Μια ιστορία αναγέννησης που μόνο σε θαύμα μπορεί να αποδοθεί, αν αναλογιστεί κανείς τα εμπόδια και τις δυσκολίες, όπως η φτώχεια, η πείνα και η ανεργία, που μάστιζαν εκείνη την περίοδο τη Γερμανία…
Για μεγάλο χρονικό διάστημα η Γερμανία δεν μπορούσε να αποδεχθεί την ήττα που υπέστη στον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η συνθήκη των Βερσαλλιών (28 Ιουνίου 1919) άργησε να συζητηθεί και τελικά να γίνει δεκτή από τη γερμανική πλευρά, η οποία, αν και αντέδρασε διαμαρτυρόμενη έντονα, τελικά -μην μπορώντας να πράξει διαφορετικά- την αποδέχθηκε.
Σύμφωνα με πολλούς ιστορικούς, οι ταπεινωτικοί και σκληροί όροι της συνθήκης ήταν ένας από τους λόγους της λαϊκής δυσφορίας που τελικά οδήγησε στην άνοδο των Ναζί στην εξουσία και το ξέσπασμα του Β’ Παγκόσμιου Πολέμου.
Tα 5 από τα συνολικά 440 άρθρα της συνθήκης των Βερσαλλιών που αφορούσαν τη γερμανική πολεμική αεροπορία είχαν γραφτεί από τους Συμμάχους, έτσι ώστε να σταματήσει μια για πάντα η παραγωγή και η ανάπτυξη στρατιωτικών αεροσκαφών και να εξαλειφθεί διά παντός η δυνατότητα ανάκαμψης της γερμανικής αεροπορικής βιομηχανίας στο μέλλον.
Έτσι, το 1920 η Γερμανία υποχρεώθηκε να παραδώσει μέσα σε τρεις μήνες όλο το αεροπορικό υλικό της στους Συμμάχους, υπό την επίβλεψη ειδικής επιτροπής. Η παράδοση αυτή αφορούσε περίπου 20.000 αεροσκάφη και 27.000 κινητήρες, καθώς και το συναφή εξοπλισμό.
Ωστόσο η συνθήκη δεν ανέφερε τίποτα για πολιτικά αεροσκάφη και αυτό εκμεταλλεύτηκαν οι Γερμανοί για να ξαναχτίσουν σιγά σιγά αυτό που είχαν χάσει.
Παρά το γεγονός ότι οι Σύμμαχοι το 1922 έβαλαν κάποιους περιορισμούς στο μέγεθος και στις επιδόσεις και των πολιτικών αεροσκαφών που φτιάχνονταν στη Γερμανία, τέσσερα χρόνια αργότερα οι ίδιοι περιορισμοί έπαψαν να ισχύουν μέσω μιας άλλης συμφωνίας αεροπορικών κανονισμών που υπογράφτηκε στο Παρίσι.
Κάτω από… τη μύτη των Συμμάχων
H συνθήκη των Βερσαλλιών δεν εμπόδισε τους Γερμανούς να αναπτύξουν, παράλληλα με τα αμιγώς πολιτικά, και άλλα αεροσκάφη, που «βαφτίζονταν» πολιτικά, αλλά ήταν εμφανέστατο ότι με ελάχιστες αλλαγές θα μπορούσαν να αναλάβουν στρατιωτική δράση. Εφεύρισκαν διάφορους τρόπους για να ξεγελούν τους ελεγκτές της επιτροπής εφαρμογής των όρων της συνθήκης, ενώ πολλές φορές και οι ίδιοι οι ελεγκτές (που προέρχονταν από διάφορα κράτη) έκαναν τα «στραβά μάτια» λόγω οικονομικών οφελών που είχαν οι χώρες τους από εμπορικές διακρατικές συμφωνίες με τη Γερμανία!
Ένα μεγάλο εμπόδιο βέβαια στην ανάπτυξη νέων αεροσκαφών ήταν η κατάρρευση της γερμανικής οικονομίας. Ύστερα από τα τέσσερα χρόνια ενός παγκόσμιου πολέμου και τις υποχρεώσεις της ηττημένης προς τους νικητές, οι πόροι για την ανάπτυξη της βιομηχανίας ήταν μηδενικοί. Η χώρα ήταν γεμάτη ερείπια, οι άνθρωποι πεινούσαν, η ανεργία είχε φτάσει στα ύψη.
