Στον τομέα της στρατιωτικής ιστορίας πρόκειται για ένα αρκετά συχνό φαινόμενο: μάχες και επιχειρήσεις οι οποίες πέρασαν στα «ψιλά γράμματα» της Ιστορίας, αν και αποτέλεσαν σημεία καμπής για την εξέλιξη των συγκρούσεων των οποίων αποτέλεσαν τμήματα.

Ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι η επιχείρηση «Ironclad» και η μάχη της Μαδαγασκάρης, κατά τον Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο: μία σύγκρουση η οποία αποτελεί κυριολεκτική υποσημείωση στη στρατιωτική ιστορία, ακόμη και αν, μακροπρόθεσμα, επηρέασε την εξέλιξη των επιχειρήσεων στο θέατρο της Νότιας και της Νοτιοανατολικής Ασίας, καθώς και της Βόρειας Αφρικής.

Οι λόγοι για αυτό ποικίλλουν: πρώτον, η έκταση των επιχειρήσεων (όσον αφορά την αριθμητική ισχύ των επιτιθεμένων και των αμυνομένων, καθώς και τις απώλειες) ήταν περιορισμένη σε σχέση με άλλες, πραγματικά «επικές» μάχες του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου.

Δεύτερον, πρόκειται για μία σύγκρουση την οποία πολλοί ιστορικοί και δημοσιογράφοι έχουν προτιμήσει να παραβλέψουν, για λόγους «ιστορικής αμηχανίας», μιας και οι εμπλεκόμενες πλευρές δεν ήταν οι «συνηθισμένες» του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου: από τη μία πλευρά ήταν οι Ένοπλες Δυνάμεις της Μ. Βρετανίας (συνεπικουρούμενες από μονάδες της Νότιας Αφρικής και της Αυστραλίας) και από την άλλη γαλλικά στρατεύματα του καθεστώτος Βισύ, υποστηριζόμενα από κάποιες μονάδες του ιαπωνικού Αυτοκρατορικού Ναυτικού.

Στις αρχές του 1942, οι επιχειρήσεις των Συμμάχων στο μέτωπο του Ινδικού Ωκεανού βρίσκονταν σε δεινή θέση: με τους Ιάπωνες να έχουν ολοκληρώσει την κατάληψη της Νοτιοανατολικής Ασίας, το Αυτοκρατορικό Ναυτικό και η ναζιστική ηγεσία εξέταζαν το ενδεχόμενο χρήσης της Μαδαγασκάρης από μονάδες του ιαπωνικού στόλου -κάτι το οποίο θα απειλούσε την ίδια την παρουσία των Συμμαχικών (κυρίως βρετανικών) δυνάμεων στην περιοχή. Ήδη τα ιαπωνικά υποβρύχια επιχειρούσαν ουσιαστικά ανενόχλητα στον Ινδικό, ενώ η «Επιδρομή του Ινδικού» είχε προκαλέσει πανικό στη Συμμαχική ηγεσία.

Η «Επιδρομή του Ινδικού»: Το ιαπωνικό Αυτοκρατορικό Ναυτικό ταπεινώνει τους Βρετανούς

Είναι η «μαγική» για τους Ιάπωνες εποχή του κεραυνοβόλου πολέμου: ο αυτοκρατορικός στόλος έχει επιφέρει βαρύτατα πλήγματα στις συμμαχικές (αμερικανικές, βρετανικές, ολλανδικές και αυστραλιανές) ναυτικές δυνάμεις σε μάχες γύρω από την Ιάβα (Φεβρουάριος-Μάρτιος 1942) και ετοιμάζεται να εξαφανίσει τους Βρετανούς από τον Ινδικό Ωκεανό. Μία ισχυρή δύναμη κρούσης, υπό την ηγεσία του ναυάρχου Ναγκούμο, ξεκινά στις 26 Μαρτίου του 1942 από την Ινδονησία.

Οι Βρετανοί υποκλέπτουν τα σήματα της δύναμης του Ναγκούμο (η οποία, σημειωτέον, περιείχε έξι αεροπλανοφόρα – «Ακάγκι», «Ρυούτζο», «Χιρίου», «Σορύου», «Σοκάκου» και «Ζουϊκάκου», τα μεγαλύτερα αεροπλανοφόρα του ιαπωνικού στόλου). Ο υποναύαρχος Σερ Τζέιμς Σόμερβιλ, διοικητής του Ανατολικού Στόλου, μεταφέρει τις δυνάμεις του στην Ατόλη Αντού (Μαλδίβες) και ετοιμάζεται να αναμετρηθεί με τους Ιάπωνες, οι οποίοι ξεκινούν τη δραστηριότητά τους χτυπώντας την εμπορική ναυτιλία που περνά από την περιοχή.

