Η αιφνιδιαστική επίθεση των Ιαπώνων στο Περλ Χάρμπορ, εκτός από τον πληγωμένο αμερικανικό εγωισμό, προκάλεσε και μεγάλες απώλειες σε πολεμικά πλοία και αεροσκάφη από την πλευρά των ΗΠΑ.
Οι Ιάπωνες με το ηθικό που προσδίδει η επιτυχία στο νικητή, σε συνάρτηση με το αξιόμαχο υλικό αλλά και προσωπικό του ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού, είχαν σαφώς το πλεονέκτημα στο μέτωπο του Ειρηνικού και οι επιχειρήσεις στη νοτιανατολική Ασία στέφονταν με επιτυχία η μία μετά την άλλη.
Τη συγκεκριμένη περιοχή ευθύνης οι Αμερικανοί επιτελείς χώρισαν σε δύο ζώνες. Από αυτές η μία περιελάμβανε τον υδάτινο χώρο του Ειρηνικού, ενώ η δεύτερη τα μεγάλα νησιά του Ειρηνικού, δηλαδή την Αυστραλία, τις Φιλιππίνες, τη Νέα Γουινέα και την Ινδονησία. Διοικητής του στόλου του Ειρηνικού ήταν μία από τις πλέον σημαντικές φυσιογνωμίες της περιόδου, ο ναύαρχος Tσέστερ Νίμιτς.
Το να μπορέσει βέβαια κανείς να υποστηρίξει τη νήσο και παράλληλα τεράστια σε έκταση ήπειρο Αυστραλία με χερσαίες δυνάμεις ήταν κάτι μάλλον αδύνατο για τα δεδομένα και τα μέσα της εποχής.
Παρ’ όλα αυτά, κάποια αμερικανικά στρατεύματα μεταφέρθηκαν εκεί, αλλά το κύριο αμυντικό προπύργιο της Αυστραλίας ήταν η Νέα Γουινέα.
Από την ημέρα της επίθεσης στο Περλ Χάρμπορ, το Δεκέμβριο του 1941, μέχρι και τα μέσα Φεβρουαρίου της επόμενης χρονιάς οι ιαπωνικές δυνάμεις είχαν καταλάβει όλη την περιοχή από το Χονγκ Κονγκ μέχρι τη Σιγκαπούρη.
Μέσα στους επόμενους δύο μήνες οι Ιάπωνες επιτελείς αποφάσισαν ότι έπρεπε να επεκταθούν νοτιότερα. Μέχρι τις αρχές Μαΐου όλες οι βρετανικές κτήσεις της εκεί περιοχής περιήλθαν σε ιαπωνικά χέρια και η πολεμική ένταση κορυφώθηκε στις 7 Μαΐου του 1942, με τη μεγάλη ναυμαχία στη Θάλασσα των Κοραλλιών.
Η συγκεκριμένη ναυμαχία είχε σημαντική ιδιαιτερότητα δεδομένου ότι πραγματοποιήθηκε αποκλειστικά και μόνο με τα αεροσκάφη των αεροπλανοφόρων των δύο στόλων. Για πρώτη φορά στην ιστορία επομένως δεν αντάλλαξαν πυρά μεταξύ τους τα πλοία δύο αντίπαλων ναυτικών δυνάμεων. Η μορφή του ναυτικού πολέμου είχε αλλάξει σημαντικά…
Η έκβαση της μάχης ήταν διφορούμενη, αν και οι Ιάπωνες ήταν αυτοί που υπέστησαν τις μικρότερες απώλειες. Ωστόσο, το αποτέλεσμα της αεροναυμαχίας στη θάλασσα των Κοραλλιών δεν ευχαρίστησε το ναύαρχο Γιαμαμότο, τη μεγαλύτερη ηγετική μορφή του ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού και πιθανότατα και του συνόλου των ιαπωνικών ενόπλων δυνάμεων κατά το Β΄ Π.Π.
O Γιαμαμότο ήλπιζε ότι οι απώλειες του αντιπάλου θα ήταν μεγαλύτερες, γεγονός που θα καθιστούσε τον Αμερικανικό Στόλο εντελώς ανίσχυρο στην περιοχή. Κάτι τέτοιο όμως δεν επιτεύχθηκε και ο γκουρού του ιαπωνικού Ναυτικού αποφάσισε την πραγματοποίηση μίας δεύτερης επιχείρησης, η οποία αποσκοπούσε να προκαλέσει σε αντιπαράθεση τον αποδυναμωμένο αμερικανικό στόλο, ώστε να τον αδρανοποιήσει οριστικά. Εάν τελικά πετύχαινε μια ακόμη θριαμβευτική νίκη, το αμερικανικό ναυτικό θα εξαφανιζόταν από τον Ειρηνικό, ο οποίος θα μετατρεπόταν σε ιαπωνική «λίμνη»…
Η προετοιμασία και οι αστάθμητοι παράγοντες
Η απόφαση του Γιαμαμότο να προκαλέσει τον εχθρικό στόλο σε σύγκρουση τη δεδομένη χρονική στιγμή στηρίχτηκε σε δύο λόγους: ο πρώτος ήταν το ότι ο αμερικανικός στόλος είχε υποστεί βαριές απώλειες στο Περλ Χάρμπορ και ήταν αρκετά αδύναμος. Ο δεύτερος, ήταν… ακριβώς ο αντίθετος.
