Όταν το 3ο Αμερικανικό Αμφίβιο Σώμα Στρατού κατόρθωσε να επιτύχει ταχεία προέλαση στη χερσόνησο Μοτόμπου της Οκινάβας, εξουδετερώνοντας τις εκεί ιαπωνικές δυνάμεις, η διοίκηση της αμερικανικής 10ης Στρατιάς αποφάσισε την άμεση κατάληψη και του μικρού, γειτονικού, νησιού της Ίε Σίμα.

Στις 11 Απριλίου, μετά την επιτυχή εξέλιξη των επιχειρήσεων στο βορρά, η 10η Στρατιά διέταξε την 77η Μεραρχία να επιτεθεί κατά της Ίε Σίμα στις 16 Απριλίου.

Σκοπός της επιχείρησης ήταν η κατάληψη και η δημιουργία επιπλέον αεροδρομίων, από τα οποία η Αεροπορία θα υποστήριζε ακόμα στενότερα τις επιχειρήσεις της Οκινάβα και κατόπιν θα διενεργούσε επιθέσεις κατά της ιαπωνικής ενδοχώρας. 

Η Ίε Σίμα βρίσκεται 3,5 μίλια από το δυτικό άκρο της χερσονήσου Μοτόμπου της Οκινάβα. Είναι ένα μικρό νησί με μήκος περί τα 8 και πλάτος 2 χλμ. Κοραλλιογενείς ύφαλοι το περιβάλλουν. Κατά μήκος της βορινής και βορειοδυτικής ακτής υπάρχουν απότομοι κρημνοί, που φτάνουν μέχρι τη θάλασσα και είναι γεμάτοι σπήλαια. Όμως, κατά μήκος των νότιων ακτών, το έδαφος είναι ομαλό και οι ακτές, κατάλληλες για αποβατικές ενέργειες.

Οι πλέον κατάλληλες ακτές έλαβαν από τους Αμερικανούς την ονομασία Ερυθρή 3 και Ερυθρή 4. Οι ακτές αυτές βρίσκονται στη νοτιοανατολική πλευρά του νησιού. Η πρόσβαση σε αυτές είναι δυνατή, αφού στο ύψος τους ο ύφαλος αφήνει κενά.

Οι παραλίες είναι αμμώδεις και χωρίς κωλύματα. Από αυτές, δε, ξεκινούσαν αρκετοί δρόμοι που οδηγούσαν στο εσωτερικό του νησιού, στο ανυψούμενο σταδιακά έδαφος. Στο νησί υπάρχει αρκετή βλάστηση, συστάδες δέντρων, ακαλλιέργητες εκτάσεις με γρασίδι που φτάνει έως το γόνατο και χωράφια με ζαχαροκάλαμα.

Το εσωτερικό του νησιού είναι ένα χαμηλό υψίπεδο με μέσο υψόμετρο 80 μέτρα, που στα ανατολικά καταλήγει στο μόνο ύψωμα, 20 περίπου μέτρων, το λόφο Ιεγκουσούγκου, που οι Αμερικανοί στρατιώτες ονόμασαν η «Πυραμίδα».

Νότια της «Πυραμίδας» βρίσκεται το χωριό Ίε, η πρωτεύουσα του νησιού, με τα 300 σπίτια του. Το υψίπεδο και η«Πυραμίδα» αποτελούν τα κύρια εδαφικά χαρακτηριστικά της Ίε Σίμα και τα μόνα αξιόλογα από στρατιωτικής πλευράς αμυντικά ερείσματα. Ο λόφος Ιεγκουσούγκου δεσπόζει στο νησί και προσφέρει στον κάτοχό του εξαίρετο πεδίο βολής.

Στο υψίπεδο, οι Ιάπωνες είχαν δημιουργήσει τρεις διαδρόμους προσγείωσης. Κανένα εμπόδιο δεν παρεμπόδιζε την πρόσβαση των αεροσκαφών στους μήκους άνω των 1.500 μέτρων διαδρόμους. Η  «Πυραμίδα» και τα αεροδρόμια στο υψίπεδο καθιστούσαν το νησί ένα πραγματικά αβύθιστο αεροπλανοφόρο.

Τα ιαπωνικά σχέδια και οι προετοιμασίες

Το Νοέμβριο του 1944 μόνο το 50ο Τάγμα Αεροδρομίων στάθμευε στο νησί. Από το Δεκέμβριο όμως του ίδιου έτους, οι Ιάπωνες ξεκίνησαν τις αμυντικές τους προετοιμασίες. Το 1ο Τάγμα, της 2ης Μονάδας Πεζικού της 44ης Ανεξάρτητης Μεικτής Ταξιαρχίας (Μονάδα Ιγκάβα) με διοικητή τον ταγματάρχη Ιγκάβα στάλθηκε από την Οκινάβα στην Ίε Σίμα. Επίσης, το 50ο Τάγμα Αεροδρομίων μετατράπηκε σε μάχιμη μονάδα πεζικού με την ονομασία 50ο Ειδικό Τάγμα Πεζικού.

Από την Οκινάβα έφτασε επίσης στο νησί, το Φεβρουάριο του 1945,  ένα τάγμα εργασίας, με δύναμη 580 ανδρών. Παράλληλα, μόνο οι 3.000 από τους 8.000 κατοίκους του νησιού μπόρεσαν να μεταφερθούν στην Οκινάβα, αφού τα αμερικανικά αεροσκάφη καταβύθισαν κάθε ιαπωνικό πλοίο που τολμούσε να πλεύσει στα νερά γύρω από τα νησιά.

Οι υπόλοιποι κάτοικοι, μοιραία, παρέμειναν στο νησί και συμμετείχαν στην άμυνά του.

Συνολικά λοιπόν οι ιαπωνικές στρατιωτικές δυνάμεις στο νησί αριθμούσαν περί τους 2.000 άνδρες, ενώ το σύνολο του άμαχου πληθυσμού καταρχάς βοήθησε στις εργασίες οχύρωσης και στη συνέχεια πολέμησε τους Αμερικανούς εισβολείς. Με τον τρόπο αυτό, η Ίε Σίμα μετατράπηκε σε ισχυρό φρούριο, με πολυβολεία, αμπρί και σειρές χαρακωμάτων.

