Ο ΜακΒη ή Μάκ Βέι (Lincoln MacVeag), γεννήθηκε την 1η Οκτωβρίου του 1890, σε µια µικρή κωµόπολη το Narragansett Pier, του Rhode Island. Αποφοίτησε από το Πανεπιστήµιο του Harverd το 1913 µε διάκριση «magna cum laude», ενώ συνέχισε τις σπουδές του στην Σορβόννη το 1914.
Μιλούσε µε ιδιαίτερη ευχέρεια γερµανικά, γαλλικά, ισπανικά, λατινικά και αρχαία ελληνικά.
Κατά την διάρκεια του Α΄ΠΠ και της αµερικανικής εµπλοκής σε αυτόν, ο ΜακΒη κατατάχθηκε στον αµερικανικό Στρατό φτάνοντας µέχρι τον βαθµό του Ταγµατάρχη, υπηρετώντας στην Ευρώπη ως στέλεχος του αµερικανικού εκστρατευτικού σώµατος (AEF).
Πήρε µέρος στις µάχες του Saint-Mihiel (12-15 Σεπτεµβρίου 1915), µε τη συµµετοχή του AEF και 110.000 Γάλλων στρατιωτών υπό την διοίκηση του στρατηγού Τζον Πέρσινγκ όπου κατέληξε µε νίκη των Συµµάχων κατά των γερµανικών δυνάµεων και στην επίθεση του Meuse–Argonne από τις 26 Σεπτεµβρίου του 1918 έως τη λήξη του Μεγάλου Πολέµου στις 11 Νοεµβρίου του ίδιου έτους.
Το 1919 παρασηµοφορήθηκε από τον στρατηγό Τζον Πέρσινγκ για «εξαιρετικά αξιοµνηµόνευτες υπηρεσίες».
Μετά το Α΄ΠΠ ο ΜακΒη θα γίνει διευθυντής στον εκδοτικό οργανισµό Henry Holt, ενώ το 1923 θα τον εγκαταλείψει για να δηµιουργήσει το δικό του µε το όνοµα Dial Press, ο οποίος συνεχίζει µέχρι και σήµερα την έκδοση βιβλίων για νέους.
Στις 13 Ιουνίου 1933, ο Αµερικανός πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούζβελτ αναθέτει επίσηµα στον ΜακΒη τη θέση του ειδικού διπλωµατικού απεσταλµένου (Envoy Extraordinary and Minister Plenipotentiary) εκπροσωπώντας τις ΗΠΑ στην Ελλάδα.
Μάλιστα όπως σηµειώνεται ο ΜακΒη κατά την κατάθεσή των διαπιστευτηρίων του στις 22 Σεπτεµβρίου του 1933, πραγµατοποίησε οµιλία στα Αρχαία Ελληνικά.
Στις 4 Ιανουαρίου του 1936 ο ΜακΒη επέδωσε ξανά τα διαπιστευτήριά του καθώς στην χώρα υπήρξε πολιτειακή αλλαγή µε την παλινόρθωση της Μοναρχίας και την άφιξη στη χώρα του βασιλέως Γεώργιου Β’.
Στις 23 Μαρτίου του 1941 ο ΜακΒη θα παρευρεθεί σε ειδική τελετή που θα πραγµατοποιηθεί στο υπουργείο Στρατιωτικών στην συµβολή των οδών Ακαδηµίας και Βασιλίσσης Σοφίας (εκεί που σήµερα στη θέση του υπάρχει πολυώροφο κτίριο του ΥΠΕΞ) κατά την οποία η Ακαδηµίας θα µετονοµαστεί σε οδό «Φραγκλίνου Ρούζβελτ» (για την ακρίβεια η επιγραφή έγραφε επακριβώς «ΛΕΩΦΟΡΟΣ ΦΡΑΝΚΛΙΝ ΡΟΖΕΒΕΛΤ»).
Αφορµή η υπογραφή στις 11 Μαρτίου από το αµερικανικό Κογκρέσο του νόµου Lend-Lease για παροχή βοήθειας «στα έθνη που αντιστέκονται στον Άξονα». Βρετανία και Ελλάδα ήταν οι µόνες εµπόλεµες χώρες κατά του Άξονα τη συγκεκριµένη περίοδο και είχαν την απόλυτη προτεραιότητα.