Ωστόσο μέσα από τις τάξεις του στρατού βρέθηκαν οι δυνάμεις για την αναβίωση του αεροπορικού κλάδου.
Ξεπερνώντας τα εμπόδια, η Γερμανία κατάφερε στα χρόνια που μεσολάβησαν μεταξύ των δύο πολέμων να σταθεί ενεργά στο προσκήνιο της αεροπορικής τεχνολογίας και να αναδείξει μεγάλους αεροναυπηγούς, όπως οι Ernst Heinkel, Claudius Dornier, Hugo Junkers και Willy Messerschmitt.
Πολύ πριν ανέλθουν οι Ναζί στην εξουσία, ένας άγνωστος στο ευρύ κοινό Γερμανός αξιωματικός έθεσε τις βάσεις της γερμανικής πολεμικής αεροπορίας. Ήταν ο στρατηγός Hans Von Seeckt, που το 1920, ως αρχηγός του γενικού επιτελείου στο υπουργείο Άμυνας, ήταν πεπεισμένος πως αργά ή γρήγορα η Γερμανία έπρεπε να αποκτήσει έναν ισχυρό αεροπορικό κλάδο.
Για το σκοπό αυτό ανέθεσε σε αξιωματικούς του επιτελείου να ασχολούνται αποκλειστικά με αεροπορικά ζητήματα, τηρώντας άκρα μυστικότητα, για να μην υποψιαστούν το παραμικρό οι Σύμμαχοι. Ανάμεσά τους ήταν οι Κesserling, Sperle και άλλοι μετέπειτα υψηλόβαθμοι στυλοβάτες της Luftwaffe, αποδεικνύοντας την προνοητικότητα του στρατηγού δύο δεκαετίες πριν αυτή η προσπάθεια φτάσει να μετουσιωθεί σε μία παγκόσμια αεροπορική απειλή…
H περίοδος 1920-1930 κύλησε με τη γερμανική αεροπορική βιομηχανία να παραμένει μικρή αλλά ζωντανή και ενεργή, με τη βοήθεια των επιδοτήσεων και παραγγελιών του γερμανικού κράτους και στρατού, που καταλάβαιναν απόλυτα την ανάγκη να διατηρήσουν πάση θυσία έναν ικανό πυρήνα, γύρω από τον οποίο θα μπορούσαν αργότερα να θεμελιώσουν την αεροπορική πολεμική τους μηχανή.
Ένα δυναμικό ξεκίνημα…
Τα προβλήματα και τα εμπόδια ήταν τεράστια. Ωστόσο, παρά τις οικονομικές δυσκολίες στις αρχές της δεκαετίας του ’20, οι Γερμανοί αεροπόροι έπιασαν «δουλειά». Το 1920 ο καθηγητής Hugo Junkers ίδρυσε την ομώνυμη αεροπορική βιομηχανία στο Dessau, παράγοντας το ολομεταλλικό μεταφορικό αεροσκάφος Junkers F13.
To 1922 o Εrnst Heinkel και ο Claudius Dornier ακολούθησαν το παράδειγμά του. Το 1924 ο Heinrich Focke και Georg Wulf ίδρυσαν την περίφημη Focke Wulf στη Βρέμη και το 1926 ιδρύθηκε η Bayerische Flugzeugwerke (Bf), πιο γνωστή από το 1938 και μετά ως Messerschmitt, προϊόν της μεγαλοφυΐας του καθηγητή Willy Messerschmitt.
To 1926 οι προσπάθειες επιταχύνθηκαν χάρη στην τεράστια εξάπλωση των αερολεσχών, ανεμολεσχών αλλά και των πρώτων, μικρών αρχικά, αεροπορικών εταιρειών. Τότε ιδρύθηκε και η κρατική Lufthansa, που φέτος γιορτάζει τα 80 χρόνια λειτουργίας της.