Ωστόσο, το «χαστούκι» έρχεται στις 5 Απριλίου, όταν μία αεροπορική δύναμη 125 αεροσκαφών (βομβαρδιστικών καθέτου εφορμήσεως «Βαλ», τορπιλοπλάνων «Κάτε» και συνοδευτικών καταδιωκτικών «Ζερό») χτυπά τη ναυτική βάση στο Κολόμπο (Σρι Λάνκα), βυθίζοντας το καταδρομικό «Hector» και το αντιτορπιλικό «Tenedos» και καταστρέφοντας 27 αεροσκάφη. Ακολουθεί η βύθιση των καταδρομικών «Cornwall» και «Dorsetshire» .

Μερικές ημέρες μετά, ιαπωνικά αεροπλάνα βομβαρδίζουν το λιμάνι του Τρινκομαλέ, αλλά το αεροπλανοφόρο «Hermes» έχει διαφύγει…για λίγο, καθώς σύντομα εντοπίζεται ξανά έξω από τη Βατικαλόα. Το αεροπλανοφόρο και τα συνοδευτικά του, «Vampire» και «Hollyhock» βυθίζονται.

Οι Ιάπωνες έχουν επιδείξει την υπεροχή τους στις αεροναυτικές επιχειρήσεις, ενώ παράλληλα εκθέτουν την προβληματική λειτουργία της RAF στο θέατρο του Ινδικού. Ωστόσο, δεν έχουν καταφέρει να εξαφανίσουν τη βρετανική παρουσία, καθώς ο Σόμερβιλ, αν και δεν κατάφερε να επιφέρει κάποιο αξιόλογο πλήγμα στη δύναμη του Ναγκούμο, μπόρεσε να διασώσει τα «κύρια όπλα» του, τα αεροπλανοφόρα «Indomitable» και «Formidable».

Η ιαπωνική δύναμη αποσύρεται, λόγω των εξελίξεων στο θέατρο επιχειρήσεων του Ειρηνικού: οι Αμερικανοί κλιμακώνουν τις επιχειρήσεις τους, ενώ έχει λάβει χώρα και η διάσημη επιδρομή του Ντούλιτλ, ο πρώτος βομβαρδισμός του Τόκιο.

Μαδαγασκάρη:Ένα εν δυνάμει επικίνδυνο «αγκάθι»

Ωστόσο, οι Βρετανοί αναγκάζονται να λάβουν μέτρα: ο Ανατολικός Στόλος αποσύρεται από τον Βορειοανατολικό Ινδικό και μεταφέρεται σε μία νέα βάση, στο Κιλιντίνι της Κένυα. Όμως, η εν λόγω βάση, αν και παρέχει μία κάποια ασφάλεια, είναι ευάλωτη σε μία επίθεση από τη Μαδαγασκάρη, την οποία κατέχουν τα γαλλικά στρατεύματα του Βισύ.

Επίσης, οι βάσεις της Μαδαγασκάρης θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν και για επιδρομές εναντίον της συμμαχικής ναυτιλίας, θέτοντας σε κίνδυνο τις γραμμές ανεφοδιασμού της Ογδόης Στρατιάς που μάχεται στη Βόρεια Αφρική.

Ο κίνδυνος αυτός οξύνεται ακόμη περισσότερο από τις πρόσφατες εξελίξεις στην τεχνολογία των ιαπωνικών υποβρυχίων, που πλέον έχουν εμβέλεια που φτάνει μέχρι και 16.000 χλμ. Αν τα υποβρύχια αυτά αποκτήσουν τη δυνατότητα χρήσης των βάσεων της Μαδαγασκάρης, τότε τα δεδομένα αλλάζουν προς το πολύ χειρότερο για τους Συμμάχους στα θέατρα επιχειρήσεων του Ειρηνικού, της Μέσης Ανατολής και του Νοτίου Ατλαντικού.

Η κατάσταση είναι εν δυνάμει πολύ επικίνδυνη, καθώς η Μαδαγασκάρη μπορεί να εξελιχθεί σε ένα πολύ επώδυνο «αγκάθι» στο πλευρό των Συμμάχων. Για τη Συμμαχική ηγεσία είναι ξεκάθαρο πως το νησί πρέπει να τεθεί υπό έλεγχο -ειδικά μετά τη βρετανική επίθεση εναντίον του ελλιμενισμένου στο Μερς Ελ Κεμπίρ της Αλγερίας γαλλικού στόλου (για να εξασφαλιστεί ότι τα γαλλικά πολεμικά δεν θα τεθούν στη διάθεση των δυνάμεων του Άξονα), που έχει οδηγήσει σε ψύχρανση των σχέσεων ανάμεσα στη Μ. Βρετανία και τη Γαλλία- ο κίνδυνος η κυβέρνηση του Βισύ να δώσει τη Μαδαγασκάρη «στο πιάτο» των Ιαπώνων εκτιμάται ως πολύ μεγάλος. Την αποστολή θα αναλάβει το Βασιλικό Ναυτικό της Μ. Βρετανίας.

