ΚΛΕΙΣΙΜΟ
Αυτές τις κεφαλές του νέου πυραύλου της Ρωσίας που έπεσε στην Ουκρανία δεν τις προλαβαίνει ούτε το μάτι...
prodeals

Σαλαντίν: Ο μουσουλμάνος που συνέτριψε τους Σταυροφόρους

Ο Σαλαντίν υπήρξε μία από τις μεγαλύτερες προσωπικότητες του μεσαιωνικού κόσμου

Σαλαντίν: Ο μουσουλμάνος που συνέτριψε τους Σταυροφόρους

Ο Σαλαντίν ή Σαλαδίνος γεννήθηκε το 1138 στο Τικρίτ της Μεσοποταμίας, στο σημερινό Ιράκ. Ήταν Κούρδος στην καταγωγή.

Το κανονικό του όνομα ήταν Σαλάχ αλ Ντιν Γιουσούφ Ιμπν Αγιούμπ, που σημαίνει Αρετή της Πίστης, Ιωσήφ, υιός Ιώβ. Η οικογένειά του είχε εγκατασταθεί εκεί μεταναστεύοντας από την Αρμενία.

Οι πληροφορίες για τα πρώτα του χρόνια είναι ελλιπείς και συγκεχυμένες. Σύμφωνα με την πλέον διαδεδομένη άποψη, όταν ήταν ενός μόλις έτους, ο πατέρας του Ναζμαντίν μαζί με τον θείο του Σιρκούχ, μετανάστευσαν ξανά και εγκαταστάθηκαν πρώτα στη Μοσούλη και κατόπιν στο Χαλέπι της Συρίας.

Εκεί, ο πατέρας και ο θείος του Σαλαντίν εντάχθηκαν στην υπηρεσία του άρχοντα της πόλης Ιμάντ αντ Ντιν Ζανγκί, ο οποίος τους διόρισε φρούραρχους στο κάστρο του Μπάαλμπεκ. Το 1146 ο Ζανγκί πέθανε και τον διαδέχτηκε ως εμίρης ο Νουρεντίν, μια από τις επίσης μεγάλες μορφές του μεσαιωνικού Ισλάμ.

Ο Σαλαντίν, μικρό παιδί τότε, στάλθηκε από τον πατέρα του σε ιερατική σχολή και αφοσιώθηκε στη μελέτη του Κορανίου. Παράλληλα, σπούδασε και τα ελληνικά γράμματα, τη γεωμετρία του Ευκλείδη και τα μαθηματικά, καθώς και τα νομικά. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον επέδειξε για τη μελέτη των συγγραμμάτων του Έλληνα γεωγράφου Πτολεμαίου. Επίσης, αγαπούσε την ποίηση.

Η κλίση του προς τη μελέτη του Κορανίου υποδείκνυε και τη μελλοντική του εξέλιξη. Δεν επρόκειτο όμως τα γεγονότα να εξελιχθούν έτσι. Ο διανοούμενος αυτός νεαρός θα εξελισσόταν σε έναν από τους μεγαλύτερους πολιτικούς και στρατιώτες της εποχής του.

Στρατιώτης

Παράλληλα με τη μόρφωσή του, ο Σαλαντίν είχε φυσικά λάβει και στρατιωτική εκπαίδευση, ως γόνος οικογένειας ευγενών. Βασικός του εκπαιδευτής ήταν ο θείος του Σιρκούχ.

Σε αυτόν χρωστά ο Σαλαντίν τη μεγάλη αλλαγή της ζωής του. Το 1163 η μουσουλμανική Αίγυπτος συγκλονιζόταν ευρισκόμενη στη δίνη του εμφυλίου πολέμου, ανάμεσα στους υποστηρικτές του Φατιμιδικού χαλιφάτου και αντίπαλες φατρίες που επεδίωκαν να κερδίσουν για τον εαυτό τους τον θρόνο της πλούσιας Αιγύπτου.

Ο μεγάλος βεζίρης του χαλίφη, ο Σαουάρ, κυνηγημένος εγκατέλειψε την Αίγυπτο και κατέφυγε στο Χαλέπι, στην αυλή του Νουρεντίν.

Ο έκπτωτος ηγέτης ζήτησε τη βοήθεια του Νουρεντίν, ο οποίος δέχτηκε να βοηθήσει και το 1164 έστειλε ένα εκστρατευτικό σώμα στην Αίγυπτο. Επικεφαλής του τοποθετήθηκε ο Σιρκούχ, ο οποίος πήρε μαζί του και τον 26χρονο τότε Σαλανδίνο. Η επιχείρηση πέτυχε και ο Σαουάρ ανέκτησε τον θρόνο του, εν ονόματι του χαλίφη.

Ο Σαουάρ όμως υπαναχώρησε και αρνήθηκε να εκπληρώσει τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει έναντι του Νουρεντίν. Απαίτησε μάλιστα από τον Σιρκούχ να φύγει αμέσως από τα αιγυπτιακά εδάφη και δεν δίστασε να συμμαχήσει ακόμα και με τους σταυροφόρους του βασιλείου της Ιερουσαλήμ για να πιέσει περισσότερο την κατάσταση. Στις επιχειρήσεις αυτές ο Σαλαντίν είχε γενικά μικρή συμμετοχή.

Ο θείος του τού ανέθεσε να συγκεντρώσει προμήθειες στη μικρή πόλη Μπιλπαΐς, εναντίον της οποίας βάδιζαν οι ενωμένες δυνάμεις του Σαουάρ και του βασιλιά της Ιερουσαλήμ Αμαλρίκ Α΄. Τελικά η πόλη έπεσε πριν προλάβει να την ενισχύσει ο Σαλαντίν.

Μετά την επιτυχία τους αυτή, οι σύμμαχοι Σαουάρ και Αμαλρίκ βάδισαν κατά του στρατού του Σιρκούχ. Η μεγάλη μάχη δόθηκε δυτικά της Γκίζας. Στον Σαλαντίν ο θείος του είχε αναθέσει τη διοίκηση της δεξιάς πτέρυγας του στρατού. Η μάχη άρχισε με ορμητική επίθεση των δυτικών ιπποτών κατά της πτέρυγας του Σαλαντίν.

