Η καταστροφή της Πολωνίας μέσα σε 15 μόλις ημέρες, θορύβησε τους δυτικούς συμμάχους. Οι ίδιοι δεν είχαν πράξει τίποτε όμως το ουσιαστικό για να ανακουφίσουν τη σκληρά πιεζόμενη σύμμαχό τους.
Στο διάστημα από την κατάληψη της Πολωνίας μέχρι την επίθεση στη Δύση, δηλαδή από τα τέλη Σεπτεμβρίου 1939 μέχρι τις 10 Μαΐου 1940, επικρατούσε σχετική ηρεμία στο δυτικό μέτωπο. Μόνο στον αέρα υπήρξε δραστηριότητα.
Οι πρώτες αερομαχίες
Σε μία από τις πρώτες αερομαχίες, στις 8 Σεπτεμβρίου 1939, 4 Me 109 ενεπλάκησαν γαλλικά Hawk 75. Οι Γάλλοι επικράτησαν και κατέρριψαν μάλιστα το αεροσκάφος του Μέλντερς, του κορυφαίου άσου της Λεγεώνας «Κόνδωρ».
Ο Μέλντερς κατόρθωσε να εκτελέσει αναγκαστική προσγείωση κα σώθηκε με ελαφρά τραύματα.
Την ίδια μέρα επετεύχθη η πρώτη κατάρριψη από Me 109 στο δυτικό μέτωπο, όταν ο υποσμηναγός Γκούμπροντ διέλυσε στον αέρα ένα γαλλικό αναγνωριστικό.
Ακολούθησαν, επίσης την 8η Σεπτεμβρίου, άλλες τέσσερις νίκες των γερμανικών μαχητικών.
Στις 20 Σεπτεμβρίου ο Μέλντερς βρισκόταν και πάλι στον αέρα. Σε αερομαχία με γαλλικά Hawk 75 κατέρριψε δύο από αυτά.
Η 20η Σεπτεμβρίου είναι επίσης αξιομνημόνευτη γιατί την μέρα αυτή καταρρίφθηκαν και τα πρώτα αεροσκάφη της RAF στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ήταν δύο Fairey Battles της 88ης Μοίρας.
Στις 25 του ίδιου μήνα, ένας από τους μεγαλύτερους Γερμανούς άσους, ο Χάιντζ Μπαρ (220 συνολικά νίκες) πέτυχε την πρώτη του κατάρριψη.
Την τελευταία μέρα του Σεπτεμβρίου σημειώθηκε η μεγαλύτερη μέχρι τότε αερομαχία μεταξύ δύο γερμανικών Μοιρών δίωξης και βρετανικών Μοιρών. Οι Γερμανοί κατέρριψαν 13 εχθρικά, χάνοντας 4 δικά τους.
Τον Οκτώβριο οι καιρικές συνθήκες περιόρισαν την αεροπορική δραστηριότητα. Στις 6 Νοεμβρίου όμως σημειώθηκε μια από τις σοβαρότερες έως τότε αερομαχίες στην περιοχή του Σάαρ.
Οι Γερμανοι παρατηρητές εντόπισαν 10 γαλλικά αεροσκάφη να υπερίπτανται της περιοχής. Αμέσως απογειώθηκαν 27 Me 109 D, με επικεφαλής τον επισμηναγό Γκέντσεν, τον κορυφαίο Γερμανό διώκτη στην Πολωνία.
Οι Γερμανοί πιλότοι κέρδισαν ύψος χωρίς να γίνουν αντιληπτοί και επιτέθηκαν στους αντιπάλους τους – 9 Hawk 75 και ένα Potez 63.
Παρά το πλεονέκτημα ύψους και την υπεροχή τους της τάξης του 3 προς 1, οι Γερμανοί ηττήθηκαν κατά κράτος.
Τέσσερα γερμανικά μαχητικά καταρρίφθηκαν και άλλα τέσσερα υποχρεώθηκαν να εκτελέσουν αναγκαστική προσγείωση, λόγω των πληγμάτων που είχαν δεχτεί.
Μόνο ο Γκένσεν κατάφερε να καταρρίψει ένα γαλλικό καταδιωκτικό.
Αξίζει να σημειωθεί ότι οι Γάλλοι πιλότοι, το 1940, πέτυχαν τα 2/3 των καταρρίψεών τους με το αμερικανικό καταδιωκτικό Curtis Hawk 75. Όσον αφορά τον Γκένσεν, θα επιτύγχανε μία ακόμα κατάρριψη –φτάνοντας τις 9– πριν σκοτωθεί στις 26 Μαΐου.
Τις ίδιες εκείνες μέρες του «ψευτοπολέμου», ο υποσμηναγός Χέλμουτ Βικ, που έμελλε να αναδειχθεί σε μεγάλο άσο της Λουφτβάφε, πέτυχε την πρώτη του κατάρριψη.
Να πώς περιέγραψε την εμπειρία του στο γερμανικό περιοδικό της εποχής, «Der Adler» («Ο Αετός»): «Καθώς οι Γάλλοι δεν περνούσαν συχνά τα γερμανικά σύνορα, αποφασίσαμε με τον «δεύτερό» μου να τους επισκεφθούμε εμείς για μία φορά.
