Στις αρχές του 20ού αιώνα το Ιράκ και το Ιράν συνεργάστηκαν στην επίλυση των διαφορών τους, και το 1937 ρυθμίστηκε η διαφορά για τη στρατηγική δίοδο του Σατ ελ Αράμπ, στον Περσικό Κόλπο.
Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 η αποχώρηση των Βρετανών από τις στρατιωτικές βάσεις της περιοχής του Σουέζ και η είσοδος των Σοβιετικών στην περιοχή οδήγησε τον Σάχη της Περσίας Ρεζά Παχλαβί στην απόφαση να ενισχύσει το ρόλο του, αφού το Ιράν ήταν η μεγαλύτερη και ισχυρότερη χώρα της περιοχής.
Το 1969, ο Σάχης δήλωσε ότι η χώρα του αποχωρεί μονομερώς από τη συμφωνία για το Σατ ελ Αράμπ, που υποχρέωνε για πληρωμή φόρων στο Ιράκ και για ανάρτηση ιρακινής σημαίας κατά τη διέλευση ιρανικών πλοίων. Το Ιράκ ανακοίνωσε ότι όλη η δίοδος του Σατ ελ Αράμπ ανήκει στην ιρανική επικράτεια και απείλησε να εμποδίσει τη διέλευση ιρανικών πλοίων.
Επιπλέον, το Ιράν υποστήριξε την εξέγερση των Κούρδων του Βορρά, που έλεγχαν τα 2/3 της ιρακινής παραγωγής πετρελαίου, κι έτσι απειλούσαν με διαμελισμό το Ιράκ. Σήμερα, παρότι τα καθεστώτα των δύο χωρών έχουν αλλάξει και μαζί τους και τα δεδομένα στη διεθνή σκηνή, οι στρατηγικές επιδιώξεις του δυνατού Ιράν δεν έχουν διαφοροποιηθεί.
Τότε, μπροστά στην πίεση του Ιράν, το Ιράκ αναγκάστηκε να ζητήσει επίλυση των διαφορών μέσω διαπραγματεύσεων, κι έτσι υπογράφηκε η συμφωνία του Αλγερίου το 1975.
Με βάση αυτή τη συμφωνία, καθορίστηκε ως σύνορο στη δίοδο Σατ ελ Αράμπ η μέση γραμμή των υδάτων, που ευνοούσε το Ιράν και ανάγκαζε το Ιράκ να δώσει ένα μέρος της διόδου και να μην έχει διεκδικήσεις στο ιρανικό Κουζεστάν. Σε αντάλλαγμα, το Ιράν θα σταματούσε να υποστηρίζει τους Κούρδους του Ιράκ. Έτσι, το Ιράν γινόταν πανίσχυρο στον Κόλπο με 2.000 χλμ. ακτών και πέντε ναυτικές βάσεις, ενώ το Ιράκ είχε πρόσβαση μόνο 40 χλμ. και μόνο δύο ναυτικές βάσεις (Μπάσρα και Ουμ Κασρ).
Το Ιράκ μετά τη συμφωνία προσπάθησε να σταθεροποιηθεί στο εσωτερικό του, να ενισχύσει τη στρατιωτική του δύναμη και να βελτιώσει την οικονομική του κατάσταση. Το 1979 θα αποδειχτεί καθοριστικό για το μέλλον της περιοχής καθώς το φιλοδυτικό καθεστώς του Σάχη καταρρέει κάτω από την πίεση των διαδηλώσεων και ο Αγιατολάχ Χομεϊνί καταφθάνει στην Τεχεράνη από το Παρίσι, όπου βρισκόταν σε εξορία επί 15 χρόνια.
Τον Απρίλιο του ιδίου έτους το Ιράν ανακηρύσσεται Ισλαμική Δημοκρατία. Με την άνοδο του ισλαμικού καθεστώτος στο Ιράν, άρχισαν οι ανακοινώσεις από την πλευρά των φανατικών κληρικών, που έδειχναν ότι είχαν επεκτατικές βλέψεις στη περιοχή και ότι επιδίωκαν την «εξαγωγή» της επανάστασης και τη δημιουργία παρόμοιων καθεστώτων και στην υπόλοιπη περιοχή.