Παράλληλα ξεκίνησε και η κατασκευή μεγάλων αεροδρομίων στις κυριότερες γερμανικές πόλεις, ενώ εξελίσσονταν και αξιολογούνταν σε επιχειρησιακό επίπεδο νέα όργανα πτήσης, ραδιοβοηθήματα και συστήματα πλοήγησης. Με πρόεδρο τον Erhard Milch η Lufthansa γρήγορα έγινε μια από τις πλέον σημαντικές και με ευρύ πεδίο δραστηριοτήτων αεροπορικές εταιρείες της Ευρώπης, με έμπειρο ιπτάμενο και τεχνικό προσωπικό που λίγο αργότερα θα αποτελούσε τον πυρήνα της Luftwaffe.
Πολύ σημαντική ήταν και η συνεισφορά της εθνικής γερμανικής αερολέσχης, που από το 1920 μέχρι το 1940 συγκέντρωσε 50.000 ενεργά μέλη, ένα ιδανικό φυτώριο ανάπτυξης ικανότατων πιλότων. Μέσω της αερολέσχης δινόταν στον κάθε Γερμανό η δυνατότητα να μάθει τα πάντα για την αεροπορική τέχνη και να εξοικειωθεί μαζί της πραγματοποιώντας μεγάλο αριθμό πτήσεων. Ενώ η υπόλοιπη Ευρώπη «κοιμόταν», η Γερμανία ετοίμαζε την πιο ισχυρή αεροπορική πολεμική μηχανή που είχε γνωρίσει ποτέ ο κόσμος…
Η παρατεταμένη οικονομική ύφεση και η αγανάκτηση από την ταπεινωτική συμπεριφορά των Συμμάχων μετά την ήττα του Α’ ΠΠ οδήγησε τους Γερμανούς ψηφοφόρους να αναζητήσουν λύση στο κόμμα που υποσχόταν αλλαγή, εθνική ανάταση, αισιοδοξία, δυναμισμό και ανακατάληψη εδαφών αλλά και της χαμένης τιμής και δόξας μιας μεγάλης, προδομένης από τους αριστοκράτες, αλλά και υπερήφανης πατρίδας που έμοιαζε ναρκωμένη… Το κόμμα αυτό δεν ήταν άλλο από το Εθνικοσοσιαλιστικό του Αδόλφου Χίτλερ, η ιδεολογική βάση του οποίου έδινε πειστικές απαντήσεις για την πολυπόθητη ανάκαμψη του εμπορίου και της βιομηχανίας που παράπαιαν, ενώ την ίδια ώρα τα κράτη των Συμμάχων αναπτύσσονταν ραγδαία, καρπούμενα τα λάφυρα της νίκης…
Άνοδος στην εξουσία…
Στις γενικές εκλογές του 1932 οι Ναζί έγιναν το πρώτο σε δύναμη κόμμα και ο Χίτλερ χρίστηκε καγκελάριος στις 30 Ιανουαρίου του 1933, εκτοπίζοντας τον έως τότε ισχυρότατο αλλά γέροντα Πρόεδρο Χίντεμπουργκ, ο οποίος είχε φρενάρει την προσπάθεια του Χίτλερ για πλήρη κατάληψη της εξουσίας. Αξίζει να αναφερθεί πως ο Goering από τη θέση του προέδρου του Ράιχσταγκ το 1932 είχε, με την σειρά του, φρενάρει τον Χίντεμπουργκ, προετοιμάζοντας ουσιαστικά το έδαφος για τον Χίτλερ.
Η ανάληψη της διακυβέρνησης από το ναζιστικό κόμμα το 1933 επιτάχυνε τις διαδικασίες επανίδρυσης ενός ισχυρού αεροπορικού κλάδου των ενόπλων δυνάμεων και το έργο αυτό ανέλαβε ο Herman Goering πριν ακόμα ιδρυθεί επίσημα η Luftwaffe, κάτι που έγινε τελικά το 1935. Ήταν μία πολύ σημαντική και στρατηγική κίνηση σε μια εποχή που ακόμα και οι Ένοπλες Δυνάμεις των ισχυρών κρατών δεν διέθεταν ξεχωριστό κλάδο για την Αεροπορία.