Ο άνεμος μάς έσπρωχνε δυτικά. Κοντά στο Νανσί εντοπίσαμε έναν σχηματισμό σε ύψος περίπου 6.000 μέτρων. Καταλάβαμε ότι δεν ήταν γερμανικά.
Ξαφνικά δύο από αυτά αποσπάστηκαν από τον σχηματισμό και όρμησαν εναντίον μας. Ήταν Curtis (Hawk 75). Εκετελέσαμε βύθιση, και οι Γάλλοι μας ακολούθησαν.
Πήρα μια ανοδική στροφή με τον έναν Γάλλο καρφωμένο στην ουρά μου. Θυμάμαι πως μπορούσα να διακρίνω τα τρίχρωμα εθνόσημά του, όταν κοίταζα πίσω μου.
Στην αρχή ήμουν μάλλον έκπληκτος με το θέαμα, καθώς ο Γάλλος έβαλλε εναντίον μου με ό,τι είχε στη διάθεσή του. Όταν όμως συνειδητοποίησα ότι κάποιος με ακολουθεί και με πυροβολεί ένιωσα άσχημα. Έσπρωξα το στικ και με βύθιση του ξέφυγα, χάρη στην ανώτερή μου ταχύτητα.
Κατόπιν, έψαξα να τον βρώ. Δεν φαινόταν πουθενά. Αντ’ αυτού είδα δεξιά μου τέσσερα Curtis να μου επιτίθενται. Μικρές κόκκινες λάμψεις ξεχώριζαν.
Μια ανόητη απορία μού δημιουργήθηκε: επιτρεπόταν να με πυροβολούν με αυτόν τον τρόπο; Στη συνέχεια όμως συγκεντρώθηκα. Θα επιχειρούσα να ξεφύγω και πάλι; Όχι! Ήταν η ώρα να τους χτυπήσω.
Ένας από αυτούς εκτέλεσε βύθιση μπορστά μου. Έγειρα το στικ δεξιά και τον ακολούθησα. Ο δεύτερος ήταν πίσω μου και οι άλλοι επάνω μου. Ελίχθηκα επιδέξια μέχρι που τον έφερα στο σκοπευτικό μου. Σκόπευσα και πίεσα το μπουτόν των πολυβόλων μου, όπως είχα εκπαιδευτεί.
Με τις πρώτες βολές είδα κομμάτια μετάλλου να αποκολλώνται από το αεροπλάνο του. Στη συνέχεια και οι δύο πτέρυγες αποκολλήθηκαν. Πολύ κοντά στην ουρά μου, το τέταρτο Curtis έβαλλε εναντίον μου, χωρίς να με πλήξει. Τα άλλα δύο κέρδιζαν ύψος για να μου επιτεθούν ξανά. Απομακρύνθηκα, καθώς τελείωναν τα καύσιμα του αεροσκάφους μου».
Στις 22 Δεκεμβρίου ήταν η σειρά του Μέλντερς να ξαναχτυπήσει. Περιπολώντας μαζί με τον υποσμηναγό φον Χαν, εντόπισαν τρία εχθρικά μαχητικά.
Έχοντας το πλεονέκτημα του ύψους, Μέλντερς και ο Χαν εκτέλεσαν βύθιση και πέρασαν με μεγάλη ταχύτητα πάνω από τα εχθρικά, με τα όπλα τους να βάλλουν μανιασμένα.
Δύο Hurricane της 73ης Μοίρας ήταν τα θύματά τους. Οι καιρικές συνθήκες περιόρισαν αισθητά την αεροπορική δραστηριότητα μέχρι και το Μάρτιο του 1940. Και τότε όμως η δράση ήταν περιορισμένη, αφού ο Χίτλερ δεν επέτρεπε την ανάληψη σοβαρής αεροπορικής δράσης στη Δύση.
Έτσι κυρίως εκτελούνταν περιπολίες μαχητικών και αναγνωριστικές πτήσεις, για την κάλυψη ή την αναχαίτιση των οποίων σημειώνονταν κάποιες συμπλοκές.
Από τα μέσα Οκτωβρίου ο Χίτλερ απαιτούσε από τους επιτελείς του να εξαπολύσουν επίθεση κατά της Γαλλίας. Ευτυχώς για τον ίδιο οι άσχημες καιρικές συνθήκες τον εμπόδιζαν, δίνοντας το χρόνο στον Μανστάιν να επεξεργαστεί το περίφημο σχέδιο των Αρδεννών.
Στις 10 Ιανουαρίου ένα μικρό γερμανικό αεροσκάφος Me 108 κατέπεσε, λόγω της κακοκαιρίας, στο βελγικό έδαφος.
Ένας εκ των επιβαινόντων, ο ταγματάρχης Ράινμπεργκερ, μετέφερε τις απόρρητες οδηγίες σχετικά με την επικείμενη γερμανική επίθεση σε Γαλλία, Βέλγιο και Ολλανδία. Οι Βέλγοι συνέλαβαν τους απρόσεκτους Γερμανούς και κατέσχεσαν τα έγγραφα, τα οποία εν μέρει είχαν προλάβει να καταστρέψουν.
Ο Χίτλερ εκνευρίστηκε πολύ και όχι αδικαιολόγητα, όταν έμαθε τα νέα την επομένη. Έφτασε σχεδόν στο σημείο να απαλλάξει τον Γκαίρινγκ από τα καθήκοντά του. Αυτός τελικά που απαλλάχτηκε ήταν ο διοικητής του 2ου Αεροπορικού Στόλου πτέραρχος Φέλμι.
