Ο διάσημος πίνακας του Θεόδωρου Βρυζάκη δείχνει το στρατόπεδο του Καραϊσκάκη στα Ταμπούρια του Πειραιά.
Ο ίδιος στέκεται πάνω στο λόφο και δείχνει με το χέρι τις εχθρικές θέσεις κάτω από την Ακρόπολη.
Δίπλα του είναι ο Μακρυγιάννης. Οι πολεμιστές κάτω, τρώνε, πίνουν και ακούν τον οργανοπαίκτη. Κάτω δεξιά, στην άκρη του πίνακα, διακρίνεται μία γυναικεία μορφή, αρματωμένη σαν άντρας.
Λέγεται ότι αυτή ήταν η Μαριώ. Το κοριτσόπουλο που βρισκόταν πάντα στο πλευρό του Καραϊσκάκη αθόρυβα, ακούραστα και σθεναρά. Η μικρή Μαριώ ήταν η άγρυπνη «θηλυκή φρουρός» του μεγάλου στρατηγού.
Η φιγούρα της γυναικείας «φονικής μηχανής», όπως την αποκαλεί ο ιστορικός Γιάννης Βλαχογιάννης, δεν είναι ευρέως γνωστή.
Η Μαριώ καταλάμβανε έναν από τους βασικότερους ρόλους στη ζωή του Καραϊσκάκη, αλλά δρούσε πάντα στο παρασκήνιο. Ίσως το μοναδικό οπτικό ντοκουμέντο της ύπαρξής της είναι ο διάσημος πίνακας του Βρυζάκη (Μουσείο Αλεξάνδρου Σούτζου – Εθνική Πινακοθήκη).
Η ιστορία της Μαριώς
Την περίοδο της άλωσης της Τριπολιτσάς, ο Γεώργιος Καραϊσκάκης με τους άντρες του βρίσκονταν στην Πελοπόννησο. Λίγο έξω από το Ναύπλιο, τους πλησίασε ένα μικρό κορίτσι. Ήταν μία τουρκοπούλα, ασυνήθιστα όμορφη, που δεν ξεπερνούσε τα οκτώ.
Όταν αντίκρισε τον Καραϊσκάκη έπεσε στα πόδια του και ανάμεσα σε αναφιλητά τον ικέτευσε για προστασία. Ο
Έλληνας στρατηγός συγκινήθηκε και χωρίς να το σκεφτεί, αποφάσισε να πάρει την μικρή υπό την προστασία του. Τη βάφτισε χριστιανή ορθόδοξη και της έδωσε το όνομα Μαριώ. Από τότε οι δυο τους έγιναν αχώριστοι.
Καθώς η Μαριώ μεγάλωνε, ο Καραϊσκάκης άρχισε να την ντύνει με αντρικά ρούχα και να τη φωνάζει με αντρικό όνομα. Μέσα σ’ ένα ανδροκρατούμενο περιβάλλον θέλησε να προστατεύσει και να διαφυλάξει τη σχέση τους από τις «κακές γλώσσες».
Άλλωστε, η κοπέλα είχε αποδείξει ότι ήταν γενναία, δυναμική και δεν καταπονούνταν από τις κακουχίες.
Παρόλα αυτά, πολλοί ήταν εκείνοι που είκαζαν ότι η πιστή ακόλουθος του στρατηγού ήταν στην πραγματικότητα ερωμένη του.
Η Μαριώ βρισκόταν διαρκώς δίπλα του, τόσο στο πεδίο της μάχης, όσο και εκτός. Όταν ήταν μόνοι τους, του μαγείρευε, του έπλενε, τον φρόντιζε όταν ήταν άρρωστος και τον βοηθούσε με οτιδήποτε χρειαζόταν.
Έξω από τον προσωπικό του χώρο, η Μαριώ γινόταν «Ζαφείρης». Έβαζε τη φουστανέλα, ζωνόταν με τα κουμπούρια και πολεμούσε στην πρώτη γραμμή πλάι στον στρατηγό.
Η Μαριώ είχε θέσει ως καθήκον της ζωής της να προστατεύει τον Καραϊσκάκη. Εκείνος, με τη σειρά του, την εμπιστευόταν τυφλά.
Ήταν ο μοναδικός άνθρωπος που τον ακολουθούσε παντού. Ο, κατά κόσμον, Ζαφείρης ήταν παρών σε διαπραγματεύσεις, σε προσωπικές συζητήσεις, στη λήψη όλων των κρίσιμων αποφάσεων.
Ήταν ο μόνος που ήξερε πώς να χειριστεί τον Καραϊσκάκη σε κάθε στιγμή, να τον ηρεμεί, να τον λογικεύει, ακόμα και να τον ανακουφίζει όταν τα συμπτώματα της φυματίωσης γίνονταν ανυπόφορα.
Αν και πολλοί τελικά παρεξήγησαν τη σχέση τους, ισχυριζόμενοι ότι η Μαριώ ήταν ερωμένη του στρατηγού, ιστορικά κάτι τέτοιο δεν επιβεβαιώνεται.
Οι περισσότεροι ερευνητές υποστηρίζουν ότι η σχέση του Καραϊσκάκη με τη Μαριώ ήταν σχέση πατέρα-κόρης.
Η μικρή είχε μεγαλώσει δίπλα του, είχε γαλουχηθεί στο πλευρό του περισσότερο από τα βιολογικά του παιδιά και με τα χρόνια αναπόφευκτα, απέκτησε μία ξεχωριστή θέση στην καρδιά του. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Καραϊσκάκης πέθανε, τη συμπεριέλαβε στη διαθήκη του, αφήνοντάς της περίπου 4000 γρόσια.