Ότι, δηλαδή, ο αμερικανικός στόλος ήταν ακόμη αξιόμαχος, όπως διαπίστωσε ο Ιάπωνας ναύαρχος στη Θάλασσα των Κοραλλιών. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με το ότι η τεράστια αμερικανική βιομηχανική ισχύς θα μπορούσε σε σύντομο χρονικό διάστημα να αναπληρώσει τις απώλειες σε πλοία τον έπεισαν ότι, εάν περίμενε, το μόνο που γινόταν θα ήταν να γείρει η πλάστιγγα προς την πλευρά των Αμερικανών. Έτσι, έκρινε ότι το εγχείρημα θα έπρεπε να πραγματοποιηθεί το συντομότερο δυνατό, με την ελπίδα να συντρίψει τον αντίπαλο στόλο και να αναγκάσει τους Αμερικανούς να ξεκινήσουν συνομιλίες για την υπογραφή συνθήκης ειρήνης.
Το σχέδιο δράσης του Γιαμαμότο αποτελούταν από δύο σκέλη. Το ένα αφορούσε την κατάληψη των νήσων Ατού, Κίσκα και Αντάκ, που υπάγονται στο σύμπλεγμα των Αλεούτιων νήσων, που βρίσκονται στο βόρειο Ειρηνικό και απέχουν περίπου 3.000 χιλιόμετρα από την Αλάσκα.
Το άλλο σκέλος αφορούσε την κατάληψη της ατόλης Μίντγουεϊ, που αποτελούταν από το Ανατολικό Νησί και το Αμμώδες Νησί. H Μίντγουεϊ ήταν πράγματι ένας στρατηγικής σημασίας στόχος, αφού, παρ’ ότι ήταν ένα απομονωμένο κοραλλιογενές σύμπλεγμα, απείχε μόλις 2.170 χιλιόμετρα από τη Χαβάη, ενώ επάνω στο Ανατολικό Νησί υπήρχε αεροπορική βάση των ΗΠΑ. Η κατάληψή της θα αποτελούσε ένα στρατηγικό πλεονέκτημα για τους Ιάπωνες από τη στιγμή που από εκεί θα μπορούσε να εξαπολυθεί νέα επίθεση κατά του Περλ Χάρμπορ με αξιώσεις.
Ο Γιαμαμότο, θεωρώντας ότι θα είχε το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, δεν περίμενε μεγάλη αντίσταση από τον Αμερικανικό Στόλο κατά την επιχείρηση κατάληψης της ατόλης Μίντγουεϊ και αυτό διότι πρώτα θα εξαπέλυε επίθεση στις Αλεούτιους με αεροπορικούς βομβαρδισμούς στις 3 Ιουνίου.
Ενώ λοιπόν μέσα στις επόμενες τρεις ημέρες (έως τις 6 Ιουνίου) θα πραγματοποιούνταν οι αποβατικές ενέργειες στα τρία προαναφερθέντα νησιά, στις 4 Ιουνίου θα πραγματοποιούταν επίθεση κατά της αμερικανικής βάσης στη Μίντγουεϊ. Με άλλα λόγια, οι Αλεούτιες νήσοι ήταν το «δόλωμα» και ο κύριος στόχος η Μίντγουεϊ.
Με τον τρόπο αυτό ο Γιαμαμότο επεδίωκε να «κόψει» τον αμερικανικό στόλο στα δύο. Η επιλογή όμως αυτή μπορεί να είχε και το αντίθετο αποτέλεσμα, διότι στην περίπτωση που ο Νίμιτς δεν διασπούσε τις δυνάμεις του, τότε θα ήταν μειωμένη η ισχύς του δικού του στόλου, ενώ παράλληλα δεν θα είχε και τη δυνατότητα μεγάλης ευελιξίας σε τακτικό επίπεδο.
Για την επέμβαση στις Αλεούτιες νήσους, ο Γιαμαμότο αποφάσισε να χρησιμοποιήσει δύο ελαφρά αεροπλανοφόρα, τρία συνοδευόμενα οπλιταγωγά με 2.400 άντρες, τέσσερα θωρηκτά και δύο καταδρομικά.
Για τις επιχειρήσεις στη Μίντγουεϊ ο όγκος των δυνάμεων που εμπλέκονταν ήταν πολύ μεγαλύτερος. Συγκεκριμένα, την επίθεση εκεί θα αναλάμβαναν η 1η Μοίρα Αεροπλανοφόρων του αντιναύαρχου Ναγκούμο -απαρτιζόταν από τέσσερα αεροπλανοφόρα («Akagi», «Kaga», «Hiryu» και «Soryu»), δύο θωρηκτά («Haruna» και «Kirishima»), δύο καταδρομικά («Tone» και «Chikuma»), 12 αντιτορπιλικά και βοηθητικά πλοία υποστήριξης-, η Μοίρα Εισβολής που θα καταλάμβανε τη νήσο με επικεφαλής τον αντιναύαρχο Κόντο -απαρτιζόταν από 12 οπλιταγωγά που μετέφεραν συνολικά 5.000 άντρες, δύο ελαφρά αεροπλανοφόρα, δύο θωρηκτά, οκτώ καταδρομικά, αρκετά αντιτορπιλικά και βοηθητικά πλοία υποστήριξης-, και ο κύριος Στόλος Μάχης.
