “Πέρα στους πέρα κάμπους, πέρα στους πέρα κάμπους, που είναι οι ελιές…”
Το 1980, είναι όχι μόνο η πρώτη Ελληνίδα αλλά η πρώτη Δυτική καλλιτέχνιδα που τραγούδησε στο Πεκίνο « βγαίνουμε σε ένα ξύλινο θέατρο και μου λέει ο πρόξενος, μη στενοχωρηθείς αν δεν σε χειροκροτήσουν, εδώ δεν το συνηθίζουν».
Γεμάτο το θέατρο από φαντάρους κι εγώ αμέσως σκέφτομαι ότι τα πεντατονικά της Ηπείρου θα τους αρέσουν, ζητάω επιπλέον κρουστά κι αρχίζω το «Μωρή κοντούλα λεμονιά, με τα πολλά λεμόνια….».
Οι φαντάροι αρχίζουν να χτυπάνε ρυθμικά τα πόδια τους, σε λίγη ώρα νόμιζες ότι θα πέσει το θέατρο. Την επομένη ήρθε στην παράσταση σύσσωμη η Κινέζικη κομμουνιστική κυβέρνηση, έμεινα εκτός προγράμματος άλλη μια εβδομάδα στην Κίνα δίνοντας παραστάσεις!
«Με εντολή Χατζιδάκι γράφω μοιρολόι για την τουρκική εισβολή στην Κύπρο. Στη Χάγη ξεκίνησαν πορείες διαμαρτυρίας από Τούρκους μετανάστες κατά της ελληνικής συμμετοχής στη γιουροβίζιον τότε. Η αστυνομία με ενημέρωσε ότι υπήρχε ελεύθερος σκοπευτής μέσα στην αίθουσα και κινδύνευε η ζωή μου, έβαλα υπογραφή ότι τραγουδώ με δική μου ευθύνη. Όταν παίχτηκε το κομμάτι μας, η τουρκική τηλεόραση διέκοψε την μετάδοση και έδειξε χορό της κοιλιάς. Τότε τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν ήταν της μόδας για να νικήσει στον διαγωνισμό όπως έγινε αργότερα, επιλεκτικές όπως πάντα οι ευαισθησίες, η Αγγλία μας έδωσε μηδέν, ανατριχιαστικοί οι στίχοι, η μουσική, η ερμηνεία!
Στον τόπο αυτό όταν θα πάτε, όι όι, μάνα μου!
Σκηνές αν δείτε, αν δείτε στη σειρά
Δε θα `ναι κάμπινγκ για τουρίστες, όι όι, μάνα μου!
Θα `ναι μονάχα, μονάχα προσφυγιά
Κι αν δείτε ερείπια γκρεμισμένα, όι όι, μάνα μου!
Δε θα `ναι απ’ άλλες, απ’ άλλες εποχές
Από ναπάλμ θα `ναι καμένα, όι όι, μάνα μου!
Θα `ναι τα μύρια χαλάσματα του χτες
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!
Παναγιά μου, Παναγιά μου, παρηγόρα την καρδιά μου!