Επιχείρηση Ironclad: Μία τολμηρή αμφίβια επιχείρηση

Τα στρατεύματα τα οποία υπερασπίζονταν τη Μαδαγασκάρη απείχαν πάρα πολύ από τους συνήθεις αντιπάλους (Γερμανούς και Ιάπωνες) των βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων κατά το Β΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Της άμυνας του νησιού ηγείτο ο κυβερνήτης Αρμάντ Λεόν Αννέτ, ο οποίος είχε στη διάθεσή του 8.000 άνδρες – στην πλειοψηφία τους αποικιακά στρατεύματα. Χίλιοι πεντακόσιοι από αυτούς είχαν αναπτυχθεί γύρω από το Ντιέγκο Σουάρες (ονομασία του Αντσιράνε μέχρι το 1975).

Ωστόσο, τα στρατεύματα αυτά ήταν μάλλον ελλιπώς υποστηριζόμενα από αεροναυτικής πλευράς: οκτώ πυροβολαρχίες επάκτιου πυροβολικού, δύο οπλισμένα εμπορικά, δύο κανονιοφόροι, πέντε υποβρύχια, 17 καταδιωκτικά Morane-Saulnier και 10 Potez 63.

Από την πλευρά τους οι Βρετανοί ετοιμάζονταν για την πρώτη ευρείας κλίμακας αμφίβια επιχείρηση από την εποχή της απόπειρας κατάληψης των Δαρδανελλίων – και ήταν αποφασισμένοι να μην αφήσουν να επαναληφθεί το όνειδος εκείνης της επιχείρησης.

Επικεφαλής της επιχείρησης τέθηκε ένα από τα πιο έμπειρα στελέχη των βρετανικών Ενόπλων Δυνάμεων στις αμφίβιες επιχειρήσεις: ο στρατηγός των Βασιλικών Πεζοναυτών Ρόμπερτ Στούρτζες. Ο Στούρτζες ήταν ένας από τους βετεράνους των Δαρδανελλίων, αλλά το σημαντικότερο, ήταν ο άνθρωπος ο οποίος βρισκόταν πίσω από την επιχείρηση Fork («Πηρούνι»), η οποία, αν και «γκρίζου» ηθικού υποβάθρου, θεωρούνταν ως μία λαμπρή επιτυχία – υπόδειγμα αμφίβιας επιχείρησης: επρόκειτο για την εισβολή και ουσιαστικά κατάληψη της Ισλανδίας, από μία δύναμη 746 πεζοναυτών.

Η μονάδα αυτή αποβιβάστηκε στην, ουδέτερη, κατά τα άλλα, Ισλανδία στις 10 Μαΐου του 1940 και προχώρησε στην ταχύτατη εξουδετέρωση δικτύων επικοινωνίας, κατάληψη στρατηγικών θέσεων και σύλληψη Γερμανών πολιτών.

Η ισλανδική κυβέρνηση, παρά τις αρχικές της αντιδράσεις, συνεργάστηκε με τους πεζοναύτες του Στούρτζες, οι οποίοι, μέσα σε 7 ημέρες είχαν θέσει όλο το νησί υπό τον βρετανικό έλεγχο,  για να αντικατασταθούν στις 17 Μαΐου από 4.000 άνδρες του Στρατού, που κατέφθασαν για να αναλάβουν καθήκοντα φρουράς.

Η αυστραλοβρετανική δύναμη, στην οποία ανατέθηκε να φέρει σε πέρας την επιχείρηση «Ironclad», αποτελούνταν από τα αεροπλανοφόρα «Illustrious» και «Indomitable», το παλαιό θωρηκτό «Ramillies», τα καταδρομικά «Hermione» και «Devonshire», τα αντιτορπιλικά «Active» , «Anthony, «Duncan, «Inconstant, «Javelin», «Laforey», «Lightning», «Lookout», «Nizam», «Norman», «Pakenham», «Paladin», «Panther» και ένα συνονθύλευμα φρεγατών, κορβετών και μεταγωγικών.