Ο τελευταίος περιελάμβανε το θωρηκτό «Yamato», στο οποίο θα επέβαινε ο Γιαμαμότο, τα θωρηκτά «Nagato» και «Mutsu», το ελαφρύ αεροπλανοφόρο «Hosho», το καταδρομικό «Sendai» και ορισμένα αντιτορπιλικά. Τις δυνάμεις αυτές στο σύνολό τους θα υποστήριζαν 15 υποβρύχια, ενώ ο συνολικός αριθμός των αεροσκαφών που βρίσκονταν στα αεροπλανοφόρα ήταν περίπου 280. Η πραγματικά μεγάλη δύναμη που θα συγκέντρωνε ο Γιαμαμότο στην περιοχή δικαιολογημένα τον έκανε να πιστεύει ότι θα είχε διπλό όφελος.
Αφενός μεν θα κατακτούσε ένα στρατηγικό σημείο στο κέντρο του Ειρηνικού, την ατόλη Μίντγουεϊ, αφετέρου δε θα κατάφερνε να προκαλέσει μεγάλες απώλειες στον Αμερικανικό Στόλο. Σε όλα αυτά προσμετρούσε και το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού, το οποίο όμως τελικά αποδείχθηκε μια χίμαιρα…
Εκείνο που δεν γνώριζε ο Γιαμαμότο ήταν ότι οι Αμερικανοί αποκρυπτογράφοι είχαν σπάσει τον κρυπτογραφικό κώδικα επικοινωνίας που χρησιμοποιούσε το Αυτοκρατορικό Ιαπωνικό Ναυτικό ήδη από το 1941. Έτσι, η κατάσταση αντιστράφηκε και οι Αμερικανοί όχι μόνο δεν έπεσαν στην παγίδα, αλλά ήξεραν με ακρίβεια τα σχέδια των αντιπάλων τους. Επικεφαλής της Υπηρεσίας Αποκρυπτογράφησης ήταν ένας ικανότατος αξιωματικός, o αντιπλοίαρχος Τζόζεφ Ρόσφορντ, ο οποίος από τα ιαπωνικά σήματα που είχαν υποκλαπεί γνώριζε ότι υπήρχαν ιαπωνικά σχέδια για την περιοχή της Αλάσκας, αλλά ο κύριος στόχος ήταν μια άλλη περιοχή, που στο σήμα αναφερόταν ως «AF».
Ο Ρόσφορντ από τα συμφραζόμενα του σήματος πιθανολογούσε ότι η περιοχή αυτή ήταν η ατόλη Μίντγουεϊ. Για να το επιβεβαιώσει όμως ζήτησε από το προσωπικό της αεροπορικής βάσης στο Ανατολικό Νησί να του στείλει ένα μήνυμα που θα ανέφερε ότι είχαν έλλειψη νερού, λόγω βλάβης της συσκευής αφαλάττωσης. Πράγματι, το μήνυμα στάλθηκε και τις επόμενες ημέρες σε ένα ιαπωνικό σήμα που είχε υποκλαπεί αναφερόταν ότι η «AF» είχε πρόβλημα νερού. Έτσι επιβεβαιώθηκε ότι ο στόχος ήταν η Μίντγουεϊ, το ιαπωνικό σχέδιο αποκαλύφθηκε και ενημερώθηκε ο Αρχηγός του Στόλου του Ειρηνικού, ναύαρχος Νίμιτς.
Στις αρχές Μαΐου, ο Νίμιτς μετέβη στη Μίντγουεϊ, όπου επιθεώρησε το προσωπικό και τα νέα οχυρωματικά έργα που είχαν γίνει κατά τον περασμένο Δεκέμβριο. Αφού ενημερώθηκε για τις ελλείψεις, αποχώρησε χωρίς να αναφέρει τίποτε για την ιαπωνική απειλή. Μερικές όμως ημέρες αργότερα, με σήμα του πληροφόρησε το διοικητή της βάσης ότι στις 4 Ιουνίου θα δεχθεί ιαπωνική επίθεση.
Οι αμερικανικές δυνάμεις
Το κύριο πρόβλημα που απασχολούσε τον Νίμιτς ήταν η σημαντική υπεροχή των δυνάμεων του Γιαμαμότο, διότι μετά τη ναυμαχία στη Θάλασσα των Κοραλλιών και τις προγενέστερες απώλειες του Περλ Χάρμπορ, είχε εκείνη τη στιγμή στη διάθεσή του μόνο δύο αεροπλανοφόρα, το «Enterprise» και το «Hornet».
To «Yorktown» είχε υποστεί μεγάλες ζημιές στη Θάλασσα των Κοραλλιών και, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των τεχνικών, θα χρειαζόταν τουλάχιστον τρεις μήνες για να επισκευαστεί.
Ο Νίμιτς όμως το χρειαζόταν πάση θυσία και γι’ αυτό περίπου 1.500 άνθρωποι εργάστηκαν ασταμάτητα με τρομακτικούς ρυθμούς και μέσα σε 48 ώρες συνεχούς, πυρετώδους εργασίας κατάφεραν να το καταστήσουν σε πλόιμη κατάσταση! Οι επισκευαστικές εργασίες δε συνεχίστηκαν ακόμη και όταν το μεγάλο πλοίο έπλεε προς τη Μίντγουεϊ.