Το κόμμα αμέσως απελευθέρωσε μεγάλα κονδύλια μέσω δανείων με πολύ ευνοϊκούς όρους από τις τράπεζες, τα οποία διέθεσε το υπουργείο Αεροπορίας στις κατασκευάστριες εταιρείες για την έρευνα και εξέλιξη νέων αεροσκαφών.
Το 1934 έγινε υποχρεωτική η στρατιωτική θητεία και το υπουργείο Άμυνας μετονομάστηκε σε υπουργείο Πολέμου, ενώ ο υπουργός Άμυνας ονομάστηκε Αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Ενόπλων Δυνάμεων! Υπουργός Αεροπορίας διορίστηκε ο Herman Goering, στενότατος συνεργάτης του Χίτλερ από την εποχή της ίδρυσης του κόμματος και διάδοχός του σε περίπτωση θανάτου του, με γραπτή απόφαση του ίδιου του Αδόλφου.
Ο Goering είχε υπηρετήσει ως πιλότος καταδιωκτικών στον Α’ ΠΠ και είχε τοποθετηθεί διοικητής του περίφημου Σμήνους Ριχτχόφεν, αν και οι επιδόσεις του στον αέρα δεν ταίριαζαν απόλυτα με το χαρακτηρισμό του «Άσου» ή του «’Ηρωα», όπως η γερμανική προπαγάνδα είχε περάσει στο λαό…
Ωστόσο θεωρείται ο θεμελιωτής της Luftwaffe και τουλάχιστον τα πρώτα χρόνια προσπάθησε και εργάστηκε σκληρά για να την οργανώσει και να την καταστήσει πανίσχυρη.
Αργότερα έγινε επιρρεπής στις κολακείες, στη συγκέντρωση πλούτου και πολυτέλειας, σε βαθμό σκανδαλισμού του δημοσίου αισθήματος, αδιάφορος για τις εξελίξεις του πολέμου και πάντοτε πειθήνιο εκτελεστικό όργανο των αιφνίδιων και συχνά καταστροφικών αποφάσεων του Χίτλερ, όπως, για παράδειγμα, η μετατροπή του αεριωθούμενου καταδιωκτικού Me 262 σε βομβαρδιστικό!
Ο Milch αναλαμβάνει δράση
Υφυπουργός Αεροπορίας και δεξί χέρι του Goering ορίστηκε ο Erhard Milch, ο οποίος κρατούσε παράλληλα και τη θέση του προέδρου της Lufthansa.
Από το 1934 παρουσιάστηκαν στο προσκήνιο νέα αεροσκάφη, όπως το καταδιωκτικό διπλάνο Heinkel He51, και αρκετά αναγνωριστικά, όπως τα Heinkel He45 και He46, καθώς και τα εκπαιδευτικά Arado Ar66, Focke Wulf Fw44 και το μεταγωγικό Junkers Ju52/3m, που ξεκίνησε την καριέρα του ως πολιτικό μεταφορικό της Lufthansa.
Tην ίδια χρονιά ξεκίνησε ο σχεδιασμός και οι δοκιμές των Ju86 και He111, ως πολιτικά αεροσκάφη και όχι ως βομβαρδιστικά, που ήταν στην ουσία, ώστε να μην ανησυχήσουν οι Σύμμαχοι…
Εκείνη την περίοδο πολλές γερμανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνταν σε άλλους κλάδους βοηθήθηκαν έτσι ώστε να εισέλθουν και στον αεροπορικό κατασκευαστικό τομέα, όπως οι Henschel (τρένα), Gotha (βιομηχανία σιδήρου) και Blohm & Voss (ναυπηγοεπισκευαστική), αυξάνοντας έτσι σημαντικά την παραγωγικότητα του κλάδου…
Η αρχή έγινε δίνοντας έμφαση σε εκπαιδευτικά και μεταφορικά αεροσκάφη ώστε να μη γίνει άμεσα εμφανής από τα άλλα κράτη η προσπάθεια μαζικής συγκέντρωσης αεροπορικής δύναμης. Παράλληλα δινόταν στη βιομηχανία ο χρόνος να δοκιμάσει την ικανότητα και την ταχύτητα παραγωγής σε σχετικά εύκολα σχέδια χωρίς να ρισκάρει κεφάλαια σε δύσκολα εγχειρήματα.