Η απόβαση έλαβε χώρα στις 5 Μαΐου, ύστερα από σειρά αναγνωριστικών πτήσεων της νοτιοαφρικανικής Πολεμικής Αεροπορίας. Συμμετείχαν η 17η και η 13η Ταξιαρχία Πεζικού, η 29η Ανεξάρτητη Ταξιαρχία Πεζικού και το 5ο Κομάντο με ισχυρή δύναμη πεζοναυτών. Οι κύριες αποβάσεις έγιναν στους κόλπους Κουριέ και Αμπαραράτα, δυτικά του Ντιέγκο Σουάρες.

Την αιχμή του δόρατος της απόβασης αποτέλεσε αναμφίβολα το 5ο Κομάντο. Οι 365 άντρες του, υπό τη διοίκηση του υποστρατήγου Γ. Σανγκουϊνέτι, έφεραν σε πέρας την πρώτη ευρείας κλίμακας συμμαχική αποβατική επιχείρηση του πολέμου, εξουδετερώνοντας μία πυροβολαρχία και ανοίγοντας τον δρόμο για την υπόλοιπη δύναμη.

Καταφέρνοντας να περάσουν από μία θαλάσσια περιοχή που θεωρούνταν αδιάβατη λόγω παρουσίας υφάλων, οι Βρετανοί καταδρομείς έφτασαν στην ακτή σε αποβατικές λέμβους, περνώντας μέσα από ένα κανάλι το οποίο είχε καθαριστεί από νάρκες ύστερα από μία τολμηρή ναρκαλιευτική επιχείρηση που διετέλεσε μικρή ομάδα κορβετών.

Οι καταδρομείς αιφνιδιάζουν πλήρως τους υπερασπιστές. Η πυροβολαρχία εξουδετερώνεται και μία βιαστική αντεπίθεση κατανικάται με ευκολία. Οι απώλειες είναι αμελητέες.

Ο Τζεφ Ράιλι υπηρέτησε στον 5ο Κομάντο και η μαρτυρία του αποτελεί μία από τις πιο γλαφυρές και ζωντανές διηγήσεις των γεγονότων που διαδραματίστηκαν εκείνες τις πρώτες ημέρες της επιχείρησης.

«Είχαμε μαζί μας αξιωματικούς της Γαλλικής Αντικατασκοπείας, οπότε είχαμε καταλάβει ότι στόχος μας θα ήταν κάποια αποικία υπό τον έλεγχο των Γάλλων του Βισύ. Η ενημέρωση που ακολούθησε μας εξήγησε πλήρως για ποιον λόγο ήταν απαραίτητο να εμποδίσουμε τους Ιάπωνες να καταλάβουν τη Μαδαγασκάρη… όλοι ήξεραν ότι είχαν βάλει στο μάτι το Ντιέγκο Σουάρες, το τρίτο μεγαλύτερο φυσικό λιμάνι του κόσμου.

Αν το είχαν πάρει, τότε δεν θα είχε υπάρξει Ελ Αλαμέιν, καθώς δεν θα ήταν δυνατή η υποστήριξη της 8ης Στρατιάς στη Βόρεια Αφρική, ή της 14ης στη Μπούρμα… ενώ η Νότια Αφρική θα διέτρεχε σοβαρό κίνδυνο.

»Την αυγή της 5ης Μαΐου του 1942 αποβιβαστήκαμε στον κόλπο του Κουριέ στη βορειοδυτική ακτή της Μαδαγασκάρης, σε απόσταση 11 μιλίων από το Ντιέγκο Σουάρες. Δεν υπήρξε αντίσταση – πιάσαμε τους Γάλλους κυριολεκτικά στον ύπνο, χάρη στη ναυτοσύνη του Βασιλικού Ναυτικού, που κατάφερε να διεισδύσει σε ζώνες που θεωρούνταν αδιάβατες από μία δύναμη του μεγέθους μας, λόγω της παρουσίας υφάλων και σκοπέλων.

»Πενήντα πόδια ψηλότερα από εμάς, σε λόφους, ήταν τοποθετημένη μία πυροβολαρχία πυροβόλων Gin. Σκαρφαλώσαμε τους λόφους και αιφνιδιάσαμε τους πυροβολητές του Βισύ. Τους πιάσαμε να κοιμούνται, δόξα τω Θεώ! Υπήρχαν Γάλλοι αξιωματικοί, υπαξιωματικοί, καθώς και Σενεγαλέζοι ή Μαλαγκάσι (ντόπιοι) στρατιώτες. Τους συγκεντρώσαμε όλους σε ένα μέρος, όπου τέθηκαν υπό φύλαξη.

»Η αντεπίθεση των δυνάμεων του Βισύ άρχισε με το πρώτο φως. Σαράντα αποικιακοί στρατιώτες με δύο υπαξιωματικούς επιτέθηκαν εναντίον μας, ανεβαίνοντας το λόγο. Κάναμε κι εμείς τη δική μας έφοδο, με εφ’ όπλων λόγχες, και οι υπαξιωματικοί τους σκοτώθηκαν.

