Το pronews.gr σε συνεργασία με το περιοδικό «ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ» παρουσιάζουν ένα μοναδικό αφιέρωμα για την επέτειο των 200 ετών από την Εθνεγερσία του 1821.
Η προετοιμασία της Επανάστασης, οι μεγάλες μάχες του Αγώνα, οι πρωταγωνιστές, οι ήρωες, οι προδότες, η ανάσταση της ψυχής του Γένους μέσα από την μεγάλη ιστορική έρευνα των συντακτών του pronews.gr και του περιοδικού «ΠΟΛΕΜΟΣ & ΙΣΤΟΡΙΑ».
Διαβάστε το αφιέρωμα στον Νικηταρά τον Τουρκοφάγο και τον Δημήτρη Πλαπούτα, το «δεξί χέρι» του Κολοκοτρώνη
Γεννήθηκε στο χωριό Μεγάλη Αναστάσοβα των Πισινών Χωριών του Μυστρά (σημερινή Νέδουσα Μεσσηνίας) στις 2 Ιανουαρίου 1787. Γονείς του ήταν ο Σταματέλος ονομαστός αγωνιστής της περιοχής Λεονταρίου και μητέρα του η Σοφία Δημητρίου Καρούτσου από τον Άκοβο του Λεονταρίου, δευτερότοκη θυγατέρα και αδελφή της γυναίκας του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη. Από τα αδέλφια του γνωστά είναι: Ο Ιωάννης, ο Νικόλαος και ο Γιωργάκης. Ως ανιψιός του Θ. Κολοκοτρώνη ήταν ευρύτερα γνωστός σαν δεξί του χέρι.
Η δημώδης μούσα μάλιστα έλεγε: «Μπροστά πάει ο Νικηταράς, πίσω ο Κολοκοτρώνης».
Διωγμένος και επικηρυγμένος ο πατέρας του,- καθώς ήταν πολεμικός -από τους Τούρκους 16 χρονών πολέμησε στην Πάρο με Ρώσικα στρατεύματα, βρήκε καταφύγιο στο Τουρκολέκα και αργότερα πέρασε στην Ζάκυνθο.
Το 1816, κατά τον ανηλεή διωγμό των κλεφταρματολών της Πελοποννήσου, ο πατέρας του σκοτώθηκε από τους Τούρκους και ο Νικηταράς ακολούθησε τον θείο του Κολοκοτρώνη στα Επτάνησα, όπου εντάχθηκε στα Ρωσικά τάγματα και μετέβη στην Ιταλία για να πολεμήσει κατά του στρατού του Ναπολέοντα. Στη συνέχεια επέστρεψε στα Επτάνησα και υπηρέτησε τους Γάλλους, οι οποίοι στο μεταξύ τα είχαν καταλάβει με τη συνθήκη του Τίλσιτ.
Ήταν ένας από τους σημαντικότερους αγωνιστές της Επανάστασης του 1821. Συντηρούσε δικό του Σώμα Ενόπλων με άνδρες που προέρχονταν από διάφορα μέρη της Ελλάδας.
Με την έκρηξη της Επανάστασης, στην πρώτη Μάχη που δόθηκε στο Βαλτέτσι της Αρκαδίας στις 12 και 13 Μαΐου του 1821, (είχε προηγηθεί μια συμπλοκή στο Λεβίδι τον Απρίλιο), ο Νικηταράς που κρατούσε με 200 άντρες τα Άνω Δολιανά, κατάφερε να αποκρούσει 2.000 Τούρκους που επιτίθεντο με πυροβολικό.
Ο Κολοκοτρώνης τον έλεγε Αρχάγγελο Μιχαήλ
Πρωταγωνίστησε σε μάχες μεγάλες και νικηφόρες: Βαλτέτσι, Δολιανά, Τριπολιτσά, Δερβενάκια, Αγιονόρος, Άγιος-Σώστης.
Οι στιγμές όμως που ανέδειξαν την πολεμική αρετή και τον ηρωϊσμό του Νικηταρά, και που συγχρόνως στάθηκαν αποφασιστικές για την επανάσταση, ήταν οι νηκηφόρες μάχες στα Δολιανά (18 Μαΐου Ι821) και στα Δερβενάκια (26 Ιουλίου 1822).
