Από τη μία πλευρά αναμφίβολα υφίσταται ο θρησκευτικός χαρακτήρας, μιας και οι συγκρούσεις γινόταν επ’ ονόματι του θεού Απόλλωνος και παράλληλα η ηττημένη πλευρά καλούταν να πληρώσει το αντίτιμο της ασέβειας στον θεό.
Από την άλλη όμως είναι κάθε φορά ξεκάθαρα και τα πολιτικά κίνητρα που σε κάθε σύγκρουση ωθούσαν τις εκάστοτε παρατάξεις στις ενέργειές τους, τη στιγμή μάλιστα που διαρκώς εξελισσόταν ένας ιδιότυπος αγώνας για το ποια παράταξη θα απολάμβανε τον έλεγχο πάνω στην Δελφική Αμφικτιονία και το κύρος που αυτός προσέφερε.
Στους ιερούς πολέμους είχαν εμπλακεί διαδοχικά ποικίλες φυλετικές ομάδες, ενώ τα συγκρουόμενα συμφέροντα διαρκώς δημιουργούσαν νέους συσχετισμούς δυνάμεων και συμμαχιών, στοιχεία που ατόνησαν μόλις στα τέλη του 4ου αιώνα, όταν η Δελφική Αμφικτιονία απώλεσε την προνομιακή θέση που απολάμβανε μέχρι τότε στον ελληνικό κόσμο κατά τους δύο προηγούμενους αιώνες.
Τι ήταν όμως η Δελφική Αμφικτιονία;
Υπήρξε ένας από τους παλαιότερους διακρατικούς οργανισμούς της αρχαιότητας με έντονο θρησκευτικό χαρακτήρα, στον οποία συμμετείχαν από κοινού αντιπρόσωποι διαφορετικών φυλετικών ομάδων. Στο αμφικτυονικό συνέδριο συμμετείχαν με δικαίωμα ψήφου δώδεκα Ελληνικές φυλές: οι Θεσσαλοί, οι Βοιωτοί (με κυρίαρχη τη Θήβα), οι Δωριείς (με κυρίαρχη τη Σπάρτη), οι Ίωνες (με κυρίαρχη την Αθήνα), οι Μάγνητες, οι Λοκροί (με μια ψήφο για τους Οζολούς και μία για τους Οπούντιους Λοκρούς), οι Οιταίοι, οι Αχαιοί, οι Φωκείς, οι Μαλιείς, οι Περραιβοί και οι Δόλοπες.
Παράλληλα στο συνέδριο εκπροσωπούνταν δίχως δικαίωμα ψήφου και οι Αιτωλοί, οι Ακαρνάνες, οι Ηλείοι, οι Αρκάδες, οι κάτοικοι της Τριφυλλίας και οι Δρύοπες. Αρχικά το συνέδριο φαίνεται να είχε ως καθήκον του την φροντίδα του ιερού της Δήμητρας, το οποίο βρισκόταν στην πόλη Ανθήλη κοντά στις Θερμοπύλες. Εκεί κοντά βρισκόταν ιερό του Αμφικτύονος, ενώ και η θεά Δήμητρα αποκαλούταν Αμφικτυονίς.
Προς επίρρωση της θέσης αυτής προστίθεται και το γεγονός ότι οι σύνοδοι της Αμφικτυονίας και στις Θερμοπύλες και στους Δελφούς ονομαζόταν Πυλαίες (Πυλαία εαρινή και Πυλαία μεταπωρινή), ενώ και ο ένας από τους δύο αντιπροσώπους, αυτός που αντιπροσώπευε την πόλη του στην συζήτηση των θεμάτων στο συνέδριο, ονομαζόταν πυλαγόρας – ο άλλος αντιπρόσωπος ονομαζόταν ιερομνήμονας και είχε καθήκον του να ψηφίζει για τα ζητήματα έπειτα από τη συζήτηση. Οι ονομασίες αυτές αναδεικνύουν εύγλωττα τη σχέση της Αμφικτυονίας με την περιοχή των Θερμοπυλών. Αργότερα η Αμφικτυονία ανέλαβε την φροντίδα του ιερού του Απόλλωνος στους Δελφούς, εντάσσοντας παράλληλα στον κύκλο της τις περισσότερες φυλετικές ομάδες.