Η αμερικανική αρμάδα που θα έφτανε στη Μίντγουεϊ απαρτιζόταν από τις Task Force 16 και Task Force 17. H Task Forse 16, με διοικητή τον υποναύαρχο Ρέιμοντ Σπρούανς, περιελάμβανε τα δύο αεροπλανοφόρα «Enterprise» και «Hornet», έξι καταδρομικά, εννέα αντιτορπιλικά και πλοία υποστήριξης.
H Task Forse 17, με διοικητή τον υποναύαρχο Φρανκ Φλέτσερ, με τη σειρά της περιελάμβανε τo «Yorktown», δύο καταδρομικά και έξι αντιτορπιλικά. Κανένα θωρηκτό δεν υπήρχε στην αμερικανική δύναμη, δεδομένου ότι όλα είχαν πληγεί στο Περλ Χάρμπορ, και έτσι, αν προέκυπτε κάποια «κλασική» πολεμική αναμέτρηση με πλοία που ανταλλάσσουν πυρά μεταξύ τους, οι Ιάπωνες θα έβαζαν τον αμερικανικό στόλο κάτω από τα πανίσχυρα κανόνια του θωρηκτού «Γιαμάτο» και θα τον κατέστρεφαν.
Όμως, η μορφή του ναυτικού πολέμου είχε αλλάξει σημαντικά, όπως άλλωστε έχει προαναφερθεί. Οι αντίπαλοι στόλοι δεν θα αντίκριζαν ο ένας τον άλλον και τα κανόνια του «Γιαμάτο», όπως και αυτά του «αδελφού» του πλοίου «Μουσάσι» δεν θα έβαλλαν ποτέ κατά αμερικανικών πολεμικών. Η συνολική δύναμη αεροσκαφών στα τρία αμερικανικά αεροπλανοφόρα ήταν 234, αλλά υπήρχαν και άλλα 126 στη Μίντγουεϊ. Την αμερικανική αρμάδα θα υποστήριζαν επιπλέον και 20 περίπου υποβρύχια. Επικεφαλής της όλης επιχείρησης τέθηκε ο υποναύαρχος Φλέτσερ.
Τα δύο μεγάλα αεροπλανοφόρα «Enterprise» και «Hornet» απέπλευσαν στις 28 Μαΐου από το λιμάνι του Περλ Χάρμπορ και δύο ημέρες αργότερα αναχώρησε και το ημιεπισκευασμένο «Yorktown».
Στο μεταξύ, η ιαπωνική αρμάδα έχει εγκαταλείψει τα ιαπωνικά λιμάνια από τις 26 Μαΐου. Στις 2 Ιουνίου ο αμερικανικός στόλος βρισκόταν σε απόσταση 625 χιλιομέτρων βορειοανατολικά της Μίντγουεϊ, ενώ ο ιαπωνικός πλησίαζε την περιοχή κάτω από δυσμενείς καιρικές συνθήκες, με μεγάλη βροχόπτωση και χαμηλή νέφωση.
Ο Γιαμαμότο ακόμη πίστευε ότι έχει το πλεονέκτημα του αιφνιδιασμού. Στην πραγματικότητα, το μόνο ουσιαστικό πλεονέκτημα αποδείχθηκε ότι το είχε εκείνος που θα εντόπιζε πρώτος τον αντίπαλο στόλο…
Η σύγκρουση
Κατά τις πρώτες πρωινές ώρες της 3ης Ιουνίου του 1942, ενώ οι δυνάμεις του Ναγκούμο και του Κόντο προωθούνταν από διαφορετικές κατευθύνσεις προς τη Μίντγουεϊ, ο ναύαρχος Χοσογκάγια με τα δύο ελαφρά αεροπλανοφόρα που είχε στη διάθεσή του εξαπέλυσε επίθεση με 23 βομβαρδιστικά και 12 καταδιωκτικά αεροσκάφη κατά του Ντατς Χάρμπορ στις Αλεούτιες νήσους.
Από την πλευρά των Αμερικανών, στα νερά της Αλάσκας βρισκόταν ο υποναύαρχος Ρόμπερτ Θιομπόλτ με πέντε καταδρομικά και εννέα αντιτορπιλικά. Η ιαπωνική επίθεση δεν είχε κάποιο ουσιαστικό αποτέλεσμα και οι καιρικές συνθήκες δεν ευνοούσαν νέα επίθεση από αέρος.
Στην ατόλη Μίντγουεϊ επικρατούσαν επίσης άσχημες καιρικές συνθήκες, με αποτέλεσμα οι αναγνωριστικές αποστολές του Ιαπωνικού Στόλου να αποβούν άκαρπες. Δεν συνέβη όμως το ίδιο και από την άλλη πλευρά, μιας και αναγνωριστικά αμερικανικά υδροπλάνα PBY-5 Catalina, εντόπισαν τα αργοκίνητα οπλιταγωγά του Κόντο σε απόσταση περίπου 1.100 χιλιομέτρων δυτικά της Μίντγουεϊ.