Στη θέση του τοποθετήθηκε ένα γνώριμος από την Πολωνία, ο Άλμπερτ Κέσερλινγκ. Καθώς η γερμανική ηγεσία καταστάλαζε στο οριστικό σχέδιο επίθεσης στη Δυσή, η Λουφτβάφε προετοιμαζόταν και αυτή, αναλαμβάνοντας το γνώριμό της πλέον ρόλο, αυτόν της άμεσης υποστήριξης των χερσαίων δυνάμεων.
Έφοδος εξ ουρανού
Η επίθεση κατά των δυτικών συμμάχων θα ξεκινούσε στις 10 Μαΐου του 1940. Από αέρος θα την υποστήριζαν ο 2ος και ο 3ος Αεροπορικός Στόλος, υπό τους Κέσερλινγκ και Σπέρλε αντίστοιχα. Ο Κέσερλινγκ ήταν επιφορτισμένος με την υποστήριξη της Ομάδας Στρατιών Β και διέθετε το 1ο και το 4ο Αεροπορικό Σώμα, καθώς και το Αεραποβατικό Σώμα, υπό τον Στούντεντ, το οποίο έμελλε να διαδραματίσει καταλυτικό ρόλο στις επιχειρήσεις.
Οι δυνάμεις του Σπέρλε θα δρούσαν σε πιο εκτεταμένο μέτωπο, παρέχοντας υποστήριξη στην Ομάδα Στρατιών Α –η οποία και θα επέφερε το κύριο πλήγμα στον εχθρό– αλλά και υποστηρίζοντας την Ομάδα Στρατιών C.
Επίσης, στον κάθε αεροπορικό στόλο διατέθηκε και από ένα αντιαεροπορικό Σώμα.
Οι δύο αεροπορικοί στόλοι διέθεταν συνολικά 1.120 βομβαρδιστικά He 111, Do 17 και Ju 88, 324 βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης Ju 87, 42 διπλάνα βομβαρδιστικά κάθετης εφόρμησης Hs 123, 1.106 καταδιωκτικά Me 109, 248 καταδιωκτικά Me 110, 600 περίπου αναγνωριστικά και περί τα 500 μεταγωγικά.
Από την άλλη πλευρά, οι Σύμμαχοι διέθεταν 1.151 καταδιωκτικά και 1.045 βομβαρδιστικά και επιθετικά αεροσκάφη – βρετανικά, γαλλικά, ολλανδικά και βελγικά. Άλλα 1.200 αεροσκάφη της RAF στάθμευαν στην Αγγλία και είχαν μικρή συμμετοχή στη λεγόμενη μάχη της Γαλλίας, παρά τις εκκλήσεις των Γάλλων προς τους Βρετανούς συμμάχους τους.
Οι δυτικοί Σύμμαχοι υστερούσαν λοιπόν τόσο αριθμητικά, όσο και ποιοτικά απέναντι στην Λουφτβάφε. Από τα γαλλικά καταδιωκτικά, μόνο τα Hawk 75 και τα D 520 ήταν ικανά να αντιπαραταχθούν στα γερμανικά Με 109.
Η ολλανδική Αεροπορία διέθετε περί τα 50 μόλις αξιόμαχα καταδιωκτικά –βλ. παρακάτω– και η βελγική, ελάχιστα Hurricane –τα μόνα ικανά να πολεμήσουν τα Me 109– καθώς και μερικά διπλάνα Gladiator και Fiat 42. Η RAF είχε σχεδόν επανεξοπλίσει τις Μοίρες μαχητικών της με Hurricane και με τα πρώτα νεότευκτα Spitfire.
Πέραν όμως της υπεροχής τους σε μέσα και υλικά, οι Γερμανοί είχαν φροντίσει να δημιουργήσουν ένα θρύλο γύρω από τη Λουφτβάφε. Δεν ήταν μόνο τα επιτεύγματά της στην Πολωνία, τα οποία διόγκωσε ο Γκέμπελς. Δεν ήταν η «επικίνδυνη Λουφτβάφε» του 1935-36 και τα κατορθώματα της Λεγεώνας «Κόνδωρ».
Ήταν ο επινοητικός νους του Μιλχ που είχε γεννήσει έναν υποσυνείδητο τρόμο για τη Λουφτβάφε στη συμμαχική ηγεσία.
Το 1938, ο Μιλχ είχε προσκαλέσει σε επίσημη επίσκεψη τον αρχηγό της γαλλικής Αεροπορίας, πτέραρχο Βουγιαμέν.
Μαζί με τον Ούντεντ, τον παλαιό άσο του Α΄ Παγκοσμίου Πολέμου και επικεφαλής του γραφείου παραγωγής αεροσκαφών της Λουφτβάφε, αποφάσισαν να «τρελάνουν» τον Γάλλο.
Τον οδήγησαν σε δεκάδες αεροδρόμια, του έδειξαν εκατοντάδες αεροσκάφη, τα ίδια, τα οποία κάθε βράδυ μεταφέρονταν από αεροδρόμιο σε αεροδρόμιο, και στα οποία αλλάζονταν οι κωδικοί αριθμοί!
Τον έπεισαν ακόμα ότι διέθεταν «υπερκαταδιωκτικά».