Σε ό,τι αφορούσε τη γεωγραφική ανάπτυξη της Luftwaffe, αυτό έγινε σχεδόν εν μία νυκτί: μoνάδες που μέχρι τότε ήταν γνωστές σαν απλές αερολέσχες μετονομάστηκαν σε επιχειρησιακές Μοίρες δίωξης ή βομβαρδισμού!
Ήδη από τον πρώτο χρόνο ίδρυσής της η Luftwaffe διέθετε περίπου 2.000 αεροσκάφη όλων των τύπων και προσωπικό 20.000 αξιωματικών και εφέδρων. Με αυτόν το σημαντικό πυρήνα και με την υποστήριξη περίπου 40 αεροπορικών βιομηχανιών που κατασκεύαζαν αεροσκάφη και κινητήρες, η Luftwaffe δεν άργησε να γίνει, το 1939, μια ικανότατη πολεμική μηχανή, που πρακτικά δεν είχε αντίπαλο.
Ένα φιλόδοξο πρόγραμμα προέβλεπε και τελικά κατάφερε την παραγωγή 4.000 αεροσκαφών στο διάστημα 1934- 35, με μέση μηνιαία παραγωγή 150-300 αεροσκάφη μηνιαίως. Περίπου τα μισά αναπτύχθηκαν για καθαρά στρατιωτική χρήση.
«Πυρετός» νέων αεροσκαφών
Στα τέλη του 1935 η μηνιαία παραγωγή αεροσκαφών είχε φτάσει τις 300 μονάδες, σε μια προσπάθεια να παραχθούν οι αναγκαίες ποσότητες για την έναρξη του πολέμου. Η προσπάθεια τεχνολογικής εξέλιξης φαίνεται και από το γεγονός ότι μόνο το μήνα Μάρτιο του 1936 έφταναν στο τελικό στάδιο δοκιμών έντεκα τύποι αεροσκαφών. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνονταν τα Bf109, Bf110, Ju88, Do17, He111, Ju87 Stuka και Hs123.
Oι μεγάλες διοικητικές ικανότητες του Milch είχαν ως αποτέλεσμα να είναι ουσιαστικά ο επικεφαλής της Luftwaffe, προκαλώντας τη ζήλια και την έχθρα του Goering… Έτσι, τον ίδιο κιόλας χρόνο ο Ernst Udet, ένας άσος του Α’ ΠΠ με 62 καταρρίψεις, διορίστηκε διευθυντής του Τεχνικού Γραφείου του υπουργείου, μία θέση που ως τότε κατείχε ο Milch.
Σιγά σιγά ο Milch εκτοπίστηκε και το 1939 ο Udet έγινε ο γενικός διευθυντής της υπηρεσίας προμηθειών αεροπορικού υλικού, η πιο σημαντική θέση όσον αφορά τις παραγγελίες και τη συνολική παραγωγή αεροσκαφών.
Η αλλαγή αυτή αποδείχτηκε καταστροφική για τη μετέπειτα πολεμική ικανότητα της Luftwaffe, καθώς ο Udet ήταν ένθερμος υποστηρικτής της θεωρίας του σύντομου Παγκόσμιου Πολέμου, διάρκειας μόλις 18 μηνών, κατά τους οποίους ο κύριος ρόλος της γερμανικής αεροπορίας θα ήταν η υποστήριξη του Στρατού.
Τα δύο πλέον καταστροφικά αποτελέσματα αυτής της θεωρίας -την οποία φυσικά ασπάζονταν ο Xίτλερ, ο Goering και πολλοί άλλοι από την ηγεσία του κόμματος- ήταν η μη ανάπτυξη ενός ικανού τετρακινητήριου στρατηγικού βομβαρδιστικού μακράς ακτίνας δράσης και η σημαντική μείωση του ρυθμού παραγωγής αεροσκαφών, υποτιμώντας τον αναγκαίο αριθμό που θα χρειαζόταν αργότερα η Luftwaffe την περίοδο του Β’ ΠΠ.
