Αυτήν τη φορά, θα υπήρχε απεριόριστη υποστήριξη, δεν θα υπήρχαν χρονικοί περιορισμοί και επρόκειτο να εμπλακούν σοβαρές δυνάμεις. Υπήρχε όμως και μια ακόμη διαφορά που δεν γνώριζαν οι Αμερικανοί: ο αντίπαλος θα στεκόταν και θα έδινε μάχη. Τα σχέδια που καταστρώθηκαν για την κοιλάδα Α Σάου προέβλεπαν τέσσερεις διαδοχικές επιχειρήσεις σε αυτήν: «Dewey Canyon», «Massachusetts Striker», «Apache Snow» και «Montgomery Rendezvous».
Το πρώτο τρίμηνο του 1969, οι δύο πρώτες επιχειρήσεις εξελίχθηκαν με διφορούμενα αποτελέσματα, που απέδειξαν την ισχυρή παρουσία του εχθρού στην κοιλάδα. Η τρίτη κατά σειρά επιχείρηση «Apache Snow», προετοιμάσθηκε με καθημερινό βομβαρδισμό της κοιλάδας Α Σάου που διήρκεσε περισσότερο από έναν μήνα. Τους βομβαρδισμούς εκτελούσαν C-130, ρίχνοντας βόμβες «Daisy Cutters» των 10.000-15.000 λιβρών, με τις οποίες «ανοίχθηκαν» 30 χώροι κατάλληλοι για Ζώνες Προσγείωσης, μέσα στην πυκνή ζούγκλα.
Η επιχείρηση προέβλεπε τη χρήση 10 ταγμάτων, ένα σύνολο 2.800 ανδρών, προερχόμενα από αμερικανικές μονάδες πεζοναυτών, Ιππικού καθώς και Νοτιοβιετναμέζων. Η βασική ιδέα προέβλεπε ότι το 9ο Σύνταγμα Πεζοναυτών και το 3ο Τάγμα του 5ου Συντάγματος Ιππικού θα έμπαιναν μαχόμενα στην κοιλάδα, πραγματοποιώντας στην ουσία μια επιθετική αναγνώριση με κατεύθυνση τα σύνορα του Λάος.
Ταυτόχρονα, το 3ο Σύνταγμα του νοετιοβιετναμεζικού Στρατού θα απέκοπτε την οδική αρτηρία που περνούσε από την κοιλάδα, ενώ το 1ο Τάγμα του 506ου Συντάγματος και το 2ο Τάγμα του 501ου Συντάγματος -και τα δύο από την 101η Αερομεταφερόμενη Μεραρχία (Αεροκίνητη)1- επρόκειτο να καταστρέψουν επί τόπου τον εχθρό και να αποκόψουν τα δρομολόγια διαφυγής του προς το Λάος.
Μια άλλη μονάδα, το 3ο Τάγμα του 187ου Συντάγματος2, ανέλαβε, όπως έμελλε να αποδειχθεί, την πιο δύσκολη αποστολή: να εκκαθαρίσει και να καταλάβει το ύψωμα Ντονγκ Απ Μπία, στην πραγματικότητα μια σειρά διαδοχικών υψωμάτων ύψους 800, 900, 916 και 937 μέτρων.
Η κόλαση αρχίζει
Η Επιχείρηση «Apache Snow» ξεκίνησε στις 10 Μαΐου. Τις πρώτες πρωινές ώρες, 1.800 άνδρες των αμερικανικών 1/506, 2/501, 3/187 και των νοτιοβιετναμεζικών 4/1 και 2/1 ταγμάτων, βρίσκονταν έτοιμοι στη Βάση Πυρός «Blaze», 20 χλμ. νότια του Απ Μπία, περιμένοντας να επιβιβαστούν σε 64 ελικόπτερα UH-1D Huey.
Επρόκειτο να λάβουν μέρος στη μεγαλύτερη αεροκίνητη επιχειρήση του πολέμου στο Βιετνάμ. Το έργο της υποστήριξής τους, είχαν αναλάβει 10 πυροβολαρχίες ταγμένες σε 5 διαφορετικές Βάσεις Πυρός, ανεπτυγμένες στη γύρω περιοχή.
Μια ώρα πριν από την απογείωση των ελικοπτέρων, μαχητικά αεροσκάφη βομβάρδισαν για 50 λεπτά την ΖΠ, ακολούθησε φραγμός πυροβολικού για 15 λεπτά και την προετοιμασία ολοκλήρωσαν για 1 λεπτό ελικόπτερα εξοπλισμένα με ρουκέτες. Στις 6.49 π.μ. άρθηκαν τα πυρά, τα Huey άρχισαν να φθάνουν κατά κύματα των 16 και οι άνδρες να επιβιβάζονται σε αυτά.
Στην προκαθορισμένη ώρα, στις 7.30 π.μ. ακριβώς, 64 ελικόπτερα ήταν στον αέρα με τους πρώτους 400 άνδρες των 1/506 και 3/187 Ταγμάτων, υπό τη συνοδεία εξοπλισμένων Cobra. Τα ελικόπτερα διέσχισαν την κοιλάδα Α Σάου κατευθυνόμενα προς Νότο και στη συνέχεια, χρησιμοποιώντας τα γύρω υψώματα ως κάλυψη, στράφηκαν προς Βορρά για τη ΖΠ, ακολουθώντας τα σύνορα με το Λάος.
Mέχρι τις 11.00 π.μ. περίπου, η επιχείρηση εξελισσόταν σύμφωνα με το σχέδιο. Ο διοικητής του 3/187 αντισυνταγματάρχης Ουέλντον Χάνικατ, ένας σκληρός βετεράνος πολεμιστής της Κορέας, είχε μετακινηθεί με μέρος του επιτελείου του στις θέσεις που είχε καταλάβει ο Λόχος D βορειοδυτικά του Ντονγκ Απ Μπία. Το ένστικτό του έλεγε ότι η παρουσία του εχθρού στην περιοχή ήταν μεγάλη.
Αντιλαμβανόταν από τα σημάδια ότι η μονάδα του είχε προσγειωθεί ακριβώς επάνω στη βάση του εχθρού και χωρίς να μπορεί ακόμη να εκτιμήσει τη δύναμη που θα αντιμετώπιζε, γνώριζε ότι θα χρειαζόταν κάθε διαθέσιμο τμήμα, εάν ο εχθρός αποφάσιζε να σταθεί και να δώσει μάχη. Ως εκ τούτου, ζήτησε από τον συνταγματάρχη Κόνμι να αποδεσμεύσει την εφεδρεία. Στις 2.30 μ.μ, ο Λόχος Β που αποτελούσε την εφεδρεία, προσγειώθηκε στην ΖΠ με εντολή να ανεβεί στο βουνό.
