Μια από τις σχετικά άγνωστες  µάχες των τελευταίων ηµερών του Β΄ΠΠ στην Ευρώπη ήταν αυτή που έδωσε το 12ο βρετανικό Σώµα Στρατού µαζί µε µονάδες του καναδικού Στρατού στην βορειοδυτική Γερµανία, τον Απρίλιο του 1945.

Ήταν όµως µια αιµατηρή εκστρατεία καθώς οι Βρετανοί εξαπέλυσαν µια µεγάλη επίθεση µε στόχο την κατάληψη των µεγάλων βάσεων υποβρυχίων στο Κίελο και το Βιλχελµσχάφεν όπως και στην κατάληψη του Αµβούργου (που φιλοξενούσε επίσης  βάση U-Boats ενώ στόχος ήταν και το Κουξχάφεν στο οποίο υπήρχε η βάση των ναρκαλιευτικών του γερµανικού Ναυτικού.

Όλες αυτές οι εγκαταστάσεις είχαν προηγουµένως βοµβαρδιστεί από την αµερικανική και βρετανική Αεροπορία όπως και οι πόλεις του Αµβούργου, της Βρέµης και του Μπρεµερχάβεν.

Βάση υποβρυχίων υπήρχε και στο Φλένσµπουργκ το οποίο ήταν και για ένα βραχύ χρονικό διάστηµα από την 1η Μαΐου έως και τις 7, έδρα της γερµανικής κυβέρνησης του ναύαρχου Καρλ Ντένιτς ο οποίος διαδέχθηκε τον Χίτλερ µετά την αυτοκτονία του στο Βερολίνο.

Η δηµιουργία των ναυτικών Μεραρχιών

Τα περισσότερα πλοία του γερµανικού Ναυτικού (Kriegsmarine) το 1945 ή είχαν ήδη βυθιστεί ή κείτονταν αχρηστευµένα σε ναυστάθµους, αλλά όσα από τα υποβρύχια ήταν σε πλόιµη κατάσταση συνέχιζαν να επιχειρούν έως τις τελευταίες ηµέρες του πολέµου.

Το γεγονός ότι δεκάδες σκάφη του γερµανικού Ναυτικού δεν βρίσκονταν σε υπηρεσία είχε ως αποτέλεσµα χιλιάδες ναύτες από το προσωπικό που τα επάνδρωνε να βρίσκονταν στην ξηρά χωρίς πρακτικά καµία ουσιαστική αποστολή.

Μη έχοντας την πολυτέλεια να αφήσουν το προσωπικό αυτό ανεκµετάλλευτο το ναζιστικό καθεστώς είχε διατάξει όλοι αυτοί να χιλιάδες άνδρες, µαζί µε αντίστοιχο προσωπικό από την Luftwaffe, η οποία επίσης έπνεε τα λοίσθια να ενταχθεί σε µονάδες του Στρατού ή των Waffen SS.

Αυτές οι µονάδες ονοµάστηκαν µεραρχίες Volksgrenadier (VGD), και δηµιουργήθηκαν το Φθινόπωρα του 1944 υπό την πίεση των τεράστιων απωλειών που προέκυψαν από το χαµό της Οµάδας Στρατιών Κέντρο στο ανατολικό Μέτωπο µετά την σοβιετική επιχείρηση Bagration και της 5ης Τεθωρακισµένης Στρατιάς στη Νορµανδία.

Συνολικά δηµιουργήθηκαν 78 τέτοιες µεραρχίες VGD, µε προσωπικό από διάφορες µονάδες και Κλάδους συµπεριλαµβανοµένου και του Ναυτικού. Το παραπάνω όµως προκάλεσε την αντίδραση του του γερµανικού ΓΕΝ το οποίο έπεισε τον Χίτλερ αντί ναύτες να διατίθενται στις VGD να δηµιουργηθούν ναυτικές µεραρχίες, οι οποίες θα ήταν υπό τη διοίκηση του Ναυτικού.