1ος Ιερός Πόλεμος
Στις αρχές του 6ου π.Χ. αιώνα τα τέσσερα φυλετικά κράτη των Θεσσαλών (Ισταιώτιδα, Θεσσαλιώτιδα, Πελασγιώτιδα και Φθιώτιδα) συνέπηξαν στενή συμμαχία επιθετικού χαρακτήρα και άρχισαν να ενσωματώνουν σταδιακά στο κράτος τους διάφορες γειτονικές περιοχές. Στα πλαίσια της πολιτικής τους αυτής υπέταξαν διαδοχικά τους Μάγνητες, τους Αινιάνες και τους Μαλιείς, ενώ κατάφεραν να επικρατήσουν και επί των Φωκέων, εντάσσοντας και τις ψήφους των τελευταίων στο θεσσαλικό μέτωπο που ήλεγχε τη Δελφική Αμφικτυονία.
Η μοναδική φωκική πόλη που αντιστεκόταν στους Θεσσαλούς ήταν η παραλιακή πόλη της Κίρρας (η ύπαρξη και δεύτερης πόλης με το όνομα Κρίσσα, της οποίας η Κίρρα ήταν επίνειο ή η ταύτιση των δύο πόλεων είναι ακόμα θέμα υπό συζήτηση, ελλείψει μάλιστα και σαφών αρχαιολογικών δεδομένων). Η πόλη ήλεγχε το μοναδικό λιμάνι που εξυπηρετούσε τους Δελφούς και πλούτιζε από τα τέλη που επέβαλλε στους προσκυνητές και στα διαμετακομιζόμενα προϊόντα.
Παράλληλα όμως ήταν και διαβόητο ορμητήριο πειρατών που λυμαίνονταν τον κορινθιακό κόλπο με θύματα κυρίως πλοία γειτονικών παραλιακών πόλεων και πιστούς που επιθυμούσαν να κατευθυνθούν προς τους Δελφούς. Η εισβολή του θεσσαλικού ιππικού σταμάτησε μπροστά στα τείχη της Κίρρας.
Η προκλητική όμως στάση των κατοίκων της Κίρρας προκάλεσε την σύμπηξη ενός διευρυμένου μετώπου εναντίον της (μάλλον κατά το έτος 595 π.Χ. ή κατ’ άλλους το 592 π.Χ.). Το συμβούλιο των Αμφικτυόνων κήρυξε ιερό πόλεμο κατά της Κίρρας λόγω ασέβειας και όρισε ως στόχους του πολέμου την καταστροφή των γαιών, την πώληση των κατοίκων ως δούλων και την αφιέρωση της χώρας στον Απόλλωνα, την Άρτεμη, την Λητώ και την Αθηνά Προνοία. Έτσι ξέσπασε ο Α΄ Ιερός Πόλεμος.
Την κύρια ευθύνη διεξαγωγής του πολέμου από πλευράς Αμφικτυονίας ανέλαβαν οι Θεσσαλοί στην ξηρά, ενώ τον θαλάσσιο αποκλεισμό πραγματοποίησε ο τύραννος της Σικυώνας Κλεισθένης, παρόλο που η πόλη του δεν αποτελούσε μέλος της Αμφικτυονίας. Πιθανότερη αιτία της πρωτοβουλίας του αυτής ήταν η θέληση του να τιμωρήσει του Κιρραίους για την πειρατική τους δράση, η οποία προκαλούσε ζημιά στο θαλάσσιο εμπόριο και στους κατοίκους των παραλιακών περιοχών της Σικυώνας. Με αυτούς συνέπραξαν και οι Αθηναίοι με στρατιωτικές δυνάμεις υπό της ηγεσία του Αλκμέωνος, του γιού του Μεγακλέους – άρχοντα στην Αθήνα της περίοδο των Κυλωνείων – σε μια αποστολή που ενδεχομένως ήταν αποτέλεσμα ιδιωτικής πρωτοβουλίας, αν και η έκταση των γεγονότων οδήγησε και στην ανάμειξη του ονόματος του Σόλωνα στο όλο εγχείρημα.
