Τι σημαίνει η ονομασία «Kraken» και γιατί αυτή δόθηκε στη νέα υποπαραλλαγή της Όμικρον;
Το «Kraken» είναι ένα σκανδιναβικό μυθικό τέρας, που σύμφωνα με τη μυθολογία της Βόρειας Ευρώπης ζούσε στη θάλασσα, είχε μορφή γιγάντιου χταποδιού και λέγεται ότι επιτίθετο σε πλοία και ναυτικούς.
Η εύστοχη περιγραφή κέρδισε τους χρήστες του μέσου κοινωνικής δικτύωσης και γρήγορα έγινε το παρατσούκλι της XΒΒ.1.5 που δεν έχει πάρει κάποιο όνομα του ελληνικού αλφαβήτου καθώς δεν είναι ξένη προς την Όμικρον.
Το Κράκεν είναι μυθικό κεφαλόποδο πλάσμα/τέρας της θάλασσας και ανήκει στους Σκανδιναβικούς θρύλους. Σύμφωνα με νορβηγικές ιστορίες, το Κράκεν κατοικεί στις ακτές της Νορβηγίας και της Γροιλανδίας και τρομοκρατεί όσους ναυτικούς τύχει να περάσουν από κοντά του.
Οι αρχές λένε ότι ο μύθος μάλλον ήρθε με τα χρόνια από την θέαση γιγαντιαίων καλαμαριών που μπορούν να φτάσουν εως και 15 μέτρα (50 πόδια) μάκρος.
Η λέξη Κράκεν (αγγλικά: Kraken) πρόερχεται από τη Σουηδική γλώσσα και την Νορβηγική Γλώσσα. Και στις δύο γλώσσες η λέξη αποδίδει το νόημα του άρρωστου ζώου αλλά και του στρεβλωμένου (twisted). Στα μοντέρνα Γερμανικά η λέξη Krake σημαίνει χταπόδι.
Από τις πιο γνωστές αναφορές που έχουν γίνει στο μυθικό Κράκεν είναι οι εξής:
Ο διάσημος Σουηδός φυσιοδίφης Κάρολος Λινναίος (18ος αιώνας ), περιέλαβε το Κράκεν στην πρώτη έκδοση του καταλόγου φυσικού συστήματος Systema Naturae από το 1735. Εκεί έδωσε στο ζώο την επιστημονική ονομασία Microcosmus, αλλά το παρέλειψε σε μεταγενέστερες εκδόσεις του καταλόγου.
Το Κράκεν περιγράφηκε εκτενώς από τον Erik Pontoppidan, επίσκοπο του Bjørgvin, (μία απο τις 11 μητροπόλεις που αποτελλούν την εκκλησία της Νορβηγίας) στο «Det første Forsøg paa Norges naturlige Historie, Κοπεγχάγη, 1752 («Η πρώτη απόπειρα στη φυσική ιστορία της Νορβηγίας»).
Ο Σουηδός συγγραφέας Jacob Wallenberg περιέγραψε το kraken στο έργο του 1781 Min son på galejan («Ο γιος μου στο μαγειρείο»).
Από τα τέλη του 18ου αιώνα, το Κράκεν έχει απεικονιστεί με διάφορους τρόπους, κυρίως ως μεγάλο πλάσμα που μοιάζει με χταπόδι, και συχνά υποστηρίζεται ότι το Κράκεν που αναφέρει ο επίσκοπος Pontoppidan μπορεί να βασίστηκε στις αναφορές των ναυτικών για γιγαντιαία καλαμάρια.
Στις πρώτες περιγραφές, όμως, τα πλάσματα περιγράφηκαν ότι έμοιαζαν περισσότερο με καβούρια παρά χταπόδια, και γενικά διέθεταν χαρακτηριστικά που σχετίζονται με μεγάλες φάλαινες και όχι με γιγαντιαία καλαμάρια.
Κατά τα λεγόμενα «μαρτύρων» κάποια από τα σημάδια το ότι το Κράκεν είναι αληθινό είναι οι υποθαλάσσιες ηφαιστειακές δραστηριότητες, φυσαλίδες που έρχονται από τον βυθό στην επιφάνεια του νερού, ξαφνικά και επικίνδυνα ρεύματα και η εμφάνιση νέων βραχονησίδων.