Επίσηµα η χώρα µας είχε ζητήσει βοήθεια από τις ΗΠΑ στις 6 Νοεµβρίου του 1940, αλλά η απρόθυµη Ουάσιγκτον, εξαιτίας του δόγµατος της ουδετερότητας, θα αργούσε αρκετά να ανταποκριθεί.
Για την Ελλάδα όµως ήταν ήδη αργά. Η βοήθεια δεν έφτασε ποτέ, καθώς λίγες ηµέρες αργότερα (6 Απριλίου) οι Γερµανοί θα εισέβαλλαν στην Ελλάδα και η ελληνική κυβέρνηση θα εγκατέλειπε την Αθήνα για τα Χανιά της Κρήτης στις 23 Απριλίου.
Η οµόφωνη απόφαση του ∆ηµοτικού Συµβουλίου της Αθήνας, έγινε κατόπιν παρότρυνσης του πρωθυπουργού Αλέξανδρου Κορυζή και εκτός από τη µετονοµασία το ∆ηµοτικό Συµβούλιο υπό τον ∆ήµαρχο Αµβρόσιο Πλυτά ενέκρινε ακόµη την ανακήρυξη του Προέδρου των ΗΠΑ ως επίτιµου δηµότη, και την απονοµή του Χρυσού Μεταλλίου της Πόλεως.
Ο ΜακΒη παρέµεινε σε στη θέση του ανώτατου διπλωµατικού επιτετραµµένου µέχρι και τις 5 Ιουνίου του 1941, για σχεδόν 8 χρόνια δηλαδή και αποχώρησε ελάχιστες ηµέρες µετά την κατάληψη της Κρήτης από τους Γερµανούς, η µάχη της οποίας έληξε την 1η Ιουνίου του 1941.
Αυτή ήταν η πρώτη περίοδος παρουσίας του Αµερικανού διπλωµάτη στην Ελλάδα. Το πώς έγινε η αναχώρηση του ΜακΒη από την Ελλάδα είναι άγνωστο.
Το πιθανότερο είναι είτε σιδηροδροµικώς για Κωνσταντινούπολη είτε οδικώς προς κεντρική Ευρώπη αφού ακόµη οι ΗΠΑ δεν ήταν σε εµπόλεµη κατάσταση µε την Γερµανία, κάτι που έγινε αρκετά αργότερα στις 11 ∆εκεµβρίου του 1941.
Η αµερικανική πρεσβεία συνέχισε να παρέχει υπηρεσίες µε ολιγοµελές προσωπικό µε επικεφαλής (Chargé d’Affaires) τον ακόλουθο της πρεσβείας Leslie E. Reed µέχρι και τις 14 Ιουλίου του 1941, όταν και σταµάτησε τη λειτουργία του.
Ο ΜακΒη στο… Ρέικιαβικ ο Μπιντλ στο Λονδίνο
ΟΜακΒη στη συνέχεια θα βρεθεί στην µακρινή Ισλανδία (Σεπτέµβριος 1941) ως διπλωµατικός απεσταλµένος των ΗΠΑ, όπου και θα παραµείνει έως τον Ιούνιο του 1942.
Στη συνέχεια θα αναλάβει τη θέση του διπλωµατικού απεσταλµένου των ΗΠΑ στη Νότια Αφρική από τον Οκτώβριο του 1942 έως το Νοέµβριο του 1943.
Στο µεσοδιάστηµα αυτό, την διπλωµατική εκπροσώπηση των ΗΠΑ στην Ελλάδα θα αναλάβει ο διπλωµάτης καριέρας Άντονι Τζόζεφ Ντρέξελ Μπιντλ (Anthony J. Drexel Biddle) ο οποίος θα επιδώσει τα διαπνευστικά του στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση του Λονδίνου (Γεώργιος Β, Εµµανουήλ Τσουδερός) στις 13 Νοεµβρίου του 1941.
Ο Μπιντλ εκπροσωπούσε ακόµη τις ΗΠΑ και στις εξόριστες κυβερνήσεις στο Λονδίνο του Βελγίου, της Τσεχοσλοβακίας, του Λουξεµβούργου, της Ολλανδίας, της Νορβηγίας, της Πολωνίας και της Γιουγκοσλαβίας.
Τον Σεπτέµβριο του 1942, η αµερικανική διπλωµατική εκπροσώπηση στην Ελλάδα θα αναβαθµιστεί σε Πρεσβεία και ο Μπιντλ θα επιδώσει ξανά τα διαπιστευτήρια του στις 30 Οκτωβρίου του 1942 στην ελληνική εξόριστη κυβέρνηση στο Λονδίνο.