Οι υπόλοιπες πόλεις της συμμαχίας φαίνεται να συμμετείχαν με μικρές στρατιωτικές δυνάμεις. Οι Κίρρα από την άλλη, σχετικά απομονωμένη, φαίνεται να απολάμβανε την στήριξη των Δρυόπων και ενδεχομένως του Άργους και της Κορίνθου (εχθρών του Κλεισθένη της Σικυώνας).
Για την ίδια την πολιορκία της Κίρρας και την πτώση της οι πληροφορίες είναι συγκεχυμένες. Είναι σίγουρο, όπως προειπώθηκε, ότι ο αποκλεισμός της πόλης από στεριάς πραγματοποιήθηκε από τους Θεσσαλούς, ενώ ο θαλάσσιος αποκλεισμός (κεφαλαιώδους απ’ ότι φαίνεται σημασίας για την πτώση της πόλης) ήταν έργο των Σικυωναίων.
Η πόλη πολιορκήθηκε στενά για δέκα χρόνια και τελικά υπέκυψε (μία άλλη θεωρία υποστηρίζει ότι η άλωση της πόλης πραγματοποιήθηκε νωρίτερα – το 592 π.Χ., όταν τα πηγάδια της πόλης δηλητηριάστηκαν με εντολή του Σόλωνα με τη χρήση του φυτού ελλέβορο, αλλά ή αντίσταση των Κιρραίων συνεχίστηκε για αρκετά ακόμα χρόνια στις κοντινές κορυφογραμμές που είχαν καταφύγει μέχρι οι Θεσσαλοί να κατορθώσουν να τους καθυποτάξουν οριστικά). Χρειάστηκαν πάντως αρκετά χρόνια μέχρι να καταστείλουν οι Θεσσαλοί όλες τις εστίες αντίστασης των Κιρραίων στα βουνά της περιοχής.
Τελικά όμως η Κίρρα υπέκυψε. Οι διακηρύξεις της Αμφικτυονίας εκτελέστηκαν κατά γράμμα: Οι κάτοικοι της Κίρρας εξανδραποδίστηκαν, η χώρα τους πέρασε από φωτιά και σίδερο, με τρόπο μάλιστα τόσο συστηματικό ώστε ακόμα και σήμερα δεν έχουν βρεθεί τα ερείπια της ιστορικής Κίρρας, ενώ η ύπαιθρος αφιερώθηκε στο θεό και απαγορεύτηκε το χτίσιμο οικιών ή η καλλιέργεια της γης στο Κρισσαίο πεδίο. Ως ανάμνηση της νίκης αυτής θεωρήθηκαν οι πυθικοί αγώνες του 582 π.Χ., που ακολούθησαν την οριστική κάμψη της αντίστασης των Κιρραίων στα βουνά.
Στους αγώνες αυτούς κατήγαγε νίκη και βραβεύτηκε ο Κλεισθένης της Σικυώνας. Οι Θεσσαλοί απέκτησαν το έλεγχο της περιοχής προσωρινά, για να απομακρυνθούν αρχικά 20 χρόνια αργότερα, όταν και ηττήθηκαν από τους Βοιωτούς, ενώ στα 510 π.Χ. οι ενωμένοι πια Φωκείς εξεγέρθηκαν κατά των Θεσσαλών και κατόρθωσαν στην μάχη της Υάμπολης να εκδιώξουν τους Θεσσαλούς από τα εδάφη τους.
2ος ιερός πόλεμος
Σε αντίθεση τόσο με τον πρώτο , όσο και με τους δύο επόμενους ιερούς πολέμους ο δεύτερος ιερός πόλεμος δεν έχει να παρουσιάσει ούτε μεγάλη χρονική έκταση αλλά ούτε και γεγονότα ιδιαίτερης αξίας. Πηγές για τα λίγα αυτά γεγονότα αποτελεί πρωτίστως ο Θουκυδίδης (Ιστοριών Βιβλίο Α) και ο Πλούταρχος (Βίοι Παράλληλοι Περικλής/ Φάβιος Μάξιμος). Σύμφωνα με αυτές η πόλη των Δελφών ανεξαρτητοποιήθηκε με το πέρας του Α’ ιερού πολέμου και απέκτησε μεγάλο κύρος και ευημερία. Στα 457 π.Χ. όμως οι Αθηναίοι, μετά τη νίκη τους κατά των Βοιωτών στα Οινόφυτα και έχοντας αποκτήσει τον έλεγχο της Βοιωτίας και την υποστήριξη των Φωκέων, προχώρησαν και απέσπασαν την πόλη των Δελφών από την Αμφικτυονία για να την παραχωρήσουν στους Φωκείς, αποκτώντας έτσι έμμεσα για τους ίδιους τον έλεγχο του μαντείου.