Το 1830, ο Βρετανός ποιητής Λόρδος Alfred Tennyson δημοσίευσε μία σονάτα ονόματι The Kraken και περιέγραφε ένα τεράστιο πλάσμα που κατοικεί στα βάθη του ωκεανού.
Στη νουβέλα του Χέρμαν Μέλβιλ, Μόμπι Ντικ (1851), στο κεφάλαιο 59 ονόματι Squid (καλαμάρι), φαίνεται το πλοίο του πρωταγωνιστή να συναντά το «The great live squid, which, they say, few whale-ships ever beheld, and returned to their ports to tell of it.» (Το μεγάλο ζωντανό καλαμάρι, το οποίο, λένε, πως λίγα φαλαινοθηρικά μπόρεσαν να αντέξουν και να επιστρέψουν στα λιμάνια τους για να το πουν).
Η περιγραφή που έδωσε ο Pontoppidan για το Κράκεν ενέπνευσε τον Ιούλιο Βερν στο μυθιστόρημά του, του 1870, «20.000 λεύγες κάτω από τη θάλασσα».
Μάλιστα, συναντάμε μια εκδοχή του Κράκεν στην ταινία «Πειρατές της Καραϊβικής», όπου στην ταινία το γιγάντιο χταπόδι έχει το όνομα Watcher in the Water.
Όσο τερατώδεις ή λανθασμένες και αν είναι οι περιγραφές και εικασίες της εποχής, οι ειδικοί είναι πλέον πεπεισμένοι ότι το Κράκεν ναι μεν δεν είναι υπερφυσικό πλάσμα και σίγουρα δεν υποκινείται από τον καταχθόνιο Ντέιβι Τζόουνς των Πειρατών της Καραϊβικής, αλλά είναι υπαρκτό ζώο.
Αποτελεί, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, μια «τροποποιημένη» εκδοχή του γιγαντιαίου καλαμαριού της αβύσσου.
Το καλαμάρι-γίγας εθεωρείτο και αυτό μυθικό πλάσμα, ώσπου περιγράφηκε λεπτομερώς από τον Σουηδό φυσιοδίφη Γιάπετους Στέενστρουπ το 1857, ενώ ένα «σχεδόν τέλεια διατηρημένο» ζώο ξεβράστηκε ημιθανές στις ακτές της Νιουφάουντλαντ το 1877.
Ως σήμερα έχουν περισυλλεγεί νεκρά περίπου 600 δείγματα του είδους, οι επιστήμονες όμως κατόρθωσαν για πρώτη φορά να το φωτογραφίσουν και να το παρατηρήσουν ζωντανό μόλις το 2004.
Το γιγαντιαίο μαλάκιο μπορεί να φθάσει σε μήκος ακόμη και τα 13 μέτρα και συναντάται σε όλους τους ωκεανούς της Γης. Τα μάτια του – τα οποία έχουν το μέγεθος ενός πιάτου φαγητού – είναι τα μεγαλύτερα στο ζωικό βασίλειο.
Ίσως βεβαίως να τα ξεπερνούν σε μέγεθος αυτά του «εξαδέλφου» του, του κολοσσιαίου καλαμαριού της Ανταρκτικής, το οποίο είναι ακόμη μεγαλύτερο φθάνοντας σε μήκος τα 14 μέτρα.
Το ζώο αυτό κατατάσσεται σε άλλη οικογένεια των κεφαλόποδων και οι επιστήμονες γνωρίζουν την ύπαρξή του από τεράστια πλοκάμια και μεμονωμένα τμήματά του που έχουν βρεθεί.
Δεν έχουν όμως ως τώρα συναντήσει ένα ολοκληρωμένο δείγμα του είδους για να το μελετήσουν και έτσι ελάχιστα είναι γνωστά γι’ αυτό.
Στα δύο αυτά υπερμεγέθη καλαμάρια αποδίδουν ωστόσο τη γέννηση όχι μόνο του Κράκεν αλλά και της Σκύλλας της ελληνικής μυθολογίας, των γιγαντιαίων θαλασσινών φιδιών και δράκων των μεσαιωνικών και μεταγενέστερων θρύλων και του Λούσκα, του θαλάσσιου τέρατος που οι ντόπιοι θεωρούσαν ότι λυμαίνεται τα νερά της Καραϊβικής.