Όλα τα σπίτια μετατράπηκαν σε μικρά οχυρά. Οι πλαγιές του υψιπέδου ανασκάφτηκαν. Δημιουργήθηκαν υπόγειες σήραγγες, θέσεις όλμων και πολυβόλων. Στο έπακρο αξιοποιήθηκαν και οι πολλές σπηλιές του νησιού, οι είσοδοι των οποίων σφραγίστηκαν με ατσάλινες θύρες, ενώ στο εσωτερικό τους διανοίχτηκαν θυρίδες πολυβόλων και τυφεκιοθυρίδες.

Παρ’ όλα αυτά, η ιαπωνική διοίκηση δεν έτρεφε αυταπάτες. Πιστεύοντας ότι η Ίε Σίμα δεν θα μπορούσε να αντέξει παραπάνω από μερικές μέρες σε αμερικανική επίθεση, διέταξε την καταστροφή των αεροδρομίων, για να μην καταληφθούν αυτά από τον εχθρό. Εντός του Μαρτίου, όλες οι εγκαταστάσεις των αεροδρομίων καταστράφηκαν και στη θέση τους στρώθηκαν ναρκοπέδια.

Το ιαπωνικό σχέδιο άμυνας ήταν βασισμένο στην προσπάθεια εξαπάτησης των Αμερικανών. Οι κύριες αμυντικές τοποθεσίες είχαν κατασκευαστεί εντός και πέριξ του χωριού και της «Πυραμίδας», ώστε το κεντρικό και ανατολικό τμήμα του νησιού να είναι τα πλέον ισχυρά οχυρωμένα.

Στο υπόλοιπο νησί υπήρχαν μόνο μεμονωμένα σημεία στηρίγματος και ναρκοπέδια. Η διάταξη αυτή των Ιαπώνων ήταν απολύτως λογική αν αναλογιστούμε, τόσο τις πενιχρές διατιθέμενες δυνάμεις, όσο και το γεγονός ότι οι καταλληλότερες για απόβαση παραλίες βρίσκονταν ακριβώς στην πλευρά αυτή του νησιού που με σπουδή οι Ιάπωνες είχαν οχυρώσει.

Οι  Ιάπωνες λοιπόν ήλπιζαν το αυτονόητο, να αποβιβαστούν δηλαδή οι Αμερικανοί στις παραλίες αυτές, ευρισκόμενοι αντιμέτωποι με όλη τη συγκεντρωμένη εκεί ιαπωνική ισχύ. Δεν περιορίστηκαν όμως στις ελπίδες. Φρόντισαν να παραπλανήσουν τους Αμερικανούς.

Έτσι, στις παραλίες κάτω από το χωριό και το λόφο, φρόντιζαν να καλύπτουν κάθε τους κίνηση. Τα αμερικανικά αεροσκάφη, πετώντας σε ύψος ακόμα και κάτω από τα 30 μέτρα, στην περιοχή αυτή, ανέφεραν ότι δεν υπήρχε κανένα σημείο ζωής! Αντίθετα, όταν πετούσαν στα δυτικά, δέχονταν πυρά ακόμα και Ιάπωνες με τυφέκια.

Η αμερικανική διοίκηση αποφάσισε, πριν εκδηλώσει την ενέργειά της, να αποστείλει στις δύο πλευρές του νησιού αναγνωριστικά αποσπάσματα (Rangers). Και τότε όμως οι Ιάπωνες, βασισμένοι στην άριστη παραλλαγή των τοποθεσιών τους, επέτρεψαν στα αποβιβαζόμενα στο Ίε αμερικανικά αποσπάσματα να κινηθούν ελεύθερα, μέχρι ένα σημείο, ενώ άνοιξαν καταιγιστικό πυρ εναντίον των αντίστοιχων αποσπασμάτων που εκτέλεσαν αναγνώριση στα δυτικά του νησιού.

Παρ’ όλα αυτά, τα ιαπωνικά σχέδια αποκαλύφθηκαν, κατόπιν προσεκτικής μελέτης των αεροφωτογραφιών. Αυτά που το ανθρώπινο μάτι δεν μπορούσε να δει, η φωτογραφική μηχανή τα αποτύπωσε ξεκάθαρα. Έτσι, το επιτελείο της 77ης Αμερικανικής Μεραρχίας, η οποία θα επιτίθετο στο νησί, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η απόβαση στις νοτιοανατολικές ακτές θα στοίχιζε ακριβά σε αμερικανικό αίμα.

Τα αμερικανικά σχέδια και οι προετοιμασίες

Η ανάλυση αυτή καθόρισε και το σχέδιο επίθεσης. Ο μέραρχος της 77ης, στρατηγός Μπρους, καθόρισε τα σχέδια επίθεσης στις 12 Απριλίου, τέσσερις μόνο ημέρες πριν τη εκδήλωσή της. Το σχέδιό του προέβλεπε το 305ο Σύνταγμα να αποβιβαστεί στη νότια ακτή του νησιού και το 306ο Σύνταγμα να αποβιβαστεί ταυτόχρονα στα νοτιοδυτικά.

Καθώς το 305ο θα βάδιζε, μετά την αποβίβασή του, ανατολικά, το 306ο θα στρεφόταν προς βορρά, καλύπτοντας την αριστερή πτέρυγα του πρώτου και καταλαμβάνοντας τα αεροδρόμια. Ωστόσο, η ακαταλληλότητα των ακτών δεν θα επέτρεπε στα στρατεύματα να υποστηριχτούν, σε πρώτη φάση τουλάχιστον, από βαρέα όπλα και άρματα.

Όμως, και στο πρόβλημα αυτό βρέθηκε μια λύση. Οι Αμερικανοί κατέλαβαν αμαχητί τη νησίδα Μίνα Σίμα, έναν ηφαιστειογενή βράχο, 6,5 χλμ. νότια της Ίε Σίμα, επί του οποίου κατάφεραν να τάξουν δύο μοίρες πυροβολικού των 105 χιλ. και μία μοίρα των 155 χιλ.

Τα πυροβόλα των μοιρών αυτών θα πρόσφεραν κάλυψη στα αποβιβαζόμενα τμήματα, στο βαθμό του δυνατού τουλάχιστον, εκμεταλλευόμενα το εξαίρετο σύστημα διαβιβάσεων του αμερικανικού Στρατού.