Οι υπόλοιποι παραδόθηκαν αμέσως, πετώντας κάτω τα όπλα τους. Οι απώλειές μας ήταν μηδαμινές. Ο λοχαγός ‘‘Τσιπς’’ Χέρον πήγε ο ίδιος μπροστά για να δεχτεί την παράδοση μίας ομάδας παρατηρητών πυροβολικού που βρισκόταν σε έναν κοντινό λόφο.

Καθώς (οι στρατιώτες της ομάδας) πλησίαζαν για να παραδοθούν, κάποιοι από πίσω πέταξαν χειροβομβίδες, τραυματίζοντας τον λοχαγό και άλλους. Δεν τους δώσαμε δεύτερη ευκαιρία».

Για τις επόμενες δύο ημέρες, οι καταδρομείς του 5ου Κομάντο συνεχίζουν τις επιχειρήσεις γύρω από το Καπ Ντιέγκο, ενώ η κύρια δύναμη, με τις τρεις ταξιαρχίες πεζικού, η οποία έχει αποβιβαστεί στον κόλπο Αμπαραράτα, προωθείται προς το λιμάνι του Αντσιράνε, καταλαμβάνοντας το Φορτ Μπέλεβιου.

Οι τρεις ταξιαρχίες αντιμετωπίζουν τα πρώτα δείγματα γαλλικής αντίστασης κοντά στο χωριό Αναμάκια: πρόκειται για καμουφλαρισμένα χαρακώματα και μερικά πολυβολεία. Η πρώτη απόπειρα εξουδετέρωσής τους γίνεται από τα τεθωρακισμένα της βρετανικής δύναμης, ωστόσο αποτυγχάνει λόγω του βραχώδους εδάφους, που κάνει τους ελιγμούς των αρμάτων εξαιρετικά δύσκολους. Η γραμμή άμυνας εν τέλει παραβιάζεται ύστερα από επίθεση πεζικού.

Η πορεία συνεχίζεται μέχρι που τα προπορευόμενα τμήματα συναντούν την κύρια γραμμή άμυνας: πρόκειται για ένα σύμπλεγμα χαρακωμάτων και πολυβολείων το οποίο είχε κατασκευαστεί πριν από τον Α΄ ΠΠ και υποστηρίζεται από πυροβόλα των 75 χλστ.

Τα εν λόγω πυροβόλα αποτελούν πρόβλημα: αν και δεν είναι σχεδιασμένα για εξειδικευμένη αντιαρματική χρήση, είναι παραπάνω από ικανά να νικήσουν τη θωράκιση των Tetrarch και Valentine που αποτελούν το αρματικό δυναμικό της δύναμης εισβολής – η απώλεια δύο Valentine και δύο Tetrarch στην πρώτη επαφή με τη γραμμή άμυνας των δυνάμεων του Βισύ αποδεικνύει του λόγου το αληθές.

Η πρώτη απόπειρα εκπόρθησης της θέσης γίνεται ξανά μέσω χρήσης αρμάτων μάχης: ο διοικητής του ενός Tetrarch που επέζησε της πρώτης επαφής αναλαμβάνει τη διοίκηση μίας μονάδας τεσσάρων Valentine και δύο Tetrarch και να δοκιμάσει να παραβιάσει τη γραμμή.

Το σχέδιο προβλέπει προώθηση μέσω του δρόμου κατευθείαν στις γαλλικές θέσεις, στροφή προς τα δεξιά, και υπερφαλάγγιση της γραμμής υπό την κάλυψη λόφων. Ωστόσο, πάλι τα πράγματα δεν πηγαίνουν καλά.

Το γαλλικό πυροβολικό για άλλη μία φορά σταματά την επίθεση, καταστρέφοντας ένα Valentine και ένα Tetrarch. Τα υπόλοιπα άρματα ανταλλάσσουν πυρά με τους υπερασπιστές, για να αποσυρθούν μετά από λίγο στις αρχικές τους θέσεις. Για άλλη μία φορά, η οχυρωμένη αυτή θέση παραβιάζεται από το πεζικό. Η 29η Ταξιαρχία, σε συνδυασμό με αμφίβια επίθεση των πεζοναυτών κατανικά την άμυνα.

Επιστρέφοντας στους καταδρομείς του 5ου Κομάντο, οι οποίοι στα πλαίσια αυτών των επιχειρήσεων έκαναν πορεία 29 χλμ. από το σημείο απόβασής τους (στον κόλπο Κουριέ), κατά μήκος του ισθμού που χωρίζει το Καπ Ντ’Αμπρέ από τη μεγαλύτερη εδαφική μάζα στα νότια, όπου και αντιμετώπισαν τμήμα της Λεγεώνας των Ξένων, κατανοεί κανείς τη σημασία που έπαιξαν στην επιτυχή περάτωση της επιχείρησης Ironclad.