Κατά τις εμφύλιες διαμάχες που άρχισαν το 1823 τάχθηκε με το μέρος του Κολοκοτρώνη, εναντίον της κυβέρνησης Κουντουριώτη -ήταν ο μόνος από την «πλευρά Κολοκοτρώνη» που οι «αντίπαλοι» προσέγγισαν επιχειρώντας να τον πάρουν «μαζί τους».
Επειδή έπεσαν πολλοί Τούρκοι από το χέρι του σ’ εκείνη τη Μάχη, οι άντρες του τον ονόμασαν Τουρκοφάγο.
Διακρίθηκε και στις μάχες που ακολούθησαν, όπου συνεργάστηκε με το θείο του, κυρίως δε στην πολιορκία και την άλωση της Τρίπολης. Όταν η Τρίπολη καταλήφθηκε από τους Έλληνες, δε ζήτησε κανένα λάφυρο για τον εαυτό του και όταν του πρόσφεραν ένα αδαμαντοκόλλητο σπαθί, το έκανε δώρο στην προσωρινή Κυβέρνηση. Όταν οι Έλληνες κατέστρεψαν τη στρατιά του Δράμαλη στα στενά των Δερβενακίων, ο Νικηταράς μαζί με τους Δημήτριο Υψηλάντη και Παπαφλέσσα, είχε καταλάβει τη χαράδρα γύρω από τον Άγιο Σώστη, απ’ όπου θα περνούσαν οι Τούρκοι, προκαλώντας τους μεγάλη καταστροφή. Καθώς ο Δράμαλης υποχωρούσε προς το Άργος, ο Νικηταράς κατέλαβε την οχυρή θέση Αγινόρι και σκότωσε πολλούς Τούρκους που προσπάθησαν να διαφύγουν μέσω αυτής. Συνετέλεσε στο να υποχωρήσει τελικά ο Δράμαλης, υφιστάμενος πανωλεθρία (26 – 28 Ιουλίου 1822). Ο Νικηταράς πήρε μέρος σε πολλές ακόμη μάχες μέχρι που απελευθερώθηκε η χώρα.
Το τέλος του Νικηταρά
Το 1839 συνελήφθη με την άδικη κατηγορία της συνομωσίας σαν μέλος της «Φιλορθόδοξης Εταιρείας» που στρεφόταν εναντίον του Όθωνα. Τον εμφάνισαν μάλιστα σαν στρατιωτικό αρχηγό της οργάνωσης αυτής, που είχε σαν στόχους την απελευθέρωση των υπόδουλων περιοχών και την στήριξη της ορθόδοξης πίστης. Φυλακίστηκε στο Παλαμήδι, και στη συνέχεια δικάστηκε, στις 11 Ιουλίου 1840, αλλά λόγω έλλειψης στοιχείων αθωώθηκε. Όμως η αθωωτική απόφαση προκάλεσε την οργή της κυβέρνησης η οποία με την προσυπογραφή του Όθωνα τον φυλάκισε στην Αίγινα.
Από τότε άρχισε το μαρτύριό του. Κάθε μέρα οι Βαυαροί τον έβγαζαν στο δρόμο και τον χτυπούσαν με μπαστούνια και τον περιγελούσαν μπρος στα μάτια των Ελλήνων που έρχονταν να δουν τον ήρωα τους. Ανάμεσα στους θεατές ήταν και η δεύτερη κόρη του η οποία δεν άντεξε να βλέπει τον πατέρα της σε αυτή την κατάσταση και τρελάθηκε, ενώ αυτός αρρώστησε με ζάχαρο το οποίο του κατέστρεψε τα μάτια.
Λόγω των ταλαιπωριών και φυλακίσεων η υγεία του είχε κλονισθεί σοβαρά. Σε μια δίκη του είχε προσαχθεί καθιστός από αδυναμία. Βίωσε την αχαριστία και την αγνωμοσύνη του νεοσύστατου τότε ελληνικού κράτους, το οποίο του αρνήθηκε μια αξιοπρεπή σύνταξη ώστε να ζει αυτός και η οικογένειά του ευπρεπώς και αντί αυτού, του χορηγήθηκε «άδεια επαιτείας» στον χώρο όπου υπάρχει σήμερα ο ναός της Ευαγγελίστριας κάθε Παρασκευή.