Καλούσαν τους σιίτες του Ιράκ (60% του πληθυσμού) να ανατρέψουν το καθεστώς του κόμματος Μπάαθ της Βαγδάτης, που κυβερνούσε από το 1968, και άρχισαν να υποστηρίζουν την εξέγερση των Κούρδων, που είχε σταματήσει με τη συμφωνία του Αλγερίου. Την ίδια περίοδο, ο Σαντάμ Χουσεΐν, που έγινε πρόεδρος του Ιράκ τον Ιούλιο του 1979, έτεινε χείρα φιλίας, προσπαθώντας να πείσει το Ιράν να επιλύσουν τις διαφορές τους με διαπραγματεύσεις.
Η αποτυχία αυτών των προσπαθειών σκλήρυνε το καθεστώς του Σαντάμ, ο οποίος στο τέλος του 1979 εκδίωξε 100.000 σιίτες από το Ιράκ ενώ άρχισε με τη σειρά του να υποστηρίζει αντιπάλους του ισλαμικού καθεστώτος εντός του Ιράν. Το έναυσμα δόθηκε με την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας του αντιπροέδρου του Ιράκ Ταρίκ Ασίζ.
Ακολούθησαν σε λίγες μέρες οι αποσύρσεις των πρεσβευτών από τις δυο πρωτεύουσες, ενώ δεν άργησαν να ξεσπάσουν συγκρούσεις στα σύνορα. Η άνοδος των τιμών του πετρελαίου την περίοδο 1979-1980 τόνωσε την οικονομία του Ιράκ, και σημαντικά προγράμματα ανακοινώθηκαν.
Όλα αυτά από τη μια δημιουργούσαν ανησυχία στο Ιράν επειδή το μπααθικό καθεστώς ήταν σημαντικό εμπόδιο για την κυριαρχία στη περιοχή και από την άλλη μεριά η κυβέρνηση του Σαντάμ, που είχε εξελιχθεί σε καθεστώς του ενός ανδρός, περίμενε τη στιγμή που το καθεστώς των μουλάδων θα ήταν αδύναμο.
Τον Αύγουστο έγιναν ανταλλαγές βολών πυροβολικού, αρμάτων και ορισμένες αεροπορικές προσβολές και από τις δυο πλευρές. Τον Σεπτέμβριο του 1980, το Ιράκ κατηγόρησε το Ιράν ότι βομβάρδισε ιρακινές πόλεις, και γι’ αυτό ενήργησε επιθετικά για εξαλείψει την απειλή. Το Ιράν αντέδρασε λέγοντας ότι δεν δεσμεύεται από τη συμφωνία του Αλγερίου. Σε λίγες μέρες ακολούθησε παρεμφερής αντίδραση του Ιράκ.
Η πρώτη περίοδος του πολέμου
Μετά τα προαναφερθέντα γεγονότα, η ένταση έφθασε σε οριακό σημείο και στις 22 Σεπτεμβρίου 1980 ιρακινά αεροσκάφη βομβάρδισαν δέκα ιρανικά αεροδρόμια, σε μια ανεπιτυχή προσπάθεια να καταστρέψουν το αεροπορικό δυναμικό του αντιπάλου. Την επομένη, έξι ιρακινές μεραρχίες εισέβαλαν στο ιρανικό έδαφος, με την κύρια προσπάθειά τους στο νότιο μέρος, για να αποκόψουν και απομονώσουν την περιοχή του Σατ ελ Αράμπ.
Δυο μεραρχίες κινήθηκαν κυκλωτικά προς τις στρατηγικές πόλεις του Κοραμσάρ και Αμπαντάν, και δυο τεθωρακισμένες μεραρχίες κύκλωσαν τη Μπάσρα και την Αμάρα. Στο βόρειο και κεντρικό μέτωπο χρησιμοποιήθηκαν δυο επιπλέον μεραρχίες στα πλαίσια δευτερευόντων προσπαθειών για να παραπλανήσουν τον αντίπαλο και να τον κρατήσουν απασχολημένο ώστε να μη μεταφέρει δυνάμεις στον νότο.