Η πρώτη τέτοια αµιγώς µονάδα ξηράς του Ναυτικού η 1η Μεραρχίας Ναυτικού (ΜΝ) ιδρύθηκε την 31η Ιανουαρίου του 1945 µε δύναµη περίπου 10.000 ναυτών. Η µονάδα στάλθηκε απευθείας στο ανατολικό µέτωπο στον ποταµό Όντερ σε µια απέλπιδα προσπάθεια να σταµατήσει την σοβιετική πληµµυρίδα, όπου και υπέστη µεγάλες απώλειες. Εκεί τη βρήκε και το τέλος του πολέµου.

Η 1η ΜΝ δεν ήταν όµως η µόνη µονάδα. Το Μάρτιο του 1945 µια δεύτερη µονάδα η 2η ΜΝ ιδρύθηκε στο Σλέσβιγκ-Χόλσταϊν και την συγκεκριµένη µονάδα επάνδρωσαν κυρίως πληρώµατα υποβρυχίων που είχαν πολεµήσει προηγουµένως στη Μάχη του Ατλαντικού. Η 2η ΜΝ κηρύχθηκε «ετοιµοπόλεµη» τον Απρίλιο του 1945 και τοποθετήθηκε στην περιοχή του ποταµού Βέζερ στην Κάτω Σαξονία στη βορειοδυτική Γερµανία, νότια από τη Βρέµη, µε περίπου 7.500 ναύτες στο δυναµικό της, µερικά πυροβόλα και όχι πάνω από πέντε  καταστροφείς αρµάτων.

∆ιοικητές των υπαγόµενων σε αυτή µονάδων ήταν πρώην πλοίαρχοι υποβρυχίων πολλοί παρασηµοφορηµένοι, αλλά η µονάδα δεν ήταν σε καµία περίπτωση µονάδα Πεζοναυτών. Τα µέλη της απλά αναγκάστηκαν να γίνουν πεζοί καθώς δεν υπήρχαν υποβρύχια να επανδρώσουν, µετά από µια σύντοµη εκπαίδευση.

Κύριος στόχος της µεραρχίας ήταν η συγκράτηση των βρετανικών και καναδικών µονάδων από το φτάσουν στους κύριους ναυστάθµους  του γερµανικού Ναυτικού. Ο λόγος η επιχείρηση Hannibal.

Η επιχείρηση αφορούσε την εκκένωση δια θαλάσσης από περιοχές όπως ο θύλακας της Κουρλάνδης, η ανατολική και η δυτική Πρωσία και η Ποµερανία, του γερµανικού Στρατού αλλά κυριότερα των αµάχων που κινδύνευαν από την επέλαση του σοβιετικού οδοστρωτήρα.

Η εκκένωση γινόταν µε ότι σκάφος υπήρχε διαθέσιµο, είτε πολεµικό είτε εµπορικό και για τον ναύαρχο Ντένιτς, η επιχείρηση είχε απόλυτη προτεραιότητα, έτσι ώστε ιδιαίτερα ο άµαχος πληθυσµός να αποφύγει τα αιµατηρά αντίποινα του «Κόκκινου» Στρατού. Εποµένως η διατήρηση του ελέγχου  των βόρειων λιµένων της Γερµανίας ήταν ζωτικής σηµασίας για την επιχείρηση.

Στις 5 Απριλίου η µονάδα, η οποία αποτελείτο από τρία συντάγµατα το 5ο, 6ο και 7ο, τέθηκε υπό την διοίκηση της Οµάδας Στρατιών “Η” του πτέραρχου της Luftwaffe Κουρτ Στουντέντ, η οποία είχε δηµιουργηθεί το Νοέµβριο του 1944 στην Ολλανδία για την άµυνα του βορειοδυτικού µετώπου.

Η 2η ΜΝ είχε ως αποστολή της την άµυνα στη γραµµή Βέζερ- Άλλερ, και παρέµεινε εκεί έως τις 20 Απριλίου πριν αποσυρθεί νότια της Βρέµης. Απέναντί της η 2η ΜΝ είχε την 11η Βρετανική Τ/Θ Μεραρχία και την 53η Μεραρχία Ουαλλών. Η αντίσταση που προέβαλλε η 2η ΜΝ ήταν τόσο σθεναρή, που οι Βρετανοί ονόµασαν τους άνδρες της τα “µπλε-SS” από το χρώµα το στολών που φορούσαν.