Λησμονημένος και επαίτης
Το 1843, όταν ο Όθωνας αναγκάζεται να δώσει σύνταγμα στην Ελλάδα, του απονέμεται ο βαθμός του υποστράτηγου μαζί με μία πενιχρή σύνταξη.
Το μοναδικό λάφυρο του από τον πόλεμο, ένα αδαμαντοστόλιστο, δαμασκηνό σπαθί -που συναγωνιστές του τον έπεισαν να πάρει- το είχε προσφέρει σε έρανο που είχε κάνει η προσωρινή κυβέρνηση της Ύδρας για να αρματώσει τον ελληνικό στόλο.
Χωρίς περιουσία στην Αρκαδία και στην Αργολίδα, όπου έζησε κάποια χρόνια (στους Μύλους), καταλήγει πάμπτωχος σε ένα ταπεινό σπίτι στην Καστέλλα. Μάλιστα, του δίνεται «άδεια επαιτείας» – ένα είδος ανταμοιβής της ευγνωμονούσας Ελλάδας.
Πεθαίνει σε ηλικία 67 ετών. Ο Νικηταράς τάφηκε πλάι στον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη -όπως ήταν η επιθυμία του- στο Α Κοιμητήριο Αθηνών. Τον επικήδειο εκφώνησε ο Νεόφυτος Βάμβας, τον δε επιτάφιο ο Παναγιώτης Σούτσος.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΛΑΠΟΥΤΑΣ: Το «δεξί χέρι» του Κολοκοτρώνη
Ο Δημήτρης Πλαπούτας ήταν Έλληνας στρατηγός, βουλευτής Καρύταινας, γερουσιαστής, επίτιμος υπασπιστής του βασιλιά Όθωνα, Διοικητής της 12ης Τετραρχίας Αρκαδίας της Βασιλικής Φάλαγας του Όθωνα και αγωνιστής της ελληνικής επανάστασης. Ήταν επικεφαλής του αγώνα στην Αρκαδία μαζί με τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη.
Καταγωγή – Πρώτα χρόνια
Γεννήθηκε στις 15 Μαΐου 1786 στην Παλούμπα Αρκαδίας και ήταν δευτερότοκος γιος του κλεφταρματολού Νικόλα – Κόλια Πλαπούτα. Νεαρότατος έγινε αρματολός και σε ηλικία 17 ετών παντρεύτηκε τη Στεκούλα Κολοκοτρώνη, ανιψιά του Θεόδωρου Κολοκοτρώνη, με τον οποίο ταύτισε τον πολεμικό του βίο και τις πολιτικές του θέσεις. Το 1811, καταδιωκόμενος από τους Τούρκους, κατέφυγε στα Επτάνησα, όπου υπηρέτησε στον Αγγλικό Στρατό ως λοχαγός. Τον επόμενο χρόνο επέστρεψε στο χωριό και ανέλαβε καπόμπασης στους Δεληγιανναίους. Το 1819 κατέφυγε και πάλι στα Επτάνησα, αφού κατηγορήθηκε για φόνο Τούρκου στην Αλωνίσταινα. Στη Ζάκυνθο μυήθηκε στη Φιλική Εταιρεία.
Η θέση του στον εμφύλιο – Η ρήξη με τον Γέρο του Μοριά
Η Εθνική Παλιγγενεσία βίωσε δύο πολύ ισχυρές εμφύλιες διαμάχες, οι οποίες παρ’ ολίγον να στοιχίσουν τον αίσιο αποτέλεσμα του ξεσηκωμού. Λάφυρο και των δυο, κατά τον ψύχραιμο Φωτάκο, ήταν η εξουσία και ο «λουφές».