Αυτός τότε προσποιήθηκε φυγή, βάσει των διαταγών που είχε από τον θείο του, και οι Φράγκοι, με επικεφαλής τον Ούγκο της Καισαρείας, τον καταδίωξαν ασύντακτα.

Με την αριστερή πλευρά του συμμαχικού στρατού σε πλήρη αταξία, λόγω της καταδίωξης, ο Σιρκούχ επιτέθηκε κατά του εχθρικού κέντρου, που το συγκροτούσαν στρατεύματα του Σαουάρ, στέλνοντας παράλληλα άλλα τμήματα να πλήξουν από το εκτεθειμένο πλευρό τους Φράγκους.

Οι τελευταίοι, για να μην κυκλωθούν άρχισαν να υποχωρούν. Τότε ρίχτηκε στην επίθεση και ο Σαλαντίν, πλήττοντας τον εχθρό στα νώτα και αιχμαλωτίζοντας τον Ούγκο. Ύστερα από άγρια μάχη, ο πολυαριθμότερος στρατός των συμμάχων ηττήθηκε και διασκορπίστηκε. Οι νικητές εισήλθαν θριαμβευτές στην Αλεξάνδρεια, όπου έγιναν δεκτοί ως ελευθερωτές.

Οι ηττημένοι πάντως συνήλθαν γρήγορα και, εκμεταλλευόμενοι την αριθμητική τους υπεροχή, αποφάσισαν να πολιορκήσουν την Αλεξάνδρεια. Ο Σιρκούχ τότε αποφάσισε να αφήσει πίσω τον Σαλαντίν με μέρος του στρατού και ο ίδιος να αποσυρθεί προς τη Συρία, για να καλύψει τις κτήσεις του ηγεμόνα του Νουρεντίν.

Ο Σαλαντίν λοιπόν παρέμεινε στην Αλεξάνδρεια και έλαβε από τον Νουρεντίν τον επίσημο τίτλο του κυβερνήτη της πόλης, εξ ονόματός του.

Οι μάχες κατά του Σαουάρ και του Αμαλρίκ συνεχίστηκαν μέχρι το 1169, οπότε ο Σαλαντίν κατάφερε να εξουδετερώσει τον Σαουάρ. Λίγους μήνες αργότερα πέθανε και ο Σιρκούχ και ο χαλίφης αλ Αντίντ διόρισε στις 26 Μαρτίου τον Σαλαντίν διοικητή της Αιγύπτου.

Η απόφαση για την εκλογή του Σαλαντίν, ενός Σουνίτη Μουσουλμάνου, να διοικήσει την σιιτική, τότε, Αίγυπτο, ίσως απέκρυπτε και μια υστερόβουλη πρόθεση του χαλίφη, αφού σύμφωνα με πηγές της εποχής συγκεκριμένα τον Άραβα ιστορικό Ίμπν αλ Ατίρ οι σύμβουλοί του τού ανέφεραν ότι δεν υπήρχε κανείς πιο άπειρος και πιο αδύναμος να κυβερνήσει από τον Σαλαντίν και άρα πιο ανίκανος να διεκδικήσει για τον ίδιο, ή για τον ηγεμόνα του Νουρεντίν, την πλούσια Αίγυπτο. Βάσει άλλων πηγών, πάντως, ο Σαλαντίν τοποθετήθηκε στη θέση αυτή ύστερα από πιέσεις των ηγετών του στρατού, στον οποίο είχε ήδη γίνει αγαπητός.

Ήδη ο Σαλαντίν, 31 ετών πλέον, είχε αναδειχτεί στον δεύτερο ισχυρότερο άνδρα του ισλαμικού κόσμου, μετά τον Νουερντίν, ο οποίος δεν είχε δει με καλό μάτι τη ραγδαία άνοδο του πρώην εμίρη του. Παρ’ όλα αυτά, ο Σαλαντίν έμεινε πιστός στον Νουρεντίν. Ωστόσο, η κατάσταση είχε γίνει πολύ επικίνδυνη για τον Σαλαντίν στην Αίγυπτο.

Τον Αύγουστο του 1169 ο Μουναμίν αλ Κιλαφά, ο άνθρωπος του χαλίφη στην Αίγυπτο, επιχείρησε να τον δολοφονήσει. Ο Σαλαντίν σώθηκε χάρη στο άριστο δίκτυο πληροφοριών που είχε εγκαταστήσει και που τον ειδοποίησε για την επικείμενη απόπειρα. Την επομένη της ανεπιτυχούς απόπειρας, όμως, τα στρατεύματα της Αιγύπτου, καθοδηγούμενα από έμπιστους του χαλίφη εμίρηδες, στασίασαν.

Ο Σαλαντίν βρέθηκε σε εξαιρετικά δυσχερή θέση, αλλά μέχρι τις 23 Αυγούστου κατάφερε να συντρίψει την εξέγερση, αιματηρά μα και αποφασιστικά.

Παρέμενε όμως το πρόβλημα των Φράγκων, οι οποίοι επιχείρησαν να κυριεύσουν την Αίγυπτο, αλλά ηττήθηκαν στη Δαμιέττη από τον Σαλαντίν, που τον ενίσχυσε με στρατεύματα και ο Νουρεντίν. Η νέα αυτή επιτυχία εδραίωσε τη θέση του. Την άνοιξη του 1170, ο Νουρεντίν έστειλε τον πατέρα του Σαλαντίν στην Αίγυπτο με σκοπό να ενισχύσουν από κοινού τον διεκδικητή του χαλιφάτου αλ Μουσταντζί, εναντίον του κοινού τους εχθρού αλ Αντίντ.

Στο μεταξύ, ο Σαλαντίν εδραίωσε ακόμα περισσότερο τη θέση του στην Αίγυπτο, τοποθετώντας άνδρες της εμπιστοσύνης του σε θέσεις-κλειδιά και αξιοποιώντας τον πλούτο της χώρας στη συγκρότηση ισχυρού στρατού. Παράλληλα, επιχείρησε και πέτυχε να μετατρέψει την Αίγυπτο από σιιτική σε σουνιτική.