Ο Φλέτσερ γνώριζε ότι η συγκεκριμένη δύναμη θα πραγματοποιήσει την αποβατική ενέργεια, αλλά αυτό που τον ενδιέφερε ήταν το ποια ήταν η θέση της κύριας δύναμης των Ιαπώνων με τα αεροπλανοφόρα. Παρ’ όλα αυτά, απογειώνονται βομβαρδιστικά Boeing B-17 Flying Fortress -γνωστά και ως «Ιπτάμενα Φρούρια»- από τη Μίντγουεϊ και πραγματοποιούν επίθεση κατά της αρμάδας του Κόντο, χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Τα μεγάλα αεροπορικά βομβαρδιστικά πέταξαν σε μεγάλο ύψος απρόσβλητα από τα ιαπωνικά καταδιωκτικά και τα αντιαεροπορικά και άπλωσαν το «χαλί» των βομβών τους κατά των ιαπωνικών πλοίων. Το μόνο όμως που κατάφεραν ήταν να γεμίσει ο ωκεανός με τεράστιους πίδακες που, όταν διαλύονταν, τα ιαπωνικά πλοία προέβαλλαν άθικτα.
Πριν από τον πόλεμο, διάφοροι στρατιωτικοί «εγκέφαλοι» στις ΗΠΑ θεωρούσαν ότι τα «Ιπτάμενα Φρούρια» θα τσάκιζαν τα εχθρικά πλοία σε μεγάλες αποστάσεις από τις ακτές των ΗΠΑ, χτυπώντας τα από μεγάλο ύψος. Η μάταιη επίθεση των Β-17 εναντίον των ιαπωνικών πολεμικών αποδεικνύει το λανθασμένο των θεωριών αυτών.
Το πρωί της 4ης Ιουνίου βρίσκει τους δύο αντιπάλους σε απόσταση μικρότερη των 400 χιλιομέτρων μεταξύ τους, αλλά κανείς δεν γνωρίζει τη θέση του άλλου. Ο Nαγκούμο -θεωρώντας ότι ο Αμερικανικός Στόλος βρίσκεται στο Περλ Χάρμπορ, που απέχει περίπου 1.800 χιλιόμετρα από τη Μίντγουεϊ- αποφασίζει ότι έχει όλο το χρόνο να επιτεθεί ανενόχλητος στην ατόλη.
Πράγματι, στις 2:45 οι χειριστές που θα λάβουν μέρος στην επιχείρηση αρχίζουν να ετοιμάζονται και στις 4:30 απονηώνονται συνολικά 108 αεροσκάφη. Από αυτά, τα 72 ήταν βομβαρδιστικά Aichi D3A Val και Nakajima B5N Kate και τα υπόλοιπα 36 καταδιωκτικά Mitsubishi A6M2 Zero, από τα πιο διάσημα καταδιωκτικά της αεροπορικής ιστορίας.
Μετά την απονήωση του πρώτου κύματος στα καταστρώματα των ιαπωνικών αεροπλανοφόρων ανέβηκαν τα αεροσκάφη που βρίσκονταν στο υπόστεγο, για κάθε ενδεχόμενο. Ταυτόχρονα απονηώνονται και επτά αναγνωριστικά αεροσκάφη (τέσσερα Aichi E13A Jake, δύο Nakajima B5N Kate και ένα Mitsubishi F1M Pete) με σκοπό να εντοπίσουν τον αμερικανικό στόλο.
Σχεδόν την ίδια ώρα ο Fletcher απονηώνει βομβαρδιστικά κάθετου εφορμήσεως SBD-3 Dauntless για τον ίδιο σκοπό. Η αμερικανική αεροπορική δύναμη που βρίσκεται στη Μίντγουεϊ αποτελείται από ένα μείγμα αεροσκαφών του Ναυτικού, του «Αεροπορικού Σώματος του Στρατού των Ηνωμένων Πολιτειών» (USAAC) -προγόνου της σημερινής USAF- και του Σώματος των Πεζοναυτών.
Την αφρόκρεμα της δύναμης των αεροσκαφών αυτών αποτελούσαν έξι νέα τορπιλοπλάνα TBF-1 Avenger, τέσσερα μέσα δικινητήρια βομβαρδιστικά Martin Β-26 Marauder και 17 βαριά τετρακινητήρια βομβαρδιστικά, B-17 Flying Fortress. Τα υπόλοιπα ήταν περίπου 30 υδροπλάνα PBY-5 Catalina, επτά μόλις καταδιωκτικά F-4F Wildcat, 18 βομβαρδιστικά καθέτου εφορμήσεως SBD-2 Daunless και περίπου 40 παλιά καταδιωκτικά SB2U Vindicator και F2Α Buffalo, τα οποία είχαν ελάχιστες πιθανότητες επιβίωσης απέναντι στα ευέλικτα και ταχύτατα ιαπωνικά καταδιωκτικά Zero.
Το προσωπικό της Μίντγουεϊ είναι σε επιφυλακή από τις 03:00 το πρωί. Στις 05:25 το ραντάρ της νήσου εντοπίζει μεγάλο αριθμό αεροσκαφών σε απόσταση περίπου 140 χιλιομέτρων. Σχεδόν το σύνολο των διαθέσιμων αμερικανικών καταδιωκτικών (περίπου 26 αεροσκάφη) απογειώνεται για να αντιμετωπίσει τα ιαπωνικά μαχητικά. Οι Αμερικανοί χειριστές, σε μια προσπάθεια να αιφνιδιάσουν τα ιαπωνικά αεροσκάφη, ανέρχονται σε ύψος 17.000 ποδών.