Όμως ο Χάνικατ καταλάβαινε ότι ο λοχαγός Λίτμαν δεν θα τα κατάφερνε πριν πέσει το σκοτάδι, με αποτέλεσμα να επιτρέψει την ολοκλήρωση της αποστολής για το επόμενο πρωινό. Οι άνδρες του Λόχου Β κινήθηκαν αργά στο ανώμαλο έδαφος, περνώντας από παγίδες, υπερυψωμένες σκοπιές, φωτιές που ακόμη κάπνιζαν και πρόσφατα κομμένα πούντσι, ενώ πυρά πυροβολικού και όλμων έπεφταν σε διάφορες ύποπτες περιοχές.
Η προπορευόμενη διμοιρία δεν άργησε να έλθει σε επαφή με τον εχθρό κι έπειτα από κλήση πυρών πυροβολικού που σίγησε τα εχθρικά πυρά, οι Αμερικανοί ανακάλυψαν 4 πτώματα του εχθρού. Χωρίς να μπορεί να γίνει τίποτε άλλο, ο Χάνικατ διέταξε τον Λίτμαν να λάβει θέσεις άμυνας για να διανυκτερεύσει, ενώ το πυροβολικό σφυροκοπούσε καθ’ όλη την νύκτα τις εχθρικές θέσεις.
Λίγο πριν από την αυγή της επομένης, οι αλεξιπτωτιστές εκτέλεσαν ένα «τρελό λεπτό»3 ραντίζοντας με τα όπλα τους την περίμετρο των θέαεών τους. Στις 7.50 π.μ., ο Λόχος Β ξεκίνησε την προσπάθειά του, ανακαλύπτοντας ίχνη αίματος, παρατημένα όπλα και υλικά καθώς και 8 πτώματα του εχθρού, ενώ οι άλλοι τρεις λόχοι ερευνούσαν αργά την περιοχή, ανακαλύπτοντας εχθρικά καταφύγια, εφόδια και τηλεφωνικά καλώδια.
Τα τελευταία σήμαιναν ότι εκεί κοντά, στη συγκεκριμένη περιοχή, βρισκόταν κάτι σημαντικό, ένα αρχηγείο ή βάση. Γύρω στις 4.00 μ.μ., η προπορευόμενη 4η Διμοιρία του Λόχου Β συνάντησε και πάλι τον εχθρό και στην άγρια αψιμαχία που ξέσπασε, έχασε 4 άνδρες. Καλώντας πυρά πυροβολικού και αεροπορική υποστήριξη, έγινε αναδίπλωση και οι Αμερικανοί συγκέντρωσαν τους νεκρούς και τους τραυματίες. Στις 5.30 μ.μ. όμως η κακοτυχία χτύπησε.
Εξοπλισμένα ελικόπτερα προσέβαλαν τον εχθρό, όταν ένα από αυτά εκτόξευσε ρουκέτες εναντίον του Σταθμού Διοικήσεως του Χάνικατ, με αποτέλεσμα να φονευθούν 2 άνδρες και να τραυματισθούν 35, μεταξύ των οποίων και ο ίδιος ο Χάνικατ. Αυτός άρπαξε τον ασύρματο απαιτώντας απ’ όλα τα αεροσκάφη να κάνουν έλεγχο πρώτα με τον Σταθμό Διοικήσεώς (ΣΔ) του και διέκοψε τις αεροπορικές προσβολές μέχρι να σηματοδοτηθούν καλύτερα οι φίλιες θέσεις.
Αργότερα, την ίδια ημέρα, οι Αμερικανοί απέκτησαν μια καλύτερη εικόνα για τον εχθρό που αντιμετώπιζαν. Από έγγραφα που βρέθηκαν, έγινε φανερό ότι στην περιοχή βρισκόταν το 29ο Σύνταγμα του βορειοβιετναμεζικού Στρατού, γύρω στους 1.200 με 1.800 άνδρες, το οποίο είχε ως αποστολή να διεισδύσει στην κοιλάδα και να επιτεθεί στην πόλη Χιούε. Βάσει των πληροφοριών αυτών, ο Χάνικατ προχώρησε στις 12 Μαΐου σε αναδιάταξη των τμημάτων του. Ο Λόχος C που βρισκόταν 300 μ. νοτιοδυτικά του ΣΔ, διατάχθηκε να κινηθεί ανατολικά προς το όρος Απ Μπία, ο Λόχος Α που βρισκόταν κοντά στα σύνορα να επανέλθει στον ΣΔ απαλλάσοντας τον Λόχο D, ο οποίος με τη σειρά του ανέλαβε να ανοίξει διάδρομο βορειανατολικά κι εν συνεχεία να επιτεθεί στο βουνό από εκεί.
Η ημέρα κύλησε με 8 αεροπορικές προσβολές, η τελευταία στις 5.34 μ.μ. το απόγευμα. Ναπάλμ, βόμβες των 500 και 1.000 λιβρών, μαζί με οβίδες κάθε διαμετρήματος, ανέσκαψαν τις εχθρικές θέσεις, αλλά με παράλληλη κίνηση των λόχων, ώστε να βελτιώσουν τις θέσεις τους. Ο εχθρός δεν έμεινε απαθής. Όταν ο Λόχος Β κινήθηκε, ανεβαίνοντας την πλαγιά, δέχθηκε και πάλι πυρά.
Μέσα από τα μονοπάτια που είχαν δημιουργηθεί στη ζούγκλα από τις βόμβες και τις οβίδες, οι αλεξιπτωτιστές έβλεπαν εχθρικές φωλεές, τις οποίες εξουδετέρωναν χρησιμοποιώντας ελαφρά ΠΑΟ, ενώ οι Βορειοβιετναμέζοι άφηναν χειροβομβίδες να κυλούν προς τα κάτω, οι οποίες τραυμάτισαν 6 Αμερικανούς. Προ αυτής της κατάστασης, ο Λοχαγός Λίτμαν διέταξε τους άνδρες του να συμπτυχθούν, μαζεύοντας τους τραυματίες και άφησε τα ελικόπτερα και τα αεροπλάνα να γαζώσουν την περιοχή εκ νέου, με πυροβόλα και ναπάλμ.
Προβλήματα όμως αντιμετώπισε και ο Λόχος D. Προχωρόντας αργά σε φάλαγγα κατ’ άνδρα μέσα στην πυκνή βλάστηση, οι Αμερικανοί δέχθηκαν από τρεις κατευθύνσεις πυρά ελευθέρων σκοπευτών που καιροφυλακτούσαν στις κορυφές των δέντρων. Παρά τα καταιγιστικά πυρά που έριξαν εναντίον του, ο εχθρός συνέχιζε να κινείται τριγύρω, αόρατος.