Ιερός πόλεμος – Εμφύλιος πόλεμος

Έχοντας εξασφαλίσει τα νώτα του, ο Σαλαντίν ήταν πλέον σε θέση να επιχειρήσει κατά των Φράγκων της Ιερουσαλήμ, αφού δεν είχε ποτέ ξεχάσει ότι είχαν ταχθεί αναίτια εναντίον του. Κίνησε λοιπόν το 1170 με τον στρατό του με πρώτο στόχο την πόλη του Νταρούμ, στη σημερινή λωρίδα της Γάζας. Η πόλη αποτελούσε προκεχωρημένο φυλάκιο του βασιλείου της Ιερουσαλήμ στα σύνορα με την Αίγυπτο.

Ο Αμαλρίκ διέταξε αμέσως τότε τους Ναΐτες ιππότες που φρουρούσαν την πόλη της Γάζας να σπεύσουν προς το Νταρούμ και να ενισχύσουν την εκεί φρουρά.

Ο Σαλαντίν όμως τους είχε μια έκπληξη. Αφήνοντας μικρές δυνάμεις στο Νταρούμ, βάδισε με τον στρατό του αιφνιδιαστικά κατά της πλημμελώς φρουρούμενης πλέον Γάζας και την κατέλαβε εξ εφόδου, εκτός από την ακρόπολή της. Όταν η φρουρά του κάστρου αρνήθηκε να παραδοθεί, ο Σαλαντίν, σε μία από τις ελάχιστες εκφάνσεις οργής στη ζωή του, διέταξε την ισοπέδωση της πόλης. Πολλοί κάτοικοι της πόλης σφαγιάστηκαν.

Αφήνοντας τη Γάζα, ο Σαλαντίν κινήθηκε προς το Εϊλάτ, την πόλη φρούριο στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας, στον κόλπο της Άκαμπα. Η πόλη καταλήφθηκε, όπως και το κτισμένο σε μία μικρή νησίδα φρούριό της, αποκόπτοντας τους Φράγκους από τον σημαντικό αυτό εμπορικό δρόμο.

Ύστερα από την επιτυχημένη αυτή πρώτη σύγκρουση με τους σταυροφόρους, ο Σαλαντίν επέστρεψε στην Αίγυπτο για να τελειώσει, σε συνεργασία με τον Νουρεντίν, οριστικά, το θέμα του χαλίφη. Ο αλ Αντίντ, έχοντας απομείνει χωρίς ερείσματα, θανατώθηκε και στη θέση του τοποθετήθηκε, στις 18 Σεπτεμβρίου 1171, ο αλ Μουσταντζί.

Έχοντας οριστικά εξουδετερώσει κάθε υπόνοια αντίδρασης εναντίον του, ήταν έτοιμος να επιχειρήσει νέα επίθεση κατά των σταυροφόρων, σε συνεργασία αυτή τη φορά με τον Νουρεντίν. Ο Σαλαντίν θα επετίθετο στα κάστρα του Κεράκ και του Μοντρεάλ και ο Νουρεντίν θα εξορμούσε από τη Συρία κατά των βορινών κάστρων του βασιλείου της Ιερουσαλήμ.

Ωστόσο, από πληροφορίες που είχε, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι ο Νουρεντίν δεν επιθυμούσε να εξουδετερώσει μόνο το βασίλειο της Ιερουσαλήμ, αλλά και τον ίδιο. Μη επιθυμώντας να προκαλέσει εμφύλιο πόλεμο, προτίμησε να αποσυρθεί στα αιγυπτιακά σύνορα.

Η υπαναχώρησή του όμως χρησιμοποιήθηκε από τον Νουρεντίν αργότερα πολιτικά. Ο Σαλαντίν πάντως κατάφερε να τον εξευμενίσει με πλούσιες παροχές.

Τα δύο επόμενα έτη ο Σαλαντίν ήταν απασχολημένος με την απόκρουση εισβολών από το Σουδάν. Κατάφερε να τις αποκρούσει και μάλιστα να θέσει υπό τον έλεγχό του και την Υεμένη. Στο διάστημα αυτό όμως συγκλονίστηκε από τον θάνατο του πατέρα του, αλλά δεν του έμενε πολύς χρόνος για να πενθήσει.

Για να εξευμενίσει τον Νουρεντίν, αποφάσισε να πάει ο ίδιος με τον στρατό του στη Δαμασκό και να καταθέσει ενώπιόν του τα εκλεκτότερα καλλιτεχνήματα της Ανατολής, μαζί με χρήματα, σπάνια ζώα, ελέφαντες και πολλά άλλα δώρα. Η συνολική αξία των κοσμημάτων και των καλλιτεχνημάτων που προσέφερε στον Νουρεντίν, υπολογίστηκαν από τους ιστορικούς της εποχής σε 60.000 δηνάρια. Βαδίζοντας προς τη Δαμασκό, βρήκε την ευκαιρία να λεηλατήσει και τα εδάφη του βασιλείου της Ιερουσαλήμ, μέσα από τα οποία περνούσε.

Παρ’ όλα αυτά, ο Νουρεντίν άρχισε εντατικές προετοιμασίες με στόχο τη συντριβή του Σαλαντίν. Δεν πρόλαβε όμως να επιτεθεί, αφού πέθανε στις 15 Μαΐου 1174.

Τον διαδέχτηκε ο μόλις 11 ετών γιος του Ισμαήλ αλ Σαλίκ. Ο θάνατος του μεγάλου Νουρεντίν άνοιξε τον δρόμο του πεπρωμένου στον Σαλαντίν. Αν και διακήρυξε την πίστη του στον νεαρό διάδοχο του Νουρεντίν, ήταν φανερό πως μόνο ο ίδιος ήταν ικανός να κυβερνήσει τον ισλαμικό κόσμο.

Σύντομα κυριάρχησε και στη Συρία, εκμεταλλευόμενος τη διαμάχη των επιμελητών του αλ Σαλίκ και των διοικητών του στρατού, που προφανώς δεν επιθυμούσαν να κυβερνούνται από ένα παιδί, ή από αυτούς που κρύβονταν από πίσω. Με πρόσκληση λοιπόν του στρατού του Νουρεντίν, ο Σαλαντίν πήγε στη Δαμασκό με 700 μόνο άνδρες και έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από στρατιώτες και κατοίκους.