Τα ταχύτατα όμως και ευέλικτα A6M Zero τα εντοπίζουν και μέσα σε λίγα λεπτά τα αργοκίνητα αμερικανικά καταδιωκτικά αποδεκατίζονται. Τα ιαπωνικά βομβαρδιστικά ανενόχλητα αδειάζουν το φορτίο τους στις δύο νήσους, οι οποίες τυλίγονται στις φλόγες. Αν και οι ζημιές είναι σημαντικές και αρκετές εγκαταστάσεις καταστρέφονται, ο αντικειμενικός σκοπός των Ιαπώνων, που ήταν η καταστροφή του αεροδρομίου, δεν επιτεύχθηκε. Στη Μίντγουεϊ επιστρέφουν μόλις εννέα, κατατρυπημένα από τις σφαίρες, αμερικανικά αεροσκάφη, εκ των οποίων μόνο τα δύο έχουν τη δυνατότητα να επαναχρησιμοποιηθούν.
Στις 07:00 ακριβώς ο επικεφαλής της αποστολής αναφέρει στον Ναγκούμο ότι ο αντικειμενικός σκοπός δεν επιτεύχθηκε και θα χρειαζόταν να πραγματοποιηθεί και δεύτερη επιχείρηση.
Στο μεταξύ όμως είχαν εντοπιστεί οι θέσεις των ιαπωνικών αεροπλανοφόρων και ο Φλέτσερ έχει διατάξει να απονηωθούν τα αεροσκάφη από τα αεροπλανοφόρα για να πλήξουν τον εχθρό. Μεταξύ 07:02 και 08:06, 119 αεροσκάφη απονηώθηκαν από τα αεροπλανοφόρα «Enterprise» και «Hornet» για να αναζητήσουν τον ιαπωνικό στόλο.
Από αυτά τα 20 ήταν καταδιωκτικά F4F Wildcat, 29 τορπιλοβόλα TBD-1 Devastator και 70 SBD-3 Dauntless. Επίσης, από τη Μίντγουεϊ είχαν απογειωθεί νωρίτερα έξι τορπιλοπλάνα TBF-1 Avenger και τέσσερα βομβαρδιστικά Β-26 Marauder. Τα συγκεκριμένα αεροσκάφη δεν προλαβαίνουν ούτε να πλησιάσουν τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα, αφού πέφτουν πάνω στο φονικό δίχτυ των Zero και καταρρίπτονται.
Από τα 10 αυτά αεροσκάφη κατάφεραν να προσγειωθούν στη Μίντγουεϊ μόλις δύο B-26 Marauder, διάτρητα από τα εχθρικά πυρά, ενώ το μοναδικό TBF-1 Avenger που επιβίωσε τελικά συνετρίβη στις ακτές της Μίντγουεϊ λόγω βλάβης του κινητήρα.
Στις 07:55 επιχειρούν να πλήξουν τον ιαπωνικό στόλο 16 SBD-3 Dauntless από τη Μίντγουεϊ, αλλά χάρη στην άριστη συνεργασία των A6M Zero και των αντιαεροπορικών πυροβόλων των ιαπωνικών πλοίων τα μισά καταρρίπτονται και τα υπόλοιπα επιστρέφουν στη βάση τους, χωρίς να έχουν επιτύχει κανένα πλήγμα. Οι Αμερικανοί δεν πτοούνται και νέα επίθεση ξεκινά από τη Μίντγουεϊ με τα B-17. Αυτή τη φορά τα A6M Zero δεν κατάφεραν να αναχαιτίσουν τα αμερικανικά βομβαρδιστικά, αφού τα 13 πολυβόλα τους των 0,50 ιντσών που έφερε το καθένα ήταν μία πολύ καλή προστασία.
Έτσι τα ιαπωνικά καταδιωκτικά έμειναν σε απόσταση ασφαλείας. Για τα αμερικανικά βομβαρδιστικά ήταν η τέλεια ευκαιρία, μιας και τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα βρίσκονταν σε πολύ μικρή απόσταση μεταξύ τους. Παρ’ όλα αυτά, αν και προκλήθηκε ένα πανδαιμόνιο από τους πίδακες νερού που δημιούργησαν οι βόμβες των 500 λιβρών που αφέθηκαν από τα αεροσκάφη, ως διά μαγείας όλα τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα έμειναν ανέπαφα.
Ύστερα από αυτή την αποτυχία επιχειρείται νέα επίθεση με 11 αργοκίνητα βομβαρδιστικά SB2U Vindicator, τα οποία το μόνο θετικό που κατάφεραν ήταν να επιστρέψουν τα μισά από αυτά σώα και αβλαβή στη βάση τους. Η ώρα έχει φτάσει 08:25 και σίγουρα η ιαπωνική πλευρά είναι σε πλεονεκτική θέση, αφού όλα τα σκάφη της είναι άθικτα και οι απώλειές της σε αεροσκάφη ελάχιστες.
Από την άλλη πλευρά, οι Αμερικανοί έχουν χάσει όλα τα αεροσκάφη της Μίντγουεϊ, εκτός από τα B-17.
Επιπλέον, οι δυνάμεις του Κόντο σφίγγουν τον κλοιό γύρω από τη Μίντγουεϊ. Όλα δείχνουν ότι η πλάστιγγα γέρνει προς τη πλευρά του Ναγκούμο. O Fletcher όμως δεν είχε πει την τελευταία του λέξη, διότι υπάρχουν στον αέρα τα 119 αεροσκάφη των αεροπλανοφόρων, γεγονός που αγνοεί ο Ναγκούμο, μιας και από την τελευταία αναφορά ενός αναγνωριστικού αεροσκάφους που είχε ληφθεί στις 08:10 πληροφορήθηκε ότι οι σημαντικότερες δυνάμεις του αμερικανικού στόλου αποτελούνταν από καταδρομικά και αντιτορπιλικά.