Με τις απώλειες να διογκώνονται, ο Χάνικατ έστειλε σκαπανείς για να δημιουργήσουν μια νέα ΖΠ κοντά στον Λόχο Β. Ένα από τα ελικόπτερα που τους μετέφερε, χτυπήθηκε καίρια και συνετρίβη, χωρίς όμως απώλειες και μαζί με τη βοήθεια των ανδρών του Λόχου Β, άνοιξαν μέχρι τις 3.00 μ.μ. την ΖΠ. Στο μεταξύ, 100 μ. βόρεια του ΣΔ του Χάνικατ είχε δημιουργηθεί μια άλλη ΖΠ.
Ο Λόχος Β έλαβε θέσεις για την νύκτα 350 μ. βορειοανατολικά από τη ΖΠ του, ενώ ο Λόχος C, που αργά το απόγευμα είχε πέσει σε ενέδρα υφιστάμενος τραυματίες, κινήθηκε περί τα 500 μ. νοτιοανατολικά αυτής. Προς τον Βορρά, περί τα 500 μ., εγκαταστάθηκε ο Λόχος D, ενώ στον ΣΔ παρέμεινε ο Λόχος Α. Όμως η νύκτα δεν επρόκειτο να είναι ήρεμη. Ο εχθρός παρενόχλησε όλες τις θέσεις και τα μεσάνυκτα εκτόξευσε με μεγάλη ακρίβεια πυρά όλμων.
Από νωρίς το πρωί της 13ης Μαΐου, ξεκίνησαν αεροπορικές επιδρομές που μέχρι το τέλος της ημέρας έφτασαν σε αριθμό τις 10. Τα F-4 έριχναν βόμβες επιβραδυνόμενης πυροδότησης ώστε να διασχίσουν το πυκνό φύλλωμα της ζούγκλας, διεισδύοντας στις προετοιμασμένες θέσεις του εχθρού. Μετά τις πρώτες πρωινές αεροπορικές προσβολές, ξεκίνησε η προγραμματισμένη επιθετική αναγνώριση.
Οι Αμερικανοί κινήθηκαν χωρίς ακόμη να έχουν αντιληφθεί την επιμελημένη οχύρωση του αντιπάλου και λαμβάνοντας ως δεδομένο ότι οι όποιες «εστίες» αντίστασης είχαν πλέον εξουδετερωθεί.
Οι Λόχοι B και C επιχείρησαν και πάλι την κοπιαστική άνοδο στην πλαγιά, για να δεχθούν έναν καταιγισμό πυρών από ρουκέτες, χειροβομβίδες, αυτόματα και σκοπευμένα πυρά. Οι τραυματίες που κατηφόριζαν στις γραμμές εξόρμησης για να δεχθούν τις πρώτες βοήθειες, πλήθαιναν, διασταυρωνόμενοι με συναδέλφους που προωθούσαν κιβώτια πυρομαχικών στους ώμους τους. Μια αιφνιδιαστική αντεπίθεση στην περίμετρο του ΣΔ του Λόχου C προκάλεσε 2 νεκρούς και 5 τραυματίες και η ισχύς της κάμφθηκε μόνο μετά την κλήση πυρών πυροβολικού από τον προκεχωρημένο παρατηρητή.
Παρόμοια ήταν και η κατάσταση στον Λόχο D, ο οποίος αφού διέσχισε ένα ποτάμι, ανέβηκε στις πλαγιές μιας χαράδρωσης κι επιτέθηκε προς την κορυφή του Απ Μπία. Η εχθρική αντίδραση όμως προκάλεσε τον τραυματισμό 8 ανδρών.
Δίνοντας άγρια μάχη, ο λόχος ζήτησε αεροπορική υποστήριξη κι ένα ελικόπτερο για την εκκένωση των τραυματιών, το οποίο εμφανίσθηκε στις 3.10 μ.μ. Καθώς οι τραυματίες έμπαιναν στο ελικόπτερο, μια ρουκέτα RPG έσκασε στο εσωτερικό του, φονεύοντας δύο και τραυματίζοντας έναν άνδρα. Ο Λόχος D άρχισε να αναδιπλώνεται, περνώντας από το ίδιο ανώμαλο έδαφος που είχε διασχίσει, δαπανώντας ακόμη και μια ώρα για να προχωρήσει 100 μ.!
Αργά το απόγευμα, η 3η Διμοιρία του Λόχου Α έφθασε επί τόπου και η κοπιώδης κίνηση συνεχίσθηκε. Όμως η βροχή που άρχισε να πέφτει, κατέστησε κάθε προσπάθεια μάταιη, κουρελιάζοντας περισσότερο το ηθικό των κουρασμένων ανδρών. Ο λοχαγός διέταξε λήψη αμυντικών θέσεων για τη νύκτα, καλώντας πυρά πυροβολικού στην περίμετρό του, που συνεχίσθηκαν καθ’ όλη τη νύκτα για προληπτικούς λόγους.
Λίγο μετά τα μεσάνυκτα, ο εχθρός ανταπέδωσε, εκτοξεύοντας πυρά όλμων από το έδαφος του Λάος και για να ανακουφίσει την κατάσταση, ο Χάνικατ κάλεσε ένα εξοπλισμένο AC-47 «Spooky» που γάζωσε την περιοχή. Ο εχθρός πράγματι δεν επιχείρησε νυκτερινή επίθεση, αλλά η κατάσταση ήταν τέτοια που υποχρέωσε το Συνταγματάρχη Κόνμι να επέμβει στην όλη επιχείρηση, διατάσσοντας το 1/506 να εγκαταλείψει την αρχική του αποστολή και να συνδράμει το 3/187 στην επίθεσή του κατά του Απ Μπία. Για 4 συνεχείς ημέρες οι αλεξιπτωτιστές είχαν «σκοντάψει» εκεί, συναντώντας ισχυρή αντίσταση, σε αντίθεση με τις άλλες περιοχές της κοιλάδας.
Στις 7.56 π.μ. της 14ης Μαΐου, εκτοξεύθηκε η πρώτη συγκεντρωτική επίθεση των αλεξιπτωτιστών. Έχοντας ξεγράψει τον ακινητοποιημένο Λόχο D από τα σχέδιά του και βλέποντας τον χρόνο να περνά, ο Χάνικατ αποφάσισε να επιτεθεί με δύο μόνο λόχους, κρατώντας τον Λόχο Α για την ασφάλεια του ΣΔ. Αν και η σκέψη δεν του πολυάρεσε, αναγνώριζε ότι, εάν περίμενε μια ημέρα ακόμη, θα έδινε περισσότερο χρόνο στον αντίπαλο για να ενισχυθεί.