Η πράξη τους αυτή προκάλεσε την οργή της Σπάρτης, με αποτέλεσμα στα 448 π.Χ. να ξεσπάσει μεταξύ Σπάρτης και Αθήνας σύγκρουση που ονομάστηκε Β΄ Ιερός Πόλεμος. Οι Λακεδαιμόνιοι εκστράτευσαν και απέδωσαν ξανά το μαντείο των Δελφών στους Αμφικτύονες, επαναφέροντας την προηγούμενη κατάσταση. Όμως λίγο αργότερα (η χρονολογία είναι ασαφής) ο Περικλής εκστράτευσε ξανά και έδωσε πάλι τον έλεγχο της πόλης στους Φωκείς.
3oς ιερός πόλεμος
Ο τρίτος ιερός πόλεμος ήταν ο τρίτος κατά σειρά πόλεμος που έγινε στην αρχαία Ελλάδα με αφορμή τον έλεγχο του μαντείου των Δελφών. Ο πόλεμος ξέσπασε το 356 π.Χ., όταν οι Φωκείς αρνούμενοι να υποστούν τις συνέπεις της τιμωρίας που τους επιβλήθηκε από το αμφικτυονικό συνέδριο, κατέλαβαν το μαντείο των Δελφών. Εναντίον τους τότε σχηματίστηκε ένας αντίπαλος συνασπισμός κάτω από την ηγεσία της Θήβας αρχικά και της Μακεδονίας στην συνέχεια με αποτέλεσμα την οριστική υποταγή των Φωκέων δέκα χρόνια μετά. Ο πόλεμος αυτός αποτέλεσε αφορμή για την πρώτη εμπλοκή της Μακεδονίας στις εξελίξεις της νότιας Ελλάδας.
Το 362 π.Χ. οι Φωκείς, σύμμαχοι τότε των Θηβαίων, αθέτησαν την υποχρέωσή τους να ενισχύσουν τον Θηβαϊκό στρατό στην εκστρατεία του στην Πελοπόννησο. Την στάση τους αυτή αποφάσισαν να τιμωρήσουν οι Θηβαίοι, κατηγορώντας τους στο Αμφικτυονικό συνέδριο για ιεροσυλία επειδή είχαν καλλιεργήσει μέρος των ιερών κτημάτων των Δελφών. Το Αμφικτυονικό συνέδριο αποφάσισε να τους επιβάλει βαρύ πρόστιμο το οποίο οι Φωκείς αδυνατούσαν να πληρώσουν. Σε συνέλευση που συγκάλεσαν οι Φωκείς ο Φιλόμηλος από την πόλη Λέδων έβγαλε ένα λόγο, πείθοντας τους Φωκείς ότι αυτό το ποσό ήταν υπέρογκο και ότι η μόνη τους επιλογή ήταν να αντισταθούν και να καταλάβουν τους Δελφούς.
Με τον τρόπο αυτό θα πετύχαιναν να ακυρώσουν την απόφαση εναντίον τους. Στο συνέδριο αυτό οι Φωκείς εξέλεξαν τον Φιλόμηλο στρατηγό ο οποίος στην συνέχεια αναζήτησε εξωτερική βοήθεια στους εχθρούς των Θηβαίων, Σπαρτιάτες. Οι Σπαρτιάτες ωφελούνταν από την ενίσχυση των Φωκέων αφού έτσι θα βρίσκονταν κοντά στην αντίπαλη Θήβα ασκώντας της πιέσεις. Έτσι προσέφεραν στους Φωκείς ένα ποσό 15 ταλάντων για να επανδρώσουν και να εξοπλίσουν στρατό. Οι Φωκείς κατόρθωσαν να δημιουργήσουν ένα στρατό 5.000 αντρών με τον οποίο κατέλαβαν το μαντείο των Δελφών. Ο Φιλόμηλος τότε οχύρωσε τους Δελφούς ενώ κατέστρεψε την πέτρα στην οποία ήταν καταγεγραμμένη η απόφαση για την τιμωρία τους.