Ένα ακόμα πρόβλημα που έπρεπε να επιλυθεί ήταν ο ύφαλος. Οι νοτιοδυτικές παραλίες, λόγω του υφάλου, ήταν προσβάσιμες από τα αποβατικά σκάφη μόνο στη φάση της παλίρροιας. Με τον τρόπο αυτό όμως περιοριζόταν δραματικά ο διατιθέμενος για την αποβίβαση των τμημάτων χρόνος και μοιραία και ο χρόνος για την εκφόρτωση υλικών και εφοδίων. Παρ’ όλα αυτά, ο Μπρους επέμεινε και δήλωσε στην τελική σύσκεψη: «…η εκτίμηση του εχθρού είναι ότι θα αποβιβαστούμε νοτιοανατολικά. Εμείς θα ρίξουμε ολόκληρη τη Μεραρχία στα νοτιοδυτικά και θα επιχειρήσουμε να εξασφαλίσουμε γρήγορα την κατοχή του νησιού, βασιζόμενοι στην υπεροχή των δυνάμεών μας, παρά τις ελλείψεις βαρέος οπλισμού, με τις μικρότερες δυνατές απώλειες».

Πάντως, ο Μπρους δεν είχε στην πραγματικότητα ολόκληρη τη μεραρχία του στη διάθεσή του, καθώς το 307ο Σύνταγμα κρατήθηκε ως εφεδρεία της 10ης Στρατιάς, που είχε την ευθύνη των επιχειρήσεων στο θέατρο στην περιοχή της Οκινάβα, και από το 305ο Σύνταγμα έλειπε το 2ο Τάγμα, που είχε αναλάβει καθήκοντα φρουράς στις νήσους Κεράμα. Από το 307ο Σύνταγμα, τελικά διατέθηκε το 1ο Τάγμα. Κατά δε τη μεταφορά της μεραρχίας με τα πλοία, μια νηοπομπή δέχτηκε επίθεση από αεροσκάφη Καμικάζι, με αποτέλεσμα τέσσερα πλοία να πληγούν. Σίγουρα η μάχη δεν άρχιζε με τους καλύτερους οιωνούς.

Προετοιμάζοντας την απόβαση, μονάδες του 5ου Αμερικανικού Στόλου άρχισαν να βομβαρδίζουν το νησί από τις 25 Μαρτίου μέχρι τις 16 Απριλίου! Ο συστηματικός πάντως βομβαρδισμός άρχισε τρεις ημέρες πριν την απόβαση, στις 13 Απριλίου.

Στο βομβαρδισμό συμμετείχε το παλαιό θωρηκτό «Τέξας» (12 πυροβόλα των 356 χιλ., χωρίς να υπολογιστούν τα δεκάδες πυροβόλα των 152 χιλ.), δύο καταδρομικά και τέσσερα αντιτορπιλικά. Τα πυρά των πλοίων επικεντρώθηκαν τις τρεις τελευταίες ημέρες, στο βομβαρδισμό του χωριού και της «Πυραμίδας». Επίσης, έξι μετασκευασμένα αποβατικά σκάφη, εφοδιασμένα με συστοιχίες ρουκετών, καταιώνισαν, κυριολεκτικά, τις ιαπωνικές θέσεις.

Παράλληλα με το Ναυτικό, και η Ναυτική Αεροπορία συμμετείχε ολόψυχα στο βομβαρδισμό. Στο διήμερο 13 με 15 Απριλίου μόνο εκτελέστηκαν 292 έξοδοι, και τόνοι από ρουκέτες, βόμβες και βολίδες βαρέων πολυβόλων έπλητταν ό,τι κινούνταν ή ό,τι φαινόταν ύποπτο στο νησί.

Δύο ιαπωνικά αεροσκάφη που είχαν «ξεμείνει» στο νησί καταστράφηκαν. Στις 13 και 14 Απριλίου, Αμερικανοί δύτες εκτέλεσαν εκτεταμένες αναγνωρίσεις στο νησί. Στις δε 15 καταλήφθηκε η Μίνα Σίμα και τάχθηκαν, όπως αναφέρθηκε, σε αυτή τρεις μοίρες πυροβολικού.

Άλλωστε, και οι Ιάπωνες δεν διέθεταν πυροβολικό. Ένας ιαπωνικός ουλαμός των 150 χιλ. υπολογιζόταν ότι θα κάλυπτε το νησί, βάλλοντας από τη χερσόνησο Μοτόμπου της Οκινάβα. Η χερσόνησος όμως εκκαθαρίστηκε από τους Αμερικανούς και τα πυροβόλα εξουδετερώθηκαν.

Απόβαση

Ξημέρωνε η 16η Απριλίου. Δύο θωρηκτά, τέσσερα καταδρομικά και επτά αντιτορπιλικά του 5ου Στόλου άρχισαν να βομβαρδίζουν άγρια το νησί, από την αυγή της 16ης Απριλίου. Τα εφοδιασμένα με ρουκέτες αποβατικά πλησίασαν στις ακτές και άνοιξαν πυρ ακόμα και με τα αντιαεροπορικά πυροβόλα και πολυβόλα που διέθεταν.

Παράλληλα, τα αεροπλάνα έκαιγαν στην κυριολεξία το νησί με εμπρηστικές βόμβες.

Τα αμερικανικά πυρά έπληξαν μια ιαπωνική αποθήκη πυρομαχικών και την τίναξαν στον αέρα. Ολόκληρη η Ίε Σίμα έδινε την εντύπωση ότι καιγόταν από άκρη σε άκρη, ότι το ηφαίστειο που τη γέννησε, εκατομμύρια χρόνια πριν, επιδίωκε τώρα να την καταπιεί ξανά. Τεράστιες στήλες καπνού υψώνονταν στον ουρανό. Μέσα στην κόλαση της φωτιάς, τα πρώτα αποβατικά τμήματα εμφανίστηκαν στην ακτή με ερπυστριοφόρα αμφίβια οχήματα.

Ένας Ιάπωνας στρατιώτης έγραψε: «Κατόπιν του σφοδρού αεροπορικού και ναυτικού βομβαρδισμού, ο εχθρός άρχισε να αποβιβάζεται στον τομέα του 4ου Λόχου. Τα πυρά ήταν τόσο έντονα, που κανείς μας δεν τολμούσε να σηκώσει το κεφάλι και να κοιτάξει προς την ακτή». Ακολούθησαν δεκάδες συμβατικά αποβατικά σκάφη (LST) και ένα ακόμα κύμα από αμφίβια ερπυστριοφόρα. Η απόσταση που έπρεπε να διανύσουν έως την ακτή ξεπερνούσε τα 3.500 μέτρα.