Ο Λόχος C κινήθηκε ανατολικά ανεβαίνοντας σε μια στενή ράχη που λόγω του διαγραφομένου σχήματος από αέρος ονομάσθηκε «Δάκτυλο 1», ενώ 150 μ. βόρεια, στο «Δάκτυλο 2», άρχισε να ανεβαίνει ο Λόχος Β. Αμέσως ήλθαν σε επαφή με τον εχθρό, αλλά συνέχισαν, με αποτέλεσμα ο Λόχος C να φθάσει την κορυφή στις 8.43 π.μ., αντιμετωπίζοντας αλυσιδωτές φωλεές αντιστάσεως και αυτοσχέδιες νάρκες κατά προσωπικού, που είχαν στηθεί επάνω στα δέντρα. Ο λόχος συνέχισε να αναβαίνει δεχόμενος πυκνά πυρά απ’ όλες τις κατευθύνσεις, με αποτέλεσμα την αύξηση των απωλειών με δύο νεκρούς και 15 τραυματίες στην 3η Διμοιρία μόνο, τη μόνη που δεν είχε καθηλωθεί στις πλαγιές.
Μια διμοιρία του Λόχου Β κατάφερε στην τέταρτη προσπάθεια να ανέλθει στον λόφο με 7 τραυματίες, αλλά η δεύτερη σειρά πολυβολείων του εχθρού προκάλεσε τον τραυματισμό άλλων 6. Τελικά, η ορμή των προπορευόμενων διμοιριών των δύο λόχων, άρχισε να κάμπτεται και ο Χάνικοτ απέστειλε διμοιρία του Λόχου Α για να καλύψει την υποχώρησή τους.
Η ατυχία όμως χτύπησε και πάλι σε αυτή την κρίσιμη φάση, όταν ρουκέτες από ελικόπτερα έπεσαν επάνω στη διμοιρία μόλις αυτή ξεκινούσε, φονεύοντας έναν και τραυματίζοντας 3 άνδρες. Στην προσπάθειά της για βοήθεια, η 2η Διμοιρία του Λόχου C δέχθηκε ένα βλήμα RPG που εξόντωσε μια ομάδα 4 τραυματιοφορέων, εκτόξευσε τον ασυρματιστή στην πλαγιά και φόνευσε άλλον έναν. Η ορμή της επίθεσης χάθηκε εντελώς. Επιπλέον, οι συνολικές απώλειες του λόχου έφθαναν πλέον τους 52 νεκρούς και τραυματίες, περίπου το 50% της δύναμης!
Παρά τις 13 αεροπορικές επιδρομές της ημέρας, ο σκληροτράχηλος αντίπαλος δεν έδειχνε κανένα σημάδι κάμψης. Μέχρι το βράδυ, οι αλεξιπτωτιστές είχαν 12 νεκρούς και 80 τραυματίες, πολλοί από αυτούς σοβαρά, οι οποίοι μέχρι να πέσει το σκοτάδι είχαν μεταφερθεί με ελικόπτερα στα μετόπισθεν. Η νύκτα πέρασε με τις αργές βόλτες ενός «Spooky» επάνω από την περιοχή και το κατά διαστήματα ράντισμα των εχθρικών θέσεων δυτικά των φιλίων θέσεων προς τα σύνορα με το Λάος.
Με το ξημέρωμα, αεροπλάνα, ελικόπτερα και πυροβόλα από 10 βάσεις πυρός, άρχισαν και πάλι να ανασκάπτουν τις θέσεις του εχθρού, δημιουργώντας ένα απόκοσμο τοπίο. Οι Βορειοβιετναμέζοι υπέμεναν στωικά το άγριο σφυροκόπημα, καλυμμένοι στις προετοιμασμένες θέσεις τους. Παρά τη σφοδρότητα των βομβαρδισμών, ο Βορειοβιετναμέζοι διατηρούσαν την υπεροχή όχι μόνο ως προς το πλεονέκτημα του προσφερόμενου και πολύ καλά οργανωμένου εδάφους που κατείχαν. Υπερείχαν και αριθμητικά σε σχέση με τις επιτόπου αμερικανικές δυνάμεις, κάτι που είχε αντιληφθεί ήδη και ο Χάνικατ.
Στις 12.00 μ.μ. οι Λόχοι Α και Β επιτέθηκαν στα «Δάκτυλα 1» και «2». Η 4η Διμοιρία του εξαντλημένου Λόχου Β άρχισε να ανεβαίνει την πλαγιά, όταν μια νάρκη κατά προσωπικού τραυμάτισε τους δύο προπορευόμενους. Ο επικεφαλής κάλεσε αμέσως αεροπορική υποστήριξη και μετά από μερικές βόμβες των 250 λιβρών, οι άνδρες συνέχισαν βάλλοντας με τα όπλα τους. Αυτήν τη φορά ανέτρεψαν τα πολυβολεία σκοτώνοντας 8 αντιπάλους, πλην όμως πυρά πολυβόλων και ελευθέρων σκοπευτών τούς σταμάτησαν. Καταδεικνύοντας τις εχθρικές θέσεις με καπνό, κλήθηκαν ελικόπτερα για υποστήριξη.
Βροχή πυρών εκτοξεύθηκε επάνω από τους άνδρες του λόχου, αλλά κατά τραγικό τρόπο μια ολόκληρη ομοβροντία ρουκετών χτύπησε τον ΣΔ του Λόχου Β, φονεύοντας έναν και τραυματίζοντας 15 άνδρες, μεταξύ των οποίων και τον λοχαγό Λίτμαν. Διαισθανόμενοι ίσως την αναταραχή που είχε επέλθει στους Αμερικανούς, οι Βορειοβιετναμέζοι εκτόξευσαν μια αντεπίθεση κατά των ανδρών που είχαν ανέλθει στο ύψωμα, αλλά χάρις στην αντίδραση δύο αλεξιπτωτιστών που επάνδρωναν ένα Μ60, αυτή ανακόπηκε. Παρά ταύτα, το χτύπημα από τα ελικόπτερα είχε ουσιαστικά αποδιοργανώσει την αμερικανική επίθεση, αφού μεταξύ των τραυματιών ήταν ο λοχαγός, ο προωθημένος παρατηρητής και ο αρχιλοχίας του Λόχου Β.
Παρόμοια είχε εξελιχθεί και η επίθεση του Λόχου Α, του οποίου η 1η Διμοιρία αναχαιτίσθηκε μπροστά από μια σειρά πολυβολείων και διασπάσθηκε στα δύο, με αποτέλεσμα να διαταχθεί υποχώρηση. Ο Χάνικατ ανακάλεσε την επίθεση και διέταξε τους δύο λόχους να εγκατασταθούν από κοινού σε θέσεις για διανυκτέρευση, ενώ κατηύθυνε όλα τα διαθέσιμα πυρά όλμων και πυροβολικού για να καλύψουν την κίνησή τους.
