Τα απύθμενα σκοτάδια του διεστραμμένου μυαλού του μεγαλύτερου κατά συρροήν δολοφόνου στην ιστορία των ΗΠΑ έρχεται να αποκαλύψει ένα ντοκιμαντέρ του Netflix με αφορμή τη συμπλήρωση 30 χρόνων από την εκτέλεσή του.
Ο Τεντ Μπάντι είχε αυτοχαρακτηριστεί κάποτε ως «ο πιο ανηλεής μπάσταρδος, που θα γνωρίσετε ποτέ». Και σίγουρα, τα φρικτά, σαδιστικά εγκλήματά του δικαιολογούν τον αρρωστημένο κομπασμό του.
Δεκάδες γυναίκες, ίσως και πάνω από εκατό, σκότωσε και κατακρεούργησε στη διάρκεια της εγκληματικής του δράσης τη δεκαετία του 1970 ο διαβόητος κατά συρροήν δολοφόνος, απαγωγέας, βιαστής, διαρρήκτης και νεκρόφιλος.
Αφού σκότωνε τα θύματά του, πολλές φορές περνούσε τη νύχτα με τις σορούς τους, συχνά τα καρατομούσε μ’ ένα πριόνι και κρατούσε τα κεφάλια τους ως «σουβενίρ» στο διαμέρισμά του. Πολλές φορές έπαιρνε τα «τρόπαια» αυτά, τους έπλενε τα μαλλιά, τους έβαζε μεϊκ-απ και επιδιδόταν σε σεξουαλικές πράξεις μαζί τους.
Η αμερικανική κοινή γνώμη είχε αηδιάσει τόσο πολύ με τα φρικτά εγκλήματα του Τεντ Μπάντι, ώστε όταν εκτελέστηκε τον Ιανουάριο του 1989 στην ηλεκτρική καρέκλα, πλήθος κόσμου – το μεγαλύτερο που παραβρέθηκε ποτέ σε εκτέλεση θανατοποινίτη- πανηγύρισε για το θάνατό του.
Το ντοκιμαντέρ «Conversations with a Killer: The Ted Bundy Tapes» βασίζεται σε ηχητικά αποσπάσματα από συνεντεύξεις που παραχώρησε ο Μπάντι σε δύο δημοσιογράφους τη δεκαετία του 1980, εν αναμονή της εκτέλεσής του.(Trailer: ΥοuTube/Netflix)
Ο στυγνός εγκληματίας ομολόγησε συνολικά 36 φόνους, αλλά όταν τον ρώτησαν στην ανάκριση πόσες γυναίκες είχε σκοτώσει στην πραγματικότητα, απάντησε: «βάλτε άλλο ένα ψηφίο σ’ αυτόν τον αριθμό»…
Όταν ξεκίνησε το μπαράζ των φόνων το 1974 η αστυνομία αδυνατούσε να πιστέψει ότι ο γοητευτικός φοιτητής Νομικής με το λευκό ποινικό μητρώο που εργαζόταν σε τηλεφωνική γραμμή πρόληψης αυτοκτονιών και είχε πολιτικές βλέψεις θα μπορούσε να σχετίζεται με τις πολλαπλές εξαφανίσεις γυναικών, που είχαν προκαλέσει συναγερμό στις Αρχές. Που να φανταστούν ότι πίσω από το όμορφο αυτό πρόσωπο κρυβόταν ένας ψυχοπαθής μανιακός του σεξ.
Η πρώτη-όπως πιστεύεται- επίθεσή του έγινε τη νύχτα της 4ης Ιανουαρίου 1974, όταν διέρρηξε το ημιυπόγειο διαμέρισμα μιας 18χρονης φοιτήτριας, την άφησε αναίσθητη κτυπώντας την με μια ράβδο από το σιδερένιο κρεβάτι της προτού της επιτεθεί σεξουαλικά και την αφήσει 10 μέρες σε κώμα και με μόνιμη εγκεφαλική βλάβη.
