Ήταν ξημερώματα 31ης Ιανουαρίου του 1996, και ώρα 2:04 το πρωί, όταν από το ΓΕΝ μεταβιβάζεται προς όλες τις μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού το σήμα του αντιναύαρχου Ιωάννη Στάγκα.
«Είμαι απόλυτα βέβαιος ότι αν χρειαστεί όλοι σας θα φανείτε αντάξιοι της ένδοξης ιστορίας του Πολεμικού Ναυτικού. Καλή τύχη και ο Θεός μαζί σας» ανέφερε στο σήμα!
Είναι η κορύφωση της κρίσης στα Ίμια. Τρεις μέρες νωρίτερα και δη στις 28 Ιανουαρίου 1996, το περιπολικό του Πολεμικού Ναυτικού κατέβασε την τουρκική σημαία που σήκωσαν οι δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Χουριέτ» (βιντεοσκοπώντας την κίνησή τους) και υψώνει την ελληνική.
Το βράδυ της ίδιας μέρας μάλιστα Έλληνες βατραχάνθρωποι αποβιβάστηκαν στη Μεγάλη Ίμια χωρίς να γίνουν αντιληπτοί από τα τουρκικά πλοία που είχαν πλεύσει στην περιοχή. Τα ελληνικά «βατράχια» έχουν την εντολή να αποφευχθεί η κλιμάκωση της έντασης.
Την επόμενη μέρα, ο πρωθυπουργός της Ελλάδας Κώστας Σημίτης στις προγραμματικές δηλώσεις στη Βουλή, ενημερώνει ότι η Ελλάδα θα αντιδράσει σε οποιαδήποτε τουρκική πρόκληση άμεσα και δυναμικά. Το ίδιο είχε διαμηνύσει και στον πρόεδρος των ΗΠΑ Μπιλ Κλίντον.
Η πρωθυπουργός της Τουρκίας Τανσού Τσιλέρ, ζήτησε διαπραγματεύσεις για το καθεστώς των βραχονησίδων. Η Ελλάδα δηλώνει έτοιμη να αποσύρει το άγημα, όχι όμως και την ελληνική σημαία και την ίσια ώρα σπεύδουν στα Ίμια τα πολεμικά πλοία «Ναυαρίνο» και «Θεμιστοκλής».
Ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών δηλώνει ότι υπάρχουν και άλλα νησιά του Αιγαίου με ασαφές νομικό καθεστώς και δεν αποδέχεται την ελληνική πρόταση.
Ξημερώματα 31ης Ιανουαρίου 1996 και στις 04:30 ελικόπτερο του ελληνικού Πολεμικού Ναυτικού σηκώνεται από τη φρεγάτα «Ναυαρίνο» υπό άσχημες καιρικές συνθήκες με εντολή να εξακριβώσει την πληροφορία ότι Τούρκοι κομάντος αποβιβάστηκαν στη Μικρή Ίμια. Στις 04:50 το πλήρωμα αναφέρει ότι εντόπισε περίπου 10 Τούρκους κομάντος με τη σημαία τους.
Το ελικόπτερο του Πολεμικού Ναυτικού παίρνει εντολή να επιστρέψει στη βάση του, ωστόσο μεταξύ των βραχονησίδων Πίτα και Καλόλιμνος αναφέρει βλάβη και χάνεται από τα ραντάρ.
Τα τρία μέλη του πληρώματος, ο υποπλοίαρχος Χριστόδουλος Καραθανάσης, ο υποπλοίαρχος Παναγιώτης Βλαχάκος και ο αρχικελευστής Έκτορας Γιαλοψός, σκοτώθηκαν ύστερα από την πτώση του ελικοπτέρου.
Η επίσημη εκδοχή του ελληνικού κράτους ήταν ότι το ελικόπτερο κατέπεσε λόγω κακοκαιρίας και απώλειας προσανατολισμού του πιλότου. Ωστόσο, μέρος της κοινής γνώμης πιστεύει ότι το ελικόπτερο καταρρίφθηκε. Στοιχεία για αυτό όμως δεν έχουν παρουσιαστεί. Το πόρισμα είχε δείξει ότι δεν είχε καταρριφθεί από πυρά, ούτε ότι είχε μηχανική βλάβη.