Ο αλ Σαλίκ περιορίστηκε στο Χαλέπι. Σύντομα όμως ο Σαλαντίν βρέθηκε στην ανάγκη να επιτεθεί στην πόλη αυτή, αφού ο στρατιωτικός διοικητής της πόλης επαναστάτησε εναντίον του. Μαζί του τάχθηκε και ο αλ Σαλίκ, περισσότερο από φόβο.

Ο επαναστάτης διοικητής Γκουμουσχτίνγκ, μη μπορώντας να αντιμετωπίσει τον Σαλαντίν κλείστηκε στα ισχυρά τείχη της πόλης. Ήρθε όμως σε επαφή με τον αρχηγό των Ασσασίνων, της πρώτης θα μπορούσε να λεχθεί «τρομοκρατικής» εταιρείας, Ρασίντ αντ Ντιν Σινάν με σκοπό τη δολοφονία του Σαλαντίν. Έστειλε λοιπόν 13 άνδρες του στο στρατόπεδο του Σαλαντίν με σκοπό τη δολοφονία του.

Οι άνδρες αυτοί, χωρίς να κινήσουν υποψίες, κατατάχθηκαν ως στρατιώτες και για ένα διάστημα υπηρετούσαν κανονικά, προετοιμάζοντας το κτύπημά τους.

Και πάλι η άριστη «υπηρεσία πληροφοριών» του έσωσε τον Σαλαντίν. Η συνωμοσία αποκαλύφτηκε και οι Ασσασίνοι εκτελέστηκαν. Ωστόσο, τα προβλήματα για τον Σαλανδίνο εντάθηκαν, καθώς και ο Ραϋμόνδος, ο κόμης της Τρίπολης, προφανώς σε συνεννόηση με τους εξεγερμένους στο Χαλέπι, ετοιμάστηκε να του επιτεθεί. Ο Σαλαντίν τον πρόλαβε όμως και ενισχύοντας τα συνοριακά φρούρια απέτρεψε τελικά την επίθεση.

Ανενόχλητος πια κυρίευσε τις υπόλοιπες συριακές πόλεις που του αντιστέκονταν, αλλά δεν αποτόλμησε επίθεση στο Χαλέπι, κυρίως για να μην επιβεβαιώσει την προπαγάνδα των αντιπάλων του που τον κατηγορούσαν ότι είχε πάρει τα όπλα κατά του νόμιμου επικυρίαρχου του αλ Σαλίκ. Αντίθετα προβάλλοντας το επιχείρημα ότι είχε βαδίσει στη Συρία για να τη σώσει από τους σταυροφόρους, ο Σαλαντίν έφτασε στο σημείο να λύσει την πολιορκία της πόλης, βαδίζοντας προς την ελεγχόμενη από τους σταυροφόρους Χάμα. Οι τελευταίοι υποχώρησαν χωρίς μάχη, αφήνοντας τον Σαλαντίν κύριο του πεδίου.

Τότε όμως εμφανίστηκε μια νέα απειλή. Ήταν ο εμίρης της Μοσούλης Σαΐφ αλ Ντιν, ο οποίος εκμεταλλευόμενος την εξέγερση στο Χαλέπι, εμφανίστηκε ως διεκδικητής της κληρονομιάς του Νουρεντίν. Αφού συγκέντρωσε πολυάριθμο στρατό, ο Σαΐφ αλ Ντιν βάδισε προς το Χαλέπι, όπου έγινε δεκτός με ενθουσιασμό από τους εξεγερμένους.

Τα ενωμένα στρατεύματα των αντιπάλων του βάδισαν κατόπιν προς τη Χάμα, όπου στάθμευε ο Σαλαντίν με πολύ μικρότερες όμως δυνάμεις. Έχοντας συναίσθηση της υπεροχής των αντιπάλων του ο Σαλαντίν επιχείρησε να έρθει σε συμβιβασμό μαζί τους, παραχωρώντας όλες τις κτήσεις του βόρεια της Δαμασκού. Εκείνοι όμως αρνήθηκαν να διαπραγματευτούν. Ο Σαλαντίν δεν είχε άλλη λύση. Έπρεπε να πολεμήσει.

Στις 13 Απριλίου 1175, στις όχθες του ποταμού Ορόντη, όχι μακριά από το ιστορικό πεδίο της μάχης του Καντές, οι δύο αντίπαλοι στρατοί βρέθηκαν αντιμέτωποι. Ο Σαλαντίν είχε τάξει τον στρατό του σε πλεονεκτικό έδαφος, έχοντας πλήρη θέα της αντίπαλης διάταξης. Οι αντίπαλοί του, εξαιτίας της αλαζονείας της αριθμητικής τους υπεροχής, επιτέθηκαν πρώτοι, σίγουροι για τη νίκη.

Υπολόγιζαν όμως χωρίς τον Σαλαντίν. Ο έμπειρος πλέον στα πολεμικά ηγέτης, άφησε τον εχθρό να προελάσει και ξαφνικά εξαπέλυσε επίθεση με επίλεκτα τμήματα ιππικού και στα δύο πλευρά της παράταξής του, αφήνοντας το δικό του κέντρο εξαιρετικά αδύναμο, σε μια αντιγραφή του ελιγμού του Μιλτιάδη στον Μαραθώνα. Και εδώ, ο ελιγμός στέφθηκε με απόλυτη επιτυχία.

Οι βετεράνοι ιππείς του Σαλαντίν τσάκισαν τις εχθρικές πτέρυγες και περικύκλωσαν μεγάλο μέρος της αντίπαλης στρατιάς. Χιλιάδες στρατιώτες του Σαΐφ αλ Ντιν έπεσαν στη μάχη.

Τα θλιβερά υπολείμματα της στρατιάς του κατέφυγαν στο Χαλέπι, αλλά, μη μπορώντας πια να αντισταθούν, δέχτηκαν τους όρους του Σαλαντίν και τον αναγνώρισαν ως βασιλιά. Λίγο αργότερα, ο χαλίφης του απέδωσε τον τίτλο του σουλτάνου.

Μια φωτογραφία χίλιες λέξεις: Ακολούθησε το pronews.gr στο Instagram για να «δεις» τον πραγματικό κόσμο!