Στο κέντρο, οι Ιρακινοί προχώρησαν στις διαβάσεις του όρου Ζάκρος ενώ στο βορρά έκλεισαν το δρομολόγιο που συνδέει την Τεχεράνη με τη Βαγδάτη και κατέλαβαν θέσεις για να προστατεύσουν την πετρελαιοπαραγωγό περιοχή του Κιρκούκ.
Από ιρανικής πλευράς, στον νότο υπήρχε μόνο μια τεθωρακισμένη μεραρχία με τις μισές μονάδες της καθώς και οι φρουροί του ιρανικού καθεστώτος πασνταράν, που αποτελούσαν παραστρατιωτικά τμήματα και συγκροτήθηκαν από τους μουλάδες σαν αντίβαρο στον τακτικό στρατό.
Παρότι οι πασνταράν ήταν οπλισμένοι μόνο με τυφέκια και βόμβες μολότοφ, σήκωσαν το βάρος της αντίστασης απέναντι στα ιρακινά άρματα μάχης. Χαρακτηριστική είναι η μάχη για την κατάληψη της Κοραμσάρ, που διήρκεσε σχεδόν ένα μήνα και προκάλεσε στους Ιρακινούς περί τις 7.000 απώλειες και την καταστροφή περίπου 100 αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων. Η όλη επιθετική ενέργεια των Ιρακινών απηχούσε τους πολιτικούς αντικειμενικούς τους σκοπούς, όπως δήλωναν άλλωστε Ιρακινοί επίσημοι.
Δεν επιδίωκαν την καταστροφή του Ιρανικού Στρατού και, στην πρώτη φάση, δεν πρόσβαλαν κατοικημένες περιοχές και οικονομικής σημασίας στόχους. Οι Ιρακινοί επιτέθηκαν με έξι από τις δώδεκα μεραρχίες που διέθεταν στη πρώτη φάση του πολέμου.
Από την άλλη πλευρά, οι Ιρανοί, παρότι ήθελαν να αναδειχθούν σε ηγέτιδα δύναμη στην περιοχή, βρίσκονταν στη μετεπαναστατική περίοδο, με πολλούς εσωτερικούς εχθρούς και τις στρατιωτικές δυνάμεις στις ίδιες σχεδόν θέσεις που βρίσκονταν επί Σάχη: μια μεραρχία στον νότιο τομέα, όπου έγινε η κύρια ιρακινή επίθεση, και άλλες τρεις βορειότερα στα σύνορα με το Ιράκ, ενώ υπήρχαν δυνάμεις στα σύνορα με τη Σοβιετική Ένωση και τρεις μεραρχίες γύρω από την Τεχεράνη, για την ασφάλεια του καθεστώτος.
Έτσι, η ιρακινή διστακτικότητα και οι περιορισμένοι αντικειμενικοί σκοποί και από την άλλη πλευρά, η διασπορά των ιρανικών τακτικών δυνάμεων και η αδυναμία συγκέντρωσής τους στο νότιο τομέα, έδωσε τη δυνατότητα στο Σαντάμ να πετύχει τους περιορισμένης έκτασης στόχους του.
Αυτή η ιρακινή αυτοσυγκράτηση έδωσε το χρόνο στους Ιρανούς να συσπειρώσουν την κοινή γνώμη και να βρεθούν σε πλεονεκτική θέση σε πολιτικό επίπεδο. Στον στρατιωτικό τομέα, οι Ιρανοί επέλεξαν να προχωρήσουν σε στρατηγικής σημασίας προσβολές, βομβαρδίζοντας με αεροπορικές επιδρομές τη Βαγδάτη και με ναυτικό την Μπάσρα και δύο τερματικούς σταθμούς πετρελαίου στη χερσόνησο Φάο, μειώνοντας σημαντικά τις ιρακινές εξαγωγές πετρελαίου.