Ο καιρός ήταν εξαιρετικός και η θάλασσα απόλυτα γαλήνια. Λίγα λεπτά πριν τα πρώτα οχήματα και σκάφη φτάσουν στην ακτή, τα υποστηρικτικά αμερικανικά πυρά μεταφέρθηκαν στο εσωτερικό του νησιού. Ακριβώς στις 07.58, το 1ο Τάγμα του 305ου Συντάγματος αποβιβαζόταν στο νησί, στην ακτή ακριβώς νότια των κατεστραμμένων αεροδρομίων.

Τα τμήματα κινήθηκαν ταχέως στο  εσωτερικό. Όταν έφτασαν σε ένα δρόμο, 400 μέτρα βόρεια από την παραλία, το τάγμα στράφηκε ανατολικά προς το χωριό Ίε. Σε λίγο, και το 3/305 Τάγμα αποβιβάστηκε και στράφηκε επίσης ανατολικά, καλύπτοντας το 1/305. Η κίνηση των Αμερικανών όμως καθυστερήθηκε από τις ιαπωνικές υπονομεύσεις και τα εκτεταμένα ναρκοπέδια.

Στις 08.07 ήταν η σειρά του 306ου Συντάγματος να αποβιβαστεί στη νοτιοδυτική παραλία του νησιού. Εκεί εκκαθάρισε με ευκολία τις ασθενείς ιαπωνικές αντιστάσεις και κινήθηκε, με το 1ο και 3ο Τάγμα του, επίσης ανατολικά.

Μέχρι το απόγευμα της πρώτης μέρας, οι Αμερικανοί είχαν καταλάβει το ήμισυ σχεδόν του νησιού, μέχρι το ύψος των κατεστραμμένων αεροδρομίων. Στον τομέα αυτό, οι Αμερικανοί συνάντησαν σκληρότερη αντίσταση, αλλά κατάφεραν, υποστηριζόμενοι πλέον και από άρματα μάχης και θωρακισμένα οχήματα, να καταστρέψουν τα αυτοσχέδια ιαπωνικά πολυβολεία.

Μέχρι δε τη δύση του ηλίου οι Αμερικανοί κατείχαν τα 2/3 του νησιού, έχοντας συναντήσει ελάχιστη αντίσταση και έχοντας υποστεί στοιχειώδεις απώλειες.

Το βράδυ, το μεν 306ο Σύνταγμα βρέθηκε να κατέχει, με τα τρία του τάγματα εν γραμμή, μια περιοχή που ξεκινούσε αμέσως βόρεια του Ίε και, αφού περνούσε 600 μέτρα από τους πρόποδες της «Πυραμίδας», έφτανε μέχρι τη θάλασσα, στη βόρεια ακτή του νησιού.

Η ταχεία προέλαση όμως του συντάγματος δημιούργησε ένα κενό ανάμεσα στο δικό του δεξιό και το αριστερό του 305ου Συντάγματος, που βρισκόταν πλέον νότια και του οποίου το 1ο Τάγμα είχε καταφέρει να προωθηθεί μόλις 800 μέτρα από την ακτή, στο εσωτερικό του νησιού, το δε 3ο Τάγμα, 1.800 μέτρα.

Η πρώτη αντεπίθεση

Μόλις έπεσε η νύχτα, οι Ιάπωνες εξαπέλυσαν την πρώτη απελπισμένη αντεπίθεση κατά των θέσεων του 3/305 Τάγματος. Ομάδες πεζικού, πολίτες οπλισμένοι με λόγχες από μπαμπού, άλλοι με σακιά γεμάτα χειροβομβίδες και άλλοι ζωσμένοι με αυτοσχέδιους εκρηκτικούς μηχανισμούς, εφόρμησαν, υποστηριζόμενοι από πυρά όλμων και ελαφρών πυροβόλων συνοδείας πεζικού των 70 χιλ. (τα βαρύτερα όπλα των Ιαπώνων στο νησί). Οι διαταγές των Ιαπώνων ήταν ξεκάθαρες. Αν ήταν να πεθάνουν για τον αυτοκράτορα, όφειλαν να πάρουν μαζί τους όσο το δυνατόν περισσότερους Αμερικανούς.

Οι περισσότεροι Ιάπωνες σαρώθηκαν από τα σφοδρά αμερικανικά πυρά, πριν προλάβουν να πλησιάσουν και να γίνουν επικίνδυνοι. Σε μερικές περιπτώσεις όμως κατάφεραν να πέσουν στα αμερικανικά ορύγματα και να ανατιναχτούν, σκοτώνοντας και τους Αμερικανούς «ενοίκους» μαζί τους.

Ένας Ιάπωνας, καταπληγωμένος από δεκάδες βολίδες, βλέποντας ότι δεν θα κατάφερνε να πλησιάσει περισσότερο, αυτοανατινάχτηκε ενώπιον των αμερικανικών ταχύσκαπτων ορυγμάτων. Το πόδι του αποκόπηκε από το σώμα και έπεσε με δύναμη στο εκτεταμένο χέρι ενός Αμερικανού στρατιώτη σπάζοντάς το. Ύστερα από άγρια, πολύωρη νυχτερινή μάχη, οι Ιάπωνες υποχώρησαν, αφήνοντας πίσω τους 152 νεκρούς. Στους τομείς των υπόλοιπων ταγμάτων, η νύχτα κύλησε μάλλον ήρεμα.

Αργή προέλαση

Την επόμενη ημέρα, 17 Απριλίου, το 305ο Σύνταγμα επανέλαβε την επίθεση, σε μια προσπάθεια να καταλάβει το τμήμα του υψιπέδου, πίσω από τις ακτές Ερυθρή 3 και Ερυθρή 4. Κατόπιν προπαρασκευής πυροβολικού από δύο μοίρες της Μίνα Σίμα και από τα πυροβόλα μιας πυροβολαρχίας αυτοκινούμενων πυροβόλων που είχε αποβιβαστεί, το βράδυ το 1/305 και 3/305 Τάγματα εξόρμησαν προς τα ανατολικά. Στον τομέα επίθεσης του 3/305, το τάγμα συνάντησε πολύ ισχυρή αντίσταση, καθώς βρέθηκε εντός της ιαπωνικής κύριας αμυντικής τοποθεσίας. Αντίθετα, το 1/305 τάγμα προήλασε σταθερά, συναντώντας μικρές αντιστάσεις.