Την µετεγκατάσταση της ελληνικής εξόριστης κυβέρνησης στο Κάιρο το Μάρτιο του 1943, θα ακολουθήσει και η αµερικανική Πρεσβεία –πλέον- µε νέο πρεσβευτή (Ambassador Extraordinary and Plenipotentiary) τον Αλεξάντερ Κόµστοκ Κερκ (Alexander C. Kirk).
Ο Κερκ ο οποίος βρισκόταν µόνιµα εγκατεστηµένος στο Κάιρο αφού ήταν πρεσβευτής των ΗΠΑ στην Αίγυπτο έχοντας στο χαρτοφυλάκιό του και την Σαουδική Αραβία, ανέλαβε την εκπροσώπηση των ΗΠΑ και για την Ελλάδα στις 4 Ιουνίου του 1943, µένοντας σε αυτή τη θέση για ένα βραχύ χρονικό διάστηµα, µέχρι ο ΜακΒη να γίνει ξανά ο νέος Αµερικανός πρεσβευτής.
Αυτό έγινε στις 12 Νοεµβρίου του 1943 και ον ΜακΒη θα επιδώσει τα διαπιστευτήριά του στην εξόριστη ελληνική κυβέρνηση στο Κάιρο (ο Βασιλιάς και ο πρωθυπουργός είχαν επιτρέψει εκεί από το Λονδίνο το Μάρτιο του 1943) την 1η ∆εκεµβρίου του 1943.
Ο ΜακΒη θα παραµείνει στο Κάιρο έως τις αρχές Οκτωβρίου του 1944 καθώς θα επιτρέψει στην Αθήνα µετά την Απελευθέρωση στις 27 Οκτωβρίου του 1944 (οι Γερµανοί είχαν εγκαταλείψει την πρωτεύουσα από τις 12 Οκτωβρίου) και στην έδρα της Πρεσβείας στο παλαιό νεοκλασικό τετραώροφο κτίριο που βρισκόταν στη συµβολή των οδών Ηρώδου Αττικού και λεωφόρου Βασιλίσσης Σοφίας.
Το γραφείο της αµερικανικής πρεσβείας στην Ελλάδα στο Κάιρο θα παραµείνει ενεργό έως τις 8 Νοεµβρίου του 1944, πριν κλείσει οριστικά.
Την ίδια περίοδο που βρισκόταν στο Κάιρο ο ΜακΒη εκπροσωπούσε τις ΗΠΑ και στην εξόριστη κυβέρνηση της Γιουγκοσλαβίας.
Η αποφασιστική καµπή: Η µυστική κατάθεση του ΜακΒη στο Κογκρέσο
Στα χρόνια του Μεσοπολέµου, και µέχρι το 1929 οι οικονοµικές σχέσεις ΗΠΑ και Ελλάδας ήταν ιδιαίτερα ανεπτυγµένες µε τις Ηνωµένες Πολιτείες να είχαν ανέλθει στην πρώτη θέση των ελληνικών εισαγωγών αλλά και ως αγορά ελληνικών προϊόντων.
Ο αντίκτυπος της µεγάλης ύφεσης ωστόσο, που ακολούθησε άλλαξε το πρότυπο της δεκαετίας του 1920 και οι εµπορικές σχέσεις µεταξύ των δύο χωρών υποχώρησαν σηµαντικά.
Κάτι που είναι λιγότερο γνωστό και που αντικατοπτρίζει τον ισχυρό αµερικανικό ρόλο στην Ελλάδα, πριν το 1929, ήταν η οικονοµική υποστήριξη για µια σειρά από συµβάσεις δηµοσίων έργων.
Η αµερικανική κρατική και ιδιωτική χρηµατοδότηση ανήλθε συνολικά σε 95.000.000 $ από το 1924 έως το 1929 για έργα όπως το φράγµα του Μαραθώνα, που εξασφάλιζε τακτική παροχή νερού στην Αθήνα για πρώτη φορά, και τις εργασίες αποκατάστασης γης στη Βόρεια Ελλάδα.
Σε γενικότερους όρους, οι ΗΠΑ διατήρησαν την παραδοσιακή τους απόσταση από τις πολιτικές εξελίξεις στην Ευρώπη, καθώς προσπαθούσε να αποφύγει ξένες «αγκυλώσεις».