Η σταθεροποίηση του Μετώπου
Μετά την πρώτη φάση του πολέμου, οι Ιρακινοί ήταν ικανοποιημένοι από τις νίκες τους ενώ οι Ιρανοί προσπαθούσαν να σταθεροποιήσουν την κατάσταση σε πολιτικό και στρατιωτικό επίπεδο. Έτσι, για τους επόμενους οκτώ μήνες, η στρατιωτική δραστηριότητα περιορίστηκε στη χρήση πυροβολικού και στους αεροπορικούς βομβαρδισμούς στρατιωτικών και στρατηγικών στόχων.
Επειδή συνέχιζαν να υπάρχουν διαφωνίες και έλλειψη συνεργασίας μεταξύ ιρανικού τακτικού στρατού και πασνταράν, δημιουργήθηκε ειδική επιτροπή για συντονισμό των ενεργειών των ενόπλων τμημάτων, έγινε πρόσκληση εφέδρων και προσπάθησαν να σταθεροποιήσουν την άμυνα με την πρόκληση πλημμυρών, σε ένα έδαφος που από τη φύση του ήταν «δύσκολο», δίπλα στη συμβολή και στις εκβολές των ποταμών Τίγρη και Ευφράτη.
Τον Ιανουάριο του 1981 οι Ιρανοί προσπάθησαν να διασπάσουν τις ιρακινές γραμμές κοντά στη συμβολή των μεγάλων ποταμών. Διάβηκαν τον ποταμό Καρκέχ, αλλά οι Ιρακινοί αντέδρασαν κυκλώνοντας την ιρανική τεθωρακισμένη μεραρχία που διείσδυσε, με αποτέλεσμα να την καταστρέψουν σχεδόν ολοκληρωτικά, στη μεγαλύτερη μάχη αρμάτων που έγινε σε αυτό τον πόλεμο. Αποτέλεσμα: περί τα 100 ιρανικά άρματα μάχης Μ-60 και Chieftain κατεστραμμένα και περί τα 50 Τ-72 ιρακινά. Ίσως είναι και η μοναδική μάχη τα νεότερα χρόνια που δυτικής κατασκευής άρματα ηττήθηκαν από αντίστοιχα ρωσικής κατασκευής. Πρέπει να σημειωθεί ότι οι δυο αυτοί τύποι αρμάτων θεωρούνται της ίδιας μαχητικής ικανότητας.
Οι ιρανικές αντεπιθέσεις
Από την άνοιξη του 1981 οι Ιρανοί είχαν αναδιοργανώσει τις δυνάμεις τους και ήταν έτοιμοι να εκτελέσουν κάποιες επιθετικές ενέργειες, αν και η σύζευξη στρατού και πασνταράν έμελλε να αποβει προβληματική σε όλη τη διάρκεια του πολέμου. Οι Ιρακινοί παρέμειναν σε όλη τη διάρκεια του χειμώνα σε πρόχειρα κατασκευασμένα χαρακώματα και με αμυντικές θέσεις που δεν μπορούσαν να καλύψουν τα 800 περίπου χιλιόμετρα του Μετώπου, από το βορρά μέχρι τις εκβολές των ποταμών, στον αβαθή Περσικό Κόλπο.
Εξάλλου, η προχειρότητα των αμυντικών θέσεων ανταποκρινόταν στην ασάφεια των ιρακινών πολιτικών επιδιώξεων. Τον Μάιο του 1981 οι Ιρανοί επιτέθηκαν και κατέλαβαν την πόλη Σουσανγκέρντ, στον κεντρικό τομέα, απέναντι από τη συμβολή των ποταμών, και στην περιοχή που έγινε η αρματομαχία τον Ιανουάριο.
Τον Σεπτέμβριο του ίδιου έτους κατέλαβαν το Αμπαντάν, τη νοτιότερη πόλη, κοντά στις εκβολές των ποταμών, σε επίθεση που έκαναν με δυο μεραρχίες πεζικού. Από τις 29 Νοεμβρίου μέχρι τις 9 Δεκεμβρίου έγινε η πρώτη μεγάλη επιθετική ενέργεια των Ιρανών με την κωδική ονομασία «Ο δρόμος της Ιερουσαλήμ», για κατάληψη της πόλης Μποστάν, ανατολικά του ποταμού Τίγρη και βόρεια της Σουσανγκέρντ. Σε αυτό το σημείο αναδεικνύεται μια εμμονή των Ιρανών σε αυτή τη φάση να επικεντρώνουν τις δυνάμεις τους βόρεια της «δύσκολης» γεωγραφικά περιοχής της συμβολής των ποταμών.