Το τάγμα κέρδισε περί τα 800 μέτρα εδάφους, εξασφαλίζοντας την κατοχή των ακτών Ερυθρή 3 και Ερυθρή 4. Στον τομέα του, το 3/305 κατάφερα τελικά να άρει τις πρώτες ιαπωνικές αντιστάσεις, οδηγούμενο από τον ίδιο τον διοικητή του, τον αντισυνταγματάρχη Έντουαρντ Τσάλεντζερ, ο οποίος και τραυματίστηκε.

Το Τάγμα έφτασε τελικά σε απόσταση 800 περίπου μέτρων από τα χωριό, αλλά και πάλι η προέλασή του ανακόπηκε από τα πυρά των ιαπωνικών πολυβόλων. Χρειάστηκε η επέμβαση αρμάτων μάχης για να σιγήσουν οι ιαπωνικές φωλέες πολυβόλων και να συνεχιστεί η προέλαση. Τελικά, μετά το μεσημέρι, το 3/305 Τάγμα κατάφερε να αναφέρει την κατάληψη των αντικειμενικών του σκοπών, έχοντας διασφαλίσει την κατοχή των ακτών στον τομέα του και έχοντας φτάσει κοντά στο ίδιο το χωριό.

Την ίδια ημέρα (17 Απριλίου) το 306ο Σύνταγμα διατάχθηκε να κρατήσει τη γραμμή που είχε καταλάβει την πρώτη μέρα, να καλύψει το πλευρό του 305ου Συντάγματος και να υποβοηθήσει την ενέργειά του με πυρά. Έτσι, το Σύνταγμα περιορίστηκε στην αποστολή περιπόλων.

Οι περίπολοι αναγνώρισαν τις ιαπωνικές θέσεις. Οι Ιάπωνες εμφανίζονταν να έχουν αγκιστρώσει τη δεξιά πτέρυγα στο λόφο Ιεγκουσούγκου και να έχουν επεκτείνει την αμυντική τους γραμμή προς νότο, μέχρι την ακτή. Ο ισχυρότερα αμυντικά οργανωμένος τομέας τους φαινόταν να είναι η περιοχή νότια του λόφου, μέχρι το χωριό.

Στο μεταξύ, ο στρατηγός Μπρους αποφάσισε να ρίξει στη μάχη και το 307ο Σύνταγμα, στις μόλις εκκαθαρισμένες ακτές Ερυθρή 3 και 4. Οι αναφορές των περιπόλων πληροφόρησαν το στρατηγό ότι οι Ιάπωνες είχαν αρχίσει να συγκεντρώνονται στην περιοχή του λόφου. Με σκοπό λοιπόν να καταλάβει όσο το δυνατό ταχύτερα το νησί, ο στρατηγός Μπρους αποφάσισε να ρίξει στη μάχη το 307ο Σύνταγμα, το οποίο τις επόμενες ημέρες μπορούσε να λείψει, καθώς το σύνταγμα αποτελούσε την εφεδρεία της 10ης Στρατιάς, η οποία μπορούσε οποτεδήποτε να ανακληθεί. Ο Μπρους έπρεπε να προλάβει. Τελικά του δόθηκε η άδεια να χρησιμοποιήσει δύο τάγματα του 307, με τον όρο «να τα επιστρέψει μέχρι το μεσημέρι της 18ης Απριλίου και ίσως νωρίτερα».

Τα δύο τάγματα του 307ου αποβιβάστηκαν το πρωί της 17ης Απριλίου, με αποστολή να αναλάβουν επίθεση στον τομέα του 1/305 Τάγματος. Στις 13.00 το 307ο εξόρμησε. Όμως, τις επόμενες δύο ώρες, τα δύο τάγματα κατάφεραν να κερδίσουν μόλις 400 μέτρα εδάφους, απέναντι στους ακαταπόνητους Ιάπωνες. Διατάχθηκαν να επιμείνουν και να προελάσουν προς τις παρυφές του λόφου. Από τις θέσεις τους στο ύψωμα, οι Ιάπωνες είχαν τέλεια αντίληψη των αμερικανικών κινήσεων και εξαίρετα πεδία βολής.

Η ιαπωνική αμυντική τοποθεσία βασιζόταν στην ισχυρή κατοχή ενός μικρού αυχένα, επί του οποίου είχαν κατασκευάσει ένα εκ σκυροδέματος πολυβολείο. Οι Αμερικανοί στρατιώτες δεν άργησαν να δώσουν στον αυχένα το όνομα «ματωμένος», το δε οχυρό ονομάστηκε «το σπίτι του κυβερνήτη». Η επίθεση εξαπολύθηκε, με το ένα τάγμα να εξορμά προς τον αυχένα και το άλλο προς το χωριό, με την ανάλογη υποστήριξη πυρών.

Όμως, το 307ο Σύνταγμα προήλασε ελάχιστα ολόκληρο το απόγευμα της 17ης Απριλίου. Στον τομέα του χωριού, το τάγμα καθηλώθηκε ενώπιον της ιαπωνικής τοποθεσίας, που είχε ενισχυθεί με συρματοπλέγματα και ναρκοπέδια. Κάποια πρόοδος επετεύχθη, αλλά η τοποθεσία δεν διασπάστηκε, παρά την άμεση υποστήριξη που παρείχαν τα αυτοκινούμενα πυροβόλα. Στον αυχένα, οι Αμερικανοί κατάφεραν να πλησιάσουν σε απόσταση 600 μέτρων από το ιαπωνικό οχυρό, αλλά καθηλώθηκαν και, πριν πέσει το βράδυ, υποχρεώθηκαν να υποχωρήσουν.

«Ματωμένος Αυχένας»

Κατόπιν τούτου, ο Μπρους φρόντισε να εξασφαλίσει την παραμονή του 307ου Συντάγματος στο νησί και άρχισε να εκπονεί σχέδιο θραύσης της ιαπωνικής αντίστασης. Αποφάσισε να συνεχίσει την επομένη την επίθεσή του, με στόχο την κατάληψη του αυχένα και του εδάφους νότια του λόφου. Αυτή τη φορά θα έριχνε στη μάχη ταυτόχρονα το 307ο και το 305ο Σύνταγμα.

