Ο Φρανσουά Μαρί Αρουέ, γνωστός με το ψευδώνυμο Βολταίρος, ανέλαβε το έργο να υπερασπιστεί την ελευθερία του πνεύματος, την ανεξιθρησκία και τον διαχωρισμό εκκλησίας-κράτους, ενσαρκώνοντας με το έργο και τη ζωή του την ίδια την ουσία του Διαφωτισμού.
Δεν είναι εξάλλου τυχαίο ότι ο Διαφωτισμός αποκαλείται συχνά «η εποχή του Βολταίρου»!
Το 1729, ο Βολταίρος έψαχνε απεγνωσμένα χρήματα για να ζήσει, γιατί ήθελε να αφοσιωθεί εξ’ ολοκλήρου στη συγγραφή, η οποία δεν εξασφάλιζε πολλά έσοδα.
Τη λύση έδωσε ο μαθηματικός Σαρλ Μαρί ντε λα Κονταμίν, ο οποίος του εκμυστηρεύτηκε ότι γνώρισε ένα νόμιμο τρόπο να γίνουν αφάνταστα πλούσιοι. Μεγάλο μέρος των εσόδων της Γαλλίας προέρχονταν από ομόλογα, αλλά το 1727, η κυβέρνηση μείωσε το επιτόκιο για να εξοικονομήσει χρήματα.
Αποτέλεσμα ήταν να πέσει η αξία των ομολόγων και η οικονομία της χώρας ζημιώθηκε. Για να επανορθώσει τη ζημιά, ο υπουργός Οικονομικών, Πελετιέρ-Ντεφόρτ αποφάσισε ότι όποιος είχε ομόλογα θα μπορούσε να αγοράσει λαχεία και αν κέρδιζε, θα έπαιρνε πίσω την ονομαστική αξία των ομολόγων και 500 χιλιάδες λίρες.
Κάθε Γάλλος μπορούσε να αγοράσει ένα λαχείο για κάθε ομόλογο που κατείχε, στο ένα χιλιοστό της αξία του ομολόγου. Δηλαδή, αν κάποιος είχε αγοράσει ομόλογο αξίας 10 χιλιάδων λιρών, το λαχείο έκανε 10 λίρες και αν είχε ομόλογο αξίας χιλίων λιρών, τότε θα αγόραζε το λαχείο με 1 λίρα. Οι πιθανότητες να κερδίσει ήταν ακριβώς οι ίδιες, ανεξάρτητα από την τιμή του λαχείου.
Το σχέδιο του Κονταμίν ήταν εξαιρετικά απλό: θα αγόραζαν πολλά ομόλογα των χιλίων λιρών και θα τα χρησιμοποιούσαν για να πάρουν τα πιο φτηνά λαχεία. Επειδή η τιμή τους ήταν τόσο χαμηλή, μπορούσαν να αγοράσουν όλα τα λαχεία που κυκλοφορούσαν, να εξασφαλίσουν τη νίκη τους και τα κέρδη τους θα υπερκάλυπταν τα έξοδα τους.
Όμως, οι πωλητές λαχείων ήταν λίγοι και συγκεκριμένοι και θα παρατηρούσαν αμέσως αν κάποιος αγόραζε πολλά λαχεία μαζί. Το πρόβλημα λύθηκε όταν ο Βολταίρος ήρθε σε συνεννόηση με έναν απ’ τους πωλητές και του υποσχέθηκε ποσοστό από τα κέρδη.
Το σχέδιο στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία και σύντομα ο Βολταίρος και οι συνεργάτες του κολυμπούσαν στο χρήμα. Οι αρχές δεν άργησαν να τους εντοπίσουν. Ο κόσμος συνήθιζε να γράφει ευχές και αφιερώσεις στο πίσω μέρος των λαχείων και το ίδιο έκανε κι ο Βολταίρος. Με μόνη διαφορά ότι οι ευχές του ήταν λίγο πιο ειρωνικές απ’ τις συνηθισμένες: «Να ζήσει ο Πελετιέρ-Ντεφόρτ!», «Στην υγεία της καλής ιδέας του Σαρλ Μαρί ντε λα Κονταμίν!».
Οι ίδιες ευχές επαναλαμβάνονταν σε όλα τα λαχεία και μετά από λίγο καιρό, οι αρχές αντιλήφθηκαν την κομπίνα. Βρήκαν τον Κονταμίν και μέσω αυτού, τους υπόλοιπους συνεργάτες. Έκλεισαν τη λοταρία, αλλά το βασιλικό συμβούλιο δεν μπόρεσε να ακυρώσει τα κέρδη τους, γιατί το κόλπο του Κονταμίν μπορεί να ήταν ανορθόδοξο, αλλά δεν ήταν παράνομο. Ο Βολταίρος έγινε τόσο πλούσιος που μπορούσε να ασχοληθεί αποκλειστικά με τη συγγραφή κειμένων, χωρίς να χρειάζεται να λογοκρίνει τις απόψεις του για να γίνει πιο εμπορικός και να ασκεί ανενόχλητος κριτική σε βασιλιάδες και πολιτικούς, επειδή δεν είχε ανάγκη τα χρήματά τους. Ίσως ο Διαφωτισμός οφείλει πολλά στο έξυπνο σχέδιο του Κονταμίν!