Επρόκειτο για τα He 100 και He 112. Από τα He 100 κατασκευάστηκαν μόλις 21 (6 δόθηκαν στους Σοβιετικούς, 3 στους Ιάπωνες και 12 σχημάτισαν μια μοίρα αυτοπροστασίας των εργοστασίων της Heinkel).
Επίσης από τα He 112 κατασκευάστηκαν ελάχιστα, τα οποία και δόθηκαν στην Ισπανία και στη Ρουμανία – ελάχιστα δόθηκαν και στο Ιαπωνικό Ναυτικό. Επρόκειτο για τη μεγαλύτερη «μπλόφα» των αιώνων, αφού ο Γάλλος αρχηγός πίστεψε ότι οι Γερμανοί διέθεταν ασύγκριτη υπεροπλία. Αυτό βέβαια είχε αρνητικές επιπτώσεις στο ηθικό της γαλλικής ηγεσίας όταν άρχισε πραγματικά η μάχη.
Λίγο πριν από τις 6.00 π.μ. της 10ης Μαίου, ο ουρανός γέμισε αεροπλάνα. Περισσότερα από 300 Ηe 111 και Do 17 κατευθύνονταν, σαν μια τεράστια εναέρια αρμάδα, προς τα ολλανδικά, βελγικά και γαλλικά αεροδρόμια.
Την ίδια ώρα, τα Panzer άρχισαν να εισβάλουν στις «αδιαπέραστες», σύμφωνα με τη γαλλική ηγεσία, Αρδέννες, καλυπτόμενα από εκατοντάδες Stuka και δεκάδες Hs 123, τα οποία με τη σεiρά τους καλύπτονταν από εκατοντάδες Me 109 και Me110. Οι κύριες γαλλικές βάσεις στη Ντιζόν, τη Λυόν, το Μετς, το Νανσί, βομβαρδίστηκαν άγρια.
Τις επόμενες τρεις κρίσιμες μέρες, στους επιλεγμένους τομείς των τεθωρακισμένων γερμανικών σφηνών, στο Ντινάν και στο Σεντάν, διεξήχθησαν σφοδρότατες αερομαχίες.
Στο Σεντάν ειδικά, στο σημείο διάβασης του ποταμού Μεύση, επί μετώπου 1.200 μέτρων, η Λουφτβάφε υποστήριξε την επίθεση των μεραρχιών Panzer του Γκουντέριαν με ολόκληρο το 8ο Αεροπορικό Σώμα του Ριχτχόφεν.
Δύο συντάγματα πυροβολικού θα συμπλήρωναν την προπαρασκευή. Τον ευαίσθητο τομέα του Σεντάν κρατούσαν δύο εφεδρικές γαλλικές μεραρχίες πεζικού τύπου Β, ενισχυμένες με 150 πεδινά πυροβόλα.
Τα γαλλικά τμήματα κρατούσαν θέσεις στη νότια όχθη του ποταμού, ενώ το πυροβολικό τους είχε ταχθεί λίγο πιο πίσω.
Το πρωί της 13ης Μαίου επρόκειτο να μείνει αξέχαστο στους Γάλλους. Περισσότερα από 200 Stuka γέμισαν τον ουρανό.
Το γερμανικό πυροβολικό άνοιξε πυρ, για να δεχτεί την απάντηση του γαλλικού.
Όμως τα Stuka καραδοκούσαν. Μόλις εντοπίστηκαν οι θέσεις των γαλλικών πυροβόλων, το ένα μετά το άλλο τα γερμανικά «πουλιά» άρχιζαν να βυθίζονται, με τις σειρήνες τους να παράγουν ένα δαιμονισμένο θόρυβο, σμήνος μετά το σμήνος.
Στα 500 μέτρα από το έδαφος άφηναν το θανατηφόρο τους φορτίο και αφού «ξύριζαν» σχεδόν το έδαφος, σηκώνονταν και πάλι ψηλά. Την κάθε βύθιση ακολουθούσε μια τρομακτική έκρηξη.
Τα άλογα του γαλλικού πυροβολικού αφηνίασαν και τράπηκαν ανεξέλεγκτα σε φυγή. Οι πυροβολητές κράτησαν για λίγο την ψυχραιμία τους.
Όταν όμως είδαν και άλλα σμήνη να εφορμούν και ύστερα άλλο και μετά άλλο, οι Γάλλοι έφεδροι απλά δεν άντεξαν. Το ηθικό τους κουρελιάστηκε.
Τα περισσότερα πυροβόλα τους παρέμεναν άθικτα. Ήταν πολύ καλά παραλλαγμένα για να φανούν, αλλά οι ίδιοι δεν είχαν καμία διάθεση πλεόν να τα υπηρετήσουν. Το ίδιο πανδαιμόνιο επικρατούσε και στις όχθες του ποταμού. Δεκάδες γαλλικά πολυβολεία εξαϋλώθηκαν κυριολεκτικά.
Βόμβες, σειρήνες, οβίδες, και στο βάθος οι ελαστικές βάρκες με τις οποίες οι Γερμανοί τεθωρακισμένοι γρεναδιέροι έρχονταν κατά πάνω τους, διασχίζοντας τον ποταμό.