Ο Σαλαντίν διέταξε να πάψει να μνημονεύεται το όνομα του αλ Σαλίκ στις προσευχές της Παρασκευής και έσβησε το όνομά του από τα νομίσματα. Ο Σαΐφ αλ Ντιν πάντως δεν παραδόθηκε. Επιχείρησε άλλη μια φορά να πολεμήσει αλλά και πάλι ηττήθηκε και μόλις γλίτωσε τον θάνατο.

Αλλά και στο Χαλέπι, παρά τη συμφωνία, οι οπαδοί του αλ Σαλίκ έκλεισαν και πάλι τις πύλες στον Σαλαντίν, δίνοντας το έναυσμα για νέα εξέγερση. Ίσως, ο Σαλαντίν να μην επιχειρούσε νέα πολιορκία του Χαλεπίου αν δεν δεχόταν νέα δολοφονική εναντίον του απόπειρα από έναν Ασσασίνο.

Ο Σαλαντίν καθόταν στη σκηνή του, όταν το μαχαίρι του Ασσασίνου τον κτύπησε με δύναμη, αλλά ευτυχώς για αυτόν έπληξε το κράνος του και δεν τον πλήγωσε. Ο δολοφόνος γρήγορα σκοτώθηκε από τους φρουρούς, αλλά το περιστατικό έπεισε τον Σαλανδίνο ότι έπρεπε να τελειώνει με το Χαλέπι.

Πράγματι, η εμφάνισή του απέναντι στην πόλη με ισχυρό στρατό έπεισε τους πολιορκημένους να σταματήσουν την αντίσταση, υπό όρους. Έτσι, ο Σαλαντίν αναγνώρισε το Χαλέπι ως ανεξάρτητη, υποτελή πάντως, ηγεμονία, καθιστώντας τον αλ Σαλίχ σύμμαχό του. Με παρόμοιο τρόπο κατάφερε να συμφιλιωθεί με τους Ασσασίνους, ύστερα από μια στρατιωτική εναντίον τους επίδειξη. Είχε κατορθώσει το αδύνατο. Είχε συνενώσει τον αραβικό κόσμο, συνδυάζοντας το σπαθί με τη σοφία.

Το απόγειο του θριάμβου

Το 1185, το βασίλειο της Ιερουσαλήμ είχε συμφωνήσει σε τετραετή παύση των εχθροπραξιών με τον Σαλαντίν. Πολλές φορές βέβαια και οι δύο πλευρές προέβησαν σε «μικροπαραβιάσεις» της συμφωνίας. Τον χειμώνα του 1187 όμως συνέβη ένα γεγονός που μετέβαλε τα δεδομένα. Ο Σαλαντίν, έχοντας μελετήσει τη στρατηγική κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί στην περιοχή, προετοιμαζόταν από καιρό να επιτεθεί στους αποδυναμωμένους Λατίνους για να τους καταφέρει συντριπτικό πλήγμα. Μέχρι τότε είχε περιοριστεί σε επιχειρήσεις που ισχυροποιούσαν τη στρατηγική του διάταξη στον χώρο.

Εκμεταλλευόμενος την επίθεση ενός σώματος Λατίνων, υπό τον Ρεϋνάλδο του Σατιγιόν, εναντίον ενός καραβανιού Μουσουλμάνων προσκυνητών, ο σουλτάνος κήρυξε τον πόλεμο, αποφασισμένος να τσακίσει οριστικά τις χριστιανικές δυνάμεις. Για τον σκοπό αυτό, από τον Μάρτιο του 1187, ο σουλτάνος διέταξε τη συγκέντρωση μεγάλων δυνάμεων, κηρύσσοντας την Τζιχάντ, τον ιερό πόλεμο κατά των «απίστων».

Ο ακριβής αριθμός των ανδρών που διέθετε ο Σαλαντίν στη μάχη του Χατίν δεν είναι γνωστός. Σύμφωνα με τις πηγές, η δύναμη του στρατού του πλησίαζε τους 45.000 άνδρες. Απέναντι στις δυνάμεις αυτές ο βασιλιάς της Ιερουσαλήμ Γκυ κατάφερε, απογυμνώνοντας τα κάστρα και τις πόλεις από τις φρουρές τους, να συγκεντρώσει περίπου 20.000 μαχητές. Από αυτούς οι 1.200 περίπου ήταν ιππότες, οι 15.000 πεζοί και οι υπόλοιποι 4.000 ελαφρότερα οπλισμένοι ιππείς.

Ως τα μέσα Ιουνίου του 1187, και οι δύο αντίπαλοι είχαν συγκεντρώσει τις δυνάμεις τους. Την 26η Ιουνίου ο μουσουλμανικός στρατός στρατοπέδευσε στα διάσημα στις μέρες μας υψώματα του Γκολάν, σε απόσταση μόλις 10 χλμ. από τα σύνορα. Την επόμενη μέρα διάβηκε τα σύνορα και εισήλθε στο χριστιανικό έδαφος.

Έως τις 2 Ιουλίου ο μουσουλμανικός στρατός είχε καταλάβει την πόλη της Τιβεριάδας, ύστερα από πολιορκία μίας μόλις ημέρας. Δεν είχε όμως καταλάβει την ακρόπολη της πόλης. Αναγνωριστικά τμήματα ιππικού προωθήθηκαν ως το οχυρό Σαπφόρ, 15 χλμ. περίπου από τις κύριες θέσεις άμυνας, για να κατοπτεύσουν τον χριστιανικό στρατό που ήταν συγκεντρωμένος εκεί.

Ο χριστιανικός στρατός βρισκόταν επί ποδός πριν καλά καλά ο καυτός ήλιος ξεπροβάλει από την Ανατολή. Ο βασιλιάς Γκυ χώρισε τις δυνάμεις του σε τρεις φάλαγγες και η πορεία ξεκίνησε. Ο Σαλαντίν ενημερώθηκε από τους ανιχνευτές του για τις εχθρικές κινήσεις, ελάχιστες ώρες μετά την έναρξη της πορείας του χριστιανικού στρατού.