Στον άνισο για τους Ιρακινούς αγώνα συγκεντρώθηκαν εννιά ταξιαρχίες (έξι πασνταράν και τρεις τακτικού στρατού) εναντίον μιας ιρακινής μεραρχίας (τρεις ταξιαρχίες). Σε αυτή τη μάχη διαπιστώθηκε η δυνατότητα του ιρανικού τακτικού στρατού να σχεδιάζει πάλι επιχειρήσεις, κάτι που είχε αποστερηθεί μετά την εκδίωξη έμπειρων επαγγελματιών από τις τάξεις του.
Οι πασνταράν ορμούσαν με φανατισμό, χωρίς υποστήριξη πυροβολικού στα ιρακινά χαρακώματα και μόνο με το τυφέκιό τους πρόσβαλαν τους Ιρακινούς, που στέκονταν χωρίς σκοπό και με μειωμένο ηθικό.
Μπροστά στα αποτελέσματα της μάχης, που δημιούργησε απειλή για προσβολή των ιρακινών δυνάμεων στον νότο και των γραμμών ανεφοδιασμού, ο Σαντάμ επιδίωξε την ανακωχή και την υπογραφή συμφωνίας ειρήνης με το Ιράν. Αντί αυτού, οι Ιρανοί επιτέθηκαν τον Μάρτιο του 1982 με την επιχείρηση «Σίγουρη Νίκη» με 100.000 άνδρες, εκ των οποίων οι μισοί του τακτικού στρατού και οι λοιποί, πασνταράν και πολιτοφύλακες.
Η μάχη έγινε πιο συγκροτημένα από τις προηγούμενες με τη χρήση όλων των διαθέσιμων όπλων, αρμάτων, πυροβολικού, πεζικού, αεροπορίας, επιθετικών ελικοπτέρων κ.λπ. Διεξήχθη στη περιοχή των Σους και Ντεζφούλ, στα βόρεια του Κουζεστάν, και προκάλεσε μεγάλες απώλειες στον Ιρακινό Στρατό.
Η πρώτη γραμμή των επιτιθέμενων αποτελούνταν από τεθωρακισμένα, ενώ ακολουθούσαν οι φανατικές ταξιαρχίες των πασνταράν που ήταν περισσότερο τμήματα αυτοκτονίας παρά στρατιωτικά τμήματα. Στη μάχη αιχμαλωτίστηκαν 20.000 Ιρακινοί και μεγάλες ποσότητες υλικού, συμπεριλαμβανομένων 400 αρμάτων και τεθωρακισμένων οχημάτων. Τον Απρίλιο και τον Μάιο του 1982 έγινε η επιχείρηση «Ιερουσαλήμ» που είχε σαν αποτέλεσμα την κατάληψη του Κοραμσάρ.
Στη μάχη που κράτησε δυο μέρες (η μάχη του προηγούμενου χρόνου για την κατάληψή της είχε διαρκέσει ένα μήνα) η πόλη καταλήφθηκε, κι έτσι σηματοδοτήθηκε η ανακατάληψη των ιρανικών πόλεων και το σημείο από το οποίο τα πράγματα μεταστράφηκαν και το Ιράκ βρέθηκε εκεί από όπου ξεκίνησε.