Η επίθεση εκδηλώθηκε στις 18 Απριλίου, αλλά εξαρχής φάνηκε ότι δεν θα επιτύγχανε. Οι Ιάπωνες, κατά τη συνήθειά τους, πολέμησαν φανατικά μέχρι θανάτου, υπερασπιζόμενοι κάθε εκατοστό εδάφους. Επί δύο ημέρες οι αμερικανικές δυνάμεις, υποστηριζόμενες από άρματα και πυροβολικό, δεν κατάφεραν παρά να καταλάβουν μερικά μέτρα εδάφους, χωρίς καν ούτε αυτά να κατορθώσουν να εκκαθαρίσουν πλήρως.

Θύμα μιας αποκομμένης ιαπωνικής θέσης πολυβόλου ήταν και ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Αμερικανός δημοσιογράφος Έρνι Πάιλ, ο οποίος κάλυπτε τη μάχη ως πολεμικός ανταποκριτής. Κινούμενος με ένα τζιπ στην «ασφαλή», υποτίθεται, περιοχή έξω από το χωριό, δέχτηκε τα πυρά των Ιαπώνων. Το τζιπ ανατράπηκε και ο Πάιλ, μαζί με τον αξιωματικό που τον συνόδευε, πήδηξαν σε ένα χαντάκι για να σωθούν.

Ο Πάιλ όμως σηκώθηκε και δέχτηκε μια ριπή στο κεφάλι πέφτοντας νεκρός. Μόνο μετά από τρεις ώρες σφοδρής μάχης, το ιαπωνικό πολυβολείο τελικά εξουδετερώθηκε. Ο Πάιλ ενταφιάστηκε στο κοιμητήριο της 77ης Μεραρχίας. Αργότερα, ένα μνημείο ανεγέρθηκε στη μνήμη του. Στο μνημείο υπάρχει ακόμα η επιγραφή: «Στο σημείο αυτό, η 77η Μεραρχία έχασε έναν φίλο».

Στο μεταξύ, και το 306ο Σύνταγμα ρίχτηκε στη μάχη στις 18 Απριλίου, ταυτόχρονα με το 307ο. Το πρώτο συνάντησε αρχικά μικρή αντίσταση, αντίθετα με το δεύτερο, που από την αρχή βρέθηκε να δίνει μάχη σώμα με σώμα μέσα στα ερείπια του χωριού και στα προκεχωρημένα εχθρικά χαρακώματα στο λόφο. Με την επέμβαση και του Μηχανικού, το οποίο ανατίναζε τα εχθρικά πολυβολεία, αλλά και με τα κλασικά όπλα του πεζικού, τη λόγχη και τη χειροβομβίδα, το 307ο προχώρησε προς τον «Ματωμένο Αυχένα».

Ειδικά το 2/307 Τάγμα δοκιμάστηκε ιδιαίτερα, αφού επιτέθηκε απευθείας στον αυχένα, δεχόμενο καταιγιστικά πυρά από τους αμυνόμενους Ιάπωνες. Ο Μπρους υποχρεώθηκε να ρίξει στη μάχη και το 305ο Σύνταγμα.

Ύστερα από εντατική προπαρασκευή του πυροβολικού, το 3/305 Τάγμα εξόρμησε με τη σειρά του με στόχο το χωριό. «Κάθε δρομάκι ήταν το μέτωπο», θα έγραφε αργότερα ένας Αμερικανός στρατιώτης. Οι βολές του πυροβολικού αποδείχτηκαν αναποτελεσματικές απέναντι σε αρκετές ιαπωνικές θέσεις. Εξάλλου, ο ρόλος του ήταν περιορισμένος, εφόσον τα φίλια τμήματα βρίσκονταν σε επαφή με τον εχθρό.

Οι Αμερικανοί έριξαν στη μάχη τα αυτοκινούμενα πυροβόλα τους, με σκοπό να ανατινάξουν με άμεσες βολές τα εχθρικά πολυβολεία. Όμως, και αυτά εμποδίστηκαν από το να πλησιάζουν από τα χαλάσματα. Οι πεισματάρηδες Αμερικανοί παρ’ όλα αυτά δεν παραιτήθηκαν και κατάφεραν να πλησιάσουν σε απόσταση 500 μέτρων από το ιαπωνικό οχυρό στον αυχένα. Τρία αμερικανικά συντάγματα, υποστηριζόμενα από ένα σύνταγμα πυροβολικού, ολόκληρη την ημέρα προήλασαν μόλις 350 μέτρα!

Οι Ιάπωνες επίσης έβαλλαν καταιγιστικά με όλμους κατά των βοηθητικών αμερικανικών τμημάτων που είχαν αποβιβαστεί στις ακτές Ερυθρή 3 και 4, αμέσως μετά την υποτιθέμενη εξασφάλισή τους. Σαν να μην έφτανε αυτό, εκτέλεσαν και αντεπιθέσεις, με σκοπό να καταστρέψουν την πρόχειρη επιμελητειακή βάση που οι Αμερικανοί επιχειρούσαν να εγκαταστήσουν στις ακτές αυτές. Αν και οι αντεπιθέσεις απέτυχαν, εντούτοις κατατρόμαξαν την αμερικανική διοίκηση και κέρδισαν χρόνο για την άμυνα.

Στις 19 Απριλίου, όπως ακριβώς τις δύο προηγούμενες ημέρες, οι Αμερικανοί επικέντρωσαν τις προσπάθειές τους στον «Ματωμένο Αυχένα», το ισχυρότερο σημείο της ιαπωνικής άμυνας. Τη νέα επίθεση υποστήριξαν εκ νέου τα αμερικανικά πλοία.

Το 305ο και 307ο Συντάγματα εξόρμησαν, μετά από εντατική προπαρασκευή, από το σύνολο των διαθέσιμων σε ξηρά και θάλασσα πυροβόλων, επί 30 λεπτά. Στην προπαρασκευή συμμετείχαν, συγκεντρωτικά και οι όλμοι των 81 χιλ. και τα πολυβόλα δύο ταγμάτων πεζικού, δημιουργώντας μια πανίσχυρη βάση πυρός.

Το πεζικό και πάλι συνάντησε σκληρή αντίσταση, αλλά η υπεροχή πυρός των Αμερικανών ήταν απόλυτη. Άγριες συμπλοκές σώμα με σώμα σημειώθηκαν μέσα στα ιαπωνικά χαρακώματα. Η επίθεση κέρδισε λίγο έδαφος σε μερικά σημεία, όμως σε άλλα καθηλώθηκε. Αποτέλεσμα αυτού ήταν να δημιουργηθεί ρήγμα στην αμερικανική παράταξη. Οι Ιάπωνες αντεπιτέθηκαν φυσικά αμέσως. Το 3/305 Τάγμα είχε κερδίσει 100 μέτρα εδάφους, αλλά έχασε τα 100 από την ιαπωνική αντεπίθεση. Η μάχη πλέον διεξαγόταν άγρια, με τους αντιπάλους να βρίσκονται σε απόσταση δέκα μέτρων μεταξύ τους. Τελικά, το 3/305 υποχρεώθηκε να υποχωρήσει ξανά.