Η πληροφορία αυτή τον οδήγησε στην απόφαση να πραγματοποιήσει νέα αεροπορική επιδρομή κατά της Μίντγουεϊ, ώστε να καταστραφούν οι διάδρομοι προσγείωσης. Με τον αδύναμο εχθρικό στόλο θα ασχολούνταν αφού «τελείωνε» με τη Μίντγουεϊ. Για το λόγο αυτό δίνει διαταγή τα αεροσκάφη να κατέβουν στα υπόστεγα κάτω από τα καταστρώματα των αεροπλανοφόρων, ώστε να προσνηωθούν τα αεροσκάφη που εκτέλεσαν την πρώτη επιχείρηση και να αντικατασταθούν οι τορπίλες με βόμβες, ώστε τα αεροσκάφη να είναι έτοιμα για τη νέα επίθεση στη Μίντγουεϊ.
Ενώ τα πληρώματα εκτελούν τις διαταγές του, ένα νέο σήμα από τα αναγνωριστικά τον πληροφορεί ότι στη δύναμη της αντίπαλης αρμάδας υπάρχει και ένα αεροπλανοφόρο. Το νέο δεδομένο θορύβησε τον Ναγκούμο αλλά πλέον ήταν αργά. Τα αεροσκάφη από τη Μίντγουεϊ έχουν αρχίσει να επιστρέφουν και τα καταδιωκτικά που χρησιμοποιήθηκαν για την προστασία του στόλου πρέπει επίσης να προσνηωθούν για ανεφοδιασμό.
Μην μπορώντας να κάνει κάτι άλλο, ο Ναγκούμο αποφασίζει να προσνηώσει πρώτα τα αεροσκάφη που βρίσκονταν Άλλωστε, υπολόγιζε ότι η δύναμη των εχθρικών αεροσκαφών θα ήταν μικρή, διότι γνώριζε την ύπαρξη μόνο ενός αμερικανικού αεροπλανοφόρου. Προληπτικά πάντως άλλαξε πορεία για να μην εντοπιστεί επακριβώς η θέση του στόλου του και κινήθηκε βορειοανατολικά.
Τα τελευταία αεροσκάφη του αμερικανικού στόλου είχαν ξεκινήσει να απονηώνονται στις 08:38. Ήταν η αεροπορική δύναμη του «Yorktown», η οποία αποτελούταν από 10 καταδιωκτικά, 17 βομβαρδιστικά και 12 τορπιλοπλάνα. Η αεροπορική δύναμη του αμερικανικού στόλου, που βρισκόταν λίγο μετά τις 09:00 στον αέρα, αριθμούσε συνολικά 158 αεροσκάφη.
Όμως, η θέση του εχθρού ήταν άγνωστη, οπότε η έρευνα για τα σκόρπια ιαπωνικά πλοία σε μια έκταση χιλιάδων τετραγωνικών χιλιομέτρων στον αχανή ωκεανό, απέβη άκαρπη. Μια ομάδα αεροπλάνων μάλιστα, αποτελούμενη από 35 βομβαρδιστικά SBD Dauntless και 10 F4F Wildcat, όχι μόνο δεν κατάφερε να εντοπίσει την ιαπωνική αρμάδα, αλλά εξάντλησε το περισσότερο καύσιμό της, με αποτέλεσμα κάποια από τα αεροσκάφη να χαθούν στα νερά του Ειρηνικού και τα υπόλοιπα να επιστρέψουν άπρακτα.
Στο μεταξύ, πάνω στα καταστρώματα των ιαπωνικών αεροπλανοφόρων βρίσκονταν πλέον αεροπλάνα εφοδιασμένα με τορπίλες. Περίπου στις 09:30, τη στιγμή που γίνονταν οι τελευταίες ετοιμασίες για να απονηωθούν τα ιαπωνικά βομβαρδιστικά, 41 TBD Devastator εξαπολύουν επίθεση αυτοκτονίας σε τρία κύματα αλλά περίπου 50 A6M Zero σώζουν για άλλη μια φορά την κατάσταση καταρρίπτοντας τα 36 από αυτά μέχρι τις 10:20.
Αυτές οι συνεχείς «αυτοκτονικές» επελάσεις των αμερικανικών τορπιλοπλάνων πάνω από τα εχθρικά πολεμικά είναι μια από τις λαμπρές σελίδες της αμερικανικής πολεμικής ιστορίας. Οι Αμερικανοί πιλότοι έδειξαν απόλυτη αδιαφορία για το θάνατο, προκειμένου να κάνουν το καθήκον τους, γνωρίζοντας ότι ελάχιστες πιθανότητες είχαν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά και να χτυπήσουν τα εχθρικά πλοία. Ωστόσο, η επίθεσή τους ήταν άσκοπη.
