Ο Αισχύλος – ο αρχαίος τραγικός ποιητής, που θεωρείται ο πατέρας της τραγωδίας – είχε ένα πραγματικά άδοξο τέλος. Άδοξο και πολύ περίεργο, αν αληθεύει ο μύθος περί τον θάνατό του.
Ο δημιουργός των περίφημων τραγωδιών «Πέρσαι», «Επτά επί Θήβας», «Ικέτιδες», «Ορέστεια» (Αγαμέμνων, Χοηφόροι, Ευμένιδες) και «Προμηθέας Δεσμώτης» γεννήθηκε το 525 π.Χ. ή το 524 π.Χ. και ήταν γόνος παλιάς αριστοκρατικής οικογένειας του δήμου Ελευσίνας.
Παρουσιάστηκε νωρίς στους δραματικούς αγώνες, κατά την 70η Ολυμπιάδα (499/496 π.Χ.), και διαγωνίσθηκε εναντίον των δραματικών ποιητών Πρατίνα και Χοιρίλου.
Ως Αθηναίος πολίτης μετείχε στις μάχες κατά των Περσών. Μαζί του πολέμησαν στη μάχη του Μαραθώνα και οι δύο αδελφοί του, ο Αμυνίας και ο Κυναίγειρος.
Ο τελευταίος μάλιστα πέθανε στον Μαραθώνα στην προσπάθειά του να κρατήσει με τα χέρια του – καθώς ήταν χειροδύναμος και πιθανότατα παλαιστής – ένα πλοίο των Περσών πριν βγει στα ανοιχτά.
Στο έργο του Αισχύλου συμπυκνώνεται η έννοια του δικαίου, καθώς και η συνείδηση του ποιητή ως μαχόμενου πολίτη. Σύμφωνα με τον G. Thomson, υπήρξε οπαδός του Πυθαγόρα και τα δράματά του είναι γεμάτα από πυθαγόρειες ιδέες. Ο ίδιος θεωρούσε ως το μεγαλύτερο επίτευγμα της ζωής του τη συμμετοχή του στη μάχη του Μαραθώνα, στη ναυμαχία του Αρτεμισίου και στη ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Στην ακμή της ζωής του ο Αισχύλος ταξίδεψε στη Σικελία, προσκεκλημένος του τυράννου Ιέρωνα, ενός ισχυρού άρχοντα που καλούσε στην αυλή του στις Συρακούσες μεγάλους καλλιτέχνες της εποχής του. Εκεί πιθανολογείται ότι παρουσίασε για δεύτερη φορά τους Πέρσες.
Ταξίδεψε και δεύτερη φορά στη Σικελία – πιθανώς εξαιτίας της διαφωνίας του με το αθηναϊκό κοινό, όπως παρουσιάζεται σε ένα χωρίο στους Βατράχους του Αριστοφάνη.
Σε αυτή τη δεύτερη επίσκεψή του λέγεται πως έχασε τη ζωή του με έναν απίστευτο τρόπο: Συγκεκριμένα, λέγεται ότι σκοτώθηκε στη Γέλα της Σικελίας (456/455 π.Χ.), όταν δέχτηκε στο κεφάλι του μια χελώνα την οποία είχε ρίξει από ψηλά ένας αετός προκειμένου να σπάσει το καβούκι της και μετά να τη φάει!