Συνελήφθησαν 12.000 αιχμάλωτοι και μεγάλες ποσότητες υλικού. Τότε ο Σαντάμ διέταξε την αποχώρηση των ιρακινών δυνάμεων από το ιρανικό έδαφος και την οργάνωση της αμυντικής γραμμής στην παλιά γραμμή των συνόρων. Συγχρόνως, πρότεινε την υπογραφή εκεχειρίας και την αποστολή ενισχύσεων στους Παλαιστίνιους που δοκιμάζονταν τότε από την ισραηλινή εισβολή στο Λίβανο. Οι Ιρανοί, σε μια επίδειξη αδιαλλαξίας, αντιπρότειναν την παραίτηση της κυβέρνησης του Σαντάμ και πολεμικές αποζημιώσεις, πράγμα που δεν επρόκειτο να γίνει δεκτό από τη Βαγδάτη.
Η επίθεση στο Ιράκ
Την 13η Ιουλίου 1982, οι ιρανικές δυνάμεις με 100.000 άνδρες επιτέθηκαν στην Μπάσρα για να σπάσουν την ιρακινή γραμμή άμυνας. Ο Σαντάμ στο μεταξύ είχε διπλασιάσει τον στρατό του –από 200.000 άνδρες σε 500.000– με 23 μεραρχίες και 9 ανεξάρτητες ταξιαρχίες. Στον νότο είχε αναπτυχθεί το 3ο Σώμα Στρατού για να αμυνθεί στη Μπάσρα, στο κέντρο, το 2ο Σώμα Στρατού για να απαγορεύσει τον άξονα προς τη Βαγδάτη και στο βορρά, το 1ο Σώμα Στρατού στη περιοχή του Κουρδιστάν, ενώ το 4ο Σώμα Στρατού ήταν στρατηγική εφεδρεία.
Η ιρανική επίθεση στην Μπάσρα απέτυχε αλλά σε αυτή τη μάχη έγινε για πρώτη φορά χρήση χημικών όπλων από το Ιράκ. Έστω και αν ήταν απλά δακρυγόνα και είχαν ειδοποιηθεί οι Ιρανοί για τη χρήση, η μεραρχία που προσβλήθηκε πανικοβλήθηκε, και αυτό ενθάρρυνε τους Ιρακινούς να τα χρησιμοποιήσουν μελλοντικά.
Οι Ιρανοί από την πλευρά τους χρησιμοποίησαν τους νεαρούς Basij (παραστρατιωτικά εθελοντικά τμήματα νεαρών από φτωχές οικογένειες) για διάσπαση ναρκοπεδίων μέσω της απλής διέλευσής τους, και αυτό οδήγησε, όπως ήταν φυσικό, σε τεράστιες απώλειες.
Η αποτυχία είχε σαν αποτέλεσμα να διευρυνθούν οι αντιθέσεις στα πλαίσια του καθεστώτος μεταξύ αυτών που ήθελαν τη συνέχιση του πολέμου και των μετριοπαθών. Διευρύνθηκε επίσης το χάσμα μεταξύ του τακτικού στρατού και των πασνταράν, οι οποίοι συνεχώς ενισχύονταν από τους μουλάδες, με την ελπίδα ότι θα απορροφήσουν κάποια στιγμή τον τακτικό στρατό.
Ιδιαίτερα όταν μετά τον Μάρτιο του 1982 ανακοινώθηκε ότι παιδιά ηλικίας 12 έως 18 ετών μπορούν να ενταχθούν στους Basij, ο πόλεμος ξέφυγε από τους κλασικούς στρατιωτικούς κανόνες. Το 1983 το Ιράν διεξήγαγε πέντε μεγάλες επιθετικές επιχειρήσεις, αλλά απέτυχε σε όλες να διασπάσει τις ιρακινές γραμμές. Οι Ιρακινοί έκαναν και αυτοί κάποιες επιθέσεις με άρματα και τεθωρακισμένα.
Στις αρχές του 1984 ο Σαντάμ έκανε πάλι προσπάθειες για εκεχειρία και απείλησε ότι αν οι προτάσεις του δεν γίνονταν δεκτές, θα βομβάρδιζε 11 ιρανικές πόλεις. Τον Φεβρουάριο του 1984 το Ιράν εξαπέλυσε μια μεγάλη επίθεση αρχικά στο βόρειο μέτωπο, και ο Σαντάμ άρχισε να προσβάλει στις ιρανικές πόλεις. Η επίθεση συνεχίστηκε στον νότο για να φανεί ότι οι ενέργειες που εκτελούνταν στον βορρά ήταν απλή παραπλάνηση και δευτερεύουσα ενέργεια. Από τις 15 έως τις 24 Φεβρουαρίου οι Ιρανοί προήλασαν και έλεγξαν την οδό Βαγδάτης-Μπάσρα.