Ήταν πολύ δύσκολη η κατάσταση για να αντέξουν. Στις περισσότερες περιπτώσεις, οι Γάλλοι απλώς τράπηκαν σε φυγή, αλαφιασμένοι από τα συνεχή πλήγματα.
Φυσικά, ορισμένοι ήρωες αμύνθηκαν μέχρις εσχάτων. Χωρίς την κάλυψη του πυροβολικού τους όμως δεν είχαν καμία ελπίδα.
Ανενόχλητα από πυρά, τα γερμανικά άρματα κατέβηκαν μέχρι τη βόρεια όχθη και εκτέλεσαν με όλη τους την άνεση άμεσες βολές κατά των γαλλικών πολυβολείων που άντεχαν ακόμα.
Ο εφιάλτης όμως δεν είχε τελειώσει. Τα Stuka του Ριχτχόφεν επέστρεψαν στις βάσεις τους για ανεφοδιασμό, αλλά αντικαταστάθηκαν από καταδιωκτικά Me 109 και βομβαρδιστικά κάθε τύπου.
Οι Γερμανοί γρεναδιέροι βρήκαν την ευκαιρία και γεφύρωσαν τον ποταμό Μεύση, περνώντας τα άρματα τους στην νότια όχθη. Γαλλικά και βρετανικά βομβαρδιστικά επιχείρησαν να καταστρέψουν τις γερμανικές γέφυρες, αλλά αποδεκατίστηκαν.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι η βρετανική δύναμη βομβαρδιστικών στη Γαλλία αριθμούσε στις 12 Μαΐου 135 Blenheim και Battles. Στις 14 του ίδιου μήνα, 112 από τα αεροσκάφη αυτά είχαν 109 και 110 και από βομβαρδιστικά He 11 και Do 17. Αλλά και τα Stuka σύντομα επέστρεψαν και συνέχισαν το έργο τους.
Μέχρι το βράδυ, οι δύο γαλλικές μεραρχίες δεν υφίσταντο πλέον. Τριάντα χιλιάδες άνδρες και 150 πυροβόλα είχαν διαγραφεί από τη διάταξη μάχης του Γαλλικού Στρατού. Το χειρότερο ήταν ότι οι φυγάδες Γάλλοι μετέδωσαν τον πανικό που τους είχε κυριεύσει και σε άλλες μονάδες που έρχονταν να τους ενισχύσουν.
Συνολικά, στον τομέα του Σεντάν τα γερμανικά αεροσκάφη εκτέλεσαν, στις 14 Μαΐου, 814 εξόδους, καταρρίπτοντας περισσότερα από 90 βρετανικά και γαλλικά αεροσκάφη. Τα υπόλοιπα καταρρίφθηκαν από τα αντιαεροπορικά πυροβόλα.
Η 14η Μαΐου ονομάστηκε από τους Γερμανούς πιλότους «η μέρα των πιλότων μαχητικών».
Όχι άδικα, την επομένη ο Γάλλος πρωθυπουργός Πολ Ρεϊνό, τηλεφώνησε στον Τσόρτσιλ κραυγάζοντας: «Ηττηθήκαμε. Χάσαμε τη μάχη στο Σεντάν». Ο Τσόρτσιλ απέδωσε την συμπεριφορά του Γάλλου στο γαλλικό… ταμπεραμέντο. Κι όμως, ο Ρεϊνό είχε απόλυτο δίκιο.
Σε συνδυασμό με τις τεθωρακισμένες διασπάσεις στο Ναμίρ και στο Ντινάν, η μάχη της Γαλλίας είχε χαθεί, τρεις μόλις μέρες μετά την έναρξή της, εξαιτίας των σειρήνων των Stuka. Από ’δω και εμπρός, όλες οι κινήσεις των Γάλλων να ανατρέψουν την κατάσταση ήταν εξ ορισμού καταδικασμένες, αν και πολέμησαν πολλές φορές ακόμα και ηρωικά. Δεν ήταν παρά ο επιθανάτιος ρόγχος της Γαλλίας.
Από τις Αρδέννες, τα γερμανικά Panzer ξεχύθηκαν στο ακάλυπτο δεξί πλευρό των μαχομένων συμμαχικών στρατιών. Στις 24 Μαΐου, ο Γκουντέριαν βρισκόταν στη Βουλώνη, στις ακτές του Ατλαντικού. Περισσότερες από 30 συμμαχικές μεραρχίες βρίσκονταν κυκλωμένες.
Στις 14 Μαΐου, συνέβη ένα ακόμα γεγονός που κλόνισε τους συμμαχικούς δεσμούς Βρετανίας-Γαλλίας. Ο επικεφαλής της βρετανικής δίωξης, πτέραρχος Ντάουντινγκ, ύστερα από μια θυελλώδη σύσκεψη, απέτρεψε τον Τσόρτσιλ από το να αποστείλει στη Γαλλία επιπλέον βρετανικά καταδιωκτικά.
Η απόφαση αυτή αναγνώριζε ουσιαστικά, παρά τις «δραματικές» εκκλήσεις του Τσόρτσιλ, ότι οι Γάλλοι είχαν πράγματι ήδη ηττηθεί. Το ίδιο όμως είχε συμβεί και στη RAF.
Μέσα στις πέντε πρώτες μέρες της γερμανικής επίθεσης, το βρετανικό αεροπορικό απόσπασμα στη Γαλλία είχε απωλέσει 247 αεροσκάφη κάθε τύπου (86 Battle, 81 Blenheim, 9 Lysander, 71 Hurricane και Gladiator).