Ο αγώνας της µεραρχίας ήταν επιβραδυντικός καθώς έπρεπε να κρατηθούν οι Βρετανοί µακριά από το Αµβούργο για όσο το δυνατό περισσότερο. Το Αµβούργο  το υπερασπίζονταν άλλες γερµανικές δυνάµεις όπως η 1η Στρατιά Αλεξιπτωτιστών (Στρατιά µόνο κατ΄όνοµα καθώς η σύνθεσή της ήταν µόλις δυο µεραρχίες και αυτές αποδυναµωµένες) κάποιες µονάδες των SS και της λαϊκής πολιτοφυλακής.

Οι άνδρες των U-boot σε αντιαρµατικό ρόλο

Στην άµυνα του Αµβούργου υπήρχε επίσης και µια µονάδα από πληρώµατα υποβρυχίων το 1ο Ναυτικό Σύνταγµα Αντιαρµατικού Αγώνα («Marine-Panzervernichtungs-Bataillon»). Αυτό αποτελείτο από 2.000 περίπου ναύτες (άλλες πήγες δίνουν 1.700) σε τρία συνολικά τάγµατα.

Είναι άγνωστο εάν η µονάδα υπαγόταν στη 2η ΜΝ ή ήταν ανεξάρτητο Σύνταγµα υπό την διοίκηση της άµυνας του Αµβούργου.

Η απόφασή για τη δηµιουργία της αποφασίστηκε σε µια από τις συσκέψεις του Καρλ Ντένιτ µε τον Χίτλερ ο οποίος έδωσε και την εντολή. Σύµφωνα µε ορισµένες πηγές το Σύνταγµα αποτελείτο από εθελοντές και ανεκπαίδευτα πληρώµατα σκαφών ενώ οι επικεφαλής ήταν έµπειροι κυβερνήτες  υποβρυχίων.

Έτσι το  Σύνταγµα ήταν υπό την διοίκηση του πλοιάρχου των U-boats Robert Gysae. Ο Gysae ήταν  παλαίµαχος της µάχης του Ατλαντικού καθώς ως κυβερνήτης σε δύο υποβρύχια τα U-98 και  U-177, βύθισε 25 εµπορικά σκάφη σε 8 συνολικά περιπολίες ένα σύνολο 146.815 τόνων.

Κύριο όπλο των τριών ταγµάτων ήταν το γνωστό Panzerfaust ή “αντιαρµατική γροθιά”, όπλο που ήταν ικανό να εξουδετερώσει οποιοδήποτε βρετανικό άρµα από απόσταση όµως όχι µεγαλύτερη των 60 µέτρων.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Το σύνταγµα µεταξύ 18 και 20 Απριλίου κατόρθωσε να καταστρέψει 40 βρετανικά άρµατα µάχης 24 εκ των οποίων κατέστρεψε το 2ο Τάγµα µε διοικητή τον πλοίαρχο Erich Cremer ο οποίος µε το υποβρύχιο U-333 είχε βυθίσει 6 εµπορικά πλοία στο βόρειο Ατλαντικό και προκαλέσει ζηµιές σε ένα ακόµη και σε µια βρετανική κορβέτα.

Μάλιστα ανάµεσα στα εµπορικά σκάφη που είχε βυθίσει περιλαµβανόταν και ένα ελληνικό το “Βασίλειος Α. Πολέµης” στις 22 Ιανουαρίου του 1942 το οποίο έπλεε µε την νηοποµπή ON-53. Το ελληνικό εµπορικό σκάφος είχε µείνει πίσω από τη νηοποµπή λόγω τεχνικού προβλήµατος, κάνοντάς το εύκολο στόχο για το υποβρύχιο0 καθώς στερείτο ανθυποβρυχιακής προστασίας. Από  τα 33 µέλη του πληρώµατος χάθηκαν τα 21.

Οι µάχες κατά των βρετανικών και καναδικών µονάδων ήταν τόσο σφοδρές ώστε η  2η ΜΝ, δύναµης 13.000 απώλεσε µεταξύ 5 και 20 Απριλίου 10.000 άνδρες!