Μέχρι τις 4.00 μ.μ. οι δύο λόχοι είχαν ενωθεί και άρχισαν να οργανώνουν τις θέσεις τους. Αγανακτισμένος από το τρίτο περιστατικό χτυπήματος από φίλιες δυνάμεις, ο Χάνικατ κάλεσε τον αξιωματικό σύνδεσμο πυροβολικού και του τα έψαλε μιλώντας έξω από τα δόντια. Απείλησε μάλιστα ότι την επόμενη φορά που θα γινόταν κάτι τέτοιο, θα διέταζε τους άνδρες του να συγκεντρώσουν τα πυρά εναντίον του υπεύθυνου.
Κατά τη νύκτα, ο εχθρός προσπάθησε να χτυπήσει μέσω του Λάος τον Λόχο C και τον ΣΔ του τάγματος, γεγονός που προκάλεσε την αντίδραση ενός εξοπλισμένου C-119 «Shadow». Επιπλέον, ο διοικητής του 1/506, που είχε διαταχθεί να συνδράμει στην προσπάθεια, γνωστοποίησε ότι είχε φτάσει 1.200 μ. νοτιοανατολικά της ΖΠ του Λόχου Β.
Η 16η Μαΐου ξεκίνησε όπως ακριβώς και οι προηγούμενες ημέρες: σαρωτικοί βομβαρδισμοί πυροβολικού και Αεροπορίας σε κάθε γνωστή ή ύποπτη περιοχή. Προηγουμένως, ένας πρώτος έλεγχος του Λόχου C στην περιοχή του, αποκάλυψε 14 πτώματα του εχθρού. Έπειτα από τον αιματηρό και άκαρπο αγώνα τόσων ημερών, ο Χάνικατ έκρινε ότι έπρεπε να ανακουφίσει τον Λόχο D που είχε περάσει δύσκολες ώρες μέσα στη χαράδρωση, κατά την προσπάθειά του να φθάσει στην κορυφή του υψώματος. Έτσι τον διέταξε να επιστρέψει και να αναλάβει την ασφάλεια της ΖΠ του Λόχου Β.
Ο Λόχος Α επρόκειτο να οδηγήσει τη νέα επίθεση, υποστηριζόμενος από μια πλευρική επίθεση του 1/506 Τάγματος. Το τελευταίο όμως, αν και πολύ κοντά, είχε ήδη μπλέξει άσχημα. Μια εχθρική διμοιρία προσέβαλε τα προπορευόμενα στοιχεία του νεοφερμένου τάγματος και τα σφοδρά πυρά που δέχθηκε από τα Υψώματα 800, 900 και 916 δεν του επέτρεψαν να βρεθεί έγκαιρα στην καθορισμένη θέση για υποστήριξη της επίθεσης του 3/187. Ο συνταγματάρχης Κόνμι δεν επιθυμούσε να πραγματοποιηθεί η επίθεση χωρίς την υποστήριξη αυτή και ο Χάνικατ την ακύρωσε με ένα αίσθημα αγανάκτησης, καθώς θεωρούσε ότι το 1/506 καθυστερούσε υπερβολικά, την ώρα που ο εχθρός συγκέντρωνε ενισχύσεις από το Λάος για να αποκρούσει οριστικά από την περιοχή τους άνδρες του.
Καθώς η ορμή των επιχειρήσεων διακόπηκε μετά τις εξελίξεις αυτές, ο Χάνικατ αποφάσισε να αφιερώσει όλη τη 17η Μαΐου για την προετοιμασία της επίθεσης, εφοδιάζοντας τους άνδρες με χειροβομβίδες αερίων και προστατευτικές προσωπίδες, με τις οποίες θα χτυπούσαν τον εχθρό. Οι Βορειοβιετναμέζοι είχαν και αυτοί την ευκαιρία να ανασυνταχθούν, χωρίς τον κίνδυνο της θανάσιμης καταιγίδας βομβών και οβίδων.
Από την πλευρά του, το 1/506 συνέχισε να μάχεται χωρίς όμως να καταφέρει τελικά να λάβει την προβλεπόμενη θέση εξόρμησης. Όταν νύκτωσε μάλιστα, η επαφή μεταξύ των δύο ταγμάτων ήταν σποραδική και μόνο.
Το πρωί της 18ης Μαΐου, ισχυρός βομβαρδισμός χτύπησε και πάλι τα εχθρικά υψώματα. Όμως ατυχώς, οι πρώτες οβίδες αερίων έπεσαν επάνω στον Λόχο Α, με αποτέλεσμα να διαταχθεί παύση των πυρών. Στις 10.25 π.μ. οι Λόχοι A και D ξεκίνησαν να ανεβαίνουν στα «Δάκτυλα 1» και «2», τα οποία είχαν αποδειχθεί τα μόνα προσιτά δρομολόγια που οδηγούσαν στην κορυφή. Όλοι οι άνδρες φορούσαν για πρώτη φορά στη μάχη αλεξίθραυσμα γιλέκα κι έφεραν αυξημένο αριθμό χειροβομβίδων, ορισμένοι μέχρι και 10, για να εξουδετερώσουν τις εχθρικές θέσεις. Μέχρι τις 12.15 μ.μ. οι λόχοι σταμάτησαν στις θέσεις τους για να γίνει ολική συγκέντρωση πυρών αερός, πυροβολικού και κάθε όπλου υποστήριξης που έφεραν οι άνδρες μαζί τους.
Στον Λόχο D, ο υπολοχαγός Λίπσκομπ που οδηγούσε την 3η Διμοιρία, έπεσε σε μια σειρά πολυβολείων, χάνοντας 3 άνδρες. «Συνεχίστε», διέταξε από πιο πίσω ο Λοχαγός Σάντερς. «Έχουν claymore παντού εδώ πάνω. Αν προσπαθήσουμε να κινηθούμε, θα τις σκάσουν επάνω μας», απάντησε ο Λίπσκομπ. «Πρέπει να κινηθείτε, με ή χωρίς claymore. Πυροβόλησέ τους αν χρειαστεί, αλλά πρέπει να ανεβάσεις αυτούς τους άνδρες στον λόφο. Είναι η μόνη μας ελπίδα. Εάν μείνουμε εδώ, θα μας σκοτώσουν», απάντησε ο λοχαγός. Ο Λίπσκομπ επιτέθηκε με δύο άνδρες του σε μια σειρά χαρακωμάτων, ενώ τρεις άλλοι τους κάλυπταν. Μια χειροβομβίδα έσκασε στο πόδι του υπολοχαγού, τινάζοντάς τον κάτω στην πλαγιά και φονεύοντάς τον.