Ύστερα από αυτό, η RAF ουσιαστικά αποσύρθηκε από τη μάχη της Γαλλίας. Εκτελούσε μεμονωμένες επιδρομές από αγγλικές βάσεις, με πενιχρά και ενίοτε καταστροφικά για την ίδια αποτελέσματα.
Στο μεταξύ, η κατάσταση στο έδαφος ήταν πλέον κωμικοτραγική για τους Γάλλους. Γερμανικά καταδιωκτικά προσγειώθηκαν στο καινούργιο τους αεροδρόμιο, στο Σονί λε Πετίτ. Επρόκειτο για ένα εγκαταλελειμμένο γαλλικό αεροδρόμιο. Ο διάδρομος ήταν γεμάτος συντρίμμια.
Ένας από τους πιλότους πήρε 10 σμηνίτες μαζί του και όλοι μαζί προσπάθησαν να μετακινήσουν τα συντρίμμια και να κόψουν μερικά δέντρα, στην άκρη του διαδρόμου.
Προς μεγάλη τους έκπληξη, εντόπισαν στις παρυφές του μικρού αλσυλίου μια μεγάλη ομάδα (άνω των 200 ατόμων) Γάλλων στρατιωτικών, τους οποίους και αιχμαλώτισαν.
Ανάμεσα στους αιχμαλώτους βρισκόταν ένας Γάλλος αντιστράτηγος και τρεις υποστράτηγοι! Οι Γερμανοί συνέλεξαν τα πολυβόλα ενός κατεστραμμένου γαλλικού αεροπλάνου και, οπλισμένοι με αυτά, οδήγησαν τους Γάλλους στο υπόστεγο, όπου και τους κλείδωσαν.
Σε άλλο περιστατικό, οι πιλότοι της JG 77 μόλις προσγειώθηκαν στο νέο τους αεροδρόμιο δέχτηκαν επίθεση από ένα ξεκομμένο γαλλικό τάγμα. Τα «λάθη» αυτά οφείλονταν στην ταχεία προέλαση των γερμανικών τεθωρακισμένων δυνάμεων, οι οποίες άφηναν πίσω τους αρκετούς θύλακες αντίστασης, που θα ξεκαθάριζε το ακολουθόν πεζικό.
Στο μεταξύ, στον αέρα, οι Γερμανοί πιλότοι δρούσαν σχεδόν ανενόχλητοι, αυξάνοντας τα «σκορ» τους. Έτσι, το απόγευμα της 17ης Μαΐου τα Μe 109 σφαγίασαν μια Μοίρα Blenheim.
Από τα 12 βρετανικά βομβαρδιστικά, μόνο ένα επέστρεψε! Στις 20, ο Μέλντερ πέτυχε την 3η «γαλλική» του κατάρριψη, φθάνοντας ήδη τις 27 συνολικές.
Στις 22 Μαΐου τα τελευταία αεροπλάνα της RAF εγκατέλειψαν το γαλλικό έδαφος. Την επομένη, τα γερμανικά μαχητικά άρχισαν τις πρώτες εμπλοκές τους πάνω από τη Μάγχη.
Η JG 27 Πτέρυγα πέτυχε στις 23 Μαΐου 18 καταρρίψεις πάνω από την περιοχή Δουνκέρκη-Καλέ, χάνοντας τρία αεροσκάφη.
Τρεις καταρρίψεις πέτυχε εκείνη την ημέρα ο βετεράνος της Ισπανίας Μπαλτάζαρ. Για τη συγκεκριμένη αερομαχία, την πρώτη στην οποία τα Me 109 ενεπλάκησαν «μαζικά» με Spitfire, οι βρετανικές πηγές αναφέρουν πάντως την κατάρριψη 6 γερμανικών αεροσκαφών, με μία δική τους απώλεια.
Ωστόσο, φαίνεται πως οι Γερμανοί είχαν τελικά δίκιο. Οι Βρετανοί, προασπιζόμενοι τώρα το λιμάνι της Δουνκέρκης και το γύρω από αυτό προγεφύρωμα, έριξαν τον όγκο των καταδιωκτικών τους στη μάχη. Η απόφαση του Χίτλερ να σταματήσει τα τεθωρακισμένα του πριν ρίξουν τους Βρετανούς στη Μάγχη ήταν καταστροφική.
Στην απόφασή του αυτή έπαιξε ρόλο και η κομπορρημοσύνη του Γκαίρινγκ, ο οποίος δήλωνε πως η Λουφτβάφε αρκούσε για να εκμηδενίσει το εχθρικό προγεφύρωμα. Στις 25 Μαΐου πάντως ο Μπαλτάσαρ κατέρριψε άλλα δύο Spitfire. Την επομένη, άλλα πέντε Spitfire καταρρίφθηκαν επάνω από τη Δουνκέρκη.
Αλλά και ο Μέλντερς δεν έμενε αργός. Μεταξύ 21ης και 26ης Μαΐου κατέρριψε επτά ακόμα εχθρικά αεροσκάφη –δύο γαλλικά Hawk 75 ταυτόχρονα– φτάνοντας τις 20 νίκες στη Γαλλία. Τιμήθηκε με το Σταυρό των Ιπποτών, καθώς ήταν ο πρώτος που έφτανε σε αυτόν τον αριθμό νικών.