Πάντως, η αμερικανική επιμονή άρχισε να ανταμείβεται. Δύο λόχοι του 307ου, μετά από μία ακόμα αποτυχημένη επίθεση κατά του «σπιτιού του κυβερνήτη», ελίχθηκαν δυτικά, κατάφεραν να ανεβούν στον «Ματωμένο Αυχένα» και ετοιμάστηκαν να επιτεθούν κατά του ιαπωνικού οχυρού από τα νώτα. Οι Ιάπωνες όμως εξαπέλυσαν σφοδρή αντεπίθεση, που έτρεψε τους Αμερικανούς σε φυγή.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Η κατάληψη του Ιεγκουσούγκου

Ο στρατηγός Μπρους ήταν αποφασισμένος να τελειώνει. Στις 19 Απριλίου εκτέλεσε προσωπική αναγνώριση στις ανατολικές προσβάσεις του λόφου Ιεγκουσούγκου, με πλοίο που του διέθεσε το Ναυτικό. Από εκεί μελέτησε το έδαφος και συνέλαβε το σχέδιό του.

Αποφάσισε ότι οι προσφορότερες κατευθύνσεις για την εξαπόλυση επίθεσης ήταν από βόρεια και ανατολικά. Η επίθεση που θα πραγματοποιούνταν στις 20 Απριλίου προέβλεπε ενέργεια τύπου ηλάγρας, από το 306ο Σύνταγμα βόρεια και το 307ο ανατολικά, ενώ το 305ο θα εξορμούσε στο κέντρο.

Στις 08.50 της 20ής Απριλίου άρχισε ο βομβαρδισμός. Διήρκεσε δέκα λεπτά. Το πεζικό δεν εξόρμησε αμέσως. Ο Μπρους πίστευε ότι οι Ιάπωνες, μόλις σταματήσει η βολή του πυροβολικού, θα βγουν από τα καταφύγιά τους για να αντιμετωπίσουν την αναμενόμενη επίθεση του πεζικού. Έτσι κι έγινε.

Τότε, στις 09.10 ακριβώς, όλα τα διαθέσιμα αμερικανικά πυροβόλα άρχισαν να βάλλουν με απίστευτη μανία κατά των ιαπωνικών θέσεων. Μετά την αιφνιδιαστική αυτή προπαρασκευή, τα τρία αμερικανικά συντάγματα εξόρμησαν. Το 306ο επιτέθηκε με επικεφαλής το 1/306 Τάγμα, υποστηριζόμενο από άρματα μάχης και μηχανικό εφόδου. Το 3/306 ακολουθούσε ακριβώς από πίσω, ως δεύτερο κλιμάκιο ενέργειας, με σκοπό να εκμεταλλευτεί τυχόν επιτυχία.

Το 2/306 τηρήθηκε ως εφεδρεία. Το 3/307 Τάγμα επιτέθηκε επίσης κατά του λόφου, υποβοηθούμενο από το 2/307 και το 1/305, τα οποία εξόρμησαν κατά του «Ματωμένου Αυχένα». Τα τμήματα εφόδου, παρά τον αιφνιδιασμό του πυροβολικού, δέχτηκαν από την αρχή σφοδρά πυρά. Τα τμήματα του 305ου και του 307ου βρέθηκαν και πάλι στη δίνη των οδομαχιών στα ερείπια του χωριού.

Παρ’ όλα αυτά, βήμα βήμα, οι Αμερικανοί προχωρούσαν. Ο Λόχος B και ο Λόχος C του 306ου στο μεταξύ κατάφεραν να προελάσουν εντός της ιαπωνικής τοποθεσίας, στη βορινή πλαγιά του λόφου. Μια βαθιά αντιαρματική τάφρος βρισκόταν σε απόσταση 300 περίπου μέτρων από τους πρόποδες.

Πυρά όλμων και αντιαρματικών χτυπούσαν ολόγυρα. Τα ιαπωνικά πολυβόλα θέριζαν. Το έδαφος ήταν ναρκοθετημένο. Οι Αμερικανοί ωστόσο συνέχισαν, με την υποστήριξη των βαρέων τους όπλων. Αριθμός ιαπωνικών πολυβολείων εξουδετερώθηκαν με άμεσες βολές πυροβόλων των 37 χιλ. από τα θωρακισμένα οχήματα Greyhound. Έρποντας, πεζοί και σκαπανείς, άνοιξαν σταδιακά διάδρομο μέσα από το ιαπωνικό ναρκοπέδιο από όπου πέρασαν πεζοί και άρματα, συνεχίζοντας την επίθεση.

Ο Λόχος Β δοκιμάστηκε ιδιαίτερα στην τετράωρη αυτή μάχη, χάνοντας τον διοικητή του και 26 άνδρες. Ύστερα από μια μικρή παύση για ανασυγκρότηση, η επίθεση συνεχίστηκε στις 14.30, και μέχρι το βράδυ είχε καταληφθεί ολόκληρη η βόρεια πλαγιά του λόφου, κατόπιν φονικών συμπλοκών, σώμα με σώμα, μέσα στα ορύγματα και τις σπηλιές, με τις λόγχες, τις χειροβομβίδες και τα φλογοβόλα. Αλλά και στον «Ματωμένο Αυχένα», ύστερα από σφοδρή, πολύωρη μάχη, οι Αμερικάνοι κατέλαβαν τελικά το ιαπωνικό οχυρό και σταθεροποιήθηκαν στις θέσεις τους, αυτή τη φορά. Ο «Ματωμένος Αυχένας» είχε πλέον κυριευτεί.

Το τελευταίο Μπανζάι

Η μάχη, μετά τις αμερικανικές επιτυχίες, είχε ουσιαστικά λήξει. Και οι Ιάπωνες το γνώριζαν. Παρ’ όλα αυτά ετοιμάστηκαν για μια τελευταία επίθεση, με στόχο να ανατρέψουν τους Αμερικανούς στον «Ματωμένο Αυχένα». Τη νύχτα, ιαπωνικές περίπολοι εκτέλεσαν εγχειρήματα κατά των αμερικανικών θέσεων, με σκοπό να ανακαλύψουν κάποιο αδύνατο σημείο στην πρόσφατα εγκατεστημένη αμυντική τους διάταξη.