Ο Ράιλι συνεχίζει: «Εν μέσω απίστευτης ζέστης και θερμών ανέμων βαδίσαμε κατά μήκος του Ισθμού προς το Καπ Ντιέγκο, βαρυφορτωμένοι με πυρομαχικά και χειροβομβίδες. Υπήρξε μία εμπλοκή με μονάδα Λεγεωναρίων. Ανοίξαμε πυρ εναντίον τους, μέχρι που παραδόθηκαν. Υπήρχαν πενήντα τραυματίες. Κάναμε εκκαθαριστικές επιχειρήσεις εναντίον αποικιακών στρατευμάτων, ενώ οι ταξιαρχίες μας κατέλαβαν το Αντσιράνε, μετά από σκληρές μάχες με πολλές απώλειες. Ήταν μία ενέργεια 50 πεζοναυτών από το HMS «Ramillies» (που βρισκόταν στον κόλπο του Κουριέ) που έδωσε τη λύση τελικά.

Μπήκαν στο λιμάνι με το αντιτορπιλικό ‘‘Anthony’’ στις 8 ακριβώς, μέσα στα σκοτάδια και ενώ δέχονταν πυρά από ό,τι όπλο υπήρχε διαθέσιμο. Το αντιτορπιλικό πέρασε σχεδόν ξυστά από την προβλήτα, με τους πεζοναύτες να πηδούν από το κατάστρωμα για να καταλάβουν την ακτή. Οι διαταγές ήταν να χτυπήσουν όλους τους στόχους, εκτός από τον στρατώνα και την αποθήκη πυρομαχικών, που φυλάσσονταν καλά… αλλά μέσα σε μισή ώρα τα είχαν καταλάβει και τα δύο.

Είχαν κάνει τα πάντα – και είχαν μόλις μία απώλεια. Η δράση τους έσωσε την πόλη από σκληρό αστικό αγώνα. Σύμφωνα με την επίσημη αναφορά, «αυτοί οι 50 πεζοναύτες προκάλεσαν αναστάτωση στην πόλη εντελώς δυσανάλογη με τον αριθμό τους!».

Επόμενος σταθμός: Μαγιούνγκα

Ο επόμενος σημαντικός στόχος των καταδρομέων δεν ήταν άλλος από το μεγαλύτερο λιμάνι της δυτικής ακτής της Μαδαγασκάρης, τη Μαγιούνγκα. Για άλλη μία φορά, η επιχείρηση (η οποία έλαβε χώρα στις 10 Σεπτεμβρίου) θα ήταν «για κασκαντέρ»: Ο σχεδιασμός προέβλεπε την είσοδο των αντιτορπιλικών στο λιμάνι με τους πεζοναύτες να κατεβαίνουν από αυτά και να επιτίθενται στις αποβάθρες, ενώ τα πλοία έπλεαν με ταχύτητες που άγγιζαν τους 30 κόμβους(!) Λόγω της ριψοκίνδυνης φύσης της επιχείρησης, οι καταδρομείς πέρασαν ένα μικρό χρονικό διάστημα στη Μομπάσα, «προβάροντας» την επιχείρηση.

Ωστόσο, υπήρξαν αναποδιές: «Το σχέδιο ήταν να χτυπήσουμε κατευθείαν στις αποβάθρες, αλλά όλα πήγαν κατά διαόλου. Κάποιες από τις αποβατικές μας λέμβους χάλασαν, και αντί να χτυπήσουμε λίγο πριν από την αυγή επιτεθήκαμε υπό το λαμπρό φως της ημέρας. Ο εχθρός άνοιξε πυρ εναντίον μας με 4 πολυβόλα. Ευτυχώς που το Βασιλικό Ναυτικό μάς παρείχε καλή κάλυψη, με αποτέλεσμα οι απώλειές μας να είναι ελάχιστες.

Δεν χρειαστήκαμε σκάλες, καθώς ανεβήκαμε στις αποβάθρες σαν αρουραίοι σε πλοίο! Δώσαμε σκληρή αστική μάχη και αντιμετωπίσαμε ελεύθερους σκοπευτές που μας χτυπούσαν από παράθυρα. Ο πρώτος μας αντικειμενικός σκοπός ήταν η διακοπή των επικοινωνιών με την πρωτεύουσα της Μαδαγασκάρης, Τενενερίφη. Ο δεύτερος ήταν να καταλάβουμε το κυβερνείο, να αιχμαλωτίσουμε τον κυβερνήτη και να υψώσουμε τον Union Jack» .