Αμέσως τα μέλη της Δελφικής Αμφικτυονίας κάτω από την ηγεσία της Θήβας κήρυξαν στον πόλεμο στους Φωκείς. Με τους Φωκείς συμμάχησαν οι Αθηναίοι, οι Σπαρτιάτες και οι τύραννοι των Φερών της Θεσσαλίας. Τον πρώτο χρόνο του πολέμου οι Λοκροί της Άμφισσας προσπάθησαν να καταλάβουν το μαντείο αλλά απωθήθηκαν από τις δυνάμεις του Φιλόμηλου. Ένα χρόνο μετά ο Φιλόμηλος σκοτώθηκε στη μάχη που διεξήχθη στην πόλη Νέον της Φωκίδας, κοντά στην Τιθορέα σε μία σύγκρουση εναντίον των Βοιωτών. Τον διαδέχτηκε στην ηγεσία των Φωκέων ο Ονόμαρχος.
Ο Ονόμαρχος σύλησε τους θησαυρούς των Δελφών για να χρηματοδοτήσει έναν ισχυρό μισθοφορικό στρατό 20.000 πολεμιστών και 1000 ιππέων ενώ την ίδια περίοδο άρχισε να οχυρώνει τις Φωκικές πόλεις. Με τον στρατό αυτό εκστράτευσε κατά των γειτονικών Επικνημίδιων Λοκρών καταλαμβάνοντας το Θρόνιο. Επίσης εκστράτευσε κατά της Δωρίδας αλλά και της Βοιωτίας καταλαμβάνοντας τον Ορχομενό. Στην συνέχεια στράφηκε εναντίον της Θεσσαλίας προκαλώντας για πρώτη φορά την παρέμβαση των Μακεδόνων.
Το 354 π.Χ. κινήθηκαν εναντίον τους οι Μακεδόνες του Φιλίππου, γεγονός που αποτέλεσε την πρώτη εμπλοκή των Μακεδόνων στα γεγονότα της νότιας Ελλάδας. Αρχικά οι Μακεδόνες ηττήθηκαν σε δύο μάχες από τους Φωκείς. Θεωρείται πως σημαντικό ρόλο στην νίκη των Φωκέων έπαιξε η χρήση καταπελτών που χτυπούσαν την Μακεδονική φάλαγγα. Ο Φίλιππος κατάφερε να επιβληθεί των Φωκέων ένα χρόνο μετά το 353 π.Χ. στην μάχη του Κρόκιου Πεδίου κοντά στον Παγασητικό κόλπο. Στην μάχη αυτή σκοτώθηκε ο Ονόμαρχος και τον διαδέχτηκε στην συνέχεια ο Φάυλλος.
Στην συνέχεια ο Φίλιππος κινήθηκε κατά της Φωκίδας. Η κάθοδος των Μακεδόνων στην νότια Ελλάδα ανησύχησε τους Αθηναίους οι οποίοι έσπευσαν να αντιμετωπίσουν τους Μακεδόνες στις Θερμοπύλες και κατάφεραν να τους σταματήσουν. Την επόμενη χρονιά πέθανε ο Φάυλλος και στρατηγός των Φωκέων έγινε ο Φάλαιρος.
Τα επόμενα χρόνια οι Φωκείς εκστράτευσαν κατά της Βοιωτίας αλλά χωρίς επιτυχία. Κατόρθωσαν όμως στο διάστημα αυτό να διατηρήσουν τις κτήσεις τους. Η Φιλοκράτειος ειρήνη που υπογράφτηκε μεταξύ Αθηναίων και Μακεδόνων απομόνωσε τους Φωκείς που έμειναν χωρίς συμμάχους. Τελικά το 346 π.Χ. οι Φωκείς αναγκάστηκαν να παραδοθούν. Η ποινή που τους επιβλήθηκε ήταν πολύ σκληρή καθώς υποχρεώθηκαν να πληρώνουν 60 τάλαντα ετησίως για να ξεπληρώσουν τους θησαυρούς που αφαίρεσαν από τους Δελφούς ενώ τους αφαιρέθηκαν και οι δύο ψήφοι που είχαν στο Αμφικτυονικό συνέδριο, οι οποίοι δόθηκαν στους Μακεδόνες.