Αμέσως έδωσε εντολή σε ταχυκίνητα τμήματα ιπποτοξοτών να ακολουθούν και να παρενοχλούν τον εχθρό χωρίς όμως να εμπλέκονται σοβαρά μαζί του. Υπ’ αυτές τις συνθήκες η συνέχιση της πορείας προς την Τιβεριάδα ήταν αδύνατη. Ο κόμης Ραϋμούνδος πρότεινε τότε στον βασιλιά Γκυ να στραφεί ο στρατός προς το Χατίν, που βρισκόταν μόλις 6 χλμ. μακριά. Εκεί υπήρχε νερό και θα μπορούσαν οι στρατιώτες να αναπαυθούν.

Η εισήγηση έγινε δεκτή και ο στρατός άρχισε να κινείται προς το Χατίν. Ο ελιγμός όμως πραγματοποιήθηκε τόσο ασυντόνιστα που επεκράτησε σύγχυση στο στράτευμα και χάθηκε πολύτιμος χρόνος. Ο Σαλαντίν από τη θέση του στα υψώματα του Καφαρσέτ είδε την αλλαγή πορείας των αντιπάλων του και αντιλήφθηκε τις προθέσεις τους.

Για να τους αποκόψει εντελώς από το ζωογόνο νερό, έστειλε ένα ισχυρό σώμα υπό τον Τακί αλ Ντιν, το οποίο πρόλαβε τους αργοκίνητους σταυροφόρους και κατέλαβε τις οδεύσεις προς το Χατίν. Παράλληλα, άλλο τμήμα του, υπό τον Μουζαφάρ, επιτέθηκε στη χριστιανική οπισθοφυλακή, για να την αγκιστρώσει. Και το πέτυχε. Θορυβημένος ο βασιλιάς Γκυ, διέταξε τον στρατό να σταματήσει και να στρατοπεδεύσει στις θέσεις που κατείχε. Ήταν ό,τι χειρότερο μπορούσε να συμβεί.

Τη νύκτα, ο στρατός του Σαλαντίν περιέζωσε από παντού τους σταυροφόρους. Οι άνδρες του πήραν θέσεις για την επικείμενη μάχη το επόμενο πρωί.

Όλη τη νύκτα εφόδια και βέλη μοιράζονταν στους άνδρες που εργάζονταν πυρετωδώς. Οι πεζοί του Σαλαντίν συγκέντρωναν ξυλεία από τη γύρω περιοχή και την τοποθετούσαν κατά μήκος του πιθανού άξονα διαφυγής του χριστιανικού στρατού. Αν οι άνδρες του Γκυ προσπαθούσαν να ξεφύγουν, θα έβαζαν φωτιά στα ξύλα και θα τους εγκλώβιζαν μεταξύ των φλογών και των βελών τους. Παρόμοιο φράγμα αναπτύχθηκε και κατά μήκος του πιθανού άξονα προέλασης του χριστιανικού στρατού.

Δεν είχε προλάβει να ροδίσει η αυγή όταν δόθηκε η διαταγή για συνέχιση της πορείας στο χριστιανικό στράτευμα. Οι Μουσουλμάνοι αρχικά δεν αντέδρασαν. Ο Σαλαντίν περίμενε να εκδηλώσουν οι εχθροί πρώτοι τις προθέσεις τους. Δεν γνώριζε αν οι αντίπαλοί του θα κινούσαν για το χωριό του Χατίν ή αν θα επιχειρούσαν αιφνίδια έφοδο κατά των θέσεών του. Γι’ αυτό αποφάσισε να περιμένει.

Ο βασιλιάς Γκυ τελικά διέταξε τον στρατό να κινηθεί προς το Χατίν. Οι πλέον έμπειροι ιππότες κατάλαβαν ότι η διαταγή αυτή ήταν ο προάγγελος της καταστροφής. Μερικοί μάλιστα, πάνω στην απελπισία τους, αυτομόλησαν στον Σαλαντίν και του περιέγραψαν την απελπιστική κατάσταση των πρώην συντρόφων τους.

Ο Σαλαντίν δεν έχασε καιρό. Διέταξε τα υπό τον Μουζαφάρ τμήματα να επιτεθούν κατά του εχθρού. Την ίδια ώρα, οι άνδρες του έθεταν το πρώτο πυρ στα στοιβαγμένα καυσόξυλα. Ο χριστιανικός στρατός στο μεταξύ προσπαθούσε μάταια να καλύψει τα 6 χλμ. που τον χώριζαν από το Χατίν και το πολύτιμο νερό. Η οπισθοφυλακή του δέχτηκε και πάλι ισχυρή εχθρική πίεση και αναγκάστηκε να σταματήσει και να δώσει μάχη.

Οι Ναΐτες ιππότες, οι οποίοι αποτελούσαν το πλέον επίλεκτο σώμα της οπισθοφυλακής, αντεπετέθηκαν. Δεν κατόρθωσαν όμως να επικρατήσουν των αντιπάλων τους που υπερτερούσαν σε αριθμό και κατέφυγαν εντός του προστατευτικού τετραγώνου που είχε σχηματίσει το πεζικό τους.

Στην εμπροσθοφυλακή ο κόμης Ραϋμούνδος προσπάθησε επίσης με συνεχείς επελάσεις να ανοίξει δρόμο για τον στρατό, μέσα από τα πυκνά εχθρικά στίφη. Και αυτή η επίθεση των χριστιανών αποκρούστηκε. Οι καπνοί από τις φωτιές που είχαν ανάψει οι άνδρες του Σαλαντίν ήταν τόσο πυκνοί που σε μερικές περιπτώσεις είχε χαθεί και η οπτική ακόμα επαφή μεταξύ των τριών χριστιανικών σωμάτων.

Η κατάσταση σταδιακά γινόταν απελπιστική για τους Λατίνους. Ο κόμης Ραϋμούνδος ήταν ένας από τους λίγους που διατήρησαν την ψυχραιμία τους. Συγκέντρωσε τους άνδρες που είχε και εξαπέλυσε μια καλοσυντονισμένη, όσο και απελπισμένη έφοδο κατά του εχθρού.