Στις 04.30 τα ξημερώματα, οι ιαπωνικοί όλμοι άρχισαν να πλήττουν μαζικά τις αμερικανικές θέσεις. Μία ώρα αργότερα, περίπου 350 Ιάπωνες ρίχτηκαν στην επίθεση. Ανάμεσά τους οι Αμερικανοί εντόπισαν γυναικείες φιγούρες που κράδαιναν αυτοσχέδιες λόγχες!

Το βάρος της επίθεσης δέχτηκε ο Λόχος G του 307ου Συντάγματος. Η διμοιρία στο δεξιό πλευρό κράτησε σταθερά τις θέσεις της. Αριστερά όμως η αμερικανική αντίσταση κατέρρευσε και οι Ιάπωνες έφτασαν μέχρι το σταθμό διοίκησης του τάγματος!

Επιστρατεύτηκαν όλοι, ακόμα και οι γραφείς και οι μάγειρες, για να κρατήσουν την έφοδο αυτή των απελπισμένων. Τελικά, η ισχύς πυρός και οι αριθμοί επικράτησαν του θάρρους. Κύριος συντελεστής της αμερικανικής νίκης ήταν ο στρατιώτης Μέι, ο οποίος με ένα πολυβόλο άνοιξε πλευρικό πυρ κατά των Ιαπώνων.

Παρά το γεγονός ότι ένας όλμος διέλυσε το πολυβόλο και τραυμάτισε σοβαρά τον ίδιο, ο Μέι παρέμεινε στη θέση του, εκτοξεύοντας μανιασμένα χειροβομβίδες κατά της μάζας των αντιπάλων, μέχρι τη στιγμή που και πάλι τραυματίστηκε και λίγο μετά εξέπνευσε. Ο Μέι τιμήθηκε, μετά θάνατον, με το Μετάλλιο Τιμής του Κογκρέσου.

Το ξημέρωμα φανέρωσε το μέγεθος της σφαγής. Περισσότερα από 360 πτώματα Ιαπώνων κάθε φύλου και ηλικίας, κείτονταν, φρικτά παραμορφωμένα, ενώπιον των αμερικανικών ορυγμάτων. Ο Λόχος G, στην πρωινή αναφορά, μετά τη μάχη, είχε μόνο 36 άνδρες όρθιους!

Ωστόσο, η μάχη δεν είχε ακόμα τελειώσει. Η κατάληψη της «Πυραμίδας» δεν είχε ολοκληρωθεί. Οι Αμερικανοί χρειάστηκαν μία ακόμα μέρα για να καταβάλουν τις τελευταίες ιαπωνικές αντιστάσεις στον λόφο. Στις 22 Απριλίου όλοι οι Ιάπωνες υπερασπιστές ήταν νεκροί. Μόνο τότε κατάφεραν οι Αμερικανοί να πατήσουν την κορυφή. Η Ίε Σίμα είχε επιτέλους καταληφθεί.

Σκέψεις & Συμπεράσματα

Στις 21 Απριλίου η Ίε Σίμα κηρύχτηκε  ασφαλής. «Οι τρεις τελευταίες ημέρες αυτής της μάχης ήταν οι αγριότερες που έχω ζήσει», είπε ο στρατηγός Μπρους, αναφέροντας στη 10η Στρατιά το πέρας της επιχείρησης.

Κατά τη διάρκεια  της εξαήμερης μάχης της Ίε Σίμα, οι Αμερικανοί σκότωσαν 4.706 Ιάπωνες και συνέλαβαν μόλις 149 αιχμαλώτους. Οι περισσότεροι από τους νεκρούς ήταν πολίτες. Όσον αφορά το υλικό που κυριεύτηκε, καταμετρήθηκαν 34 όλμοι, 44 οπλοπολυβόλα, 8 πολυβόλα, 4 αντιαρματικά πυροβόλα, 5 αντιαεροπορικά πυροβόλα, 5.000 νάρκες και πολλοί αυτοσχέδιοι εκρηκτικοί μηχανισμοί. Οι αμερικανικές απώλειες, που ανακοινώθηκαν στις 24 Απριλίου, ήταν 172 νεκροί, 902 τραυματίες και 46 αγνοούμενοι  – συνολικά  1.120.

Οι απώλειες σε υλικό ήταν επίσης μικρές. Μόνο 5 από τα 60 αμερικανικά άρματα και τα 6 αυτοκινούμενα πυροβόλα που χρησιμοποιήθηκαν καταστράφηκαν ολοσχερώς, από νάρκες. Στις έξι ημέρες της μάχης τα αμερικανικά θωρακισμένα έβαλαν περισσότερα από 5.000 βλήματα των 75 και 105 χιλ. Άλλες 2.500 βολές των 37 και των 75 χιλ. βλήθηκαν από τα αμερικανικά αμφίβια θωρακισμένα οχήματα και τα ημιερπυστριοφόρα.

Οι δε τρεις μοίρες πυροβολικού υποστήριξης έβαλαν περισσότερα από 16.000 βολές.

Για πέντε ημέρες αφότου η Ίε Σίμα κηρύχτηκε ασφαλής, οι Αμερικανοί εκκαθάριζαν μεμονωμένες ομάδες Ιαπώνων, που αρνούνταν να παραδοθούν. Εκατοντάδες Ιάπωνες σκοτώθηκαν τις ημέρες αυτές, όταν όλα είχαν κριθεί, στην περιοχή του λόφου, στις σπηλιές και στα τελευταία τους πολυβολεία.

Τη νύχτα της 22ης προς την 23η Απριλίου, μια ομάδα καταπληγωμένων Ιαπώνων (στρατιώτες, άνδρες, γυναίκες και παιδιά), οπλισμένοι με ξύλα, πέτρες, λόγχες από μπαμπού και άδεια τυφέκια με τις ξιφολόγχες, εκτέλεσαν την τελευταία επίθεση ουρλιάζοντας, σύμφωνα με το έθος των Σαμουράι, την πολεμική τους κραυγή: «Μπάντζαϊ».

Όλοι τους σαρώθηκαν από τα αμερικανικά πυρά, πριν προλάβουν να πλησιάσουν τις αντίπαλες θέσεις.