Η μάχη συνεχίστηκε νότια της Μπάσρα για την κατοχή ενός νησιού στρατηγικής σημασίας, αλλά οι Ιρακινοί έδειξαν ότι είχαν μια πολύ καλά οργανωμένη γραμμή άμυνας, και σε αυτή την περίπτωση έκαναν και χρήση κανονικών χημικών ουσιών, προκαλώντας μεγάλες απώλειες στους Ιρανούς, οι οποίοι αναγκάστηκαν να υποχωρήσουν. Σε όλη τη διάρκεια του 1985 γίνονταν τοπικές επιθετικές ενέργειες μερικές από τις οποίες έφεραν σε δύσκολη θέση τους Ιρακινούς γιατί απειλήθηκε η οδός Βαγδάτη-Μπάσρα.
Ο Σαντάμ απάντησε με χρήση χημικών ουσιών στο πεδίο της μάχης και αεροπορικούς βομβαρδισμούς σε ιρανικές πόλεις. Τον Φεβρουάριο του 1986 οι Ιρανοί κατέλαβαν τη στρατηγικής σημασίας χερσόνησο Φάο και έφθασαν πολύ κοντά στα σύνορα με το Κουβέιτ.
Σε όλο αυτό το διάστημα είχε ενταθεί ο πόλεμος των τάνκερ, με την προσβολή πλοίων που φόρτωναν πετρέλαιο από την αντίπαλη πλευρά. Η κατάσταση έφθασε στο απροχώρητο μέχρι που η διεθνής κοινότητα συγκέντρωσε 50 πολεμικά πλοία (στην πλειοψηφία τους, αμερικανικά) στον Κόλπο και συνόδευε τα τάνκερ, οπότε οι αντιμαχόμενοι αναγκάστηκαν να σταματήσουν τις προσβολές αυτές.
Τον Δεκέμβριο του 1986 και τον Ιανουάριο του 1987 έγιναν οι ιρανικές επιθέσεις Καρμπάλα 4 και 5, σε μια προσπάθεια να διασπαστεί η ιρακινή άμυνα στη περιοχή της Μπάσρα, με χιλιάδες απώλειες για τους Ιρανούς και χωρίς αποτέλεσμα. Το 1987 και 1988 έγινε ευρεία χρήση χημικών σε κατοικημένες περιοχές. Χαρακτηριστικότερη περίπτωση, η προσβολή της κουρδικής πόλης Χαλάμπσα την 16η Μαρτίου του 1988, από ιρακινά αεροπλάνα, με αποτέλεσμα να πεθάνουν περί τους 5.000 αμάχους. Από τον Φεβρουάριο του 1988, ο Σαντάμ ενέτεινε την προσβολή ιρανικών πόλεων.
Τον Απρίλιο του 1988 ο Σαντάμ εξαπέλυσε την τελευταία επίθεση του πολέμου και ανακατέλαβε σε 48 ώρες τη χερσόνησο Φάο και κάποια εδάφη που κατείχαν οι Ιρανοί ανατολικά της Μπάσρα. Την ίδια στιγμή το Ιράν ήταν πιεσμένο από τις δυτικές χώρες και τον αμερικανικό στόλο στον Περσικό, και δεν μπόρεσε να εκτελέσει αντίποινα σε δεξαμενόπλοια.
Οι Ένοπλες Δυνάμεις του είχαν αποδυναμωθεί με τη ραγδαία άνοδο των πασνταράν και τη μείωση του ρόλου των Ενόπλων Δυνάμεών του. Στις 3 Ιουλίου ένα ιρανικό πολιτικό airbus με 290 επιβάτες καταρρίπτεται από αμερικανικό πύραυλο. Στις 17 Ιουλίου 1988, το Ιράν αποδέχεται το ψήφισμα 598 του ΟΗΕ για κατάπαυση του πυρός. Ο οκταετής πόλεμος είχε τελειώσει.