Ο βετεράνος του «Ironclad» θυμάται μία μάχη σώμα σώμα που χρειάστηκε να δώσει καθώς οι καταδρομείς εκτελούσαν την αποστολή τους: «Πετύχαμε και τους δύο στόχους μας και ήταν εκεί που είχα την πρώτη μου αιματηρή, σώμα με σώμα αναμέτρηση – πρόσωπο με πρόσωπο, εγώ ή αυτός. Μόλις είχαμε μπει στην αυλή και είχα λάβει θέση μάχης στο κάτω μέρος ενός παραπέτου. Ο φίλος μου Ματ Μπόλτον βρισκόταν απέναντι, σε έναν τοίχο.

Μερικές γιάρδες στα αριστερά μου βρίσκονταν τα απομεινάρια ενός αυτοκινήτου. Μόλις είχα πει κάτι στον Ματ και γύριζα το κεφάλι μου, όταν είδα την κάννη ενός τουφεκιού να ξεπροβάλει πίσω από το αυτοκίνητο, και μετά ένα φέσι.

Ο άνδρας σηκώθηκε όρθιος και γύρισε προς τα δεξιά. Πυροβόλησα από τον γοφό, τον σκότωσα και ξαφνικά ένιωσα απαίσια. Ακόμα και σήμερα σκέφτομαι αν θα μπορούσα να τον είχα πιάσει αιχμάλωτο. Ο λοχαγός μας Τζεφ Ρις Τζόουνς, έφτασε δευτερόλεπτα αργότερα, έριξε μία γρήγορη ματιά και είπε ‘‘νεκρός σα μπετονόκαρφο. Καλή δουλειά, Ράιλι’’. Οι απώλειες των Γάλλων ήταν βαριές».

Το 5ο Κομάντο επέστρεψε στο Αντσιράνε και επιβιβάστηκε στα αντιτορπιλικά «Arrow», «Active» και «Blackmore», που συνόδεψαν μία ισχυρή ναυτική δύναμη που αποτελούνταν από το θωρηκτό «Warspite», το αεροπλανοφόρο «Illustrious», τρία καταδρομικά και άλλα 14 αντιτορπιλικά. Ο στόχος ήταν το Ταματάβε, το μεγαλύτερο λιμάνι της ανατολικής ακτής της Μαδαγασκάρης.

Τα βρετανικά πλοία πλησίασαν το λιμάνι, εκτός από τα «Warspite» και «Illustrious», που παρέμειναν σε απόσταση 10 μιλίων. Απεσταλμένος στάλθηκε υπό λευκή σημαία για να απαιτήσει άνευ όρων παράδοση. Κατά τον βρετανικό σχεδιασμό, αρνητική απάντηση θα είχε ως επακόλουθο 55λεπτο σφυροκόπημα του νησιού από τα αντιτορπιλικά και τα 15ιντσα πυροβόλα του «Warspite», καθώς και από τα αεροπλάνα του «Illustrious» – που θα ακολουθούνταν από έφοδο των πεζοναυτών.

Ο απεσταλμένος δεν πρόλαβε να μεταβιβάσει τα αιτήματα των Βρετανών, καθώς δέχτηκε πυρά. Τα βρετανικά πολεμικά άνοιξαν πυρ: Μέσα σε τρία λεπτά, πάνω από 2.000 βλήματα χτύπησαν το Ταματάβε. Οι υπερασπιστές δεν άργησαν να παραδοθούν.

Ο δρόμος προς την Τενενερίφη ήταν ανοικτός. Ωστόσο, αν η γενικότερη εντύπωση ήταν ότι η μάχη για την κατάληψή της θα ήταν δύσκολη, δεν ίσχυσε κάτι τέτοιο. Οι εχθροπραξίες συνεχίστηκαν για μερικούς μήνες, σε μικρή όμως κλίμακα.

Η 17η και η 13η Ταξιαρχία Πεζικού είχαν μεταφερθεί στην Ινδία πριν από την επίθεση στη Μαγιούνγκα και τη θέση τους είχαν πάρει οι Βασιλικοί Αφρικανοί Τυφεκιοφόροι (KAR), η νοτιοαφρικανική 7η Μηχανοκίνητη Ταξιαρχία και η ροδεσιανή 27η Ταξιαρχία Πεζικού.

