Στην κοιλάδα του Λιμικού στο βορειοανατολικό άκρο της Αττικής δίπλα από τον Ευβοϊκό κόλπο σώζονται τα ερείπια του αρχαίου δήμου του Ραμνούντος που ανήκε στην Αιαντίδα φυλή ενώ αποτελούνταν από πολλούς συνοικισμούς.
Στην περιοχή αυτή βρίσκεται το περίφημο ιερό της Νεμέσεως που αποτελεί το σημαντικότερο ιερό της θεότητος στον ελλαδικό χώρο.
Η θεά μοιάζει πολύ με την Άρτεμη και ίσως να αντιπροσώπευε μια τοπική της μορφή. Για να την κάνει δική του ο Δίας μεταμορφώθηκε σε κύκνο ενώ εκείνη είχε πάρει τη μορφή χήνας. Μετά την ένωση τους η Νέμεσις γέννησε ένα αυγό το οποίο δόθηκε στη Λήδα η οποία εκκολάπτει μέσα από αυτό την Ωραία Ελένη και τους Διόσκουρους.
Το ιερό προς τιμή της Νεμέσεως πρέπει να ιδρύθηκε στις αρχές του 6ου αι. π.Χ. Η ακμή του τοποθετείται στον 4ο και 5ο αι. π.Χ. Η περιοχή του Ραμνούντα κατοικείται συνεχώς από τη νεολιθική περίοδο. Ο Ραμνούς αναφέρεται από τον γεωγράφο Σκύλακα ως σημαντικό οχυρό. Το ιερό του είχε αποκτήσει μεγάλη φήμη. Ο αρχαϊκός ναός της Νεμέσεως καταστράφηκε από τους Πέρσες κατά την εισβολή του 480/479 π.Χ. όπως και τόσα άλλα κτίσματα της Αττικής.
Το άγαλμα της θεότητας το είχε φιλοτεχνήσει ο Φειδίας. Το μάρμαρο είχαν φέρει οι Πέρσες και το προόριζαν για να φτιάξουν τρόπαιο ύστερα από την κατάληψη της Αθήνας. Βέβαια οι Πέρσες δεν κατέλαβαν ποτέ την Αθήνα. Το ιερό της Νέμεσης του Ραμνούντα είχε υποκινήσει τον αθηναϊκό στρατό να πολεμήσει στον Μαραθώνα.
Το φρούριο του Ραμνούντα, όπως και αυτό του Σουνίου στη νότια ακτή της Αττικής, πιστεύεται πως κατασκευάστηκε κατά τη διάρκεια του Πελοποννησιακού πολέμου για τον έλεγχο των πλοίων που μετέφεραν σιτηρά προς την Αθήνα. Το 322 π.Χ. ο ναύαρχος του Μακεδονικού στρατού Κλείτος αποβίβασε στρατό στο Ραμνούντα. Από εκεί τον εκδίωξε ο Φωκίων που κατέλαβε το φρούριο. Το 296 π.Χ. το φρούριο το κατέλαβε ο Δημήτριος ο Πολιορκητής.
Στους ελληνιστικούς χρόνους αρχίζει η παρακμή. Ο Πλίνιος αναφέρει ότι επισκέφτηκε το Δήμο του Ραμνούντα στα μέσα του 1ου αι. μ.Χ. Για το ναό του Ραμνούντα ενδιαφέρθηκε και ο Ηρώδης ο Αττικός που ίσως χρηματοδότησε την επισκευή του. Ο τόπος εγκαταλείπεται σταδιακά, αλλά μέχρι τον 4ο αι. μ.Χ. οι ναοί της Νέμεσης εξακολουθούν να διατηρούνται.
Άγαλμα της Νέμεσης, ρωμαϊκό αντίγραφο, Μουσείο Kinsky, Πράγα.
Στα τέλη του 4ου αι. μ.Χ. τοποθετείται η καταστροφή του αγάλματος της θεάς από τους χριστιανούς. Οι πρώτες ανασκαφές στο Ραμνούντα έγιναν από τους Dilettanti το 1813 και από τον Δημ. Φίλιο το 1880. Στο διάστημα ανάμεσα στο 1890 και το 1892 διενεργήθηκαν ανασκαφές στο χώρο από τον Β. Στάη κατά τη διάρκεια των οποίων ήρθαν στο φως το ιερό, το φρούριο και πολλοί ταφικοί περίβολοι.
Το 1958 πραγματοποιήθηκε μια σύντομη έρευνα από τον Ε.. Μαστροκώστα. Από το 1975 ως σήμερα ο αρχαιολογικός χώρος του Ραμνούντα ανασκάπτεται και μελετάται συστηματικά με χρηματοδότηση της Αρχαιολογικής Εταιρείας.