Το σχέδιο του Goering το 1934 προέβλεπε ότι η πλήρης δύναμη της Luftwaffe θα επιτυγχανόταν το 1943, οπότε και θα μπορούσε να νικήσει οποιονδήποτε αντίπαλο. Ωστόσο οι εξελίξεις στην Ευρώπη έκαναν τον Χίτλερ να επισημάνει πολλές φορές στον Goering ότι θα έπρεπε να επισπεύσει το χρονοδιάγραμμα και ότι ο πόλεμος ήταν ανάγκη να ξεκινήσει πολύ νωρίτερα από το 1943. Συνεπώς, η παραγωγή θα έπρεπε να αυξηθεί.
Ο Goering δεν φάνηκε να έδωσε τη δέουσα προσοχή σε αυτήν την επισήμανση, με αποτέλεσμα μερικά χρόνια αργότερα, μεσούντος του πολέμου, να γίνει καθυστερημένα αντιληπτό ότι έπρεπε να είχαν παραχθεί πολύ περισσότερα αεροσκάφη!
Σε ό,τι αφορούσε την οργάνωση της παραγωγής σε υποδομές, τα εργοστάσια παραγωγής αεροσκαφών χτίζονταν αποκεντρωμένα, με πρόβλεψη για πιθανούς βομβαρδισμούς, ενώ ειδική φροντίδα είχε ληφθεί για μηχανήματα και συστήματα που θα μπορούσαν να αυξήσουν σημαντικά την παραγωγή οποτεδήποτε χρειαζόταν.
Στον ισπανικό εμφύλιο…
Το βάπτισμα του πυρός για τη νεογέννητη ακόμα Luftwaffe ήταν η εμπλοκή της στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο του 1936-1939 και αποτέλεσε την αιτία για την εδραίωση της θεωρίας ενός σύντομου πολέμου και της πεποίθησης ότι ο κύριος ρόλος της αεροπορίας θα ήταν η υποστήριξη των ενόπλων δυνάμεων…
Ο Χίτλερ υποστήριξε τις εθνικιστικές δυνάμεις του στρατηγού Φράνκο εναντίον των Ρεπουμπλικανών. Τον Αύγουστο του 1936 μια μικρή δύναμη από έξι καταδιωκτικά He51B και 20 μεταγωγικά Ju52, με μόλις 85 άτομα προσωπικό, έφτασε στην Ισπανία για να εξελιχθεί πολύ σύντομα σε ένα ισχυρό ανεξάρτητο αεροπορικό σώμα, γνωστό ως «Λεγεώνα του Κόνδορος», υπό την ηγεσία αρχικά του ταξίαρχου Hugo Sperrle και αργότερα του πτέραρχου Wolfram Von Richthofen.
Toν πρώτο χρόνο δράσης η Λεγεώνα δεν είχε να επιδείξει σπουδαίες επιτυχίες, όμως από το 1937 και ύστερα η συνδυασμένη χρήση Ju87, Hs123, He51 με τα Bf109 να παρέχουν κάλυψη, διέλυσε τις γραμμές του αντιπάλου με βομβαρδισμούς από μικρό ύψος.
Οι μάχες στην Ισπανία πρόσφεραν ανεκτίμητη πολεμική εμπειρία. Οι Γερμανοί πιλότοι περνούσαν υποχρεωτικά ένα μέρος της θητείας τους στην Ισπανία πριν επιστρέψουν στην πατρίδα τους, όπου μετέφεραν την πολύτιμη εμπειρία τους σε σχολές, μοίρες και μονάδες μετατροπής / μετεκπαίδευσης σε άλλους τύπους.