Η πολιτική αυτή της αποστασιοποίησης από τα ευρωπαϊκά τεκταινόµενα συνεχίστηκε πρακτικά και τη δεκαετία του 1930, ακόµη και όταν η ευρωπαϊκή ήπειρος γινόταν µάρτυρας της εγκαθίδρυσης δικτατοριών µε επιθετικά, επεκτατικά σχέδια.
Αν και οι Αµερικανοί ηγέτες παρακολουθούσαν τις απειλητικές ενέργειες της φασιστικής Ιταλίας και της ναζιστικής Γερµανίας µε ανησυχία, αλλά εξ αποστάσεως, εντούτοις θεωρούσαν τα βαλκανικά κράτη ως ένα πραγµατικό τέλµα. Ένας ιστορικός έγραψε αργότερα: «∆εν υπήρχαν αξιωµατούχοι στο Τµήµα Ευρωπαϊκών Υποθέσεων του State Department που να γνώριζαν ή και να νοιάζονταν αρκετά για τα Βαλκάνια ώστε να εκτιµήσουν τις αποχρώσεις των µεταβαλλόµενων τάσεων στις αλληλεπιδράσεις µεταξύ των χωρών της περιοχής».
Οι οξυδερκείς παρατηρήσεις ικανών απεσταλµένων όπως ο Λίνκολν ΜακΒη βοήθησαν τουλάχιστον να αυξήσουν τη ροή των πληροφοριών που ήταν διαθέσιµες προς την απρόθυµη Ουάσιγκτον καθώς οι συνθήκες στην Ευρώπη επιδεινώνονταν στα τέλη της δεκαετίας του 1930.
Προσωπικός φίλος του προέδρου Φραγκλίνος Ρούζβελτ ο ΜακΒη τον πληροφορούσε τακτικά µε επιστολές για την κατάσταση στην νότια αυτή γωνία της Ευρώπης.
Όπως σηµειώνει ο ίδιος ιστορικός για τον Ρούσβελτ, «ήταν η αυξανόµενη διεθνής ένταση που ήταν πραγµατικά αξιοσηµείωτη, και παρόλο που δεν ήταν στο επίκεντρο των πραγµάτων, τα Βαλκάνια ήταν ένα καλό σηµείο ακρόασης, φλεγόµενο από φήµες για πραγµατικές ή φανταστικές κρίσεις».
Ωστόσο, δεν θα αργούσε, πριν τα βαλκανικά γεγονότα γίνονται σταθερά περισσότερα.
Μετά την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερµανούς και την είσοδο των ΗΠΑ στον πόλεµο, Ρούσβελτ και Τσόρτσιλ συµφώνησαν τον Μάρτιο του 1942 ότι οι Αµερικανοί θα εκχωρούσαν τη στρατιωτική ευθύνη στους Βρετανούς σε ότι αφορά τα Βαλκάνια, τη Μέση και την Άπω Ανατολή.
Η Ευρώπη και ο Ατλαντικός θα ήταν υπό κοινή ευθύνη, ενώ ο Ειρηνικός θα ήταν µια αµερικανική υπόθεση.
Μετά το τέλος του Β΄ΠΠ και το ξέσπασµα του εµφυλίου στην Ελλάδα στις 31 Μαρτίου του 1946, η Βρετανία εξακολουθούσε να θεωρείται ο κύριος αρωγός της βοήθειας στην Ελλάδα για την καταπολέµηση του κοµµουνιστικού πλέον κινδύνου, πλην όµως η Βρετανία από τις αρχές του 1947, δήλωνε πως είχε εξαντλήσει όλες τις δυνατότητες που είχε στην βοήθεια προς την Ελλάδα, µε το Λονδίνο να λέει «µέχρις εδώ».
Ο ΜακΒη βλέποντας τον κίνδυνο υπερίσχυσης του ΕΛ.ΑΣ µε συνεχείς επιστολές του προς το νέο πρόεδρο των ΗΠΑ Χάρι Τρούµαν εξηγούσε τους λόγους για την ανάγκη αποφασιστικής αµερικανικής ενέργειας στην Ελλάδα.
Μετά και το τέλος της δεύτερης θητείας του στην Ελλάδα στις 11 Οκτωβρίου του 1947, θα δώσει µια απόρρητη κατάθεση στο Κογκρέσο αναφορικά µε τον κίνδυνο των υποστηριζόµενων από τη ΕΣΣ∆ ακροαριστερών κινηµάτων στα Βαλκάνια.