Η πρώτη εμφύλια διαμάχη έλαβε χώρα το 1823-24 και σηματοδοτήθηκε από τις αιματηρές συγκρούσεις με πεδίο μάχης την Πελοπόννησο ανάμεσα στους στρατιωτικού και στους πολιτικούς, και η δεύτερη (1824-1825) είχε ως αντιπάλους τους Στερεοελλαδίτες και τους Νησιώτες.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι διαμάχες ανάμεσα στους στρατιωτικούς και στους πολιτικούς είχαν ήδη αρχίσει να εκδηλώνονται από το πρώτο έτος της επανάστασης. Κατά την πρώτη διαμάχη, τα στρατόπεδα ήταν δύο: εκείνο των στρατιωτικών με επικεφαλής τον Κολοκοτρώνη, στο πλευρό του οποίου στεκόταν και ο Πλαπούτας, και εκείνη των επιφανέστερων πολιτικών της Πελοποννήσου, με επικεφαλής τον Υδραίο μεγαλοκαραβοκύρη Κουντουριώτη. Με αφορμή την ανατροπή από τους πολιτικούς του διορισμένου πρωθυπουργού από τον πρόεδρο της Βουλής Αλ. Μαυροκορδάτο, οι στρατιωτικοί διέλυσαν το Βουλευτικό, με την κατηγορία ότι είχε ενεργήσει παράνομα.
Τότε, το Βουλευτικό κατέφυγε στο Κρανίδι και οι στρατιωτικοί στην Τριπολιτσά. Οι στρατιωτικοί κατηγορούσαν τους πολιτικούς ότι ήταν έτοιμοι να παραδώσουν την Ελλάδα στους Άγγλους, ενώ οι πολιτικοί φοβούνταν ότι οι στρατιωτικοί θα κυβερνούσαν με δικτατορικό τρόπο.
Ο Κουντουριώτης είχε ως όπλο στα χέρια του το πρώτο δάνειο της ανεξαρτησίας, το οποίο ο Κολοκοτρώνης ήθελε να μπλοκάρει, καθώς γνώριζε –πράγμα που έγινε, εξάλλου- ότι τα χρήματα θα ρίχνονταν στην εμφύλια διαμάχη. Οι μάχες ήταν αιματηρές, και τελικά ο Κολοκοτρώνης υποχώρησε και αναγκάστηκε να δεχθεί την κυβέρνηση Κουντουριώτη.
Ο Πλαπούτας, αν και, όπως έχει ήδη αναφερθεί, ήταν ενταγµένος στη φατρία Κολοκοτρώνη, τάχθηκε εναντίον της ένοπλης δράσης και υπέρ της συνεννόησης µε την αντίπαλη φατρία Κουντουριώτη.
Ο ίδιος, με διάβημά του, πρότεινε (9 Φεβρουαρίου 1824) στον Γιώργο Κουντουριώτη και στον Ανδρέα Λόντο να συγκεντρωθούν στο Άργος ή στο Άστρος µε εκπροσώπους της άλλης πλευράς, προκειμένου να αναζητήσουν κάποιον τρόπο ώστε να επιτευχθεί η ειρήνη, ωστόσο χωρίς επιτυχία. Όταν ξεκίνησαν οι συγκρούσεις, επανήλθε με νέα πρόταση συμβιβασμού, ατελέσφορη και εκείνη τη φορά.
Στον δεύτερο Εµφύλιο Πόλεµο (1824-1825), ο Πλαπούτας δεν ευθυγραµµίστηκε µε τον συγγενή και στενό φίλο του Κολοκοτρώνη εξαιτίας της σφοδρής αντιπάθειας που είχε µε τους Δεληγιανναίους -που το 1823 είχε φτάσει στη σύγκρουση των δύο πλευρών για τον έλεγχο της περιοχής της Καρύταινας. Αλλά δεν ήταν μόνον αυτό. Η αφορμή για το ξέσπασμα της δεύτερης εμφύλιας σύγκρουσης δόθηκε με την άρνηση των κατοίκων της Τριφυλλίας να πληρώσουν φόρο στον Κουντουριώτη. Τότε, ο Κουντουριώτης, με τα χρήματα του δανείου, έστρεψε τους Στερεοελλαδίτες εναντίον των Πελοποννησίων. Με αρχηγούς τον Γκούρα και τον Καραϊσκάκη, τα στρατεύματα των Στερεοελλαδιτών προκάλεσαν τεράστιες καταστροφές, κυρίως στην Αχαΐα. Και όλα αυτά συνέβαιναν, ενώ ο Σουλτάνος με τον Μεχμέτ Αλί της Αιγύπτου διαπραγματευόνταν τη συμμαχία τους εναντίον της επανάστασης.