Οι πειθαρχικοί άνδρες του Σαλαντίν δεν επιχείρησαν, σύμφωνα με τις διαταγές που είχαν, να σταματήσουν τους άνδρες του Ραϋμούνδου. Τους άφησαν να διασχίσουν τις γραμμές τους και κατόπιν σχημάτισαν νέο μέτωπο με κατεύθυνση προς Βορρά και με σκοπό να εμποδίσουν τυχόν επιστροφή τους. Ο Σαλαντίν δεν ενδιαφερόταν για τον Ραϋμούνδο. Τον βασιλιά Γκυ ήθελε.

Ο υπόλοιπος χριστιανικός στρατός άρχισε στο μεταξύ να αποσυντίθεται. Οι πεζοί εγκατέλειψαν τους ιππείς και κατευθύνθηκαν προς ένα σύμπλεγμα δύο χαμηλών λόφων γνωστών ως «κέρατα του Χατίν». Δίπλα τους κατέφυγαν και πολλοί ιππότες τα άλογα των οποίων είχαν σκοτωθεί. Όσοι ιππότες διέθεταν ακόμα άλογα επιχείρησαν να διασπάσουν τον κλοιό. Χωρίς την υποστήριξη του πεζικού τους, όμως αποκρούστηκαν.

Ήταν ήδη απόγευμα. Τώρα ολόκληρος ο χριστιανικός στρατός είχε συγκεντρωθεί στους δύο λοφίσκους και κυκλωμένος από τον εχθρό πρόβαλε απεγνωσμένη αντίσταση. Εκείνη τη στιγμή, σε μια έφοδο του μουσουλμανικού ιππικού, ο επίσκοπος της Άκρας σκοτώθηκε και έπεσε στα χέρια των απίστων ο Τίμιος Σταυρός.

Σε λίγο, όσοι από τους πεζούς δεν είχαν σκοτωθεί απλώς κατέθεσαν τα όπλα. Οι ιππότες του Γκυ όμως δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη. Επιστρατεύοντας όσα φυσικά και ηθικά αποθέματα τους είχαν απομείνει επιτέθηκαν δύο φορές κατά των εχθρικών θέσεων με σκοπό όχι να ξεφύγουν τον θάνατο, μα να πάρουν μαζί τους τον Σαλαντίν!

Στη δεύτερη έφοδο ειδικά οι ιππότες, πλησίασαν σε απόσταση λίγων μέτρων από τον σουλτάνο, αναγκάζοντάς τον, αν και νικητής, να ζητήσει ντροπιασμένος καταφύγιο στα μετόπισθεν. Αυτό όμως ήταν το κύκνειο άσμα της ιπποσύνης της Ιερουσαλήμ. Έχοντας εξαντλήσει τις δυνάμεις τους, οι ιππότες μαζί με τον βασιλιά τους κατέθεσαν τα όπλα στα πόδια των νικητών.

Ο Σαλαντίν εμφανίστηκε μεγαλοπρεπής στη νίκη του. Κάλεσε τους ηττημένους άρχοντες στη σκηνή του και τους πρόσφερε νερό. Η κίνηση αυτή είχε συμβολική σημασία καθώς, σύμφωνα με τα μουσουλμανικά έθιμα, σήμαινε πως τους χάριζε τη ζωή. Μόνο στον Ρεϋνάλδο του Σατιγιόν δεν επέτρεψε ο Σαλαντίν να πιει. Αυτός θεωρήθηκε υπεύθυνος για την επίθεση στο καραβάνι των προσκυνητών της Μέκκα, τον προηγούμενο χειμώνα και εκτελέστηκε. Επίσης καμία επιείκεια δεν έδειξε ο Σαλαντίν στους ιππότες των Ταγμάτων του Αγίου Ιωάννη και του Ναού, καθώς ήταν εμπειροπόλεμοι.

Η νίκη του Σαλαντίν στο Χατίν υπήρξε καταλυτικής σημασίας αφού αποτέλεσε το σημείο καμπής της λατινικής ισχύος στην περιοχή. Έως τότε, οι Δυτικοί ήταν συνήθως οι νικητές. Φυσικά είχαν και ήττες. Καμία όμως δεν ήταν τόσο καταστροφική όσο αυτή του Χατίν. Μέσα σε μία μέρα χάθηκε όλος σχεδόν ο χριστιανικός στρατός του Βασιλείου. Από το πλήγμα αυτό οι Λατίνοι δεν συνήλθαν ποτέ.

Παρά το γεγονός ότι αργότερα ενισχύθηκαν και σε άνδρες αλλά και σε «προσωπικότητες», οι Λατίνοι της Ανατολής δεν κατάφεραν ποτέ πια να αμφισβητήσουν τη μουσουλμανική πρωτοκαθεδρία στην περιοχή. Η Ιερουσαλήμ προσωρινά ανακαταλήφθηκε το 1228 από τον Γερμανό αυτοκράτορα Φρειδερίκο, κατά τη διάρκεια της Έκτης Σταυροφορίας.

Χάθηκε όμως οριστικά το επόμενο έτος. Τα λατινικά κρατίδια στην Ανατολή κράτησαν έως τον 14ο αιώνα. Ποτέ όμως μετά το Χατίν οι χριστιανοί δεν ανέκτησαν την πρωτοβουλία των κινήσεων, ούτε καν όταν ο Ριχάρδος ο Λεοντόκαρδος νίκησε τον Σαλαντίν στο Αρσούφ το 1191.

Ο Σαλαντίν του θρύλου

Ο Σαλαντίν αγαπήθηκε ακόμα και από τους αντιπάλους του, ακόμα και από τους αλλόδοξους υπηκόους του, Ορθόδοξους, Ιουδαίους, Καθολικούς. Ποτέ του δεν υπήρξε φανατικός και μισαλλόδοξος. Ποτέ του δεν αρνήθηκε να βοηθήσει κάποιον, ανεξάρτητα από την πίστη του.

Σε ελάχιστες περιπτώσεις έχασε την ψυχραιμία του και δεν σεβάστηκε συνειδητά την ανθρώπινη ζωή. Παροιμιώδης έμεινε η φιλία του με τον μεγάλο του αντίπαλο Ριχάρδο τον Λεοντόκαρδο, με τον οποίο πάντως συναντήθηκε μόνο μια φορά. Ακόμα και όταν κυρίευσε την Ιερουσαλήμ, σεβάστηκε όλους τους κατοίκους, αντίθετα με τους σταυροφόρους, οι οποίοι όταν κατέλαβαν την πόλη το 1099 έσφαξαν Μουσουλμάνους, Ιουδαίους και Ορθοδόξους αδιακρίτως.