Τότε άλλαξαν και οι τακτικές μάχης κατά τρόπο ριζοσπαστικό. Μέχρι τότε κάθε πιλότος πετούσε σε ωραίους, μεγάλους σχηματισμούς και αερομαχούσε μόνος του όταν γινόταν εμπλοκή με τον αντίπαλο. Αυτό άλλαξε σε μικρούς, πολύ ευέλικτους σχηματισμούς, με έμφαση στους ελιγμούς μάχης και όχι στους οπτικά ωραίους σφιχτούς σχηματισμούς «πάπιας» ή άλλων γνωστών μοτίβων…
Το βασικό σχήμα ήταν το «ζεύγος», με τον αρχηγό να είναι υπεύθυνος σχεδόν για τα πάντα και τον Νο2 να προσέχει τα νώτα τους συνεχώς, κάτι που εφαρμόζεται εν πολλοίς ακόμα και σήμερα. Στην πράξη, το ίδιο μπορούσε να γίνει ταυτόχρονα από δύο ζεύγη και το σύνολο ενός σμήνους ή μιας μοίρας επιχειρούσε με τον ίδιο ακριβώς τρόπο χωρισμένο σε ζεύγη ή τετράδες. Στις αερομαχίες η αποτελεσματικότητα του συστήματος ήταν τρομακτική. Όσες αεροπορίες αγνόησαν αυτήν την εξέλιξη στις αεροπορικές τακτικές μάχης το πλήρωσαν πολύ ακριβά…
Η περίοδος 1936-1939, ταυτόχρονα με την τριβή στον ισπανικό εμφύλιο πόλεμο, ήταν και η εποχή προθέρμανσης του παγκόσμιου πολέμου, με την αναίμακτη προσάρτηση της αποστρατιωτικοποιημένης ζώνης της Ρηνανίας στα σύνορα με τη Γαλλία, το «Άνσλους», με την προσάρτηση της Αυστρίας και των Σουδητών και τη διαίρεση της Τσεχοσλοβακίας.
Θα ακολουθήσει η εισβολή και κατάκτηση της Πολωνίας (τις 19 πρώτες ημέρες του Σεπτέμβρη του 1939), η Δανία και η Νορβηγία (σε 2 μήνες), η Ολλανδία, το Βέλγιο και το Λουξεμβούργο (σε 6 εβδομάδες).
Η Luftwaffe έτοιμη για δράση…
Τον Αύγουστο του 1939, παραμονές της εισβολής στην Πολωνία, η Luftwaffe διέθετε σχεδόν 4.000 αεροσκάφη σε σύγκριση με τα 3.000 του 1938. Επίσης διέθετε άλλα τόσα αεροσκάφη για όλα τα στάδια της εκπαίδευσης. Από κάθε άποψη ήταν μια τρομακτική αεροπορική δύναμη που δεν είχε αντίπαλο στον κόσμο.
Ο κορμός αυτής της δύναμης αποτελούνταν κατά το ήμισυ από βομβαρδιστικά He111, Do17 και Ju88A που μόλις έμπαιναν σε υπηρεσία. Επίσης, ήταν ήδη διαθέσιμα σε ικανούς αριθμούς τα Ju87 Stuka, Bf109E-1/E-3, τα Bf110 και τα μεταγωγικά Ju52.
To έμψυχο δυναμικό έφτανε το 1.500.000 άντρες (οι περισσότεροι επάνδρωναν αντιαεροποριοκές μοίρες), λόγω και της δελεαστικής καριέρας που υποσχόταν το τεχνολογικά πιο προηγμένο όπλο της Αεροπορίας, κατορθώνοντας έτσι να προσελκύει την αφρόκρεμα της γερμανικής νεολαίας…
Στην Πολωνία η Luftwaffe θα πάρει το δεύτερο μετά την Ισπανία «βάπτισμα», με απόλυτη επιτυχία απέναντι σε αντίπαλο που προέβαλε σθεναρή αντίσταση. Ξημερώματα της 1ης Σεπτεμβρίου 1939 τα Stuka βομβάρδιζαν τις θέσεις των Πολωνών. Την επόμενη μέρα στάλθηκε στον Χίτλερ το τελεσίγραφο του Τσάμπερλεν, ζητώντας την άμεση απόσυρση των γερμανικών στρατευμάτων από την Πολωνία, εκ μέρους των εγγυητριών δυνάμεων της Αγγλίας και της Γαλλίας.
Ο Χίτλερ το αγνόησε. Δεν μπορούσε πλέον να κάνει πίσω. Στις 3 Σεπτέμβρη η Αγγλία και η Γαλλία κήρυτταν τον πόλεμο στη Γερμανία. Άλλη μια μεγάλη περιπέτεια για την ανθρωπότητα μόλις είχε αρχίσει.
Και το αεροπλάνο θα έπαιζε για άλλη μια φορά ένα σημαντικό ρόλο σε αυτή την αιματηρή αναμέτρηση…