Ένας ελεύθερος σκοπευτής σκότωσε έναν άλλο άνδρα που επιχείρησε να συνεχίσει. Μικρές ομάδες του εχθρού χτυπούσαν πλευρικά τον λόχο, φθάνοντας μέχρι και τη θέση του λοχαγού ο οποίος σκότωσε 2 αντιπάλους, ενώ οι άνδρες της Ομάδας Διοικήσεως αντιμετώπισαν τους άλλους. Ο Σάντερς διέταξε τον υπολοχαγό Ουάλντεν να συνεχίσει την επίθεση με την 1η Διμοιρία. Λίγο μετά ο λοχαγός χτυπήθηκε στο χέρι και ο Ουάλντεν ανέλαβε τον λόχο, ενημερώνοντας τον Χάνικατ ότι δεν επρόκειτο να κάνουν πίσω. Ζήτησε όμως πυρομαχικά, τα οποία έφτασαν με ελικόπτερα. Οι άνδρες του Λόχου D συνέχισαν να προχωρούν αργά, έρποντας στην πλαγιά, ενώ πυρά και χειροβομβίδες έπεφταν τριγύρω.
Οι στρατιώτες Χάρις και Λιτλ όρμησαν βάλλοντας με ένα πολυβόλο, αλλά ο Χάρις δέχθηκε μια σφαίρα στον λαιμό κι ο στρατιώτης Μάθιου που έσπευσε σε βοήθεια, φονεύθηκε δευτερόλεπτα αργότερα. Πιο δίπλα, ο στρατιώτης Στιβ Κοροβέσης, ένας νεοφερμένος στη μονάδα, χτυπήθηκε από θραύσματα και απομακρύνθηκε. Βρισκόταν στο Βιετνάμ μόλις ένα μήνα και η πρώτη του μάχη είχε διαρκέσει μόλις 10 λεπτά.
Ο εχθρός άρχισε να χτυπά πλευρικά τους αλεξιπτωτιστές που ο Ουάλντεν προσπαθούσε να ενθαρρύνει κινούμενος κατά μήκος της γραμμής τους. Δύο άνδρες που επιχείρησαν να προχωρήσουν χτυπήθηκαν. Ο νοσοκόμος της 1ης Διμοιρίας που έσπευσε σε βοήθεια, δέχθηκε 5 σφαίρες στο στήθος. Παρόλο που ένας συνάδελφος έτρεξε και τον έσυρε πίσω σε έναν κρατήρα, η προσπάθεια ήταν μάταιη, αφού το θύμα εξέπνευσε.
Νότια του Λόχου D, ο Λόχος Α συνέχιζε τη δική του προσπάθεια, δεχόμενος επιθέσεις και στα δύο πλευρά. Η 3η Διμοιρία προηγείτο ανεβαίνοντας σε μια πλαγιά με εξοντωτική για τους άνδρες κλίση 30 μοιρών και, αφού πέρασε μια σειρά πολυβολείων, φόνευσε περί τους 10 εχθρούς και κινήθηκε προς τη δεύτερη σειρά. Αν και οι αναφορές που ελάμβανε ο Χάνικατ ήταν αισιόδοξες, η επίθεση δεν είχε την υποστήριξη του 1/506, το οποίο είχε καταφέρει να προχωρήσει μόνο περί τα 100 μ. από την προηγούμενη θέση του.
Στις 11.37 π.μ., ο υπολοχαγός Ουάλντεν ανέφερε ότι βρισκόταν 75 μ. από την κορυφή, όμως λίγο αργότερα χτυπήθηκε μαζί με έναν λοχία από θραύσματα. Ο Λόχος D δεν διέθετε πλέον αξιωματικούς, οι απώλειες σε υπαξιωματικούς ήταν βαρύτατες και τα πυρομαχικά λιγόστευαν. Ο Χάνικατ αντιλαμβανόταν ότι ο λόχος είχε ξοφλήσει, αλλά αντί να τον αποσύρει, είπε στους άνδρες να κρατήσουν.
Αμέσως μετά διέταξε τον λοχαγό Τζόνσον να σπεύσει με τον Λόχο C για να ενισχύσει τα υπολείμματα των Λόχων Α και D, να πάρει όσα πυρομαχικά μπορούσε και να αναλάβει τη διοίκηση και του Λόχου D. Ο Λόχος C κινήθηκε μαχόμενος, αντιμετωπίζοντας εχθρικές πλευροκοπήσεις, ενώ ένα ελικόπτερο διαπίστωσε ότι και ο εχθρός έστελνε δυνάμεις στην ίδια κατεύθυνση. Επιβεβαιώθηκε επίσης ότι το 1/506 δεν ήταν σε θέση να βοηθήσει άλλο και ο Χάνικατ ζήτησε έναν «εντελως ανέπαφο» λόχο από τον συνταγματάρχη Κόνμι, ο οποίος του είπε ότι θα βρισκόταν στον αέρα σε μερικά λεπτά.
Από τις 12.51 μ.μ. μέχρι τις 1.30 μ.μ., οι Αμερικανοί έμειναν στις θέσεις τους, καθώς αεροπλάνα έκαιγαν τον λόφο με βόμβες και ναπάλμ. Όταν ο λοχαγός Τζόνσον έφθασε στον Λόχο D, διέταξε τον υπολοχαγό Τράουτμαν να οδηγήσει με την 1η Διμοιρία του την επίθεση. Στην προσπάθειά του ο Τράουτμαν τραυματίσθηκε κι έχασε τις αισθήσεις του. Ευρισκόμενος σε ένα ελικόπτερο, ο Χάνικατ διεύθυνε αεροπορικές προσβολές και πυρά πυροβολικού.
Εκτιμώντας ότι οι άνδρες του επρόκειτο να καταλάβουν το ύψωμα, προσγειώθηκε κι άρχισε να ανεβαίνει προς τα επάνω. Στην παλιά ΖΠ του Λόχου Β, ο Χάνικατ και οι άνδρες του δέχθηκαν πυρά. Πυροβολώντας έναν αντίπαλο, ο αντισυνταγματάρχης συνέχισε, όταν εντελώς απρόσμενα ο ουρανός έγινε μαύρος, ισχυρός άνεμος άρχισε να φυσά και μια αστραπή έσκισε τον ουρανό. Μια ξαφνική καταιγίδα ήλθε για να διαλύσει τις ελπίδες των Αμερικανών.
Η ορατότητα έπεσε στα 20 μ. Μη μπορώντας να κάνει τίποτα, ο Χάνικατ διέταξε να μείνουν όλοι στις θέσεις τους μέχρι να περάσει η καταιγίδα. Μέσα σε λίγη ώρα, η βροχή μετέτρεψε τις γεμάτες στάχτη πλαγιές σε γλιστερό βουρκότοπο, οι κρατήρες γέμισαν νερό και η παχιά λάσπη εμπόδιζε κάθε κίνηση. Σε συνεννόηση με τον Κόνμι, ο Χάνικατ πήρε με βαριά καρδιά την απόφαση για σύμπτυξη των αποδεκατισμένων λόχων του, η οποία ολοκληρώθηκε μέχρι τις 3.30 μ.μ.