Υμνήθηκε ακόμα και από τους τροβαδούρους και τους ποιητές της σκοταδιστικής μεσαιωνικής Ευρώπης και πολλοί θρύλοι, βασισμένοι σε πραγματικά γεγονότα συνήθως, κυκλοφορούν από την εποχή εκείνη. Όλες οι μαρτυρίες των δυτικών τον παρουσίαζαν ως έναν πραγματικό ιππότη. Αναφέρονται δεκάδες περιστατικά που δικαιολογούν απόλυτα τη φήμη του.

Τον Απρίλιο του 1191, κάποιοι απήγαγαν ένα παιδί τριών μόλις μηνών από την Καθολική μητέρα του. Οι άλλοι Φράγκοι αμέσως κάλεσαν την απαρηγόρητη μητέρα να ζητήσει αυτοπροσώπως τη δικαιοσύνη του Σαλαντίν. Πράγματι, η απλή γυναίκα του λαού και μάλιστα γυναίκα αλλόδοξη παρουσιάστηκε ενώπιον του σουλτάνου.

Ο Σαλαντίν τη δέχτηκε φιλόξενα, όπως έκανε με όλους. Όταν δε έμαθε για την αρπαγή του παιδιού της, έθεσε αμέσως σε κίνηση την περίφημη «υπηρεσία πληροφοριών» του. Σύντομα, το απαχθέν παιδί ανακαλύφθηκε.

Χωρίς να πει τίποτα, ο Σαλαντίν κατέβαλε ο ίδιος τα λύτρα στους απαγωγείς, πήρε πίσω το παιδί και το παρέδωσε στη μητέρα του. Όταν αυτή το πήρε με χαρά στην αγκαλιά της και το θήλασε, ο πανίσχυρος σουλτάνος άφησε συγκινημένος ένα δάκρυ να του ξεφύγει. Κατόπιν της έδωσε ένα άλογο και εφόδια για τον δρόμο και την άφησε να φύγει. Τη σκηνή αυτή περιγράφει ο Άραβας ιστορικός Ιμπν Σαντάντ και την επιβεβαιώνουν και χριστιανοί μάρτυρες.

Όσο γενναιόδωρος και αν ήταν όμως δεν μπορούσε να συγχωρέσει τον διαβόητο Ρεϋνάλδο του Σατιγιόν, έναν από τους αρχηγούς του χριστιανικού στρατού που καταστράφηκε στο Χατίν, το 1187. Ο Ρεϋνάλδος, πέραν του ότι ήταν υπεύθυνος για τις σφαγές χιλιάδων αμάχων, ήταν και αυτός που παραβίασε τις συνθήκες μεταξύ του Σαλαντίν και του βασιλείου της Ιερουσαλήμ.

Κατά συνέπεια, δεν ήταν απλός δολοφόνος, αλλά και επίορκος. Αυτόν ο Σαλαντίν τον έσφαξε ο ίδιος μέσα στη σκηνή του, παραβιάζοντας για πρώτη και μοναδική φορά τον ιερό νόμο της φιλοξενίας.

Σήμερα, το όνομα του Σαλαντίν παραμένει θρυλικό. Ειδικά στον ισλαμικό κόσμο θεωρείται ο μεγαλύτερος ήρωας του Ισλάμ και δικαίως. Ακόμα και το σύμβολό του, ο αετός, έχει υιοθετηθεί από πολλά αραβικά έθνη.

Ωστόσο, αυτό που δυστυχώς οι σύγχρονοι Άραβες δεν έχουν κατορθώσει να καταστήσουν κτήμα του μεγάλου αρχηγού τους, είναι η ανεκτικότητά του, η ανεκτικότητα απέναντι στο διαφορετικό, ο σεβασμός του για την ανθρώπινη ζωή, τόσο των δικών του ανθρώπων, όσο και των εχθρών του ακόμα.

Ετοιμοθάνατος ο μεγάλος βασιλιάς διέταξε, σύμφωνα με τον θρύλο, στρατιώτες του, με κρεμασμένο στο κοντάρι ένα σάβανο, να περιφέρονται στους δρόμους των πόλεων που εξουσίαζε και να φωνάζουν: «Ο αφέντης μας, που όριζε τόσα βασίλεια και εξουσίαζε τόσες χώρες, ο κατακτητής της Ιερουσαλήμ, πεθαίνει σήμερα και δεν εξουσιάζει τίποτα άλλο από αυτό εδώ το σάβανο»!

ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΕΙΔΗΣΕΙΣ
defencenet.ae
ΔΕΙΤΕ ΟΛΑ ΤΑ ΝΕΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ ΤΟ ΑΡΘΡΟ

Tο pronews.gr δημοσιεύει κάθε σχόλιο το οποίο είναι σχετικό με το θέμα στο οποίο αναφέρεται το άρθρο. Ο καθένας έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, αυτό δεν σημαίνει ότι υιοθετούμε τις απόψεις αυτές και διατηρούμε το δικαίωμα να μην δημοσιεύουμε συκοφαντικά ή υβριστικά σχόλια όπου τα εντοπίζουμε. Σε κάθε περίπτωση ο καθένας φέρει την ευθύνη των όσων γράφει και το pronews.gr ουδεμία νομική ή άλλα ευθύνη φέρει.

Δικαίωμα συμμετοχής στη συζήτηση έχουν μόνο όσοι έχουν επιβεβαιώσει το email τους στην υπηρεσία disqus. Εάν δεν έχετε ήδη επιβεβαιώσει το email σας, μπορείτε να ζητήσετε να σας αποσταλεί νέο email επιβεβαίωσης από το disqus.com

Όποιος χρήστης της πλατφόρμας του disqus.com ενδιαφέρεται να αναλάβει διαχείριση (moderating) των σχολίων στα άρθρα του pronews.gr σε εθελοντική βάση, μπορεί να στείλει τα στοιχεία του και στοιχεία επικοινωνίας στο [email protected] και θα εξεταστεί άμεσα η υποψηφιότητά του.