Τότε ήταν που ο Πλαπούτας αποφάσισε να επέμβει συμφιλιωτικά ανάμεσα στις δύο πλευρές. Ο Κολοκοτρώνης μετέβη στο Ναύπλιο, προκειμένου να δηλώσει την υποταγή του στην κυβέρνηση Κουντουριώτη, πεπεισμένος και από τις διαβεβαιώσεις περί αμνηστίας. Ωστόσο ο Κουντουριώτης δεν τον πίστεψε, και τον φυλάκισε στη Μονή Προφήτη Ηλία στην Ύδρα, στις 6/2/1825.
Όταν τα αιγυπτιακά στρατεύµατα αποβιβάστηκαν στην Πελοπόννησο, ο Πλαπούτας επανήλθε στην πολεµική δράση και έλαβε µέρος σε συγκρούσεις εναντίον των δυνάµεων του Ιµπραήµ στην Δραµπόλα της Μεγαλούπολης (6-7 Ιουνίου 1825), στα Τρίκορφα της Τριπολιτσάς (28 Ιουνίου 1825) και στις δύο µάχες της Καφικαριάς Καλυβρύτων (26 και 27 Αυγούστου 1825).
Όταν ήρθε ο κυβερνήτης Ιωάννης Καποδίστριας συντάχθηκε µε το νέο καθεστώς. Έλαβε τον βαθµό του συνταγµατάρχη στη νέα στρατιωτική ιεραρχία και συµµετείχε ως πληρεξούσιος Γορτυνίας στην Δ’ Εθνοσυνέλευση του Άργους (1829). Το 1832 ορίστηκε από τη Γερουσία µέλος της Διοκητικής Επιτροπής. Στη συνέχεια ταξίδεψε στο Μόναχο µαζί µε τον Ανδρέα Μιαούλη και τον Κώστα Μπότσαρη ως επιτροπή της Ελληνικής Πολιτείας για να καλέσουν επισήµως τον νεοεκλεγέντα στον θρόνο της Ελλάδας Βαυαρό πρίγκιπα. Τον επόµενο χρόνο (Σεπτέµβριος 1833) δικάστηκε µαζί με οµάδα στελεχών του «καποδιστριακού» κόµµατος για συνωµοσία εναντίον του νέου βασιλιά και µαζί µε τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη καταδικάστηκε σε θάνατο (25 Μαΐου 1834).
Ωστόσο, µε εντολή του Όθωνα, η ποινή του µετατράπηκε διαδοχικά σε ισόβια, σε 20 χρόνια και στη συνέχεια του δόθηκε χάρη την ηµέρα της ενηλικίωσης του βασιλιά και αποφυλακίστηκε (29 Μαΐου 1835). Το επόµενο διάστηµα συµµετείχε στην Εθνοσυνέλευση του 1844, έγινε βασιλικός υπασπιστής, βουλευτής (1844-1847), γερουσιαστής (1847-1862) και του δόθηκε ο βαθµός του αντιστράτηγου (1861). Πέθανε σε ηλικία 78 χρονών στο πύργο του, στη γενέτειρά του Παλούµπα. Είχε έξι κόρες και έναν γιο.
Ο Δηµητράκης Πλαπούτας ήταν ένας παραδοσιακός ένοπλος από την τάξη των κλεφτών. Συντάχθηκε με την ιδέα της απελευθέρωσης στη Ζάκυνθο, στα Επτάνησα, τα οποία έμειναν πάντοτε υπό την επήρεια της Δύσης και της προόδου που συντελείτο εκεί, μακριά από την τουρκική κατάκτηση.
Βαπτισμένος στις ιδέες και στους σκοπούς της Φιλικής Εταιρείας, πολέμησε ακούραστα και με γενναιότητα, υπηρέτησε τους σκοπούς της επανάστασης, προσπάθησε να κρατηθεί μακριά από τις εμφύλιες διαμάχες, αναλαμβάνοντας συμφιλιωτική δράση.
Το τέλος του Δηµήτριου Πλαπούτα
Σε μεγάλη ηλικία ξαναπαντρεύτηκε με μια γυναίκα αρκετά μικρότερή του, η οποία του χάρισε τη μοναχοκόρη του Αθανασία. Πέθανε τον Ιούλιο του 1864 σε ηλικία 78 χρονών στο πύργο του, στη γενέτειρά του Παλούμπα. Είχε έξι κόρες και έναν γιο.
Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.
Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com
Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.