Ακόµη και σήµερα δεν είναι γνωστό τι κατέθεσε στην Επιτροπή αλλά αυτή η µαρτυρία θεωρήθηκε από τους ιστορικούς ως ο αποφασιστικός παράγοντας για τη διατύπωση αυτού που έγινε αργότερα γνωστό ως «∆όγµα Τρούµαν», το οποίο έλεγε ότι οι ΗΠΑ θα υποστήριζαν την Ελλάδα µε οικονοµική και στρατιωτική βοήθεια για να αποτρέψουν την χωρίς επιστροφή είσοδό της στη σφαίρα επιρροής της Σοβιετικής Ένωσης.
Έτσι το Μάρτιο του 1947 ο Πρόεδρος Χάρι Τρούµαν θα σταθεί ενώπιον του Κογκρέσου -και του αµερικανικού λαού- για να ζητήσει µια πρωτοφανή σε έκταση αµερικανική βοήθεια (στρατιωτική και οικονοµική) για την Ελλάδα και για την Τουρκία, ώστε αυτές οι χώρες να αποφύγουν τον κοµµουνιστικό κίνδυνο.
Αν και ο Τρούµαν δεν ανέφερε ποτέ τους Σοβιετικούς στην οµιλία του, η ρητορική του ήταν αρκετά καθαρή ώστε το αµερικανικό κοινό να καταλάβει σε ποιον αναφερόταν.
Περιγράφοντας οράµατα ενός τροµακτικού κόσµου που κυριαρχείται από κοµµουνιστές, ο Τρούµαν πέτυχε τελικά στην προσπάθειά του «να τροµάξει τον αµερικανικό λαό» όπως του είχε προτείνει ο γερουσιαστής Άρθουρ Βάντενµπεργκ προκειµένου να λάβει τη χρηµατοδότηση που ζητούσε.
Η διακήρυξη του ∆όγµατος Τρούµαν και του µετέπειτα σχεδίου Μάρσαλ στις 12 Μαρτίου 1947, σηµατοδότησε µια καµπή στην αµερικανική εξωτερική πολιτική καθώς οι Ηνωµένες Πολιτείες ολοκλήρωσαν την µετατόπισή τους από τον προπολεµικό δόγµα του αποµονωτισµού σε µια παγκόσµια αντιπαράθεση µε τη Σοβιετική Ένωση.
Επίλογος
Ο ΜακΒη θα συνεχίσει για λίγο ακόµη την διπλωµατική του καριέρα αναλαµβάνοντας ως πρεσβευτής σε Πορτογαλία και Ισπανία µέχρι την συνταξιοδότησή του το 1953.
Φιλέλληνας (είχε πραγµατοποιήσει και ανασκαφές στην περιοχή της Ακρόπολης δίνοντας τα ευρήµατα στο Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο) δεν κατόρθωσε να πείσει την Ρούσβελτ για ουσιαστική βοήθεια προς την Ελλάδα την ώρα που την χρειαζόταν περισσότερο, επέστρεψε στην Ελλάδα στα κρίσιµα χρόνια του εµφυλίου για να θέσει τις βάσεις του «∆όγµατος Τρούµαν».
Υπήρξε όµως ο στυλοβάτης των ελληνοαµερικανικών σχέσεων για σχεδόν δύο δεκαετίες κυριολεκτικά µέσα στις «φλόγες», δύο πολέµων ενός παγκόσµιου και ενός εµφύλιου από τις αρχές της του ΄30 έως τα τέλη της του ΄40 . Άφησε την τελευταία πνοή στις 15 Ιανουαρίου του 1972, σε ηλικία 81 ετών.
Σηµ. 1 Για την ιστορία, η Ακαδηµίας τυπικά εξακολουθεί και ονοµάζεται «Λεωφόρος Φράνκλιν Ρόσεβελτ», αφού ποτέ δεν ανακλήθηκε επίσηµα η µετονοµασία αυτή από το ∆ήµο Αθηναίων.
Το γεγονός ότι δεν υιοθετήθηκε η ονοµασία «Ρόσεβελτ» είναι αποτέλεσµα… της διαταγής των γερµανικών Αρχών κατοχής καθώς δεν ήθελαν ο δρόµος να φέρει το όνοµα του Αµερικανού πρόεδρου.