Ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου «ξαναζωντανεύει» μετά από 2500 χρόνια! Ο λόγος για το περίφημο χρυσελεφάντινο Άγαλμα του Δία, που φιλοτεχνήθηκε από τον σπουδαίο γλύπτη Φειδία περί το 430 π.Χ και τοποθετήθηκε μέσα στο Ναό του Διός, στο Ιερό της Ολυμπίας.

Το κολοσσιαίο, ύψους 13 μέτρων άγαλμα, που καταστράφηκε ολοκληρωτικά το 426 μ.Χ., ανακατασκευάστηκε, για πρώτη φορά στα παγκόσμια χρονικά, από το Μουσείου Κοτσανά Αρχαίας Ελληνικής Τεχνολογίας, και θα παρουσιάζεται μέχρι τις 30 Σεπτεμβρίου, στο πλαίσιο της έκθεσης με τίτλο «Οι δυο Θεοί» που διοργανώνεται στο κέντρο της Αρχαίας Ολυμπίας, με ελεύθερη είσοδο για το κοινό, και εντάσσεται στο πλαίσιο της ευρύτερης έκθεσης με τίτλο Τα 7 θαύματα της αρχαιότητας»

Το άγαλμα του Ολυμπίου Διός σε απεικόνιση του 1572

Ιδιαίτερη εντύπωση προκαλεί η πιστότητα της αναπαράστασης, για την οποία χρειάστηκαν τρία ολόκληρα χρόνια συστηματικής έρευνας και κατασκευής, η οποία βασίζεται σε σχετικές βιβλιογραφικές και αρχαιολογικές πηγές. Ανάμεσά τους και τα αρχαία νομίσματα της Ήλιδας όπου αποτυπωνόταν πιστά η μορφή του και οι περιγραφές του Παυσανία στα στα «Ηλειακά» του.

Το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός υπήρξε ένα από πιο μεγαλοπρεπή και εντυπωσιακά μνημεία της αρχαιότητας το οποίο πλήθος κόσμου συνέρρεε προκειμένου να θαυμάσει αλλά και να προσευχηθεί. Αυτός ήταν εξάλλου και ο στόχος των ανθρώπων της Ηλείας όταν ζήτησαν από τον Φειδία να το κατασκευάσει, να αποτελέσει δηλαδή πόλο έλξης και στοιχείο ένδειξης ισχύος. Γνωρίζοντας το περίφημο και τεράστιο χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς που είχε δημιουργήσει ο ίδιος για τον Παρθενώνα, τού ζήτησαν κάτι ανάλογο ίσως και ακόμη πιο εντυπωσιακό που θα αντανακλούσε αίγλη και δύναμη αντίστοιχη με αυτή που άρμοζε στον πατέρα των Θεών.

Κι ο σπουδαίος γλύπτης έκανε για ακόμη μια φορά το θαύμα του το οποίο χρειάστηκε οκτώ ολόκληρα χρόνια δουλειάς. Ο σκελετός του καθήμενου σώματος του Δία ήταν ξύλινος και εμποτισμένος με ένα ειδικό υγρό προκειμένου να αποτραπεί η ξήρανσή του. Το ξύλο καλυπτόταν από με στρώματα χρυσού και πλάκες ελεφαντοστού, οι οφθαλμοί ήταν από πολύτιμους λίθους, ενώ ο μανδύας από μάρμαρο ντυμένο με φύλλα χρυσού.

Απεικόνιση του 1721

Επιπλέον ένα στεφάνι από πράσινο σμάλτο ήταν τοποθετημένο στο κεφάλι του Δία ο οποίος καθόταν σε έναν εντυπωσιακό θρόνο κατασκευασμένο από ελεφαντοστούν, χρυσό, έβενο και άλλους πολύτιμους λίθους. Στο δεξιό του χέρι, ο Ζεύς κρατούσε ένα χρυσελεφάντινο άγαλμα της θεάς Νίκης, το οποίο έφερε ταινία και στέφανο στην κεφαλή, ενώ στο αριστερό του χέρι το σκήπτρο του, που ήταν κατασκευασμένο από παντός είδους μέταλλα και έφερε στην κορυφή του τον αετό, σήμα κατατεθέν του θεού. Δύο μιμήσεις αναπαυόμενων λεόντων βρίσκονταν κοντά στα πόδια του, προσφέροντας την αίσθηση μίας άγρυπνης προστασίας. Στο ιμάτιο της μορφής υπήρχαν σκαλισμένα μικρά ζώα και τα κρίνα των ανθών. Η βάση, το υποπόδιο και ο θρόνος του Δία ήταν στολισμένα με 173 μορφές.

Ο Φειδίας ήταν ιδιαίτερα υπερήφανος γι΄ αυτό το έργο του. Λέγεται μάλιστα πως όταν το ολοκλήρωσε προσευχήθηκε στον Δία ζητώντας του να τού στείλει ένα σημάδι για να τού δείξει την έγκρισή του. Και εκείνη τη στιγμή έπεσε ένας κεραυνός τον οποίο ο ίδιος εξέλαβε ως τη θεϊκή απάντηση που περίμενε.

Απεικόνιση 1887

Οι διαφορετικές εκδοχές για την καταστροφή του 

Το εντυπωσιακό άγαλμα φέρεται να καταστράφηκε ολοσχερώς και εν συνεχεία να λεηλατήθηκε το 426μ.Χ. μετά την πυρπόληση ολόκληρου του ναού. Κατά μια άλλη εκδοχή μεταφέρθηκε στην Κωνσταντινούπολη από τον Θεοδόσιο και τοποθετήθηκε στο Παλάτι ενός Έλληνα Χριστιανού ευνούχου, όπου και παρέμεινε για περίπου 60 χρόνια, μαζί με άλλα σπουδαία έργα τέχνης, μέχρι το 475 μ.Χ. οπότε και καταστράφηκε από μεγάλη πυρκαγιά.

Τέλος, σύμφωνα με τον Ρωμαίο ιστορικό Σουετώνιο, ο αυτοκράτορας Καλιγούλας είχε δώσει να μεταφέρουν το άγαλμα στη Ρώμη και αντικαταστήσουν το πρόσωπο του δύο με το δικό του. Η επιθυμία του όμως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ καθώς το πλοίο που το μετέφερε χτυπήθηκε από κεραυνό.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Υπάρχει όμως και μια ακόμη εκδοχή που λέει ότι την ώρα που οι εργάτες του Ρωμαίου αυτοκράτορα προσπαθούσαν να το μετακινήσουν ακούστηκε ένας πολύ δυνατός θόρυβος που έμοιαζε με δυνατό γέλιο, με αποτέλεσμα να γκρεμιστούν οι σκαλωσιές και να τραπούν όλοι, έντρομοι, σε φυγή.