Οι Αμερικανοί βλαστήμησαν για άλλη μια φορά. Στη λίστα του καθημερινού υβρεολόγιου, πέρα από τον εχθρό και τώρα τον καιρό, εδώ και μέρες είχε προστεθεί το όνομα του διοικητή τους. Δεν ήταν λίγοι αυτοί που θα προτιμούσαν να τον έβλεπαν νεκρό, αφού θεωρούσαν ότι η εμμονή των διαταγών του ήταν εντελώς παράλογη.
Όμως, ο Χάνικατ είχε και άλλα προβλήματα. Αντί του λόχου που περίμενε για ενίσχυση, στις 5.00 μ.μ. έφθασε επιτόπου ο διοικητής της 101ης Αερομεταφερόμενης Μεραρχίας Υποστράτηγος Ζάις, ο οποίος είχε ανησυχήσει από τις βαρειές απώλειες του 3/187 όλες αυτές τις ημέρες. Οι Λόχοι Α και C είχαν χάσει εκείνη την ημέρα από 9 άνδρες ο καθένας, 4 ο Λόχος Β και 39 ο Λόχος D.
Ο στρατηγός βολιδοσκόπησε τον Χάνικατ, ο οποίος επέμενε ότι θα μπορούσε να τα καταφέρει με την ενίσχυση ενός λόχου. Αν και ο Ζάις αμφιταλαντευόταν, διακρίνοντας το βαρύ κλίμα, τελικά δέχθηκε τη θέση του αντισυνταγματάρχη. Στις 6.30 μ.μ. άρχισε να προσγειώνεται στην ΖΠ του ΣΔ ο Λόχος Α του 2/506 Τάγματος και η νύκτα πέρασε χωρίς απρόοπτα.
Στις 6.30 π.μ. πραγματοποιήθηκε ο πρώτος από τους 7 αεροπορικούς βομβαρδισμούς που επρόκειτο να λάβουν χώρα στις 19 Μαΐου. Για κάποιον ανεξήγητο λόγο, οι Βορειοβιετναμέζοι άναψαν μοβ καπνογόνα που δεν χρησιμοποιούσαν οι Αμερικανοί, με αποτέλεσμα να διευκολυνθεί περισσότερο η ακρίβεια των βομβαρδισμών. Ο Χάνικατ κατέστρωνε το σχέδιο της τελικής επίθεσης, ενώ νέες φίλιες μονάδες προσέγγισαν στην περιοχή όπου ο εχθρός είχε παρουσιάσει απρόσμενη αντίσταση.
Το 2ο Τάγμα του 3ου Συντάγματος των Νοτιοβιετναμέζων μεταφέρθηκε με ελικόπτερα και ανέβηκε βορειοδυτικά, λαμβάνοντας θέση επίθεσης περί τα 500 μ. από το Ύψωμα 900. Τρεις λόχοι του 2/501 που έφθασαν, έλαβαν θέσεις 400 μ. από το Ύψωμα 937, ενώ το 1/506 επιτέθηκε νότια του Απ Μπία.
Σύμφωνα με το σχέδιο, ο «φρέσκος» Λόχος Α του 2/506 θα έπρεπε να κινηθεί προς το «Δάκτυλο 2», ο Λόχος C προς το «Δάκτυλο 1», ο Λόχος Α προς τη νότια ράχη, το νοτιοβιετναμικό 2/3 Τάγμα να επιτεθεί στην ανατολική ράχη και το 2/501 Τάγμα να επιτεθεί νοτιοδυτικά. Μέχρι τη νύκτα, είχαν λάβει τις θέσεις τους. Συνολικά 1.000 Αμερικανοί και 400 Βορειοβιετναμέζοι επρόκειτο να ριχτούν στη μάχη.
Το τέλος του δράματος
Με την αυγή της 20ής Μαΐου, δέκα ημέρες από την έναρξη της επιχείρησης «Apache Snow», η Αεροπορία βομβάρδισε επί δύο ώρες και τις τέσσερις πλευρές του Απ Μπία με ό,τι διέθετε. Όπως και τις προηγούμενες ημέρες, μόλις τα αεροπλάνα έφευγαν, πυροβόλα κάθε διαμετρήματος έριχναν τις οβίδες τους και στις 10.00 π.μ. τα 4 τάγματα επιτέθηκαν.
Στις γραμμές του 3/187, ο Λόχος Α βρισκόταν δεξιά, ο Λόχος C στο κέντρο και ο προσκολλημένος Λόχος Α του 2/506 στο αριστερό άκρο. Όταν οι στρατιώτες έφτασαν στην ρίζα του υψώματος, σχημάτισαν φάλαγγες και άρχισαν να ανεβαίνουν προσεκτικά στις πλαγιές, γεμάτοι απορία που δεν τους υποδέχθηκαν τα γνωστά πυκνά πυρά του εχθρού. Μέσα σε 10 λεπτά είχαν φτάσει στην πρώτη γραμμή πολυβολείων που έδειχναν εγκατελειμμένα. Για προληπτικούς λόγους τα εκκαθάρισαν με χειροβομβίδες και εκρηκτικά γεμίσματα.
Μετά από 20 λεπτά απείχαν μόλις 100 μ. περίπου από την κορυφή του Απ Μπία, πλησιάζοντας στη δεύτερη γραμμή άμυνας. Ξαφνικά η ησυχία χάθηκε, καθώς στις 10.40 π.μ. περίπου, τους υποδέχθηκαν εχθρικά πυρά από μικρή απόσταση. Επτά αλεξιπτωτιστές τραυματίσθηκαν από την πρώτη στιγμή.
Ένα στοιχείο αντιαρματικού ΠΑΟ Μ67 εξουδετέρωσε διαδοχικά δύο πολυβολεία. Στα δεξιά του Λόχου C, ο στρατιώτης Μερζίλ εξουδετέρωσε μόνος του τρία πολυβολεία με το βομβιδοβόλο, υπό την κάλυψη της ομάδας του. Η ομάδα ανηφόρησε γρήγορα την πλαγιά και στις 11.45 π.μ. είχε ανέλθει στην κορυφή. Εκεί όμως καθηλώθηκε, καθώς η άμυνα των Βορειοβιετναμέζων δεν είχε διασπαστεί.
Πιο πίσω, η υπόλοιπη 2η Διμοιρία εκκαθάρισε άλλα 10 πολυβολεία και οι άνδρες του Λόχου C ανέβηκαν στην κορυφή κατά μικρές ομάδες, υποχρεώνοντας τους αντιπάλους σε υποχώρηση προς το Λάος. Από τον αέρα ο Χάνικατ καθοδήγησε πυρά όλμων εναντίον τους, ενώ ο Λόχος Β του 1/506 απέσπασε δύο διμοιρίες για να στήσει αποκοπή εναντίον τους. Ωστόσο, οι Βορειοβιετναμέζοι που διέρρεαν στο Λάος δεν ήταν απελπισμένοι. Παρά το φραγμό πυρός στον οποίο έπεσαν, έδωσαν άγρια μάχη σώμα με σώμα, με τις δύο διμοιρίες του Λόχου Β.