Μεγάλες αερομαχίες σημειώνονταν καθημερινά πάνω από τη Δουνκέρκη. Μεταξύ 28 και 29 Μαΐου, 63 βρετανικά και δύο γαλλικά καταδιωκτικά καταρρίφθηκαν επάνω από τη Δουνκέρκη.
Παρά τις θυσίες, πάντως, επετεύχθη η απομάκρυνση 340.000 ανδρών των συμμαχικών στρατιών.
Οι μάχες της Δουνκέρκης στοίχισαν στη Λουφτβάφε 240 αεροσκάφη κάθε τύπου. Αντίστοιχα, η RAF έχασε 180 και η γαλλική Αεροπορία περί τα 200.
Η τελική φάση της μάχης
Ήδη ο γερμανικός Στρατός, αμέσως μετά την εκκαθάριση της Δουνκέρκης, άρχισε να λαμβάνει θέσεις στη βόρεια όχθη του ποταμού Σομ, από τη θάλασσα, μέχρι την πεδιάδα της Καμπανίας. Τα υπολείμματα του Γαλλικού Στρατού είχαν επίσης λάβει θέσεις στην απέναντι όχθη, περιμένοντας την επίθεση και ελπίζοντας στο θαύμα.
Ο Γαλλικός Στρατός είχε χάσει, στην πρώτη φάση των επιχειρήσεων, σχεδόν το 1/3 της αρχικής του δύναμης και σχεδόν όλες τις τεθωρακισμένες του μεγάλες μονάδες.
Τρομακτική αιμορραγία είχε υποστεί και η Αεροπορία, ιδιαίτερα η Αεροπορία Βομβαρδισμού. Οι Γερμανοί, αντίθετα, ήταν έτοιμοι να επιτεθούν με αριθμητική υπεροχή της τάξης του 2 προς 1. Στον αέρα, η Λουφτβάφε κυριαρχούσε.
Στις 3 Ιουνίου, διεξήχθη η επιχείρηση «Πάουλα», η οποία προέβλεπε το βομβαρδισμό αεροδρομίων, υποδομών, εργοστασίων και εγκαταστάσεων στην εύρυτερη περιοχή του Παρισιού. Σε πρώτη φάση χρησιμοποιήθηκαν περισσότερα από 500 γερμανικά αεροσκάφη. Οι ζημιές για τους Γάλλους ήταν μεγάλες. Επλήγησαν 13 αεροδρόμια, 22 σιδηροδρομικοί σταθμοί και 15 εργοστάσια.
Δεκαέξι αεροσκάφη καταστράφηκαν στο έδαφος και 900 περίπου άνθρωποι σκοτώθηκαν ή τραυματίστηκαν. Η γαλλική Αεροπορία αντέδρασε με φιλοτιμία, και σημειώθηκαν οι τελευταίες μεγάλες αερομαχίες της μάχης της Γαλλίας. Ο Μέλντερς πέτυχε άλλες δύο νίκες και ο Γκάλαντ την 12η νίκη του.
Στις 5 Ιουνίου οι αερομαχίες επαναλήφθηκαν στο μέτωπο του Σομ. Ο Μέλντερς κατέρριψε δύο ακόμα γαλλικά αεροσκάφη, επέστρεψε στη βάση, ανεφοδιάστηκε και ξαναβγήκε για «κυνήγι». Εντόπισε έξι γαλλικά μαχητικά κοντά στην Κομπιένη.
Πριν προλάβει όμως να επιτεθεί, ένα άλλο γερμανικό σμήνος όρμησε κατά των Γάλλων, ανοίγοντας πυρ από πολύ μακριά, χωρίς αποτέλεσμα.
Οι Γάλλοι αντέδρασαν άμεσα και μια άγρια αερομαχία άρχισε.
«Παρακολούθησα τη μάχη για λίγο και αμέσως επιτέθηκα σε ένα Μοράν, το οποίο καταδίωκαν ανεπιτυχώς τρία άλλα Me 109. Σύντομα το είχα στο σκοπευτικό μου. Αμέσως ‘‘βύθισε’’ και τον έχασα. Ξαφνικά, να ’τος πάλι. Ρίχνει. Τελικά, αυτό το Μοράν βάλλει επίσης. ‘‘Έσπασα’’ ψηλά, προς τον ήλιο.
Πρέπει να με είχε χάσει, εφόσον είχε ‘‘σπάσει’’ προς την άλλη μεριά και εξαφανίστηκε προς νότο.
Χαμηλότερα, δύο Me 109 καταδίωκαν το τελευταίο Μοράν. Είδα τον ουρανό γεμάτο από μαχητικά μας. Πετούσα στα 800 μέτρα. Ξαφνικά, μια έκρηξη.
Κομμάτια μετάλλου πετάγονταν μέσα στο κόκπιτ. Το αεροσκάφος ήταν ακυβέρνητο. Έπεφτα κάθετα. Πρέπει να βγω, αλλιώς όλα τελειώνουν. Πίεσα το μοχλό εκτίναξης και η καλύπτρα έφυγε.
Το πιστό ‘‘πουλί’’ μου ανασήκωσε το ρύγχος του προς τα πάνω και μου παραχώρησε την τελευταία μου ευκαιρία να αφήσω το κάθισμα. Ελεύθερος».