Ένα μήνα αργότερα διέπραξε τον πρώτο του φόνο, όταν διέρρηξε το διαμέρισμα μιας άλλης φοιτήτριας, την έριξε αναίσθητη και την απήγαγε με το αυτοκίνητό του. Τμήμα του κρανίου της βρέθηκε χρόνια αργότερα σ’ ένα απο τα σημεία όπου ο παρανοϊκός εγκληματίας έθαβε τις σορούς των θυμάτων του.
Η δίψα για αίμα είχε ξυπνήσει για τα καλά μέσα του. Συνέχισε να κυνηγά φοιτήτριες, κάποιες φορές και έφηβες τις οποίες πλησίαζε φορώντας ένα ψεύτικο προσθετικό μέλος και ζητώντας τους βοήθεια για να φορτώσει κάτι στο αυτοκίνητό του. Τις χτυπούσε μέχρι τις έριχνε αναίσθητες, τις έδενε, τις βίαζε, τις σκότωνε και μετά πετούσε τις σορούς τους σε απόμερα σημεία σε δάση.
Όπως αποκάλυψε ο ίδιος στην ανάκριση, μετά τους βιασμούς και τους φόνους, συχνά περνούσε τις νύχτες με τις σορούς των θυμάτων, ενώ επέστρεφε πολλές φορές στα σημεία που τα έθαβε για να ξανακάνει σεξ μαζί τους, μέχρι που αποσυντίθονταν.
Σε κάποιες περιπτώσεις έστηνε τα πτώματα σε προκλητικές πόζες που είχε δει σε πορνογραφικό υλικό όταν ήταν παιδί και τα φωτογράφιζε, ενώ έπαιρνε ως «σουβενίρ» τα ρούχα και τα κοσμήματά τους, που τα χάριζε στη συνέχεια.
Όταν κάποια στιγμή παρουσιάστηκαν στις Αρχές αυτόπτες μάρτυρες και περιέγραψαν έναν νεαρό, γοητευτικό άνδρα, που άκουγε στο όνομα Τεντ και είχε πλησιάσει γυναίκες προσπαθώντας να τις παρασύρει στο VW «κατσαριδάκι» του, η αστυνομία έδωσε στη δημοσιότητα μια περιγραφή του υπόπτου. Αλλά μολονότι τρία άτομα, μεταξύ των οποίων και η πρώην φίλη του, είπαν ότι επρόκειτο για τον Μπάντι, η αστυνομία αρνήθηκε να πιστέψει ότι εμπλεκόταν στους φόνους.
Το 1975 συνελήφθη για πρώτη φορά για την απαγωγή της Κάρολ Ντα Ροντς, ένα από τα ελάχιστα θύματά του που επέζησαν και καταδικάστηκε σε 15 χρονια κάθειρξη. Σύντομα συγκέντρωσε τις υποψίες της αστυνομίας για προγενέστερα ανεξιχνίαστα εγκλήματα, αλλά το 1977 κατάφερε να αποδράσει από το παράθυρο της βιβλιοθήκης της φυλακής.
Συνελήφθη οκτώ μέρες αργότερα, αλλά τον Δεκέμβριο του ίδιου χρόνου απέδρασε και πάλι και διέφυγε στη Φλόριντα, όπου συνέχισε τα εγκλήματά του. Λίγες μέρες αργότερα διέρρηξε τους κοιτώνες μιας αδελφότητας του πολιτειακού Πανεπιστημίου και μέσα σε 15΄ βίασε και σκότωσε τέσσερις γυναίκες. Τελευταίο θύμα του ήταν μια 12χρονη μαθήτρια γυμνασίου τον Φεβρουάριο του 1978, προτού συλληφθεί και καταδικαστεί τρις εις θάνατον. Σύμφωνα με δημοσιεύματα του αμερικανικού Τύπου μετά την καταδίκη του σε θάνατο τον βίασαν τέσσερις συγκρατούμενοί του στη φυλακή Ρέιφορντ της Φλόριντα.
Τη μέρα της εκτέλεσής του στην ηλεκτρική καρέκλα σε ηλικία 42 ετών στις 24 Ιανουαρίου του 1989 εκατοντάδες άτομα συγκεντρώθηκαν έξω από τη φυλακή για να πανηγυρίσουν. «Να καείς, Μπάντι, να καείς», φώναζαν εν χορώ…