Ο Κωνσταντίνος Έσλιν ήταν Έλληνας νομομαθής και πολιτικός. Υπήρξε ο πρώτος πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (1909-1910) και διετέλεσε Πρόεδρος της Βουλής από τις 27 Σεπτεμβρίου έως τις 12 Οκτωβρίου 1910. Ήταν έξοχος ρήτορας και εξαίρετος νομικός, διακρινόμενος για την επιστημονική μεθοδολογία του.
Ο Κωνσταντίνος Έσλιν γεννήθηκε στις 22 Ιανουαρίου 1844 στην Αθήνα και ήταν γιος του βαυαρού φιλέλληνα τραπεζίτη και εμπόρου Ιουλίου Έσλιν (Julius von Hößlin,1802-1849) και της Χριστίνας Χατζηαποστόλου, κόρης συριανής οικογένειας.
Σπούδασε νομικά στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συμπλήρωσε τις σπουδές του στα πανεπιστήμια Λειψίας, Μονάχου, Ζυρίχης και Βρυξελλών. Το 1866 αναγορεύτηκε διδάκτωρ του Πανεπιστημίου Αθηνών. Τον ίδιο χρόνο έχασε τον μεγαλύτερο αδελφό του, τον δικηγόρο Λουδοβίκο Έσλιν (1841- 1866), ο οποίος έπεσε ηρωικά μαχόμενος κατά τη διάρκεια της Κρητικής Επανάστασης.
Σύντομα αναδείχθηκε σε λαμπρό νομικό. Υπηρέτησε για βραχύ χρονικό διάστημα τη Δικαιοσύνη ως πρωτοδίκης και ακολούθως δικηγόρησε στη Σύρο και την Αθήνα. Υπήρξε ενεργό μέλος της Εθνικής Εταιρείας, μιας μυστικής οργάνωσης, που στόχος της ήταν «η αναζωπύρωση του εθνικού φρονήματος, η επαγρύπνηση επί των συμφερόντων των δούλων Ελλήνων» και η «προπαρασκευή της απελευθέρωσης αυτών δια πάσης θυσίας».
Επί κυβερνήσεως Δημήτριου Ράλλη διορίστηκε νομάρχης Φθιωτιδοφωκίδος με έδρα τη Λαμία. Κατά τη διάρκεια του Ελληνοτουρκικού Πολέμου του 1897 διαπραγματεύθηκε απευθείας με τον οθωμανό διοικητή Ετέμ Πασά, πείθοντάς τον να ανακόψει την προέλαση του τουρκικού στρατού προς νότο (λίγο έξω από τη Λαμία, στη θέση Ταράτσα), μέχρι να φτάσει η σχετική ειδοποίηση από την οθωμανική ηγεσία για την υπογραφή ανακωχής, τους όρους της οποίας διαπραγματεύθηκε.
Στη συνέχεια άσκησε και πάλι ενεργό δικηγορία και κατεχόμενος από την αντίληψη των επιβλαβών εθνικών συνεπειών του άκρατου φιλελευθερισμού και της λαϊκής καταδημαγώγησης, συγκρότησε ριζοσπαστική πολιτική ομάδα με σκοπό τη συνταγματική αναθεώρηση και υπήρξε ένας από τους πρωτοπόρους των πολιτικών οραματισμών της Επανάστασης του 1909 στο Γουδή.
Διετέλεσε πρώτος πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών (1909 -1910) κι εκλέχτηκε ανεξάρτητος βουλευτής Αττικοβοιωτίας στις εκλογές της 8ης Αυγούστου 1910. Στην Α’ Διπλή Αναθεωρητική Βουλή που προέκυψε, εκλέχτηκε πρόεδρός της, από τις 27 Σεπτεμβρίου έως τις 12 Οκτωβρίου 1910). Κατά τη σχετική ψηφοφορία έλαβε 175 ψήφους έναντι 103 του Κωνσταντίνου Ρακτιβάν και 48 του Αντωνίου Μομφεράτου, γεγονός που συνιστούσε έκπληξη, αφού στην εν λόγω θέση εκλέγονταν συνήθως βουλευτές με παρουσία ετών στα έδρανα της Βουλής.
Το 1917, εξαιτίας της ένταξής του στην αντιβενιζελική παράταξη και ύστερα από πίεση των Συμμάχων, εξορίστηκε στην Κορσική. Στη συνέχεια εκδόθηκε από τη γαλλική κυβέρνηση και, παρά τη μεγάλη ηλικία του, δικάστηκε ως συμμέτοχος στα «Νοεμβριανά» του 1916, μολονότι είχε εκδηλώσει δημοσία την αντίθεσή του στα τότε συμβάντα, από έκτακτο στρατοδικείο τον Μάιο του 1919 και καταδικάστηκε σε θάνατο. Ο ίδιος αρνήθηκε να διορίσει συνήγορο και απέκρουσε μόνος την κατηγορία.
Η απόφαση του στρατοδικείου αναιρέθηκε, αλλά προτού επανεκδικαστεί η υπόθεσή του, ο Κωνσταντίνος Έσλιν ασθένησε βαρύτατα και πέθανε στις 17 Ιανουαρίου 1920 στο Δημοτικό Νοσοκομείο Αθηνών «Η Ελπίς», στο οποίο είχε μεταχθεί ως κατάδικος.