Με τον τρόπο αυτό περιέγραφε ο Μέλντερς, ο κορυφαίος Γερμανός άσος, την κατάρριψή του.
Τα πυρά του Μοράν δεν ήταν άστοχα, όπως πίστευε. Ο πιλότος που τον κατέρριψε ήταν ο Γάλλος υπολοχαγός Πομιέ-Λαϊράζ.
Ο Γάλλος κατέρριψε ένα ακόμα Μe 109 πριν το αεροπλάνο του πέσει φλεγόμενο στο έδαφος. Ο Μέλντερς είχε υποτιμήσει τον Γάλλο χειριστή και, το κυριότερο, είχε κατά λάθος υποτιμήσει το αεροπλάνο του, το οποίο δεν ήταν, όπως πίστευε, Ms 406, αλλά ένα από τα καινούργια D 520.
Στις ίδιες μάχες διακρίθηκε και ο Μπαλτάζαρ, ο οποίος την 5η Ιουνίου κατέρριψε πέντε γαλλικά μαχητικά, από τα 22 συνολικά που κατέρριψαν εκείνη τη ημέρα, οι συνάδελφοί τους της JG 27.
Έφτασε έτσι τις 23 καταρρίψεις και παρασημοφορήθηκε με το Σταυρό των Ιπποτών. Ήταν ο δεύτερος πιλότος που έλαβε αυτό το παράσημο.
Αξίζει να σημειωθεί ότι ο Μπαλτάζαρ είχε καταστρέψει και 13 επιπλέον εχθρικά εροσκάφη στο έδαφος, τα οποία όμως δεν του αναγνωρίστηκαν ως καταρρίψεις.
Έλαβε, παρ’ όλα αυτά, τον άτυπο τίτλο του πλέον επιτυχημένου Γερμανού διώκτη στη μάχη της Γαλλίας.
Ωστόσο, η μάχη δεν είχε ακόμα λήξει. Οι Γάλλοι, μετά το φιάσκο του Μεύση, πολέμησαν άριστα στον Σομ και την Καμπανία, σε ξηρά και αέρα. Δεν κατόρθωσαν όμως να αντιμετωπίσουν τις γερμανικές επιθέσεις. Η αγωνία της Γαλλίας παρατάθηκε μέχρι τις 25 Ιουνίου, οπότε και υπεγράφη η ανακωχή.
Στις 15 ημέρες που μεσολάβησαν, από τη διάσπαση των γαλλικών γραμμών στον Σομ, μέχρι τη λήξη των εχθροπραξιών, η γαλλική Αεροπορία εκτελούσε έναν αρκετά επιτυχημένο αεροπορικό κλεφτοπόλεμο, με όσα αεροσκάφη είχε διαθέσιμα. Σε αυτό το πλαίσιο εντάσσεται και η επιδρομή ενός και μόνο γαλλικού βομβαρδιστικού Farman 223 κατά του Βερολίνου!
Η μάχη της Γαλλίας είχε λήξει. Η Λουφτβάφε είχε θριαμβεύσει. Οι αριθμοί μιλούν από μόνοι τους.
Η γαλλική Αεροπορία είχε χάσει από τη 10η Μαΐου, περισσότερα από 900 αεροσκάφη. Η RAF, ακόμα χειρότερα, είχε χάσει περισσότερα από 1.000.
Η Ολλανδική και η βελγική Αεροπορία –με περίπου 400 αεροσκάφη συνολικά– είχαν ολοκληρωτικά εξοντωθεί. Σε αντιδιαστολή, η Λουφτάβαφε ανέφερε την απώλεια 534 αεροσκαφών, αριθμό μάλλον μικρό.
Στην πραγματικότητα, οι γερμανικές απώλειες έφτασαν τα 1.389 αεροσκάφη. Από αυτά, τα 551 ήταν βομβαρδιστικά, τα 122 Stuka, τα 367 καταδιωκτικά, τα 213 μεταγωγικά και τα 160 αναγνωριστικά, στρατιωτικής συνεργασίας.
Όσον αφορά τους άσους της Λουφτβάφε, οι δύο κορυφαίοι της μεγάλης αυτής νίκης, ο Μέλντερς και ο Μπαλτάζαρ, είχαν άδοξο τέλος.
Ο πρώτος σκοτώθηκε σε ατύχημα, όταν το μεταγωγικό που τον μετέφερε με άδεια στη Γερμανία κατέπεσε, και ο δεύτερος σκοτώθηκε στη μάχη της Αγγλίας, όχι από εχθρικά πυρά, αλλά επειδή σε μια πολύ κλειστή στροφή αποκολλήθηκε η πτέρυγα του αεροσκάφους του.
Και οι δύο ήταν ιππότες των αιθέρων, εμποτισμένοι στο πνεύμα του «ιπταμένου τσίρκου» του μεγάλου Μάνφρεντ φον Ριχτχόφεν.
Σύμφωνα με την τελευταία του επιθυμία, η σορός του Μπαλτάζαρ ενταφιάστηκε στη γαλλική πόλη Αμπεβίγ, δίπλα στον τάφο του πατέρα του, λοχαγού του Αυτοκρατορικού Γερμανικού Στρατού, που είχε σκοτωθεί εκεί το 1915. Είχε επιτύχει 40 νίκες.