Το Θωρηκτό Γεώργιος Αβέρωφ, ναυαρχίδα του Ελληνικού Βασιλικού Ναυτικού για δεκαετίες, αποτελεί ένα από τα πιο σημαντικά πλοία στην ελληνική ναυτική ιστορία.
Η ναυπήγηση του “Αβέρωφ”, τα χαρακτηριστικά του και τα χρήματα που δόθηκαν για την ναυπήγησή του.
Μετά την ήττα στον πόλεμο του 1897 έγινε φανερή η ανάγκη για απόκτηση σύγχρονου πολεμικού υλικού, που θα αύξανε τη στρατιωτική ισχύ της χώρας μας.
Ανάμεσα σε όλα, αποφασίστηκε να αγοραστεί ένα θωρηκτό ή ακριβέστερα θωρακισμένο καταδρομικό (armoured cruiser) που θα μπορούσε να ανατρέψει τις ναυτικές ισορροπίες στο Αιγαίο, όπου η χώρα μας είχε στην κατοχή της ως το 1913 μόνο τις Βόρειες Σποράδες και τις Κυκλάδες.
Έτσι, παραγγέλθηκε στην Ιταλία το 1909 ένα θωρηκτό, “αδελφό” του ιταλικού πολεμικού “Pisa” το οποίο είχε ναυπηγηθεί το 1907. Τα χρήματα για τη ναυπήγηση του πλοίου ήταν πάρα πολλά για την εποχή εκείνη, 24 εκατομμύρια δραχμές.
Τα 8.000.000 δραχμές προέρχονταν από το κληροδότημα Γεωργίου Αβέρωφ (1818-1899), του γεννημένου στο Μέτσοβο εθνικού ευεργέτη, που δραστηριοποιήθηκε στην Αίγυπτο, όπου και απέκτησε τεράστια περιουσία.
Μεγάλο μέρος της ο Αβέρωφ το πρόσφερε με δωρεές στο ελληνικό κράτος (π.χ. για την αποπεράτωση του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου), ενώ κι από το κληροδότημά του δόθηκαν, πλην της ναυπήγησης του “Αβέρωφ”, πολλά χρήματα για την επίτευξη διαφόρων εθνικών σκοπών.
Επανερχόμαστε στο θρυλικό θωρηκτό, για το οποίο δόθηκαν 950.750 λίρες (οι 300.000 προέρχονταν από το κληροδότημα Αβέρωφ). Η παραγγελία έγινε στα τέλη του 1909 (30 Νοεμβρίου/12 Δεκεμβρίου) επί πρωθυπουργίας Κυριακούλη Μαυρομιχάλη.
Υπουργός Ναυτικών ήταν τότε ο Πλοίαρχος Γ. Δαμιανός ο οποίος διαπραγματεύτηκε την αγορά του. Πέτυχε μάλιστα πολύ καλή τιμή (2.000.000. δραχμές λιγότερο από το “Pisa”).
Προς στιγμή, το πλοίο ενδιαφέρθηκε να αποκτήσει η Τουρκία κάτι που τελικά δεν έγινε. Το “Αβέρωφ” είχε εκτόπισμα 9.960 τόνους και πλήρωμα 550 άνδρες. Το συνολικό μήκος του είναι 140,81 μέτρα και το μέγιστο πλάτος του 21,03 μέτρα Έμφορτο, έχει βύθισμα 7,53 μέτρα.
Ο οπλισμός του ήταν 4 πυροβόλα των 190,5 mm σε δύο δίδυμους πύργους στην πλώρη και την πρύμνη, 8 πυροβόλα των 190,5 mm σε τέσσερις δίδυμους πύργους, από δύο σε κάθε πλευρά και 12 ταχυβόλα των 76 mm.
Είχε επίσης τρεις τορπιλοβλητικούς στυλήνες, έναν σε κάθε πλευρά και τον τρίτο πρυμναίο. Τα πυροβόλα ήταν τύπου Elswick και η θωράκισή του είχε πάχος από 17 ως 23 cm. Η μέγιστη ταχύτητά του ήταν 23,9 κόμβοι.
Το θωρηκτό “Γεώργιος Αβέρωφ” παρελήφθη το καλοκαίρι του 1911 και, νεότευκτο, συμμετείχε στη συγκέντρωση στόλων με την ευκαιρία της στέψης του Γεώργιου Ε’ της Αγγλίας.