Ο Λόχος Α, που έδινε σκληρή μάχη λίγα μέτρα πριν από την κορυφή του Απ Μπία έχοντας χάσει 16 άνδρες, διατάχθηκε να ενισχύσει τον Λόχο C που οργάνωνε ήδη την περίμετρό του. Ο επικεφαλής λοχαγός Χάρκινς οδήγησε τους άνδρες του, αλλά περί τα 30 μ. από την κορυφή τραυματίσθηκε στον λαιμό. Ο Χάνικατ συνέχισε να τον πιέζει και ο λοχαγός, με πρόχειρα δεμένο το τραύμα και σχεδόν στα τυφλά, πιασμένος από τον γυλιό του ασυρματιστή του, συνέχισε. Όμως οι αμυνόμενοι εδώ, καθήλωσαν το Λόχο Α και μια ομάδα χτύπησε τον Λόχο C από το δεξί πλευρό.
Εκείνη τη στιγμή ο στρατιώτης Τζάκσον ξέσπασε, άρπαξε το Μ60 και κραυγάζοντας για να τον ακούσουν οι σύντροφοί του της 3ης Διμοιρίας, όρμησε μπροστά πυροβολώντας δαιμονισμένα. Δύο Βορειοβιετναμέζοι μέσα σε ένα όρυγμα δεν πρόλαβαν να αντιδράσουν κι εξοντώθηκαν από το πολυβόλο του Τζάκσον, ο οποίος βρέθηκε μπροστά σε ένα πολυβολείο, το γάζωσε και συνέχισε τη θυελλώδη κίνησή του προς την κορυφή, που απείχε 20 μ.
Πιο πίσω, ο φίλος του στρατιώτης Βαλόνε, αν και φοβισμένος, πήρε θάρρος και βάλλοντας ριπές με το όπλο του φώναξε στους υπόλοιπους να τον ακολουθήσουν, όπως και έγινε, με αποτέλεσμα ο Λόχος Α να ανέλθει στην κορυφή. Στις 12.46 μ.μ., οι Λόχοι Α και C είχαν συνενωθεί επάνω στο ύψωμα.
Στα νοτιοδυτικά, ο Λόχος Β του 1/506 έδινε σκληρή μάχη. Η 3η Διμοιρία επιτέθηκε στο Ύψωμα 900 αλλά 100 μ. πριν την κορυφή η προπορευόμενη ομάδα χτυπήθηκε από νάρκες claymore κρυμμένες στα δέντρα, φονεύοντας έναν και τραυματίζοντας 7 άνδρες. Δύο διμοιρίες Βορειοβιετναμέζων αντεπιτέθηκαν κατηφορίζοντας την πλαγιά κι επέστρεψαν στις θέσεις τους περνώντας μέσα από τη διαλυμμένη διμοιρία. Μέσα σε 15 λεπτά η 3η Διμοιρία είχε άλλους 10 νεκρούς με ένα σωρό πτώματα αντιπάλων σκόρπια τριγύρω. Ο διοικητής του 1/506 διέταξε τον Λόχο C να στείλει μια δύναμη για να απαλλάξει την 3η Διμοιρία και μετά από δίωρο αγώνα, ο λόχος ανέβηκε στην κορυφή όπου καταμετρήθηκαν 65 νεκροί Βορειοβιετναμέζοι.
Από το ελικόπτερο, ο Χάνικατ μπορούσε να διακρίνει τον εχθρό να διαρρέει προς όλες τις κατευθύνσεις και κάλεσε πυρά πυροβολικού και αεροπορική υποστήριξη.
Στο κέντρο του Υψώματος 937, οι αλεξιπτωτιστές βρήκαν 15 σοκαρισμένους από τις άγριες μάχες Βορειοβιετναμέζους, ανήμπορους να επικοινωνήσουν με το περιβάλλον. Μάλιστα, 4 από αυτούς ήταν δεμένοι με αλυσίδες στα δέντρα και στα ρούχα τους είχαν σημειώματα που έγραφαν «σκοτώστε τους Αμερικανούς». Οι Αμερικανοί τους γάζωσαν χωρίς δεύτερη σκέψη…
Ήταν τώρα η σειρά της έρευνας επάνω στο ύψωμα με την απόκοσμη όψη, που αποκάλυψε μερικά μακάβρια αλλά και εντυπωσιακά ευρήματα. Σε ένα υπόγειο δωμάτιο βρέθηκαν συγκεντρωμένα περισσότερα από 40 γυμνά πτώματα, βαθιές σήρραγες, ένα τεράστιο νοσοκομείο, 25 βαρέα όπλα, 75.000 φυσίγγια, εκατοντάδες ρουκέτες με βλήματα όλμου, καθώς και πάνω από 10 τόνοι ρυζιού.
Μέχρι το τέλος της ημέρας, το 29ο Σύνταγμα του Βορειοβιετναμικού Στρατού είχε πάψει να υπάρχει. Σύμφωνα με αιχμάλωτο, τα 7ο και 8ο Τάγματά του, είχαν διαλυθεί εντελώς.
Όπως αποδείχθηκε, την ημέρα αυτή, ο εχθρός είχε αφήσει για την υπεράσπιση του υψώματος μόνο 250 άνδρες. Η μάχη για το Ντονγκ Απ Μπία είχε τελειώσει και το 3/187 απομακρύνθηκε στις 21 Μαΐου, αλλά για τις επόμενες 17 ημέρες, τα άλλα τρία τάγματα συνέχισαν να ερευνούν το βουνό. Όμως, το τίμημα που είχαν πληρώσει οι Αμερικανοί ήταν δυσβάσταχτο.
Το 3/187 είχε 39 νεκρούς και 290 τραυματίες! Οι συνολικές απώλειες των Αμερικανών ήταν 70 νεκροί και 372 τραυματίες. Βάσει καταμέτρησης των πτωμάτων, το 2ο Γραφείο της 101ης υπολόγιζε τους νεκρούς του εχθρού σε 633 και κανείς δεν μπορούσε να υπολογίσει τους τραυματίες ή τα πτώματα που είχαν απομακρυνθεί επιμελώς από τον αντίπαλο.
Σύμφωνα με άλλες πηγές πάντως, οι απώλειες των Αμερικανών ήταν 56 νεκροί και 420 τραυματίες, ενώ των Βορειοβιετναμέζων 597 νεκροί. Νεότερες αναφορές, ανεβάζουν τις αμερικανικές απώλειες σε 44 νεκρούς και 297 τραυματίες μόνο στη μάχη για το Ύψωμα 937 και συνολικά στην επιχείρηση σε 132 νεκρούς με 535 τραυματίες.