Στις 23 Απριλίου τα υπολείµµατα της 2ης ΜΝ συγκεντρώθηκαν στο Κουξχάφεν, όπου και η βάση υποβρυχίων, όπου συγκρούστηκαν µε προελαύνουσες µονάδες της 21ης Οµάδας Στρατιών των Συµµάχων, που αποτελείτο από την 1η Καναδική και τη 2η Βρετανική Στρατιά.

Στις 28 Απριλίου η µονάδα αποσύρθηκε στο Μέλντορφ µια πόλη στο δυτικό Σλέσβιγκ-Χόλσταϊν, ενώ το τέλος του πολέµου βρήκε τα υπολείµµατα της 2ης ΜΝ στο Bunsoh όπου και παραδόθηκε στους Βρετανούς.

Το Αµβούργο παραδόθηκε στους συµµάχους στις 3 Μαΐου.

Επίλογος

Είναι άγνωστη η ακριβής συνεισφορά του 1ου αντιαρµατικού Συντάγµατος του γερµανικού Ναυτικού και των τριών ταγµάτων που πήραν ίµερος µέρος στις µάχες νότια της Βρέµης και στην άµυνα του Αµβούργου.

Η καταστροφή πάντως των 40 βρετανικών αρµάτων είναι επιβεβαιωµένη από τα αρχεία Γερµανών και Βρετανών. Συνολικά δηµιουργήθηκαν 5 ναυτικές Μεραρχίες: Η 1η, η 2η, η 3η, η 11η και η 16η.

Από αυτές µόνο η 1η και η 2η, όπως και το 1ο Αντιαρµατικό Σύνταγµα του ναυτικού είδαν αξιόλογη δράση.

Αυτό όµως που αναφέρεται µε κάθε σαφήνεια είναι πως ο επιβραδυντικός αγώνας που έδωσαν τα πληρώµατα των υποβρυχίων και των σκαφών του γερµανικού Ναυτικού καθυστέρησαν την βρετανική προέλαση στη βόρεια Γερµανία κατά 14 ηµέρες δίνοντας πολύτιµο χρόνο στην από θαλάσσης εκκένωση των αµάχων που σε αντίθετη περίπτωση θα έπεφταν θύµατα των σοβιετικών δυνάµεων.

Όσο για τους Robert Gysae και Erich Cremer επέζησαν και οι δύο του πολέµου.

Ο πρώτος εντάχθηκε στο νέο γερµανικό Ναυτικό (Bundesmarine) το 1956 και υπηρέτησε τέσσερα χρόνια ως ναυτικός Ακόλουθος στις ΗΠΑ, πριν τοποθετηθεί διοικητής στην διοίκησης Βόρειας Θάλασσας. Αποστρατεύθηκε το 1970 και απεβίωσε το 1989 σε ηλικία  78 ετών.

Ο Cremer  µετά τον αγώνα που έδωσε µε το 2ο Τάγµα του έχοντας υποχωρήσει στο Κίελο, διατάχθηκε στις 4 Μαΐου µαζί µε 16 άνδρες του να αποτελέσουν την φρουρά της έδρας της κυβέρνησης του Κ.Ντένιτς και την προσωπική του ασφάλεια.

Η κυβέρνηση Ντένιτς συνέχισε να λειτουργεί ακόµη και µετά τις 9 Μαΐου (την ολοκληρωτική παράδοση των γερµανικών δυνάµεων) έως και τις 23 του µηνός.

Αυτό έγινε κατόπιν άδειας που είχε δώσει ο Ουίνστον Τσόρτσιλ στην διοίκηση Ντένιτς να συνεχίσει να ασκεί τα καθήκοντά της για ένα βραχύ χρονικό διάστηµα στη βόρεια Γερµανία έως ότου οι βρετανικές δυνάµεις αναλάβουν ολοκληρωτικά τον έλεγχο.

Έτσι ενώ η Γερµανία είχε καταθέσει τα όπλα, το απόσπασµα Cremer εξακολουθούσε να φέρει όπλα, έως την οριστική παύση της κυβέρνησης. Ο ίδιος µετά τον πόλεµο ασχολήθηκε µε τις επιχειρήσεις και απεβίωσε στο Αµβούργο το 1992 σε ηλικία 81 ετών.