Τα διδάγματα του πολέμου
Το Ιράκ ξεκίνησε τον πόλεμο έχοντας στρατιωτική υπεροχή. Οι περιορισμένοι αντικειμενικοί σκοποί που τέθηκαν από την αρχή του πολέμου από το Ιράκ, έθεσαν από μόνοι τους περιορισμούς και έδωσαν χρόνο στο Ιράν να αναδιοργανώσει τις δυνάμεις του και να μεταφέρει εφεδρείες από το εσωτερικό και τα σύνορα.
Ο Σαντάμ ξεκίνησε μιας περιορισμένης έκτασης εκστρατεία, η οποία από κακό υπολογισμό κατέληξε να μετατραπεί στον αιματηρότερο πόλεμο μετά τον Β΄ Π.Π.
Οι ιρακινές δυνάμεις συγκρατήθηκαν μετά τις πρώτες επιτυχίες, και αυτό το πλήρωσαν ακριβά με την αναπόφευκτη στασιμότητα της χειμερινής περιόδου. Η στατική αυτή κατάσταση που δεν ανταποκρινόταν σε σχέδια για μακρόχρονη άμυνα και κατοχή, οδήγησε σε πρόχειρες αμυντικές οργανώσεις και πτώση του ηθικού. Παρότι ο Ιρανικός Στρατός επιτίθετο ανοργάνωτα, με τους πασνταράν να έχουν όλο και περισσότερη αυτονομία απέναντι στον τακτικό στρατό, αγωνιζόταν για τα δικά του εδάφη και γι’ αυτό πολεμούσε με καλύτερο ηθικό.
Η έλλειψη βέβαια συντονισμού φάνηκε όταν αντιμετώπισαν οργανωμένη αντίσταση στα ιρακινά σύνορα, προς το τέλος του πολέμου, οπότε οι μαζικές θυσίες των φρουρών της επανάστασης δεν ωφέλησαν. Η χρήση αερίων, για πρώτη φορά μετά τον Α΄ Π.Π. δεν ανέστρεψε την κατάσταση σε στρατηγικό επίπεδο για τους Ιρακινούς, αν και οι Ιρανοί δεν είχαν σοβαρά μέσα προστασίας.
Οι προσβολές κατοικημένων περιοχών και οικονομικών στόχων σκλήρυναν τη στάση του ιρανικού καθεστώτος και συγκέντρωσαν τον πληθυσμό γύρω από την ισλαμική ηγεσία του. Η αεροπορική υπεροχή του Ιράκ δεν έφερε από μόνη της αποτέλεσμα γιατί χρησιμοποιήθηκε κυρίως για υποστήριξη των μαχόμενων τμημάτων ή προσβολή κατοικημένων περιοχών και τάνκερ, και όχι για προσβολή στρατηγικών εφεδρειών.
Για να αποδειχθεί βέβαια ότι από μόνη της η αεροπορία δεν μπορεί να κερδίσει έναν πόλεμο αν δεν γίνει εκμετάλλευση των αποτελεσμάτων των προσβολών από χερσαίες δυνάμεις.
Το κύριο δίδαγμα από στρατιωτικής πλευράς είναι ότι η προσήλωση σε περιορισμένης έκτασης εδαφικούς αντικειμενικούς σκοπούς δεν φέρνει τη νίκη, εκτός αν υπάρχει βεβαιότητα ότι οι διεθνείς οργανισμοί θα εγκρίνουν αμέσως το status που δημιουργήθηκε.
Επειδή αυτό φαίνεται απίθανο στη σημερινή εποχή, η μόνη αποτελεσματική λύση σε τέτοιους τοπικούς πολέμους είναι η καταστροφή του μεγαλύτερου μέρους του δυναμικού του αντιπάλου. Αν αυτό είχε γίνει μετά τις πρώτες επιτυχίες από τους Ιρακινούς, τα αποτελέσματα θα ήταν διαφορετικά.
Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.
Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com
Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.