Το 1937, μετείχε στον εορτασμό για τη σκέψη του Γεωργίου ΣΤ’ της Αγγλίας στον ίδιο τόπο…
Η δράση του “Αβέρωφ” στους Βαλκανικούς Πόλεμους
Τελικά, το “Αβέρωφ” προσορμίστηκε στο Φάληρο στις αρχές φθινοπώρου του 1911. Ένα χρόνο αργότερα ξεκίνησε την συμμετοχή του σε πολεμικές επιχειρήσεις. Τότε απέκτησε και την ονομασία “το τυχερό καράβι”, που το συνόδευσε ως τον παροπλισμό του,το 1946.
Ο “Αβέρωφ” απέπλευσε από τον φαληρικό όρμο στις 5/18 Οκτωβρίου 1912. Ο Ελευθέριος Βενιζέλος αποχαιρέτησε τον στόλο λέγοντας προς τα πληρώματα: “Η Πατρίς αξιοί από υμάς όχι απλώς ν’ αποθάνητε υπέρ αυτής. Αυτό θα ήταν το ολιγώτερον. Αξιοί να νικήσετε”.
Ο “Αβέρωφ” από την αρχή του Α’ Βαλκανικού Πολέμου έκανε αισθητή την παρουσία του. Οι ναυμαχίες της “Έλλης” (3/16 Δεκεμβρίου 1912) και της Λήμνου (5/18 Ιανουαρίου 1913), νικηφόρες για την ελληνική πλευρά ήταν αποφασιστικής σημασίας, καθώς έκριναν τον ναυτικό αγώνα. Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης γράφει: “Η πρώτη (ναυμαχία) μπορεί να παραβληθεί με τη μάχη του Μαραθώνα: ενέπνευσε αυτοπεποίθηση.
Η δεύτερη της Σαλαμίνας: έκρινε την έκβαση του πολέμου. Και όταν μετά την οριστική νίκη ο “Αβέρωφ” επανέπλευσε στο Φάληρο, η νεότερη ιστορία του έθνους είχε πλουτιστεί με μία σελίδα μοναδική”.
Η πολεμική δράση του “Αβέρωφ” άρχισε με τον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο και η προσφορά του προς το έθνος ήταν τεράστια στο πολεμικό, αλλά και στο διπλωματικό πεδίο.
Η ναυτική δύναμη που απέκτησε η Ελλάδα με τον “Αβέρωφ” ήταν πολύ σημαντική, καθώς χωρίς το θωρηκτό πιθανότατα οι Βαλκάνιοι σύμμαχοί της δεν θα τη δέχονταν στον αγώνα εναντίον της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Η Ελλάδα, μετά τον πόλεμο του 1897 ήταν υποτιμημένη από τους συμμάχους. Ωστόσο αυτοί έδιναν μετά την απόκτηση του “Αβέρωφ” μεγάλη σημασία στο ελληνικό ναυτικό και δικαιώθηκαν. Αν ο ελληνικός στόλος δεν εξασφάλιζε την κυριαρχία στο Αιγαίο και δεν εμποδιζόταν η μεταφορά τουρκικών ενισχύσεων από τη Μικρά Ασία στα βαλκανικά πεδία μαχών, θα ήταν διαφορετική η έκβαση του πολέμου.
Δεν ήταν μόνο η δίψα για εκδίκηση των Ελλήνων που έπαιξε ρόλο στις επιτυχίες των Βαλκανικών Πολέμων, αλλά και η σπουδαία ηγεσία του Ναυτικού υπό τον Παύλο Κουντουριώτη.
Ειπώθηκε μάλιστα από “κύκλους” του Βρετανικού Ναυαρχείου ότι έπρεπε να παραπεμφθεί σε Ναυτοδικείο γιατί τόλμησε να πλησιάσει με τον “Αβέρωφ” τα τουρκικά πυροβολεία των Δαρδανελίων σε ακτίνα βολής (μάλιστα οπές εχθρικών βλημάτων στις καπνοδόχους του “Αβέρωφ” από τη ναυμαχία της “Έλλης” διατηρούνταν αργότερα ως ανάμνηση. Ο Κουντουριώτης απάντησε ότι τα πολεμικά πλοία δεν τα έχουμε για τα μουσεία.
Ο “Αβέρωφ” μετά τους Βαλκανικούς Πολέμους
Από την έναρξη της Μικρασιατικής Εκστρατείας ο “Αβέρωφ” αγκυροβολούσε στην Κωνσταντινούπολη, απέναντι από τον Ντολμά Μπαξέ κι έμεινε εκεί ως τη μέρα της καταστροφής της Σμύρνης. Δεν πήρε μέρος στις επιχειρήσεις της Μικράς Ασίας καθώς δεν χρειάστηκε, αλλά όταν η στρατιά του Έβρου ήταν έτοιμη για δράση, το ίδιο συνέβαινε και με τον “Αβέρωφ”.