Κανένα από τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα δεν έχει πάθει το παραμικρό και ο Ναγκούμο δίνει διαταγή να απονηωθούν τα αεροσκάφη. Όμως, είχε έλθει η ώρα που η ιστορία άλλαζε σελίδα…
Τελικά η θυσία των αμερικανικών τορπιλοπλάνων δεν είχε πάει χαμένη. Καθώς πετούσαν πολύ χαμηλά, προσπαθώντας να προσεγγίσουν τα ιαπωνικά πλοία, τα Zero είχαν επίσης κατέβει χαμηλά για να τα καταρρίψουν. Εκείνη την ώρα, που κανένα Α6M Zero δεν βρισκόταν στο κατάλληλο ύψος, εμφανίστηκε από το πουθενά μια ομάδα από βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης SBD Dauntless.
Αυτή τη φορά τα Zero δεν μπόρεσαν να ανακόψουν τα αμερικανικά βομβαρδιστικά, τα οποία εφορμώντας από μεγάλο ύψος άφησαν το φονικό φορτίο τους στα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα «Akagi» και «Kaga». Οι βόμβες διαπερνούν τα καταστρώματα των πλοίων και εκρήγνυνται στις δεξαμενές καυσίμου και τις αποθήκες πυρομαχικών τους.
Μια σειρά τρομακτικών εκρήξεων σαρώνει τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα, τα γεμάτα καύσιμα αεροπλάνα ανατινάζονται το ένα μετά το άλλο και τεράστια νέφη καπνού και φλογών δημιουργούν ένα σκηνικό που ομοιάζει με τις περιγραφές της κόλασης. Η κακοτυχία όμως για τους Ιάπωνες δεν σταματά εδώ, διότι σχεδόν ταυτόχρονα έχει πληγεί σοβαρά και το «Soryu», το οποίο δέχθηκε συνολικά τρεις βόμβες… Χρειάστηκαν λιγότερο από δέκα λεπτά για να μετατραπεί μια σχεδόν σίγουρη νίκη σε πιθανή ήττα.
Μέχρι το απόγευμα τα «Soryu» και «Kaga» θα χαθούν στα νερά του Ειρηνικού, ενώ θα τα ακολουθήσει μετά από μερικές ώρες και το «Akagi». Παρ’ όλα αυτά, η αναμέτρηση δεν έχει λήξει. Υπάρχει ακόμη το «Hiryu» και τα δύο ελαφρά αεροπλανοφόρα που σπεύδουν ταχέως από τις Αλεούτιες νήσους για να το ενισχύσουν. Στις 11:00 απονηώνονται βομβαρδιστικά με συνοδεία καταδιωκτικών από το «Hiryu» και μετά από σκληρή αερομαχία με τα αμερικανικά καταδιωκτικά, καταφέρνουν να φθάσουν πάνω από το «Yorktown» και να αδειάσουν τις βόμβες τους.
Το «Yorktown» άντεξε περισσότερο από τα ιαπωνικά αεροπλανοφόρα. Αν και σοβαρά χτυπημένο, συνέχισε να πλέει.
Αργά όμως το μεσημέρι ένα ιαπωνικό υποβρύχιο το εντόπισε και το προσέβαλε με δύο τορπίλες. Το «Yorktown» πήρε μεγάλη κλίση και το πλήρωμά του το εγκατέλειψε. Και πάλι όμως δεν βυθίστηκε. Θα χαθεί για πάντα στα παγωμένα νερά του Ειρηνικού δύο ημέρες αργότερα χτυπημένο από τις τορπίλες ενός αμερικανικού υποβρυχίου, που έδωσε τη χαριστική βολή.
Οι Αμερικανοί δεν πτοούνται και το απόγευμα εξαπολύουν σφοδρή επίθεση εναντίον του «Hiryu». Την επόμενη ημέρα, λαβωμένο από τις τέσσερις εχθρικές βόμβες που έχει δεχθεί, βυθίζεται και αυτό από φίλια πυρά. Στις 02:00 της 5η Ιουνίου ο Γιαμαμότο διατάζει τους κυβερνήτες των πλοίων να κάνουν μεταβολή και να βάλουν πλώρη για τα λιμάνια της Ιαπωνίας.
Η αεροναυμαχία της Μίντγουεϊ έχει τελειώσει με τη χειρότερη κατάληξη για τους Ιάπωνες, μιας και έχασαν τέσσερα αεροπλανοφόρα, 3.057 άντρες και μεγάλο αριθμό αεροσκαφών, εκ των οποίων τα περισσότερα πάνω στα καταστρώματα των αεροπλανοφόρων. Ο μόνος τελικά στόχος που πέτυχαν ήταν να καταλάβουν τις νήσους Κίσκα και Ατού στις 7 Ιουνίου, οι οποίες όμως δεν είχαν καμία στρατηγική σημασία.
Οι Αμερικανοί, από την πλευρά τους, πέτυχαν μια σπουδαία νίκη με πολύ μικρότερες απώλειες, μιας και έχασαν ένα μόνο αεροπλανοφόρο και περίπου 150 αεροσκάφη και 300 άντρες.
Το ουσιαστικό όμως όφελος των Αμερικανών ήταν ότι κατάφεραν να καταργήσουν την αδιαμφισβήτητη υπεροχή των αντιπάλων σε ναυτική ισχύ μέχρι τότε, κερδίζοντας παράλληλα πολύτιμο χρόνο ώστε να αναπληρώσουν τις δικές τους απώλειες, θέτοντας έτσι τις βάσεις για την τελική επικράτησή τους στο θέατρο των επιχειρήσεων του Ειρηνικού.