Η γαλλική αντίσταση, ειδικά μετά την κατάληψη της Μαγιούνγκα, ήταν εξαιρετικά περιορισμένη. Μεγαλύτερο πρόβλημα για τις βρετανικές δυνάμεις αποτέλεσαν τα εμπόδια που είχαν στηθεί στους δρόμους παρά οι ενέργειες των αποικιακών στρατευμάτων. Η Τενενερίφη έπεσε μετά από ελάχιστη αντίσταση και ακολούθησε το Αμπαλαβάο.

Η τελευταία εμπλοκή έλαβε χώρα στις 18 Οκτωβρίου στην Αντριαμαναλίνα. Ο κυβερνήτης Ανέτ παραδόθηκε στις 8 Νοεμβρίου. Τελικός απολογισμός απωλειών για τους Συμμάχους: 620 (νεκροί από εχθρική δράση ή ασθένειες και τραυματίες). Τα γαλλικά στρατεύματα είχαν 150 νεκρούς και 500 τραυματίες.

Η δράση του ιαπωνικού Ναυτικού

Ένας μεγάλος «πονοκέφαλος» για τη συμμαχική ηγεσία κατά τον σχεδιασμό της επιχείρησης «Ironclad» ήταν ενδεχόμενη παρέμβαση του ιαπωνικού Πολεμικού Ναυτικού, η οποία θα μπορούσε να ανατρέψει την κατάσταση.

Ωστόσο, αυτοί οι φόβοι αποδείχτηκαν άνευ ουσίας: το Αυτοκρατορικό Ναυτικό περιορίστηκε στο να στείλει τρία υποβρύχια επί σκηνής (Ι-10, Ι-16 και Ι-20), και όχι ως μονάδες κρούσης, αλλά ως «μητρικά σκάφη» για το νέο, φιλόδοξο όπλο του Στόλου: τα υποβρύχια -νάνους- που μεταπολεμικά θεωρήθηκαν ως το πλέον αποτυχημένο πρόγραμμα του ιαπωνικού Πολεμικού Ναυτικού κατά τον πόλεμο. Δύο «νάνοι» εκτοξεύτηκαν από τα Ι-20 και Ι-16.

Το ένα χάθηκε στη θάλασσα, αλλά το δεύτερο κατόρθωσε να διεισδύσει στο λιμάνι του Ντιέγκο Σουάρες και να εκτοξεύσει δύο τορπίλες. Η μία προκάλεσε ζημιές στο θωρηκτό «Ramilies», ενώ η δεύτερη βύθισε ένα πετρελαιοφόρο.

Ωστόσο, και το δεύτερο αυτό υποβρύχιο δεν θα είχε καλή κατάληξη: δέχτηκε επίθεση με βόμβες βυθού από κορβέτες και το διμελές πλήρωμά του αναγκάστηκε να το εγκαταλείψει και να προσπαθήσει να κρυφτεί στο νησί – χωρίς επιτυχία, καθώς οι δύο Ιάπωνες σκοτώθηκαν λίγες ημέρες μετά την επίθεση σε συμπλοκή με πεζοναύτες.

Ειρωνικά, η εν λόγω επιχείρηση θεωρήθηκε από την ανώτατη ιαπωνική ναυτική διοίκηση ως μεγάλη επιτυχία (καθώς η απώλεια δύο υποβρυχίων-νάνων και των πληρωμάτων τους έναντι της βύθισης ενός πετρελαιοφόρου και του «γρατσουνίσματος», αν μη τι άλλο, ενός θωρηκτού αντιμετωπίστηκε ως «συμφέρουσα ανταλλαγή»), κάτι που την ενθάρρυνε να συνεχίσει να ασχολείται με αντίστοιχα προγράμματα.

Επίλογος

Η Μαδαγασκάρη βρισκόταν πλέον στα χέρια των Συμμάχων, αποκλείοντας τη χρήση της από τα ιαπωνικά υποβρύχια ως βάση για να απειλήσουν τις Συμμαχικές νηοπομπές.

Οι γραμμές ανεφοδιασμού προς τη Βόρεια Αφρική και την Άπω Ανατολή ήταν πλέον ασφαλείς.

Τη διακυβέρνηση του νησιού ανέλαβε ο στρατηγός Πολ Λεζεντιλόμ, των Ελεύθερων Γάλλων. Επρόκειτο για μία μεγάλη επιτυχία των Συμμάχων, καθώς η πρώτη μεγάλης έκτασης αμφίβια επιχείρηση του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου είχε στεφθεί με απόλυτη επιτυχία.

Η εμπειρία που αποκομίστηκε από την επιχείρηση αποδείχτηκε πολύτιμη στη δεύτερη μεγάλη επιχείρηση εναντίον των Γάλλων του Βισύ: την επιχείρηση «Torch» (Πυρσός), την αμερικανοβρετανική εισβολή στις γαλλικές κτήσεις της Βόρειας Αφρικής.