Ο Σπυρίδων Μαρκεζίνης θεωρεί ότι χωρίς την παρουσία του “Αβέρωφ” θα ήταν ανέφικτη η υπογραφή της Συνθήκης της Λωζάνης. Το 1925, ο “Αβέρωφ” στάλθηκε στη Γαλλία, όπου στα ναυπηγεία της χώρας έγινε γενική επισκευή του.
Τοποθετήθηκαν νέοι λέβητες και πρόσθετες μηχανικές εγκαταστάσεις αγγλικής προέλευσης και έγιναν βελτιώσεις στα όργανα βολής. Το 1928 το πλοίο ήταν έτοιμο να αναλάβει υπηρεσία.
Αν και είχαν αρχίσει να επικρατούν τα “ελαφρά” πλοία, η παρουσία του “Αβέρωφ” και γενικότερα βαρύτερων πολεμικών πλοίων ήταν απαραίτητη. Το 1935 ο Βενιζέλος χρησιμοποίησε τον “Αβέρωφ” στο αποτυχημένο κίνημά του τον Μάρτιο του 1935, για μεταφορά των στασιαστών στην Κρήτη και στη συνέχεια τη μετακίνησή του στα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα.
Ο “Αβέρωφ” στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο – Το τελευταίο του ταξίδι στα Δωδεκάνησα
Κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, ο “Αβέρωφ” ήταν πάλι η ναυαρχίδα. Οι τότε συνθήκες όμως δεν επέτρεπαν να δράσει κι έμεινε αγκυροβολημένος στην Ελευσίνα. Μετά τη γερμανική εισβολή τον Απρίλιο 1941 επικρότησε για λίγο η ιδέα να αυτοβυθιστεί, καθώς η περίπτωση παράδοσής του ήταν αδιανόητη. Η ιδέα εγκαταλείφθηκε και στις 22 Απριλίου 1941 ο “Αβέρωφ” έφτασε στην Αλεξάνδρεια.
Από εκεί ξεκίνησε για τη Βομβάη της Ινδίας (τότε ανήκε στη Μ. Βρετανία) για επισκευή των λεβήτων του και γενική επιθεώρηση. Πριν το τέλος του 1941 ανέλαβε την προστασία νηοπομπών που κατευθύνονταν από τη Βομβάη στο Άντεν.
Μετά την είσοδο της Ιαπωνίας στον πόλεμο όμως, κρίθηκε σκόπιμο να παραμείνει στη Βομβάη ως το τέλος του 1942, οπότε κατέπλευσε στο Πορτ Σάιντ και συμμετείχε στην αποστολή προστασίας λιμένων.
Τον Σεπτέμβριο του 1944 αγκυροβόλησε στην Αλεξάνδρεια κι από εκεί απέπλευσε για την Ελλάδα. Έφτασε στον Πόρο και παρέλαβε τον τότε Πρόεδρο της Κυβέρνησης Γεώργιο Παπανδρέου και τους υπουργούς του και έπλευσε προς την Αθήνα. Το απόγευμα της 17ης Οκτωβρίου αγκυροβόλησε στον φαληρικό όρμο, απέναντι από την Πειραϊκή χερσόνησο.
Το τελευταίο επίσημο ταξίδι του Αβέρωφ έγινε το 1946, όταν με συνοδεία αντιτορπιλικών μετέφερε τον τότε Αντιβασιλέα, Αρχιεπίσκοπο Δαμασκηνό, που έφερνε τον χαιρετισμό της μητέρας Ελλάδας στα Δωδεκάνησα, εν όψει της προσάρτησής τους στον εθνικό κορμό.
Επανέπλευσε στον Πόρο όπου παρέμεινε παροπλισμένος. Του αφαιρέθηκε μόνο το κινητό παρεκκλήσιο, που επί βασιλείας Παύλου μεταφέρθηκε στα Ανάκτορα Αθηνών και μερικά άλλα αντικείμενα που μεταφέρθηκαν στο Ναυτικό Μουσείο Πειραιά.
Το 1984, το Πολεμικό Ναυτικό αποφάσισε να μετατρέψει το “Αβέρωφ” σε πλωτό μουσείο και το μετέφερε στο Παλαιό Φάληρο, όπου παραμένει μέχρι σήμερα. Το 2003, το θωρηκτό “Γεώργιος Αβέρωφ” τιμήθηκε με το Χρυσό Μετάλλιο της Ακαδημίας Αθηνών.
Τέλος, τον Οκτωβρίου του 2017 το “Αβέρωφ” με τη βοήθεια ρυμουλκών έφτασε στη Θεσσαλονίκη για τους εορτασμούς της επετείου απελευθέρωσης της πόλης στις 26 Οκτωβρίου και της επετείου του “Όχι” στις 28 Οκτωβρίου.